Γαλλία: Πέφτει η κυβέρνηση Μπαϊρού μετά το πρόγραμμα λιτότητας – Ο Μακρόν μεταξύ διατήρησης και διαλύσεως

Η πολιτική κρίση στη Γαλλία κορυφώνεται, καθώς η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού αναμένεται να πέσει σήμερα σε ψηφοφορία εμπιστοσύνης για τον προϋπολογισμό λιτότητας. Ο πρόεδρος Μακρόν βρίσκεται αντιμέτωπος με το δίλημμα να προχωρήσει σε νέο διορισμό πρωθυπουργού ή να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση, σε μια περίοδο κοινωνικής έντασης και εντεινόμενης πίεσης από την αντιπολίτευση.

Η πολιτική κρίση στη Γαλλία εντείνεται, καθώς σήμερα αναμένεται η πτώση της κυβέρνησης του Φρανσουά Μπαϊρού, σε μια κρίσιμη ψηφοφορία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης που θα διεξαχθεί στο κοινοβούλιο.

Υπενθυμίζεται ότι ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού έφερε ένα σχέδιο περικοπών ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ στις δημόσιες δαπάνες, υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για πολιτική λιτότητας, αλλά για μια αναγκαία επιβράδυνση της αύξησης των δημοσίων εξόδων με στόχο την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.

Όπως είπε, πρόκειται για μια κρίσιμη καμπή στην ιστορία της Γαλλίας, με την κληρονομιά και τον πολιτιστικό της πλούτο να βρίσκονται – κατά τη γνώμη του – σε κίνδυνο λόγω της επιδείνωσης των δημόσιων οικονομικών. Υπογράμμισε ότι κάθε οικογένεια και επιχείρηση στη Γαλλία απειλείται από την παρακμή της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας.

Ο Μπαϊρού ανακοίνωσε πως στις 8 Σεπτεμβρίου θα τεθεί σε ψήφο εμπιστοσύνης ενώπιον του κοινοβουλίου, ζητώντας έγκριση για να προχωρήσει με τον προϋπολογισμό του 2026. Το οικονομικό σχέδιο αποσκοπεί στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πιστωτών, των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των οίκων αξιολόγησης, που έχουν εκφράσει έντονη ανησυχία για τα επίπεδα των δημοσίων δαπανών της Γαλλίας.

Ωστόσο, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν ήδη δηλώσει ότι θα επιχειρήσουν να καταψηφίσουν την κυβέρνηση στη συγκεκριμένη ψηφοφορία, διαφωνώντας με την πολιτική των περικοπών.

Η εξέλιξη αυτή τοποθετεί τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν μπροστά σε ένα δύσκολο δίλημμα: να διατηρήσει την τρέχουσα Εθνοσυνέλευση ή να την διαλύσει.

Στις 15:00 τοπική ώρα (16:00 ώρα Ελλάδας), ο Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος βρίσκεται στη θέση του πρωθυπουργού εδώ και λιγότερο από εννέα μήνες, θα ανέβει στο βήμα του κοινοβουλίου προκειμένου να υπερασπιστεί την κυβέρνηση του και τον προϋπολογισμό λιτότητας που έχει κατατεθεί, με στόχο τον περιορισμό του δημόσιου χρέους της χώρας, το οποίο ανέρχεται πλέον στο 114% του ΑΕΠ.

Η απάντηση των 577 βουλευτών αναμένεται το βράδυ, κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας. Ωστόσο, δεν αναμένεται κάποιο απρόοπτο: ο κοινοβουλευτικός συνασπισμός που στηρίζει τον Εμανουέλ Μακρόν δεν διαθέτει την απαραίτητη πλειοψηφία, ενώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης, από την άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά, έχουν ήδη δηλώσει ότι θα καταψηφίσουν.

Η κυβέρνηση του Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος είναι ο τέταρτος πρωθυπουργός που διορίζει ο Μακρόν μετά την επανεκλογή του το 2022 και ο δεύτερος από τότε που ο πρόεδρος διέλυσε την Εθνοσυνέλευση τον Ιούνιο του 2024, πρόκειται να καταρρεύσει. Την ίδια ώρα, η Γαλλία, που δέχεται καθημερινά αυξανόμενη πίεση από το βάρος του δημοσίου χρέους της, βυθίζεται περαιτέρω σε πολιτική αβεβαιότητα, με τα κόμματα να βρίσκονται ήδη σε κατάσταση αντιπαράθεσης ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2027.

