Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) καταδίκασε σήμερα την Ουγγαρία επειδή επί ημέρες υπέκλεπτε τα τηλεφωνήματα μιας δημοσιογράφου με στόχο να ανακαλύψει τις πηγές της στους κόλπους της αστυνομίας.
Η ενάγουσα, η Κλαούντια Τσίκος, είναι μια ουγγαρέζα δημοσιογράφος η οποία εργάζεται για την εφημερίδα Blikk. Το τηλέφωνό της παρακολουθούνταν από τις τρεις ως τις έξι Νοεμβρίου 2015 από τις αρχές, οι οποίες ήθελαν να εντοπίσουν μία από τις πηγές της στους κόλπους της αστυνομίας, σε μια περίοδο που η δημοσιογράφος διεξήγε έρευνα για κατάχρηση εξουσίας.
Ένας γνωστός της αστυνομικός τιμωρήθηκε στη συνέχεια επειδή της έδωσε πληροφορίες.
Η δημοσιογράφος υπέβαλε μήνυση υπογραμμίζοντας ότι το τηλέφωνό της παρακολουθήθηκε παρανόμως και πως αυτό έβλαψε τη δουλειά της. Όμως οι ουγγρικές αρχές απέρριψαν τις διάφορες προσφυγές της.
Στη συνέχεια η δημοσιογράφος στράφηκε στο ΕΔΔΑ, επικαλούμενη κυρίως τα άρθρα 8 (δικαίωμα στο σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και 10 (ελευθερία της έκφρασης) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Το δικαστήριο, το οποίο έχει την έδρα του στο Στρασβούργο, αποφάνθηκε ότι η ουγγρική νομοθεσία, μολονότι προσδιορίζει καλά τους τύπους των εγκλημάτων και αδικημάτων για τα οποία οι ερευνητές μπορούν να προχωρούν σε υποκλοπές, «δεν περιγράφει τις κατηγορίες των προσώπων που μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενα παρακολούθησης και δεν αναφέρει εξαιρέσεις ούτε περιορισμούς».
Στην περίπτωση της Τσίκος, οι αρχές δεν εξέτασαν «αν η υποκλοπή επικοινωνιών αφορούσε εμπιστευτικές δημοσιογραφικές πηγές» ή αν ο δικαστής που επέτρεψε την παρακολούθησή της «θα μπορούσε να έχει αρνηθεί ένα τέτοιο μέτρο για να αποφύγει το ξεσκέπασμα των πηγών».
Το ΕΔΔΑ εκτιμά έτσι πως η Ουγγαρία παραβίασε τα άρθρα 8 και 10 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Η Βουδαπέστη θα πρέπει να καταβάλει 6.500 ευρώ στην Κλαούντια Τσίκος για ηθική βλάβη και 7.000 για τα έξοδά της.
Νέα στοιχεία για το σκάνδαλο των υποκλοπών που αποκαλύπτει σήμερα νεότερο ρεπορτάζ του inside Story αναφέρουν ότι ο επιχειρηματίας Σταύρος Κομνόπουλος και ο ανιψιός του Παναγιώτης Ταμβακίδης συνεργάστηκαν με το δίκτυο της Intellexa και είχαν οικονομικές συναλλαγές με τις εταιρείες που συνδέονται με το Predator.
Αν και ο ρόλος των Κομνόπουλου και Ταμβακίδη είχε υποδειχθεί από μάρτυρες στη διάρκεια της προανάκρισης ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης που διεξήγαγε την έρευνα δεν τους συμπεριέλαβε στο κατηγορητήριο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Ελίζας Τριανταφύλλου στο Inside Story η εταιρεία Kestrel του Κομνόπουλου, που δραστηριοποιείται στο εμπόριο όπλων, πλήρωνε για δύο σχεδόν χρόνια το ενοίκιο της βίλας του Ισραηλινού Merom Harpaz στη Γλυφάδα. Πρόκειται για τον τεχνικό διευθυντή της Intellexa, ο οποίος στις 16/9/2024 μπήκε σε λίστα διεθνών κυρώσεων από τις ΗΠΑ για τον ρόλο του στις παράνομες υποκλοπές μέσω του Predator.
Ωστόσο, ο Merom Harpaz δεν είναι ο μοναδικός εμπλεκόμενος με το Predator για τον οποίο ο Σταύρος Κομνόπουλος κάλυπτε τα έξοδα διαμονής του στην Αθήνα. Στον Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου έχουν κατατεθεί από το 2023 στοιχεία που τεκμηριώνουν πως η εταιρεία Kestrel του Κομνόπουλου πλήρωνε από τον Αύγουστο του 2020 και το ενοίκιο διαμερίσματος στο Παλαιό Φάληρο στο οποίο διέμενε ο Rotem Farkash, ο προγραγματιστής που δημιούργησε το Predator. Η εταιρεία Cytrox του Farkash έχει υπαχθεί και αυτή σε κυρώσεις από τις ΗΠΑ, ήδη από τον Μάρτιο του 2024.
Οι νέες αποκαλύψεις του Inside Story αφήνουν έκθετο για άλλη μια φορά τον Άρειο Πάγο. Τεκμηριώνουν πως η European Investment Holdings, εταιρεία του Κομνόπουλου στο ΔΣ της οποίας μετείχε και Παναγιώτης Ταμβακίδης, έλαβε μέσα στο 2022 συνολικά τρία εμβάσματα των 25.000 ευρώ έκαστο από την εταιρεία Feroveno Ltd, που ανήκει στην κοινοπραξία της Intellexa. Τα στοιχεία για τις καταθέσεις των 75.000 ευρώ είχαν δοθεί από την Οικονομική Αστυνομία στον Άρειο Πάγο ήδη από τις αρχές του 2023, ωστόσο δεν αξιοποιήθηκαν.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ η RAFNAR, η εταιρεία στην οποία μέτοχος ήταν ο Παναγιώτης Ταμβακίδης, ο ανιψιός του Κομνόπουλου, ήταν εκείνη που εγγυήθηκε για να νοικιαστεί το κτήριο της Intellexa στο Ελληνικό. Δηλαδή, η οικογένεια Κομνόπουλου μερίμνησε και για τη στέγαση των στελεχών της Intellexa και για την εγκατάσταση της εταιρείας του Predator.
Το Δεκέμβριο του 2022 ο Σταύρος Κομνόπουλος είχε καταθέσει στους Εισαγγελείς Πρωτοδικών, υποστηρίζοντας πως δεν έχει σχέση με την Intellexa και πως δεν γνώριζε τα στελέχη της, εξαιρουμένου του Φέλιξ Μπίτζιου, με τον οποίο αποκάλυψε πως είχε πολύχρονη γνωριμία. Ωστόσο, τα φορολογικά στοιχεία και οι τραπεζικές συναλλαγές που έφερε στη δημοσιότητα το Inside Story και τα οποία ήταν και στη διάθεση των εισαγγελικών Αρχών, αποκαλύπτουν πως οι Κομνόπουλος και Ταμβακίδης ήταν ενεργοί συνεργάτες της Intellexa, από την πρώτη ημέρα που δημιουργήθηκε το δίκτυο των παράνομων παρακολουθήσεων.
Το ρεπορτάζ υπογραμμίζει πως ο πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος και ο αντιναύαρχος εν αποστρατεία Αριστείδης Αλεξόπουλος, που ήταν Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων του υπουργείου Άμυνας, δηλαδή δύο πρόσωπα-κλειδιά για τις αμυντικές προμήθειες της χώρας, στοχοποιήθηκαν με το Predator και τελούσαν υπό παρακολούθηση και από την ΕΥΠ.
Το γεγονός ότι ένας έμπορος όπλων και ο στενός του συνεργάτης μετείχαν ενεργά στην επιχείρηση παρακολουθήσεων μέσω του Predator, η οποία έθεσε στο στόχαστρο την στρατιωτική ηγεσία της χώρας, αλλά και πλήθος πολιτικών, κυβερνητικών αξιωματούχων, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών, δεν αξιολογήθηκε ως σοβαρό ούτε από τον Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, ούτε από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη, που επικύρωσε την εισαγγελική έρευνα.
Στη χώρα που φημίζεται για την εφεύρεση της δημοκρατίας, υπάρχει η αίσθηση ότι αυτή φθείρεται, αναφέρει το POLITICO σε εκτενές δημοσίευμα με αφορμή τα Τέμπη, το προσφυγικό ναυάγιο της Πύλου και τις υποκλοπές.
«Η Ελλάδα έχει βιώσει μια σειρά από σκάνδαλα που, αν και όλα πολύ διαφορετικά, συνθέτουν την αίσθηση ότι η δικαιοσύνη καταρρέει και ότι οι κυβερνώντες δεν θέλουν να το διορθώσουν. Ή, ακόμη χειρότερα, είναι ένοχοι» αναφέρει το δημοσίευμα που υπογράφει η Νεκταρία Σταμούλη, ανταποκρίτρια του POLITICO στην Αθήνα.
«Υπάρχει η αίσθηση μιας συστηματικής και συντονισμένης προσπάθειας να υποβαθμιστούν ορισμένα περιστατικά», δήλωσε ο Ανδρέας Ποττάκης, ο Συνήγορος του Πολίτη, στο POLITICO. Αυτό γεννά «υποψίες για απόπειρα συγκάλυψης» και αμέλεια που «θα μπορούσε να αφορά την πολιτική ηγεσία».
«Τρεις τεράστιες υποθέσεις δοκίμασαν τα τελευταία δύο χρόνια την πίστη της χώρας στις δικαστικές της δομές» αναφέρει το δημοσίευμα, προσθέτοντας: «Δύο από αυτές σχετίζονται με καταστροφές: Ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα τον Φεβρουάριο του 2023, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 57 άτομα, και ένα ναυάγιο στα ανοικτά των ακτών της Πελοποννήσου το περασμένο καλοκαίρι που άφησε εκατοντάδες Ασιάτες και Αφρικανούς μετανάστες και πρόσφυγες να πνιγούν. ..
Η τρίτη είναι ένα εκτεταμένο σκάνδαλο με λογισμικό κατασκοπείας που έχει εμπλέξει την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Πριν από μερικές ημέρες, ένας εισαγγελέας του ανώτατου δικαστηρίου απάλλαξε τους πολιτικούς, την αστυνομία και τις υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας από αδικήματα».
