Δεν θα έπρεπε να δικάσουμε τον Νετανιάχου στο Αουσβιτς;
ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΡΑΔΗΣ
Σε λίγα χρόνια από τώρα, θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να αποστασιοποιηθούμε από το σήμερα. Η βρετανική κυβέρνηση θα απολογείται επειδή ενέταξε την Palestine Action στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων, ενώ η βρετανική αστυνομία θα ζητά συγγνώμη για τη σύλληψη της 83χρονης ιερέα που διαδήλωσε υπέρ αυτής της μη βίαιης οργάνωσης αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη.
Ακαδημαϊκοί θα γράφουν διθυραμβικά δοκίμια, δημοσιευμένα σε έγκριτα περιοδικά υψηλού αντίκτυπου, προωθητικά για την καριέρα τους, για τον σκληρό τους αγώνα στους σκοτεινούς αυτούς καιρούς. Ξέρετε πόσα ψηφίσματα υπέγραψαν;
Οι πολιτικοί θα επικαλούνται διάσπαρτες δηλώσεις καταδίκης, ως απόδειξη ότι υπήρξαν -αν όχι εξ αρχής, τουλάχιστον κατ’ αρχήν- αντίθετοι με τη γενοκτονία στη Γάζα. Είναι εξαιρετικά χρήσιμες τέτοιες δηλώσεις· ακόμη και -ή ειδικά- όταν έρχονται σε αντίφαση με τις πράξεις σου, αποτελούν μια θαυμάσια δικλίδα ασφαλείας για το μέλλον.
Με τα συγκλονιστικά λόγια του Αιγυπτιο-καναδού συγγραφέα Omar El Akkad, κάποια μέρα, όλοι θα λέμε πως ήμασταν πάντα αντίθετοι σε αυτό που συνέβη. Θα πλειοδοτούμε στην καταδίκη των σιωνιστικών εγκλημάτων. Ωσπου, τελικά, κάποιος θα αναρωτηθεί μεγαλόφωνα: «Και δεν θα ’πρεπε, άραγε, να δικάσουμε τον Νετανιάχου στο Αουσβιτς;».
Πράγματι, δεν θα έπρεπε; Τι καλύτερος τρόπος να αποδείξουμε την όψιμη ηθική μας αποφασιστικότητα, τη λαχτάρα μας να τονίσουμε το πραγματικό νόημα του «ποτέ ξανά»: ότι θα έπρεπε να σημαίνει «ποτέ ξανά» για όλους. Πώς τόλμησε αυτός ο γενοκτόνος, παρανοϊκός, αδίστακτος σφαγέας, αυτός και η σιωνιστική του συμμορία πώς μπόρεσαν να διαστρεβλώσουν τον συλλογικό μας όρκο, να κακοποιήσουν τη μνήμη και να τη μετατρέψουν σε όπλο για τα δικά τους σκοτεινά σχέδια;
Ελα ντε. Πώς τα κατάφεραν; Τουλάχιστον, εμείς υπήρξαμε εξ αρχής αντίθετοι. Αποδείξεις; Πολλές. Οι έντονες καταδίκες μας. Οι αυστηρές προειδοποιήσεις. Οι εκφράσεις απογοήτευσης. Ημασταν πάντα εκεί, πάντα αντίθετοι σε ό,τι συνέβαινε. Τώρα εντάξει, αν ήταν πράγματι εξ αρχής ή από κάποια στιγμή και μετά, δεν θα τα χαλάσουμε εκεί. Κάποια στιγμή -τι κι αν πέρασε πάνω από ενάμισης χρόνος από την έναρξη της γενοκτονίας;- αρχίσαμε να μιλάμε μέχρι και δημόσια, τολμήσαμε να αρθρώσουμε ακόμα και τη λέξη «γενοκτονία». Μέχρι και άρθρα που αναρωτιόνταν εάν θα έπρεπε να δικάσουμε τον Νετανιάχου στο Αουσβιτς εμφανίστηκαν. Εντάξει, πέρασε κάποιος χρόνος, κατακάθισε ο κουρνιαχτός, έφτασαν σε εξαψήφιο αριθμό οι δολοφονημένοι· αλλά ορίστε. Το καταφέραμε.