«Ιδού πολιτικοί σχηματισμοί που όχι μόνο δεν συμφωνούν σε τίποτα, αλλά ακόμα χειρότερα βρίσκονται σε ανοικτό εμφύλιο πόλεμο μεταξύ τους (…) Και βγαίνουν μαζί για να ρίξουν την κυβέρνηση», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Φρανσουά Μπαϊρού την Κυριακή, μιλώντας στο διαδικτυακό μέσο ενημέρωσης Brut, ασκώντας δριμεία κριτική στην αντιπολίτευση.

Ο πρόεδρος Μακρόν καλείται πλέον να επιλύσει μια εξαιρετικά περίπλοκη πολιτική εξίσωση: είτε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με ορισμένα κόμματα, αναζητώντας μια προσωπικότητα κοινής αποδοχής για τη θέση του πρωθυπουργού που δεν θα απορριφθεί άμεσα από το κοινοβούλιο, είτε να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να προσφύγει σε νέες εκλογές — μια επιλογή υψηλού ρίσκου, δεδομένης της πολύ χαμηλής αποδοχής του.

Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Ifop, περίπου το 77% των πολιτών δηλώνουν δυσαρεστημένοι με τον πρόεδρο Μακρόν — το χαμηλότερο ποσοστό αποδοχής που έχει καταγράψει από την ανάληψη της εξουσίας το 2017.

Επιπλέον, σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιοποιήθηκε την Κυριακή, σε περίπτωση πρόωρων βουλευτικών εκλογών, ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός (RN) της Μαρίν Λεπέν και οι σύμμαχοί του θα συγκέντρωναν το υψηλότερο ποσοστό στον πρώτο γύρο, φθάνοντας το 33%, αφήνοντας πίσω τόσο την αριστερά όσο και το προεδρικό στρατόπεδο.

«Ο διορισμός ενός νέου πρωθυπουργού είναι περισσότερο πιθανός από τις πρόωρες εκλογές», αναφέρει το αμερικανικό γραφείο αναλύσεων Teneo. Ωστόσο, όπως σημειώνει, επειδή ο Μακρόν είχε αιφνιδιάσει πολλούς με την απόφασή του να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση τον Ιούνιο του 2024, «μια παρόμοια έκπληξη δεν μπορεί να αποκλεισθεί».

Απέναντι σε μια ενισχυόμενη ακροδεξιά και μια ριζοσπαστική αριστερά (όπως η Ανυπότακτη Γαλλία), ο Μακρόν καλείται να διευρύνει το κεντρώο μπλοκ των συμμάχων του. Πιθανόν να επιδιώξει το διορισμό πρωθυπουργού αποδεκτού από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, διατηρώντας όμως την ισορροπία με τη δεξιά πτέρυγα της παράταξής του.

«Το σημερινό πρόβλημα στη Γαλλία είναι ότι κάθε κόμμα έχει κόκκινες γραμμές και αυτές οι κόκκινες γραμμές καθιστούν εντελώς αδύνατο το σχηματισμό ενός συνασπισμού. Δεν υπάρχει πλειοψηφικός συνασπισμός, ένας συνασπισμός που να μπορέσει να διαρκέσει», σχολιάζει ο Ματιέ Γκαγιάρ του ινστιτούτου Ipsos, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Όσον αφορά ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές, η εικόνα δεν προμηνύει μεγάλες αλλαγές. «Δεν υπάρχει πλειοψηφία στη Γαλλία. Κανένα από τα τρία μπλοκ (σ.σ.: αριστερό, κεντρώο, ακροδεξιό) δεν έχει εκλογική υποστήριξη που θα του επέτρεπε να πάρει την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση», συνοψίζει ο ίδιος.

Πέρα από τη δημοσιονομική και πολιτική κρίση, η χώρα αναμένεται να εισέλθει και σε φάση κοινωνικής έντασης, με αφετηρία την προσεχή Τετάρτη. Ένα κίνημα που δημιουργήθηκε το καλοκαίρι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με το σύνθημα «Ας μπλοκάρουμε τα πάντα», έχει καλέσει σε γενική κινητοποίηση, με την υποστήριξη ορισμένων συνδικάτων και της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Επιπλέον, τα συνδικάτα έχουν προκηρύξει πανεθνική απεργία για τις 18 Σεπτεμβρίου, με σκοπό την καταγγελία της κυβερνητικής πολιτικής και του σχεδίου προϋπολογισμού του Φρανσουά Μπαϊρού, ο οποίος, όπως όλα δείχνουν, δεν θα είναι πλέον πρωθυπουργός εκείνη την ημέρα.