«Από μόνα τους, αυτά μπορεί να μοιάζουν με το είδος των ατυχημάτων που μπορεί να έχει να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε κυβέρνηση.Όμως ο χειρισμός τους έχει εγείρει ανησυχητικά ερωτήματα. Κόμματα της αντιπολίτευσης, ομάδες θυμάτων και ανεξάρτητοι ερευνητές μιλούν για συγκάλυψη και ισχυρίζονται ότι κρίσιμοι μάρτυρες εμποδίστηκαν, νομικά έγγραφα αγνοήθηκαν και τα θύματα παραγκωνίστηκαν. Οι κοινοβουλευτικές έρευνες δεν έχουν κάνει τίποτα άλλο από το να θολώνουν τα νερά» σχολιάζει το δημοσίευμα.
«Δίνοντας μια παραπλανητική εντύπωση μιας καλά λειτουργούσας δημοκρατίας, με τις κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές να μην μπορούν να διεξάγουν αποτελεσματικά το έργο τους, αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα ισοδυναμεί μερικές φορές με άμεση πολιτική ανάμειξη και εξουδετέρωση των μελών των ανεξάρτητων παρατηρητηρίων», δήλωσε ο Βασ. Παναγιωτόπουλος, ο οποίος καλύπτει την Ελλάδα για τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF).
Οι Έλληνες «αντιλαμβάνονται ότι τα δημόσια πρότυπα έχουν διαβρωθεί, με αποτέλεσμα οι λεκτικές επιθέσεις σε δημοσιογράφους από υψηλόβαθμους πολιτικούς να έχουν γίνει καθημερινότητα, οι ανεξάρτητες αρχές υπονομεύονται, έχουν καταγγελθεί αρκετές απωθήσεις μεταναστών, η αστυνομική βία αυξάνεται και η κοινωνία των πολιτών και ο πλουραλισμός των μέσων ενημέρωσης απειλούνται» αναφέρει το POLITICO.
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη για λογαριασμό του Ινστιτούτου Eteron με αφορμή την 50ή επέτειο από την επιστροφή της Ελλάδας στη δημοκρατία, μόνο το 29% των πολιτών εμπιστεύεται τη δικαιοσύνη της χώρας.
Σε συνέντευξή του στο POLITICO, ο Μητσοτάκης υπερασπίστηκε το ρεκόρ της χώρας του. «Πάντα πίστευα ότι πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη», δήλωσε ο πρωθυπουργός.
Ακολουθούν τα τρία πιο σημαντικά πρόσφατα περιστατικά και γιατί είναι σημαντικά.
Το σιδηροδρομικό δυστύχημα
Τη νύχτα της 22ας Φεβρουαρίου 2023, μια μετωπική σύγκρουση τρένων σκότωσε 57 ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους ήταν φοιτητές.
Καθώς η σκόνη έκατσε στην πιο θανατηφόρα σιδηροδρομική καταστροφή στην ελληνική ιστορία, προέκυψαν βαθύτεροι προβληματισμοί σχετικά με τη λειτουργία του κράτους.
«Η ευθύνη περνάει από την ηγεσία μέχρι τους ανθρώπους που βρίσκονταν στο σημείο», δήλωσε ο Ευάγγελος Βλάχος, ο οποίος έχασε τον 34χρονο αδελφό του, Βάιο. «Ψάχνεις για κάποιον που έκανε σωστά τη δουλειά του, για κάτι που λειτούργησε – και υπάρχει πλήρης κατάρρευση».
Οι επικριτές κάνουν λόγο για συγκάλυψη, ιδίως της κακοδιοίκησης σε ανώτατο επίπεδο, και για διαφθορά στους σιδηροδρόμους.
Αυτή η συγκάλυψη παίρνει μερικές φορές κυριολεκτική μορφή: Το σημείο του δυστυχήματος »μπαζώθηκε», εμποδίζοντας τους εμπειρογνώμονες να ερευνήσουν, καθώς απομακρύνονταν τα κατεστραμμένα βαγόνια.
Αυτό συνέβη ενώ οι οικογένειες των θυμάτων ήλπιζαν ακόμη να βρουν τα λείψανά τους.
Δεν είναι ακόμη σαφές ποιος έδωσε αυτή την εντολή, αν και οι συγγενείς των θυμάτων λένε ότι γνωρίζουν την ταυτότητα του υπουργού και θα καταθέσουν στο δικαστήριο.
Ο Νίκος Πλακιάς, ο οποίος έχασε δύο κόρες στο δυστύχημα, βρήκε κάποια από τα μέλη του σώματός τους οκτώ μήνες αργότερα σε μια ξεχωριστή περιοχή όπου είχαν μετακινηθεί συντρίμμια και μπάζα.
«Βιάστηκαν να αλλάξουν την εικόνα απλά και μόνο για να αλλάξουν την κοινή γνώμη, για να φανεί ότι το θέμα έκλεισε το συντομότερο δυνατό», είπε, αποδίδοντας το γεγονός στις επερχόμενες εθνικές εκλογές, προσθέτοντας ότι μια σωστή έρευνα θα χρειαζόταν τους ειδικούς εκεί για μήνες.
Αρκετές από τις λεπτομέρειες που είναι γνωστές σήμερα, αποκαλύφθηκαν μόνο μετά από τεράστιες προσπάθειες των οικογενειών με την υποστήριξη ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων.
Ένα κοντέινερ τρένου που έλειπε από το σημείο, για παράδειγμα, βρέθηκε 16 μήνες αργότερα σε ιδιωτικό οικόπεδο. Κανείς δεν έχει παραδεχτεί ή γνωρίζει πώς κατέληξε εκεί.
Συστάθηκε κοινοβουλευτική έρευνα, αλλά αντί να επικεντρωθεί στο δυστύχημα, η προσοχή μετατοπίστηκε στην ιστορία του ελληνικού σιδηροδρομικού συστήματος.
Η κυβέρνηση, εν τω μεταξύ, απέρριψε τη δικογραφία του Ευρωπαίου εισαγγελέα που ζητούσε να ληφθούν μέτρα κατά δύο πρώην υπουργών Μεταφορών. Ο Χρήστος Σπίρτζης, από τον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν ύποπτος για παράβαση καθήκοντος, ενώ ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από τη Νέα Δημοκρατία ήταν ύποπτος για υπεξαίρεση κονδυλίων.
Με βάση την ελληνική νομοθεσία, μόνο το κοινοβούλιο της χώρας μπορεί να διερευνήσει εικαζόμενα παραπτώματα πρώην υπουργών. Η εισαγγελία της ΕΕ λέει ότι ο κανόνας αυτός αντιβαίνει στο δίκαιο της ΕΕ και έχει θέσει το ζήτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε απάντηση, ο Μητσοτάκης κατηγόρησε την Ευρωπαία εισαγγελέα Λάουρα Κοβέζι ότι παρεμβαίνει σε μια εν εξελίξει υπόθεση και υπερβαίνει τις εξουσίες της.
Στη συνέντευξή του στο POLITICO, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι η δικαιοσύνη κινήθηκε με γοργούς ρυθμούς στην υπόθεση και ότι η κυβέρνησή του κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες για να διασφαλίσει τη λήψη αποφάσεων.
«Εκτός από αυτό, υπάρχουν και συνταγματικοί περιορισμοί», είπε. «Έτσι βρισκόμαστε στο όριο του τι μας επιτρέπει το σύνταγμά μας να κάνουμε».
Τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης έχουν αποκαλύψει ότι συνομιλίες μεταξύ του μηχανοδηγού και του σταθμάρχη από τη νύχτα του ατυχήματος είχαν συρραφεί και προσφερθεί σε φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, για να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι το ατύχημα οφειλόταν αποκλειστικά σε ανθρώπινο λάθος.
Οι οικογένειες έχουν απευθύνει έκκληση σε ευρωπαϊκούς φορείς να ρίξουν φως στην υπόθεση.
«Το έγκλημα στα Τέμπη καταδεικνύει με τον χειρότερο τρόπο τη διαφθορά στους σιδηροδρόμους ως μέρος ενός γενικότερου διεφθαρμένου συστήματος», δήλωσε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η Μαρία Καρυστιάνου, επικεφαλής της ένωσης των οικογενειών.
Το σκάνδαλο του spyware
Το σκάνδαλο κατασκοπείας στην Ελλάδα – που ονομάστηκε «Predatorgate» – «έσκασε» το καλοκαίρι του 2022, όταν ο Νίκος Ανδρουλάκης, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, ανακάλυψε παράνομο κατασκοπευτικό λογισμικό στο τηλέφωνό του. Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι ο ίδιος είχε παρακολουθηθεί και από την κρατική υπηρεσία κατασκοπείας.
Η υπόθεση μετατράπηκε σε ένα εκτεταμένο κατασκοπευτικό θρίλερ στο οποίο ανακαλύφθηκε το Predator, μια εξαιρετικά επεμβατική μορφή κατασκοπευτικού λογισμικού, σε δεκάδες τηλέφωνα που ανήκαν σε υπουργούς, στρατιωτικούς αρχηγούς, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες. Περιελάμβανε επίσης την παράνομη εξαγωγή λογισμικού σε δικτατορικά καθεστώτα.
Δύο χρόνια αργότερα, οι δικαστικές αρχές απάλλαξαν όλους τους κρατικούς αξιωματούχους και τις κρατικές υπηρεσίες από την κατηγορία των αδικημάτων, σε αυτό που τα κόμματα της αντιπολίτευσης αποκάλεσαν «ημέρα ντροπής».
Μια έκθεση ενός αναπληρωτή εισαγγελέα επιβεβαίωσε ότι από τους 116 στόχους κατασκοπείας από το predator, 28 τηλεφωνικοί αριθμοί βρίσκονταν kai υπό νόμιμη κρατική παρακολούθηση κατά τη στιγμή της απόπειρας παραβίασης. Όμως το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε το εύρημα ως «σύμπτωση» και τα αρχεία που περιείχαν το εν λόγω υλικό παρακολούθησης καταστράφηκαν.
«Υπάρχει μεγάλη απογοήτευση σχετικά με τη δικαστική έρευνα, ειδικά όταν συνειδητοποιήσαμε πόσα στοιχεία που αποκάλυψε η δημοσιογραφική έρευνα και αποδείκνυαν τη σύνδεση μεταξύ της υπηρεσίας κατασκοπείας, του πρωθυπουργικού γραφείου και του Predator αγνοήθηκαν», δήλωσε η Ελίζα Τριανταφύλλου, δημοσιογράφος της ελληνικής ερευνητικής ιστοσελίδας Inside Story.
«Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποιος θα προστατεύσει τελικά τους Έλληνες δημοσιογράφους από ένα κράτος που τους θεωρεί εθνικό κίνδυνο και τους παρακολουθεί με κάθε διαθέσιμη μέθοδο μόνο και μόνο επειδή κάνουν τη δουλειά τους;», διερωτήθηκε.
Η Τριανταφύλλου και ο συνάδελφός της Τάσος Τέλογλου, αποκάλυψαν ότι είχαν τεθεί υπό φυσική παρακολούθηση ενώ έκαναν ρεπορτάζ για το σκάνδαλο.
Ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος βρέθηκε 11 φορές στο στόχαστρο του Predator, παρενέβη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να πει στον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη, θύμα του spyware που επίσης βρισκόταν υπό κρατική παρακολούθηση, να σταματήσει να έχει εμμονές.
«Λένε ότι ήμουν κι εγώ υπό παρακολούθηση», είπε. «Και λοιπόν; Ούτε καν ίδρωσα. Αυτή η εμμονή γίνεται μονότονα κουραστική».
Τα σχόλιά του καταδικάστηκαν από νομικούς εμπειρογνώμονες ως «θεσμική ηλιθιότητα» που «υπόκειται σε εγκληματική συμπεριφορά».
Ο Μητσοτάκης δήλωσε ότι έλαβε μέτρα.
«Αλλάξαμε τον νόμο με ένα μεγάλο, διαφορετικό σύστημα», δήλωσε στο POLITICO. «Θα έφτανα στο σημείο να πω, ενδεχομένως ακόμη και εις βάρος των δυνατοτήτων της εθνικής μας ασφάλειας. Αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να συμβούν τα πράγματα. Όταν έχεις ένα πρόβλημα, πρέπει να είσαι πολύ πιο αυστηρός όσον αφορά τις διαδικασίες».
Η βύθιση του σκάφους των μεταναστών
Τον Ιούνιο του 2023, μια μηχανότρατα από τη Λιβύη ανατράπηκε στα ανοικτά των ακτών της Ελλάδας μεταφέροντας περίπου 750 μετανάστες, από τους οποίους, 104 διασώθηκαν και 82 πτώματα περισυνελέγησαν. Οι υπόλοιποι θεωρήθηκαν χαμένοι.
Ένα χρόνο μετά, διεθνείς οργανισμοί σημειώνουν ότι ο ρόλος των ελληνικών αρχών δεν έχει ακόμη διερευνηθεί σωστά.
Οι επιζώντες κατέθεσαν ότι η ελληνική ακτοφυλακή έδεσε τη μηχανότρατα και προσπάθησε να την τραβήξει, με αποτέλεσμα να ταλαντευτεί. Οι αρχές το αρνούνται κατηγορηματικά.
Ο επιζών Ahmad Alkimani, 25 ετών, από τη Συρία, δήλωσε ότι στη μηχανότρατα «πέταξαν ένα σχοινί».
«Ένιωσα ένα τράνταγμα», είπε. «Σταμάτησε γρήγορα επειδή έσπασε το σχοινί. Γρήγορα το ξαναδέσανε και με μεγάλη δύναμη άρχισαν να μας τραβάνε και το πλοίο έγειρε προς τα αριστερά.
«Ο κόσμος άρχισε να φωνάζει, αλλά συνέχισαν να τραβούν, αυτή τη φορά προς τα δεξιά, μέχρι που ανατράπηκε».
Αξιωματικοί του Λιμενικού Σώματος, συμπεριλαμβανομένου του αντιναυάρχου Γεώργιου Αλεξανδράκη, έχουν κληθεί να καταθέσουν ως ύποπτοι, ανέφερε το POLITICO τον Ιούνιο.
«Με δεδομένη την άρνηση της ελληνικής ακτοφυλακής να διεξάγει εσωτερική έρευνα, η απόφαση του Διαμεσολαβητή να διερευνήσει το θέμα δεν ήταν πλέον επιλογή, ήταν καθήκον», δήλωσε ο Διαμεσολαβητής Ποττάκης.
Η Frontex δήλωσε ότι δεν έλαβε καμία απάντηση από την Ελλάδα αφού προσφέρθηκε να στείλει ένα αεροπλάνο για να παρακολουθήσει την υπερπλήρη μηχανότρατα. Ο υπεύθυνος θεμελιωδών δικαιωμάτων του Frontex Jonas Grimheden συνέστησε την προσωρινή αναστολή των δραστηριοτήτων του οργανισμού στην Ελλάδα.
Οι οικογένειες των θυμάτων και οι επιζώντες προσφεύγουν στη δικαιοσύνη εναντίον οποιουδήποτε στην Ελλάδα θεωρείται υπεύθυνος για το ναυάγιο.
«Έχουν εμπλακεί σε μια μακρά νομική διαδικασία, αλλά θέλουν να προχωρήσουν», δήλωσε η Μαρία Παπαμηνά, δικηγόρος του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, ο ένας από τους τρεις οργανισμούς που παρέχουν νομική βοήθεια στους επιζώντες.
«Υποφέρουν από τις ψυχολογικές συνέπειες του ατυχήματος και ταυτόχρονα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να στηρίξουν οικονομικά τις οικογένειες που άφησαν πίσω τους».
Προηγήθηκε μία θυελλώδης συνεδρίαση με την αντιπολίτευση να καταγγέλλει προσπάθεια συγκάλυψης και την κυβέρνηση να εγκαλεί τα κόμματα που κατέθεσαν το αίτημα για επίθεση προς την δικαιοσύνη.Από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας οι βουλευτές του κόμματος απέρριψαν το αίτημα, όπως προαναφέραμε, μιλώντας για επίθεση στην δικαιοσύνη.
Χαρακτηριστικά ο Θανάσης Πλεύρης σημείωσε ότι το αίτημα συνιστά λάθος που δεν θα έκανε ούτε πρωτοετής φοιτητής νομικής. Επισήμανε ότι «η αντιπολίτευση ζητά η επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας να αντικαταστήσει τη Δικαιοσύνη» τονίζοντας ότι «δεν γίνεται να κληθούν οι εισαγγελείς του Αρείου Πάγου στη βουλή να καταθέσουν για υπόθεση που έχουν διερευνήσει».
Στην ίδια λογική ο γραμματέας της Κ.Ο της Ν.Δ Σταύρος Καλαφάτης μίλησε για «δημοκρατικό ολίσθημα» και «ευθεία επίθεση στην δικαιοσύνη». Επισήμανε ότι «οφείλουμε να διασφαλίσουμε τη διάκριση των εξουσιών» οπότε «αν θεωρηθεί ότι οι δικαστικοί πρέπει να έρχονται και να λογοδοτούν τότε πάμε σε άλλες εποχές».
Κατηγόρησε την αντιπολίτευσης ότι «εδώ έχουμε μια υποκριτική στάση» επισημαίνοντας ότι ακολουθείται απέναντι στις δικαστικές αποφάσεις η τακτική «αν εξυπηρετούν το δικό μας πολιτικό αφήγημα συγκεκριμένες δικαστικές πράξεις όλα καλώς καμωμένα. Αλλιώς επιτιθέμενα στην Δικαιοσύνη». Επισήμανε πως «αυτό είναι ανεπίτρεπτο» και «αν το αφήσουμε θα πάμε σε άλλες ατραπούς» ενώ «υπάρχει μία δικαστική διαδικασία εν εξελίξει».
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, η Θεοδώρα Τζάκρη επισήμανε πως «είναι προφανές ότι η ενημέρωση για το περιεχόμενο του Πορίσματος του Αντιεισαγγελέα κ. Ζήση και της σχετικής εισαγγελικής διάταξης της κ. Αδειλίνη επειδή αναφέρονται στο μείζον θέμα των υποκλοπών των τηλεφωνικών επικοινωνιών ανωτάτων θεσμικών παραγόντων της χώρας, μεταξύ των οποίων και ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, εμπίπτει στο πεδίο εξέτασης της Επιτροπής μας ως θέμα που αφορά την διαφάνεια και την λειτουργία της πολιτικής και εν γένει της δημόσιας ζωής της χώρας».
Στην ίδια λογική η Ραλία Χρηστίδου σημείωσε απευθυνόμενη στην Ν.Δ πως «το αίτημα θα έπρεπε να έχει υποβληθεί από εσάς τους ίδιούς μετά την δημοσιοποίηση της απόφασης». Ρώτησε ρηροτικά: «Εσείς δεν θέλετε να γνωρίζετε τους λόγους της παρακολούθησης των μελών της κυβέρνησης σας; Δεν σας ενδιαφέρει πολιτικά και θεσμικά γιατί διατάχθηκε η παρακολούθηση του κ.Φλώρου;»
Εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ ο Παναγιώτης Δουδωνής σημείωσε πως «από τη στιγμή που η εισαγγελέας εκδίδει δελτίο τύπου δεν μπορεί να μην έρχεται στη Βουλή». Επισήμανε πολιτικά πως «παρακολουθούμενοι υπουργοί υπερασπίζουν τις παρακολουθήσεις», επαναλαμβάνοντας πως «από τη στιγμή που η κ. Αδειλίνη εκδίδει δελτίο τύπου υποχρεούται να έρθει να πει τουλάχιστον αυτά που είπε στο δελτίο τύπου και να απαντάστα ερωτήματα των βουλευτών».
Ξεκαθάρισε ότι «δεν θέλουμε να δικάσουμε επί του πορίσματος, θέλουμε, όμως, να λάβουμε γνώση για να έχουμε κι εμείς μια εικόνα ως νομοθετική εξουσία, ως αρμόδιο όργανο σύμφωνα με το άρθρο 43Α του Κανονισμού της Βουλής».
Ανάλογο ερώτημα έθεσε και ο βουλευτής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος:«Άραγε είναι συνήθης πρακτική η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να εκδίδει δελτία τύπου και μάλιστα με τέτοια βεβαιότητα»; αναρωτήθηκε, θέτωντας επίσης το ερώτημα του «οι ιδιώτες που κατηγορούνται στο πόρισμα για ποιον παρακολουθούσαν; Για λογαριασμό τους;Δεν πρέπει να απαντήσουν για αυτά;».
Απαντώντας στα επιχειρήματα της Ν.Δ είπε πως «οι ανώτατοι δικαστές επιλέγονται από την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση ελέγχεται από τη Βουλή. Άρα και οι δικαστές ελέγχονται από τη Βουλή. Αλλιώς σημαίνει ότι οι δικαστές δεν ελέγχονται από κανένα». Σημείωσε συνολικά ότι «με την ανακοίνωση του Αρείου Πάγου επιχειρείται να συγκαλυφθεί το σκάνδαλο των υποκλοπών».
Στην ανακοίνωση του Αρείου Πάγου στάθηκε και η Σία Αναγνωστοπούλου εκ μέρους της Νέας Αριστεράς. Είπε πως «η διατύπωση ότι «αναντίλεκτα δεν υπάρχει ανάμειξη οποιουδήποτε κυβερνητικού αξιωματούχου» είναι πρωτοφανής. Τότε γιατί ο πρωθυπουργός στη Βουλή είπε για ρυπαρά δίκτυα, γιατί έγιναν παραιτήσεις;».
Σημείωσε πως «ξέρουμε ότι παρακολουθούνταν ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, υπουργοί, δημοσιογράφοι, και ξέρουμε ότι παρακολουθούνταν συγχρόνως από το Predator. Πώς μπορεί να αισθάνεται ο πολίτης ασφάλεια όταν μαθαίνει ότι υπήρχαν λόγοι εθνικής ασφάλειας που παρακολουθούνταν ο ΥΠΕΞ, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, δημοσιογράφοι».
Τα ευρήματα για υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων και οι διπλοί στόχοι που είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση τόσο μέσω του κακόβουλου λογισμικού predator,όσο και από την ΕΥΠ , αποτυπώνονται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης που συντάχθηκε μετά την έρευνα , η οποία έγινε στις 17 Ιουνίου 2024 στα αρχεία της Υπηρεσίας παρουσία του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση , ο οποίος διενεργεί την ποινική έρευνα για τη σοβαρή αυτή υπόθεση που πέρα από τις ποινικές της διαστάσεις αγγίζει τον πυρήνα θεμελιωδών συνταγματικών δικαιωμάτων .
Στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας πολιτικοί και δημοσιογράφοι, οι οποίοι ήταν στόχοι των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων , έχουν υποβάλει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας δηλώνοντας παρόντες σε κάθε στάδιο της έρευνας προκειμένου να εξεταστεί ουσιωδώς και προς κάθε κατεύθυνση η υπόθεση και να αποδοθούν ευθύνες σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.
Θα καταθέσουν υπομνήματα
Για το λόγο αυτό τις επόμενες ημέρες αναμένεται να καταθέσουν υπομνήματα ζητώντας από τον ανώτατο εισαγγελικό λειτουργό να προχωρήσει σε προανακριτικές ενέργειες , νέες ή συμπληρωματικές, συνδράμοντας και εκείνοι από την πλευρά τους το έργο της δικαιοσύνης για την αποκάλυψη της αλήθειας.
Από την πλευρά του ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης συνεχίζει να μελετά το σύνολο του αποδεικτικού που έχει στα χέρια του, ενώ το μεγάλο ερώτημα – που επί του παρόντος παραμένει χωρίς απάντηση – , είναι αν θα υπάρξει και νέος κύκλος εξέτασης υπόπτων πέραν από τους τέσσερις επιχειρηματίες , εκπροσώπους εταιρείων που ελέγχονται ποινικά καθώς και αν ο προβολέας της αναζήτησης τυχόν ευθυνών θα στραφεί και προς την ΕΥΠ.
Πάντως, όπως λένε πηγές καλά ενημερωμένες, το γεγονός ότι τα κεντρικά πρόσωπα από το χώρο της συγκεκριμένης υπηρεσίας εξετάστηκαν ως μάρτυρες δείχνει ότι τουλάχιστον επί του παρόντος η ΕΥΠ παραμένει στο απυρόβλητο.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες οι δύο πραγματογνώμονες ζήτησαν από την ΕΥΠ πληροφορίες για να γίνει η διασταύρωση ανάμεσα στην αποκαλούμενη «λίστα Μενουδάκου» (σ.σ. με τα πρόσωπα εκείνα που είχε εντοπιστεί στο τηλέφωνό τους το κακόβουλο λογισμικό “Predator” ) και στα πρόσωπα εκείνα τα οποία είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση από την ΕΥΠ.
Συγκεκριμένα, κατά τις ίδιες πληροφορίες, ζήτησαν να ενημερωθούν για πόσους από τους 116 ταυτοποιημένους τηλεφωνικούς αριθμούς, κατά το χρονικό διάστημα από το 2020 μέχρι το 2023 είχε εκδοθεί διάταξη περί άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας. Επιπλέον, ζήτησαν και έλαβαν στοιχεία για τον ακριβή αριθμό των διατάξεων που είχαν εκδοθεί το ίδιο χρονικό διάστημα .
Αποκαλυπτικά ευρήματα
Τα ευρήματα ήταν αποκαλυπτικά : Από τους 116 ταυτοποιημένους αριθμούς για 28 είχε εκδοθεί τουλάχιστον μία διάταξη άρσης απορρήτου επικοινωνιών , διαπίστωση που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ποσοστό κοινών στόχων Predator και ΕΥΠ ανέρχεται στο περίπου 24 %. Οι ίδιοι πραγματογνώμονες όμως, συνεχίζουν , όπως λένε πηγές, τη σκέψη τους και αφού έχουν καταμετρημένες συνολικά 181 διατάξεις για παρακολούθηση «στόχων» από την ΕΥΠ συγκρίνουν αυτό τον αριθμό με το σύνολο των εισαγγελικών διατάξεων στην τριετία 2020-2023 , που ανερχόταν σε 15.304 .
Και έτσι η αρχική εκτίμηση αλλάζει άρδην συγκρινόμενη όχι με τον αριθμό των τυποποιημένων αριθμών , αλλά με την μεγάλη εικόνα του συνόλου των διατάξεων ,με αποτέλεσμα το κρίσιμο ποσοστό να μειώνεται στο περίπου 1%.
Υπό αυτό το πρίσμα άλλωστε οι πραγματογνώμονες φέρονται στο «δια ταύτα «της έκθεσής τους να συμφωνούν πως τα στοιχεία δεν συνηγορούν ότι υπάρχει ικανή δεξαμενή που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συσχέτιση των νόμιμων επισυνδέσεων και των επιμολύνσεων .
Από την πλευρά τους πάντως νομικές πηγές , που έχουν γνώση της υπόθεσης , εκτιμούν ότι η υπαγωγή αυτή επί της ουσίας αλλοιώνει τα πραγματικά ευρήματα της έρευνας ,με στόχο να υποβαθμιστεί το ποσοστό ταύτισης του 24 % που οι ίδιοι οι πραγματογνώμονες διαπίστωσαν και προσθέτουν ότι για να έχει κανείς πλήρη εικόνα θα πρέπει η ταύτιση να συνεχιστεί και προς την πλευρά των παρόχων κινητής τηλεφωνίας. Οι ίδιες πηγές επικαλούνται μάλιστα το πόρισμα της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων που αναφέρει ότι 92 τηλεφωνικοί αριθμοί έλαβαν μήνυμα SMS με επιμολυσμένο περιεχόμενο , επισημαίνοντας ότι πάνω από 120 μηνύματα πιθανολογείται ότι έχουν σταλεί για λόγους δοκιμής προς αταυτοποίητα κινητά προσωρινής, σύντομης χρήσης (“burner phones”). Με βάση αυτά τα δεδομένα προσθέτουν η ταυτοποίηση θα έπρεπε να γίνει αφού αφαιρεθούν τα αταυτοποίητα κινητά, γεγονός που εκ των πραγμάτων θα αύξανε κατά πολύ και το ποσοστό των διπλών στόχων .Και επιπλέον οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι θα ήταν χρήσιμο η έρευνα να μη σταματήσει στη ΕΥΠ αλλά να γίνει και στους παρόχους κινητής τηλεφωνίας όπου έφταναν και οι σχετικές διατάξεις.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι το τελικό συμπέρασμα της επίμαχης πραγματογνωμοσύνης φέρονται να επικαλούνται οι περισσότεροι από τους τέσσερις που εξετάστηκαν με την ιδιότητα του υπόπτου τέλεσης αξιοποίνων πράξεων . Με τα υπομνήματα παροχής εξηγήσεων που κατέθεσαν ,μέσω των πληρεξούσιων δικηγόρων τους , αρνούνται οποιαδήποτε ανάμειξή τους με το Predator, αρνούνται ότι είχαν υπογράψει οι εταιρείες που εκπροσωπούσαν συμβάσεις με την ΕΥΠ που να παραβιάζουν τον ποινικό νόμο κάνοντας λόγο για εργαλειοποίηση διαφόρων ρεπορτάζ μέσων ενημέρωσης . Όλοι τους ζητούν από τον ανώτατο εισαγγελικό λειτουργό να αρχειοθετήσει την υπόθεση. Υπενθυμίζεται ότι ο Αχ.Ζήσης θα συντάξει πόρισμα στο τέλος της έρευνάς του, αλλά τον τελευταίο λόγο θα τον έχει η ίδια η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη η οποία θα αποφασίσει και για την περαιτέρω ποινική αξιολόγηση της υπόθεσης .
Για πρώτη φορά εξετάστηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης πρόσωπα που είχαν εκ της θεσμικής τους θέσης κεντρικό ρόλο στην υπόθεση όπως, ο πρώην γενικός γραμματέας του Πρωθυπουργού Γρηγόρης Δημητριάδης, ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ Παναγιώτης Κοντολέων και η τότε εισαγγελέας της ΕΥΠ Βασιλική Βλάχου.
Οι καταθέσεις
Πληροφορίες αναφέρουν ότι στις καταθέσεις τους αναφέρθηκαν ο καθένας στο ρόλο που είχαν αρνούμενοι ότι γνώριζαν το παραμικρό για την υπόθεση που οδήγησε στην κλήση τους ενώπιον του ανώτατου εισαγγελικού λειτουργού.
Όπως αναφέρουν πληροφορίες ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ ήταν κατηγορηματικός αναφέροντας ότι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ούτε αγόρασε, ούτε ενοίκιασε, ούτε έκανε χρήση παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού predator.
Σχετικά με την ενημέρωση των πολιτικών του προϊσταμένων ο κ. Κοντολέων φέρεται να είπε πως ουδέποτε ούτε οι πολιτικοί του προϊστάμενοι ,Γενικός Γραμματέας και Πρωθυπουργός, σε θέματα επιχειρησιακά (συγκέντρωση πηλοφοριών, επιλογή στόχων, μεθόδων, έκδοση Εισαγγελικών Διατάξεων κλπ) δεν είχαν καμία ενημέρωση από τον ίδιο , ούτε κι οι ίδιοι το ζήτησαν ποτέ.
Στη δική της κατάθεση η πρώην εισαγγελέας της ΕΥΠ Βασιλική Βλάχου αναφέρθηκε με τη σειρά της στα βήματα που ακολουθούνται για την έκδοση εισαγγελικής διάταξης για νόμιμη επισύνδεση και στη συνέχεια απέκλεισε μέσα στις εγκαταστάσεις της ΕΥΠ να υπήρξε μηχανισμός παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού predator ή άλλου παράνομου λογισμικού.
Σχετικά με τις φερόμενες υποκλοπές που φέρονται να έλαβαν χώρα σύμφωνα με δημοσιεύματα του τύπου έντυπου και ηλεκτρονικού με τον ίδιο κατηγορηματικό τρόπο η κυρία Βλάχου φέρεται να απέκλεισε τη συμμετοχή κάποιου υπηρεσιακού παράγοντα από την ΕΥΠ.
Η κατάθεση Δημητριάδη
Ο Γρηγόρης Δημητριάδης στην δική του κατάθεση αναφέρεται στο γεγονός ότι από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), καθημερινά αποστέλλονταν και παραλάμβανε το σταθερό ενημερωτικό καθώς και ενημερώσεις τα οποία στη συνέχεια τα παρέδιδε στον Πρωθυπουργό, ουδέποτε δε τον ενημέρωσε ο Διοικητής ή κάποιος άλλος για επισυνδέσεις κάποιου προσώπου. Επιπλέον αρνήθηκε ότι είχε οποιαδήποτε ενημέρωση για την έκδοση εισαγγελικών διατάξεων νόμιμης επισύνδεσης, για ποια πρόσωπα αφορούν οι διατάξεις, χρονικά διαστήματα αυτών, τους λόγους έκδοσης αυτών και γενικότερα για όλη τη διαδικασία που προηγείται της έκδοσης εισαγγελικής διάταξης.
Ο Γρηγόρης Δημητριάδης κατέθεσε πως ούτε η ΕΥΠ αλλά ούτε και οποιαδήποτε άλλη Υπηρεσία (ΔΑΕΒ-Αντιτρομοκρατική, ΔΙΔΑΠ κλπ) ουδέποτε προμηθεύτηκε οποιοδήποτε παράνομο λογισμικό τύπου Predator αλλά και ούτε έγινε χρήση του ως άνω λογισμικού και οποιουδήποτε άλλου από τις ως άνω Υπηρεσίες .
Σχετικά με τα επίμαχα μηνύματα – sms- που περιείχαν συνδέσμους που μόλυναν το κινητό παραλήπτη με το λογισμικό Predator, και στάλθηκαν τις ημέρες της ονομαστικής εορτής του , ο μάρτυρας αρνήθηκε ότι ήταν ο ίδιος αποστολέας, αλλά άλλο άγνωστο άτομο. Επικαλείται μάλιστα και σχετικό έγγραφο της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων που ερεύνησε και διαπίστωσε ότι το επίμαχο μήνυμα έχει αποσταλεί μέσω υπηρεσιών διαδικτύου, με χρήση παραπλανητικών καρτών.
Σοβαρές υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όχι μόνο διαπιστώνει η ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας, εκθέτοντας ανεπανόρθωτα την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Στο εισαγωγικό κείμενο σημειώνεται ότι υπάρχουν αξιόπιστες αναφορές για «σκληρή, απάνθρωπη ή υποτιμητική μεταχείριση ή τιμωρία κρατουμένων, μεταναστών και αιτούντων άσυλο από της αρχές», για «εγκλήματα που αφορούν τη στόχευση μελών φυλετικών ή εθνικών μειονοτήτων», για «εγκλήματα που αφορούν σε βία ή απειλές βίας κατά λεσβιών, γκέι, διεμφυλικών, τρανς, queer ή intersex ατόμων».
Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών στην έκθεσή του για το 2023 επισημαίνει ότι η κυβέρνηση προχώρησε σε ενέργειες για να ερευνήσει και να τιμωρήσει αξιωματούχους που προχώρησαν σε πράξεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά συμπληρώνει πως υπάρχουν καταγγελίες από μη κυβερνητικές οργανώσεις και διεθνείς οργανώσεις για την αποτυχία της κυβέρνησης να ερευνήσει καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις αιτούντων άσυλο.
Σε 46 σελίδες και περίπου 10.000 λέξεις το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, κάνει και εκτενή αναφορά σε πολλές υποθέσεις διαφθοράς, αλλά και στο μεγάλο σκάνδαλο των υποκλοπών και του Predator.
Επαναπροωθήσεις, ξύλο, βασανιστήρια
Η έκθεση σημειώνει αναφορές για κακομεταχείριση και κακοποίηση από την αστυνομία και την ακτοφυλακή μεταναστών χωρίς έγγραφα, αιτούντων άσυλο, διαδηλωτών και Ρομά.
Παραθέτει καταγγελίες για συλλήψεις αστυνομικών με την κατηγορία ότι βασάνισαν κρατούμενο, καταγράφει όσα έχουν αποκαλύψει ΜΚΟ και διεθνείς οργανώσεις για κακοποίηση μεταναστών όχι μόνο σε επιχειρήσεις επαναπροώθησης, αλλά και σε προαναχωρητικά κέντρα και κέντρα κράτησης.
«Οι ΜΚΟ υποστήριξαν τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης κυβερνητικής υπηρεσίας για τη διερεύνηση της βίας και άλλων εικαζόμενων καταχρήσεων. Οι ΜΚΟ υποστήριξαν ότι παρά τις εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών και της ΕΕ και την Ενδιάμεση Έκθεση του Ιανουαρίου 2023 για τον Μηχανισμό Καταγραφής των Άτυπων Αναγκαστικών Επιστροφών υπό την Εθνική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η χώρα δεν είχε ερευνήσει αποτελεσματικά τους ισχυρισμούς απώθησης. Η κυβέρνηση αμφισβήτησε την ανάγκη ύπαρξης πρόσθετου φορέα διερεύνησης. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι οι υπάρχουσες διασφαλίσεις ήταν επαρκείς, συμπεριλαμβανομένου του δικαστικού συστήματος, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και της Ειδικής Επιτροπής για τη Συμμόρφωση με τα Θεμελιώδη Δικαιώματα στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου. ΜΚΟ και διεθνείς οργανισμοί ανέφεραν ότι οι αρχές ξυλοκόπησαν μετανάστες και αιτούντες άσυλο και πήραν έγγραφα ταυτότητας, προσωπικά αντικείμενα και χρήματα. Ορισμένες αναφορές ισχυρίστηκαν ότι οι αρχές άφησαν μετανάστες και αιτούντες άσυλο εγκλωβισμένους στο Αιγαίο ή στη χερσαία συνοριακή περιοχή του Έβρου χωρίς πρόσβαση σε τροφή, νερό ή ιατρική περίθαλψη» αναφέρεται στην έκθεση.
Σε άλλο σημείο αναφέρεται σε ρεπορτάζ τις El Pais που ανέλυσε 374 περιστατικά στα σύνορα του Έβρου στα οποία εμπλέκονται δυνάμεις ασφαλείας και αφορούσαν περισσότερα από 20.000 άτομα που αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στα ασύνορα αμέσως μετά τη διέλευσή τους. Στο άρθρο ανέφερε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν κατάσχεσαν περισσότερα από 2 εκατομμύρια ευρώ, κινητά τηλέφωνα και άλλα τιμαλφή. Το άρθρο ανέφερε επίσης ότι το 92 τοις εκατό των ατόμων που απωθήθηκαν το 2022 ανέφεραν ότι ήταν θύματα κλοπής.
Γίνεται ακόμη αναφορά για την έκθεση του Δικτύου Παρακολούθησης της βίας στα Σύνορα, μια κοινοπραξία 12 ΜΚΟ σε όλη την Ευρώπη, η οποία παρουσίασε τον Φεβρουάριο ευρήματα βασισμένα σε συνεντεύξεις 50 κρατουμένων σε ελληνικά προαναχωρητικά κέντρα. Το 65% υποστήριξε ότι βίωσε ή έγινε μάρτυρας βίας από τις Αρχές. Το 25% υποστήριξε ότι οι Αρχές χρησιμοποίησαν σωματική βία, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τέιζερ, ως μορφή εξαναγκασμού ή τιμωρίας.
Φυλακές – εφιάλτης
«Οι φυλακές και τα κέντρα κράτησης παρέμεναν υπερπλήρη, συχνά με ανεπαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής ή υγειονομικής περίθαλψης. Τον Ιανουάριο, ο βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σκιώδης υπουργός Μετανάστευσης, Γιώργος Ψυχογιός, κατήγγειλε “την επιδείνωση των συνθηκών” στα προαναχωρητικά κέντρα που απέδωσε στην έλλειψη ζωτικής σημασίας υγειονομικών και κοινωνικών υπηρεσιών. Τον Αύγουστο, η Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας δημοσίευσε μια έκθεση με βάση την επίσκεψή της τον Νοέμβριο του 2022 στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Η έκθεση σημείωσε «υπερπληθυσμένα και ερειπωμένα» δωμάτια χωρίς «πραγματικές δραστηριότητες εργοθεραπείας» και ανεπαρκές ιατρικό προσωπικό για τους 170 ασθενείς. Για την περίοδο 2022-2023, η κυβέρνηση εφάρμοσε ένα ειδικό πρόγραμμα, αξίας 24 εκατομμυρίων ευρώ (25,9 εκατομμύρια δολάρια) και στόχευσης 7.000 δικαιούχων, για την ενίσχυση της μελλοντικής επανένταξης των κρατουμένων» σημειώνεται στην έκθεση.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισημαίνει ότι ακόμη και τα κυβερνητικά στοιχεία δείχνουν πως ο πληθυσμός των φυλακών υπερέβη ελαφρά τις ικανότητας κράτησης, τονίζει πως τα βίαια επεισόδια μειώνονται και υπογραμμίζει ότι μετανάστες και αιτούντες άσυλο που κρατούνται από την ΕΛ.ΑΣ. και το Λιμενικό κάνουν λόγο για άθλιες ή εξευτελιστικές συνθήκες κράτησης.
Υποκλοπές
Από την έκθεση – κόλαφο δεν θα μπορούσε να λείπει αναφορά στο θέμα των υποκλοπών και παρακολουθήσεων, με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να καταγράφει την έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου η οποία ανέφερε ότι η χώρα χρησιμοποίησε κατασκοπευτικό λογισμικό εναντίον δημοσιογράφων, πολιτικών και επιχειρηματιών, αλλά και εξήγαγε το spyware σε χώρες με κακές επιδόσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Γίνεται εκτενής αναφορά στην υπόθεση της Άρτεμις Σίφορντ, πρώην υπαλλήλου της Meta, η οποία έπεσε θύμα του Predator.
«Τον Ιούλιο η Αρχή Προστασίας Δεδομένων παρουσίασε στοιχεία που υποδηλώνουν ότι το 2022 τουλάχιστον 92 Έλληνες πολίτες έπεσαν θύματα προσπάθειας να στοχευθούν με το Predator, με την Αρχή να δηλώνει πως δεν έχει στοιχεία που να δείχνουν την προέλευση αυτών των προσπαθειών» σημειώνει η έκθεση προσθέτοντας ότι η έρευνα είναι σε εξέλιξη.
Ελευθερία του Τύπου
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισημαίνει ότι «το σύνταγμα και ο νόμος προέβλεπαν την ελευθερία της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένων των μελών του Τύπου και άλλων μέσων ενημέρωσης, και η κυβέρνηση γενικά σεβάστηκε αυτό το δικαίωμα» για να συμπληρώσει ότι εγχώρια και διεθνή πρακτορεία αναφέρουν πως δημοσιογράφοι και ΜΜΕ αντιμετωπίζουν πίεση προκειμένου να μην ασκούν κριτική στην κυβέρνηση ή να μην παρουσιάζουν σκάνδαλα.
Ναυάγιο της Πύλου
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση, βάσει μαρτυριών επιζώντων, η βύθιση του αλιευτικού Adriana έξω από την Πύλο ήρθε ως αποτέλεσμα ενεργειών της ακτοφυλακής να βγάλει το σκάφος από τα ελληνικά χωρικά ύδατα.
Οι δικαστικές αρχές ξεκίνησαν έρευνα για τη βύθιση, ενώ η κυβέρνηση υποστήριξε ότι το σκάφος βρισκόταν σε διεθνή ύδατα. Αναφέρεται, ακόμη, ότι τον Σεπτέμβριο 40 επιζώντες από το ναυάγιο υπέβαλαν μήνυση στο Ναυτοδικείο Πειραιά. Στις 10 Νοεμβρίου, ο Συνήγορος του Πολίτη Ανδρέας Ποττάκης ξεκίνησε μια ανεξάρτητη έρευνα για το ναυάγιο αφού η ηγεσία του Λιμενικού Σώματος αρνήθηκε τα γραπτά του αιτήματα να διεξαγάγει ενδελεχή εσωτερική έρευνα.
Όλη η ουσία με τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους βρίσκεται στο να μπορεί ο πολίτης να διευκολύνεται στις συναλλαγές του με το δημόσιο, αλλά ταυτόχρονα να προστατεύονται απολύτως τα προσωπικά δεδομένα του.
Γιατί διαφορετικά εγείρονται πολύ σοβαροί κίνδυνοι.
Και προφανώς δεν αφορούν και δεν περιορίζονται απλώς στο ενδεχόμενο να λάβεις ένα ακόμη προεκλογικό email από έναν υποψήφιο.
Να το πω απλά: όταν ο πολίτης δίνει τα στοιχεία του στο δημόσιο, για να εγγραφεί σε μια εφαρμογή ή για να κάνει χρήση κάποιας δυνατότητας για τη διεκπεραίωση μιας διοικητικής πράξης, το κάνει με την πεποίθηση ότι ούτε το email του, ούτε το τηλέφωνό του, ούτε η διεύθυνσή του, ούτε το ΑΦΜ, ούτε οι κωδικοί taxisnet υπάρχει το παραμικρό ενδεχόμενο -πόσο μάλλον συνειδητή παραβίαση του νόμου- να πέσουν σε λάθος χέρια και άρα να αντιμετωπίσει πολύ μεγάλα προβλήματα.
Μόνο που στην υπόθεση με τη λίστα email που έφτασε στα χέρια της Άννας Μισέλ Ασημακοπούλου έγινε ακριβώς αυτό. Στοιχεία που οι πολίτες έδωσαν στο κράτος για να κάνουν τη δουλειά τους, έχοντας τη βεβαιότητα και τη διαβεβαίωση όμως ότι το κράτος αυτά τα δεδομένα θα τα προφυλάξει, κατέληξαν εκεί που δεν έπρεπε: στα χέρια ενός ιδιώτη, εν προκειμένω μιας υποψήφιας ευρωβουλεύτριας που κάνει προεκλογική εκστρατεία.
Με εύλογο και αναπόφευκτο το ερώτημα εάν έχουν υπάρξει και άλλες ανάλογες «εξυπηρετήσεις» σε βουλευτές και πολιτευτές της κυβερνητικής παράταξης και εάν γενικά υπάρχει ή όχι μια παράλληλη – και εξ’ ορισμού παράνομη – «αγορά» για τα δεδομένα που διαρκώς συλλέγει το κράτος από τους πολίτες.
Όπως και το ερώτημα εάν υπάρχουν μέσα στην κυβερνητική παράταξη δίκτυα και κέντρα που σε μια κυνική εκδοχή του ο «σκοπός αγιάζει τα μέσα» και με στόχο μικροπολιτικά ή αλλότρια ή προσωπικά οφέλη κινούνται υπόγεια και -συχνά- παράνομα, ακόμη και όταν αυτό ρίχνει βαριά σκιά στον «ψηφιακό μετασχηματισμό» της χώρας, που ήταν ένα από τα ισχυρά κυβερνητικά χαρτιά ή δημιουργεί ακόμη πιο σημαντικά προβλήματα.
Δίκτυα και κέντρα που συχνά δεν στοχοποιούν μόνο προς τα έξω, αλλά και προς τα μέσα, και τα οποία έχουν δώσει δείγματα γραφής, για παράδειγμα με το πώς διαχειρίζονται τη δημοσιότητα, όταν φτιάχνουν μηχανισμούς προπαγάνδας (ακόμη και στο όνομα της… αλήθειας) που περιλαμβάνουν από… μαχητές των κοινωνικών δικτύων έως δημοσιογράφους και ΜΜΕ που σιτίζονται στη γκρίζα ζώνη ανάμεσα σε κρατική διαφήμιση και επιχειρηματικές εξυπηρετήσεις.
Δίκτυα και κέντρα που «πιστώνονται» το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει δείξει και τα καλύτερα δείγματα γραφής σε σχέση με ζητήματα που αφορούν την προστασία των προσωπικών δεδομένων και συνολικότερα τις εγγυήσεις κράτους δικαίου.
Γιατί έχει ήδη υπάρξει και η υπόθεση των υποκλοπών, που σχετίζεται άμεσα με προστασία προσωπικών δεδομένων, δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, μια υπόθεση για την οποία η κυβέρνηση αρνείται ακόμη πεισματικά να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί, και η οποία στο κέντρο της -σύμφωνα με τα στοιχεία των ερευνών- έχει και τον ανιψιό και πρώην γραμματέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη. Και όπου κάποια από τα παραπλανητικά μολυσμένα μηνύματα με το παράνομο κατασκοπευτικό λογισμικό είχαν τη μορφή των οικείων μηνυμάτων sms για την υπενθύμιση του εμβολιασμού για Covid-19.
Όλα αυτά παραπέμπουν σε ένα ευρύτερο πρόβλημα που μπορεί να περιγραφεί και ως αλαζονεία της εξουσίας (και μάλιστα στην ιδιαίτερη μορφή της αλαζονείας της εξουσίας του «διαδρόμου» και της «σκιάς) και περιφρόνηση για το κράτος δικαίου και τους περιορισμούς που θέτει στην αυθαιρεσία της πολιτικής εξουσίας.
Ένα πρόβλημα που το έχουν αναδείξει όχι μόνο τα κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά και ψηφίσματα του ευρωκοινοβουλίου τα οποία η κυβέρνηση συνεχίζει να αγνοεί επιδεικτικά.
Πιθανώς κάποιοι ποντάρουν στον κυνικό υπολογισμό ότι οι άνθρωποι πια δεν εξεγείρονται για θέματα δημοκρατίας. Παραβλέποντας ότι όταν ήδη σωρεύεται δυσαρέσκεια για διάφορους λόγους, από την ακρίβεια έως τη διάχυτη αίσθηση ότι υπάρχει ατιμωρησία, τότε και τα ζητήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου έρχονται και συνεισφέρουν στην οργή της κοινωνίας, χωρίς να αποκλείεται μάλιστα να λειτουργήσουν κάποια στιγμή ως και η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι. Γιατί πάντα τα θέματα αυτά απασχολούν τους πολίτες ακόμη και όταν αυτό δεν καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις ή δεν έχει χειροπιαστές επιπτώσεις για την εκάστοτε εξουσία.
Η κυβέρνηση έχει πιστέψει μέχρι τώρα ότι μπορεί με επιλεκτικές «θυσίες» και αποπομπές του ενός ή του άλλου προσώπου να μειώνει το πολιτικό κόστος και τελικά να «προστατεύει» επικοινωνιακά τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Μόνο που το πρόβλημά της δεν έρχεται απ’ έξω. Αλλά από το ίδιο το εσωτερικό της. Από τις πρακτικές που αναπτύσσονται και τις «ατζέντες» που ξεδιπλώνονται από ανθρώπους που στην πραγματικότητα ποτέ δεν εγκατάλειψαν τους διαδρόμους της εξουσίας. Και αυτό σημαίνει τελικά μια ανοιχτή πολιτική πληγή που δεν θεραπεύεται ούτε με εξιλαστήρια θύματα ούτε με αποδιοπομπαίους τράγους.
Γιατί η πολιτική ευθύνη δεν είναι κάτι από το οποίο μπορεί κανείς εύκολα να ξεφύγει, ούτε να απαλλαγεί.
ΥΓ.Στις «θυσίες» αυτής της υπόθεσης και ο γραμματέας Ελλήνων της Διασποράς της Νέας Δημοκρατίας Νίκος Θεοδωρόπουλος, που τώρα θα έχει την ευκαιρία να στοχαστεί ότι κάποιες φορές η υπέρμετρη φιλοδοξία είναι η βασιλική οδός για μια γρήγορη και απότομη πτώση. Για την οποία ευθύνεται ο ίδιος και η εμπλοκή του στην υπόθεση αυτή, ίσως και όσοι τον επέλεξαν για τη θέση, και όχι, προφανώς, όσοι έγκαιρα υπέδειξαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με το όχι και τόσο «χρυσό» βιογραφικό του…
Διαβάζοντας κανείς την ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών για τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν σε εταιρείες του «ομίλου» Intellexa και σε δύο πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτόν, τον Ταλ Ντίλιαν και την Σάρα Χάμου, εντυπωσιάζεται από τα στοιχεία που επικαλούνται.
Αναφέρονται στο πώς όλα αυτά έχουν καταγραφεί από δημοσιογράφους ερευνητές, ομάδες της κοινωνίας των πολιτών και εταιρείες τεχνολογίας.
Και η σκέψη που έρχεται αμέσως στο μυαλό είναι ότι έρχονται οι Αμερικανοί και επικαλούνται ως σοβαρά αποδεικτικά στοιχεία όλα αυτά που στην Ελλάδα ακόμη και από επίσημα χείλη θεωρήθηκαν «ανυπόστατα».
Αρκεί να θυμηθούμε πόσες φορές κατηγορήθηκαν για συκοφαντία σε βάρος της χώρας οι ερευνητικές δημοσιογραφικές ομάδες που αποκάλυψαν το σκάνδαλο Predator και κατέγραψαν αυτά τα στοιχεία που σήμερα οι ΗΠΑ επικαλούνται για να ενεργοποιήσουν τόσο σκληρές κυρώσεις. Ή πόσο απαξιωτικές ήταν οι αναφορές στους δημοσιογράφους και τις οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που ανέδειξαν το θέμα. Ή ακόμη και τη συχνή αποσιώπηση των εκθέσεων των εταιρειών τεχνολογίας που κατέγραψαν τη χρήση του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού.
Ούτε μπορούμε να ξεχάσουμε ότι η υπόθεση των υποκλοπών και η επί της ουσίας μη διερεύνησή της είναι ένας από τους λόγους που είμαστε στο στόχαστρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε σχέση με τα ζητήματα κράτους δικαίου, την ώρα που η κυβερνητική παράταξη χαρακτήριζε «ανθελληνικά» τα ψηφίσματα που ανέφεραν όσα τώρα επικαλούνται και οι ΗΠΑ.
Ούτε μπορούμε να προσπεράσουμε το γεγονός πως οποιοσδήποτε στη χώρα μας έγραψε αυτά ακριβώς τα στοιχεία, που σήμερα επικαλούνται οι ΗΠΑ για να επιβάλουν κυρώσεις, έχει φάει και μία αγωγή από τον Γρηγόρη Δημητριάδη, ανιψιό και πρώην γραμματέα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και άνθρωπο που βρίσκεται στο επίκεντρο των σχέσεων της Intellexa και των ανθρώπων που είχαν σχέσεις μαζί της εδώ, δηλαδή του Φέλιξ Μπίτζιου και του Γιάννη Λαβράνου (κουμπάρου του Δημητριάδη), και έκλειναν τις δουλειές με το ελληνικό δημόσιο.
Ουσιαστικά, από τη μία είναι οι ΗΠΑ που πλέον λένε ευθέως ότι το λογισμικό Predator, όχι μόνο χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες χώρες για σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά αξιοποιήθηκε και στις ίδιες τις ΗΠΑ για την παρακολούθηση αμερικανών αξιωματούχων, και από την άλλη, έχουμε την ελληνική κυβέρνηση που ακόμη δεν έχει δώσει επαρκείς εξηγήσεις πώς έγινε εξαγωγή του Predator από ελληνικές εταιρείες σε χώρες όπως η Μαδαγασκάρη και μάλιστα με άδεια του υπουργείου Εξωτερικών.
‘Η για να το πούμε διαφορετικά: οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή επιβάλλουν κυρώσεις που ξεκινούν από τις εταιρείες που ανήκουν «στενά» στον «όμιλο Intellexa», αλλά μπορούν να επεκταθούν και σε όσα πρόσωπα ή εταιρείες έχουν συναλλαγές μαζί τους, άρα και τα πρόσωπα που ήταν οι «άνθρωποι της Intellexa» στην Ελλάδα, και η ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει καν τον κόπο να σχολιάσει μια τόσο σημαντική εξέλιξη.
Μια εξέλιξη που σε τελική ανάλυση αφορά κυρώσεις και σε μια εταιρεία που έχει έδρα στην Ελλάδα και την οποία η αμερικανική κυβέρνηση της θεωρεί επικίνδυνη για την κυβερνοασφάλειά της.
Και όμως ούτε αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή μια εταιρεία που οι ΗΠΑ τη θεωρούν απειλή έχει έδρα στην Ελλάδα και είχε και συναλλαγές με το ελληνικό Δημόσιο, δεν έχει προκαλέσει μια ανάλογη αντίδραση και από την ελληνική πλευρά.
Ιδίως όταν στην Ελλάδα ξέρουμε πολύ καλά ότι το λογισμικό αυτό είναι μια τεράστια απειλή για την ασφάλεια και για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Και το ξέρουμε πολύ καλά γιατί χρησιμοποιήθηκε για την παράνομη παρακολούθηση βουλευτών, υπουργών, ανώτατων στρατιωτικών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών, σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα υποκλοπών που έχει ζήσει ευρωπαϊκή χώρα.
Είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε για πολύ ακόμη αυτό το θέατρο σκιών, όπου αυτό που για τις ΗΠΑ και όλο τον κόσμο είναι ένα τεράστιο σκάνδαλο υποκλοπών και εξαγωγής παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού, στην Ελλάδα για την κυβέρνηση και ευρύτερα τη φιλοκυβερνητική παράταξη είναι «σκευωρία».
Δηλαδή, τι περιμένουν για να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί; Να αρχίσουν οι ΗΠΑ να επιβάλουν κυρώσεις και στους Έλληνες συνεργάτες του Ταλ Ντίλιαν;
Και τότε τι θα πουν οι διάφοροι καλοθελητές που αναπαρήγαγαν τα «ρουλεμάν» για «ανθελληνικές διαβολές»; Θα τα βάλουν και με τους Αμερικάνους;
Ή μήπως θα επιστρέψουν στην πιπίλα του «41%», λες και στις εκλογές δεν εκλέγουμε κυβερνήσεις που θα εφαρμόσουν το νόμο, αλλά δίνουμε «λευκή επιταγή» στην εκάστοτε κυβέρνηση να αντιμετωπίζει το Σύνταγμα σαν κουρελόχαρτο.
Όλα αυτά απλώς αποτυπώνουν έναν θεσμικό κατήφορο που έρχεται μέσα από την αλαζονεία της εξουσίας που φαίνεται να αποτελεί ολοένα και περισσότερο τον βασικό γνώμονα χάραξης πολιτικής
Όμως, μετά ας μην μας πειράζει όταν το ένα καταδικαστικό ψήφισμα διαδέχεται το άλλο.
Ή όταν όντως θα δούμε να κόβονται ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις επειδή στα μάτια της Ευρώπης θα είμαστε χώρα που παραβιάζει βασικούς κανόνες κράτους δικαίου.
Και ας μην υπολογίζει η κυβέρνηση τόσο πολύ στην αλληλεγγύη του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, όχι μόνο γιατί δεν αποτελεί την πλειοψηφία στο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά γιατί ακόμη και τα κόμματα της «πολιτικής οικογένειας» στην οποία ανήκει η ΝΔ είναι και κόμματα «ατλαντικά». Κόμματα δηλαδή που κοιτάζουν τι γίνεται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και θεωρούν ότι οι ΗΠΑ ηγούνται της «συλλογικής Δύσης». Πράγμα που σημαίνει ότι το μήνυμα από την Ουάσιγκτον ότι πλέον χρειάζεται να αντιμετωπιστεί ως απειλή το εμπόριο παράνομου λογισμικού το έχουν ήδη πάρει. Και αυτό θα αποτυπωθεί και στο πώς θα κινηθούν.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση καλείται να διαλέξει εάν θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τίτλους στον ξένο Τύπο «Κυρώσεις σε ελληνική εταιρεία-πωλήτρια κατασκοπευτικού λογισμικού» ή εάν επιτέλους μπορούμε ως χώρα να συμμετέχουμε ενεργά στον έλεγχο, στην αποκάλυψη και στην τιμωρία όσων εμπλέκονται σε αυτή την παγκόσμια απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Αυξάνεται η πίεση της κυβέρνησης των ΗΠΑ προς την Intellexa, την εταιρεία που παράγει το λογισμικό Predator, με το οποίο παρακολουθήθηκαν υπουργοί, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και επιχειρηματίες στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο.
Το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ έθεσε σε καθεστώς αυστηρών κυρώσεων συνεργαζόμενη με την Intellexa επιχείρηση, ώστε να διασφαλίσει πως δεν θα της παρέχει εφεξής εξοπλισμό που καθιστά πιο εύκολη την επιμόλυνση συσκευών με Predator.
Οι κυρώσεις επιβλήθηκαν στην καναδική εταιρεία Sandvine Inc και στις θυγατρικές που διαθέτει σε Ινδία, Μαλαισία, Ιαπωνία, Σουηδία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Πλέον, βάσει της απόφασης του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ απαγορεύεται στις αμερικανικές επιχειρήσεις να συναλλάσσονται με την Sandvine Inc και τις θυγατρικές της.
Η Sandvine Inc μπήκε στην λίστα εμπορικών περιορισμών των ΗΠΑ, στην οποία είχαν υπαχθεί τον Ιούλιο του 2023 και οι εταιρείες Intellexa και Cytrox, διότι τεκμηριώθηκε πως η τεχνολογία της χρησιμοποιήθηκε για να επιμολυνθούν κινητές συσκευές ακτιβιστών και πολιτικών με Predator στην Αίγυπτο.
Η τεχνολογία της καναδικής εταιρείας επέτρεψε το Predator να επιμολύνει κινητές συσκευές χωρίς τα θύματα να πατήσουν κάποιο σύνδεσμο επιμολυσμένο με το spyware. Δηλαδή μετέτρεψε το Predator σε «zero click» τεχνολογία, όπως το ανταγωνιστικό spyware Pegasus της περιβόητης NSO. Αυτό έγινε μέσω απευθείας παρέμβασης στο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι κυρώσεις σε βάρος της Sandvine Inc αποτελούν ηχηρό μήνυμα προς την παγκόσμια αγορά του cybersecurity και των τηλεπικοινωνιών πως όποιος συνεργάζεται με «λαθραίες» εταιρείες παραγωγής spyware, όπως η Intellexa και τους παρέχει τεχνολογία, είτε software , είτε hardware θα υφίσταται τις συνέπειες.
Υπενθυμίζεται πως στις αρχές Φεβρουαρίου το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε την επιβολή περιορισμών στη χορήγηση βίζας σε άτομα που εμπλέκονται στην κατάχρηση παράνομων λογισμικών παρακολούθησης, όπως το Predator της Intellexa.
Η πολιτική περιορισμού των θεωρήσεων που ανακοίνωσε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, επιτρέπει στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ να επιβάλλει περιορισμούς στη χορήγηση βίζας σε άτομα που πιστεύεται ότι εμπλέκονται στην κατάχρηση εμπορικού κατασκοπευτικού λογισμικού, καθώς και σε όσους διευκολύνουν τέτοιες ενέργειες και επωφελούνται από αυτές.
Στην πολιτική αυτή, που αποτελεί την πιο επιθετική – έως σήμερα- ενέργεια των Ηνωμένων Πολιτειών για την αντιμετώπιση της κακής χρήσης των spyware, ήλθαν να προστεθούν και οι κυρώσεις του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ στη συνεργαζόμενη με την Intellexa, Sandvine Inc.
Μήνυση που στρέφεται εναντίον του πρώην συνεργάτη κι ανιψιού του πρωθυπουργού κ. Γρηγόρη Δημητριάδη, αλλά και κατά του πρώην Διοικητή της ΕΥΠ κ. Παναγιώτη Κοντολέοντα κατέθεσε προ μερικών ημερών γυναίκα στέλεχος των μυστικών υπηρεσιών, που είχε γίνει και εκείνη στόχος του παράνομου λογισμικού, όπως αναφέρει στο δικαστικό της έγγραφο. Σε ένα νέο κεφάλαιο στη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών.
Στην μήνυσή της η εν λόγω πράκτορας μνημονεύει ότι τον Ιούλιο του 2021 μετακινήθηκε αιφνιδιαστικά – μαζί με δεκάδες άλλους υπάλληλους- από τη διεύθυνση που υπηρετούσε στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) σε νέα υποδιεύθυνση, η οποία είχε συσταθεί μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα με υπογραφή του τότε γενικού γραμματέα του Πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη.
«Επιχείρηση εξοστρακισμού»
Κατά τα περιγραφόμενα, η μαζική μετακίνηση περίπου 100 στελεχών στην εν λόγω υποδιεύθυνση έδειξε εξ αρχής πως επρόκειτο για «επιχείρηση εξοστρακισμού των ανεπιθύμητων».
Όπως σημειώνεται στη μήνυση, σε αλλεπάλληλα γραπτά και προφορικά αιτήματά των μετακινηθέντων προς τη Διοίκηση της ΕΥΠ για το τι ακριβώς συμβαίνει, ποιος είναι ο λόγος σύστασης αυτής της υποδιεύθυνσης, και ποια θα είναι τα καθήκοντά τους οι εργαζόμενοι δεν έλαβαν κάποια απάντηση.
Έτσι, στα μέσα Σεπτεμβρίου 2021 οκτώ υπάλληλοι που είχαν μετακινηθεί στην νέα υποδιεύθυνση προχώρησαν στην αποστολή εξωδίκου προς τον Πρωθυπουργό Κυριακό Μητσοτάκη ως πολιτικό προϊστάμενο της ΕΥΠ, καθώς και προς τον τότε Διοικητή της υπηρεσίας Παναγιώτη Κοντολέοντα, ζητώντας επίσημη ενημέρωση.
Καθώς μετά την παρέλευση ενός μήνα από την επίδοση του εξωδίκου στον Πρωθυπουργό και τον Διοικητή ΕΥΠ δεν δόθηκε καμία απάντηση για την βλαπτική μεταβολή της εργασιακής τους σχέσης, στα μέσα Οκτωβρίου του 2021 έξι στελέχη της ΕΥΠ προχωρήσαν στην κατάθεση μηνυτήριας αναφοράς στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών κατά παντός υπευθύνου.
Η μόλυνση από το Predator
Η μήνυση αυτή δρομολόγησε εξελίξεις. Στα μέσα Νοεμβρίου 2021 τα έξι στελέχη που υπέγραψαν τη μηνυτήρια αναφορά, κληθήκαν να καταθέσουν στο Πταισματοδικείο Αθηνών και να προσκομίσουν στοιχεία για τα όσα κατάγγειλαν, κατονομάζοντας ποιους θεωρούν υπαίτιους.
Σε εκείνη τη φάση οι υπάλληλοι της ΕΥΠ απευθύνθηκαν σε δικηγόρο για τη σύνταξη του υπομνήματος τους. Και σε εκείνο το χρονικό σημείο η μηνύτρια, η οποία πρωτοστατούσε στις νομικές ενέργειες, δέχθηκε την επίθεση από το Predator.
Το γεγονός περιγράφεται στη μήνυσή της ως εξής:
«Πέντε ημέρες μετά από την κλήση μας στο Πταισματοδικείο και συγκεκριμένα στις 23/11/2021 ημέρα Τρίτη και ώρα 12:15, ενόσω βρισκόμουν σε προγραμματισμένο ραντεβού στο γραφείο του δικηγόρου μας προκειμένου να συζητήσουμε το Υπόμνημα, που είχε συντάξει για την ανωτέρω υπόθεση, έλαβα από την τηλεφωνική σύνδεση 306936419204 στο κινητό μου τηλέφωνο με αριθμό 694…. τον σύνδεσμο (link) »https://youtube.gr.live/PtRlh» συνοδευόμενο από το μήνυμα «Κοριτσάκι μου; θυμάσαι;».
Παρόλο που το εν λόγω μήνυμα μου προξένησε αρχικά εντύπωση, καθώς ήταν διατυπωμένο σε φιλικό ύφος, δεν έδωσα περαιτέρω σημασία, αφού δεν μπόρεσα να υποπτευθώ, ούτε καν να διανοηθώ τι θα επακολουθούσε».
Η επίσημη ενημέρωση του πρώην στελέχους της ΕΥΠ πως είχε τεθεί υπό παράνομη παρακολούθηση μέσω του Predator ήλθε σχεδόν δύο χρόνια μετά. Στα τέλη Αυγούστου 2023, οπότε και ενημερώθηκε από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ότι μέσω της αποστολής του προαναφερόμενου μηνύματος είχε προσβληθεί η συσκευή της από το παράνομο κατασκοπευτικό λογισμικό.
Στη μήνυση που έχει κατατεθεί στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και διαβιβάσθηκε στον Άρειο Πάγο, σημειώνονται τα εξής αποκαλυπτικά:
«Αρχικά, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το χρονικό σημείο, στο οποίο έπεσα θύμα του Predator. Κατά το χρονικό εκείνο διάστημα λοιπόν, είχα επί της ουσίας απομακρυνθεί από τα καθήκοντά μου, για άγνωστους μέχρι σήμερα σε εμένα λόγους, και είχα τοποθετηθεί σε μία ανενεργή υποδιεύθυνση της ΕΥΠ, η οποία είχε μόλις συσταθεί με υπογραφή του αρμοδίου για την ΕΥΠ γενικού γραμματέα του Πρωθυπουργού, με σκοπό και αποτέλεσμα την υπηρεσιακή μου αδρανοποίηση.
Ταυτόχρονα είχα προβεί σε δικαστικές ενέργειες εναντίον της ΕΥΠ, προκειμένου να αντιμετωπίσω την αδικία και τις παράνομες ενέργειες που συντελούνταν εις βάρος μου. Επομένως, το χρονικό εκείνο διάστημα που μολύνθηκα με το λογισμικό κατασκοπείας Predator ήμουν αφενός υπηρεσιακά ανενεργή και αφετέρου αποτελούσα “πρόβλημα” καθώς είχα στραφεί δικαστικά εναντίον της Υπηρεσίας (Εξώδικη Διαμαρτυρία, Μηνυτήρια Αναφορά).
Έτσι, ο μοναδικός που θα ενδιαφερόταν να παρεισφρήσει στην προσωπική μου ζωή και να μάθει τι λέω, τι κάνω και τι σκέφτομαι εκείνη την περίοδο θα ήταν μόνο η ίδια η ΕΥΠ. Άλλωστε, δεδομένης της υπηρεσιακής μου αδρανοποίησης, εκείνη την περίοδο δεν χειριζόμουν κάποια υπόθεση εθνικών συμφερόντων προκειμένου να υποτεθεί ότι κάποιος τρίτος -ιδιώτης ή μη- επιθυμούσε μέσω εμού και εκ της θέσεως μου να αποσπάσει κρατικά μυστικά.
Η μοναδική μου δραστηριότητα εκείνη την περίοδο αφορούσε τον δικαστικό αγώνα που είχα ξεκινήσει προκειμένου να αμυνθώ στις αναίτιες επιθέσεις που δεχόμουν από την ίδια μου την Υπηρεσία. Έναν αγώνα που μάλιστα κέρδισα, καθώς δυνάμει της υπ’ αριθμ 1926/2023 Απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών αποφασίστηκε η ακύρωση της μετάταξής μου».
Κατά το θύμα λοιπόν του Predator ο μόνος λόγος που παρακολουθήθηκε ήταν προκειμένου η ίδια η ΕΥΠ να διαπιστώσει σε ποιες ενέργειες είχε σκοπό να προχωρήσει και τι είχε σκοπό να καταθέσει ενώπιον των δικαστικών αρχών…
Intellexa, ΕΥΠ, Μαξίμου
Μάλιστα, για να υπάρξει ακόμη πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την παρακολούθησή της το θύμα των υποκλοπών αιτήθηκε από τις εισαγγελικές αρχές να διαπιστώσουν εάν, πέραν της παράνομης παρακολούθησης της από το λογισμικό Predator, είχε διαταχθεί κατά την επίδικη περίοδο και η άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών της με εισαγγελική διάταξη.
Στη μήνυση του στελέχους της ΕΥΠ καταγράφονται πλήθος στοιχείων και περιπτώσεων που καταδεικνύουν, σύμφωνα με τη γνώμη της, πως υπήρξε ενιαίο κέντρο παρακολούθησης ΕΥΠ και Predator. Προβάλλεται ως το πλέον χαρακτηριστικό γεγονός ο Ισραηλινός Ν.Μ πρώην επικεφαλής της ειδικής μονάδας αντικατασκοπείας του υπουργείου Άμυνας του Ισραήλ και συνεργάτης της Intellexa, είχε διορθώσει διαβαθμισμένο προσύμφωνο για συνεργασία σε θέματα κυβερνοασφάλειας που συνέτασσαν το 2022 ο τότε Διοικητής της ΕΥΠ Παναγιώτης Κοντολέων και ο επικεφαλής της Επιχειρησιακής Τεχνικής Υπηρεσίας Σκοπίων (Operational Technical Agency Skopje – ΟΤΑ) Ζ.Α.
Ο Ισραηλινός είχε στείλει ηλεκτρονικά τις διορθώσεις τόσο στο γραφείο του κ. Κοντολέοντα, όσο και στο γραφείο του Πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου, επικεφαλής του οποίου ήταν τότε ο κ. Δημητριάδης.
Δηλαδή όπως υποστηρίζεται στην μήνυση η Intellexa παρείχε αποδεδειγμένα υπηρεσίες σε ΕΥΠ και Μαξίμου.