Και πλέον θα προσπαθήσουμε να τρυπώσουμε στα βιβλία της Ιστορίας ως οι Δίκαιοι, ακριβώς όπως τα «εκατομμύρια» των Γερμανών που «πολέμησαν» τον Χίτλερ: σχεδόν το 30% των σημερινών Γερμανών πιστεύει ότι είχε συγγενή στην αντίσταση, η οποία όμως στην πραγματικότητα αριθμούσε ένα απειροελάχιστο μέρος αυτού του ποσοστού. Οπως και αρκετά εκατομμύρια Ελλήνων πρέπει να βρέθηκαν πίσω από τις πύλες του Πολυτεχνείου... Γιατί όταν υπάρχει πια αρκετή απόσταση, είτε αυτή είναι χρονική είτε γεωγραφική, όλοι μπορούμε να ξεθάψουμε τον εσωτερικό μας, αταλάντευτο αντιφασίστα, τον αντισιωνιστή εαυτό μας, την αδιαπραγμάτευτη στήριξή μας σε έναν αγώνα που πια είναι αρκετά μακρινός, ώστε να μη ρισκάρει τη φήμη μας, να μην απειλεί την καριέρα μας, να μη μας θέτει σε κανέναν απολύτως κίνδυνο.
Παλαιότερα, μια τέτοια απόσταση μπορούσε να προκύψει απλώς και μόνο με το πέρασμα του χρόνου - αυτός δεν είναι ο καλύτερος γιατρός; Σήμερα όμως, υπάρχει ένα κάπως σοβαρό πρόβλημα στην περίπτωση αυτής της γενοκτονίας. Και αυτό είναι ότι μεταδίδεται ζωντανά. Τα πάντα είναι διαθέσιμα, σε εμάς και στις μελλοντικές γενιές: κάθε ψέμα για αποκεφαλισμένα βρέφη· κάθε αναπαραγωγή γενοκτονικών ειδήσεων με ρήματα παθητικά, για Παλαιστινίους που «πέθαναν», έτσι από μόνοι τους. Κάθε νέα «είδηση» για τούνελ κάτω από βομβαρδισμένα νοσοκομεία, λες και, αν υπήρχαν, θα έκανε το έγκλημα λιγότερο ειδεχθές.
Το πρόβλημα είναι πως τούτη η γενοκτονία μεταδόθηκε και μεταδίδεται ακόμα ζωντανά. Κι αυτό δεν επέτρεψε τη διασφάλιση μιας άλλοτε τόσο βολικής απόστασης· ποτέ, ούτε για μια στιγμή από τις 7 Οκτωβρίου και μετά, δεν μπορέσαμε να ισχυριστούμε ότι δεν γνωρίζαμε. Οτι αμφισβητήσαμε όσα πράγματι συνέβαιναν; Και βέβαια. Οτι σε τελική ανάλυση, δεν νοιαστήκαμε και τόσο; Ναι, φυσικά. Αλλά ότι δεν γνωρίζαμε, όχι. Κάποιοι Γερμανοί υπό το ναζιστικό καθεστώς θα μπορούσαν, ίσως, να επικαλεστούν κάτι τέτοιο· για εμάς, όμως, είναι αδύνατον. Και γι’ αυτό, είναι το ίδιο αδύνατον να απαλλάξουμε εαυτούς από την ευθύνη, ακόμα και εάν το προσπαθήσουμε με διάφορους τρόπους - όπως, για παράδειγμα, με το να ρίξουμε το φταίξιμο στον Νετανιάχου και στη γενοκτόνο συμμορία του.
Οπότε, όχι, δεν θα έπρεπε να δικάσουμε τον Νετανιάχου στο Αουσβιτς. Ενα τέτοιο δικαστήριο θα ήταν αναμφισβήτητα καθαρτήριο για όλους μας - αλλά αυτή η κάθαρση δεν μας αξίζει, δεν μας αναλογεί.
Στη Γάζα, η Δύση χρεοκόπησε ηθικά. Στηριγμένο στη βαρβαρότητα της αποικιοκρατίας και των ιμπεριαλιστικών πολέμων, το οικοδόμημά της ήταν εξ αρχής ηθικά σάπιο - απλώς ώς τώρα, κατάφερνε να το καμουφλάρει, να προσποιείται ότι όχι απλά διασώζει την «ηθική» της, αλλά ότι την εξάγει μάλιστα, πως την εμφυσά στους «βαρβάρους». Χάσκουμε αποσβολωμένοι από την κατάρρευση και τη χρεώνουμε σε «γενοκτόνους εγκληματίες», σε «αιμοσταγείς δικτάτορες», σε «απρόβλεπτους προέδρους». Παλαιότερα ήταν ο Σαντάμ, πιο πρόσφατα ο Πούτιν, αλλά σήμερα είναι ο Νετανιάχου ή ο Τραμπ. Οι εξωτερικοί «βάρβαροι» έγιναν δικοί μας, εσωτερικοί. Μια απλή, αλλά γι’ αυτό και τόσο αποτελεσματική ανάγνωση της ηθικής κατάρρευσης της Δύσης σαν ένα ατύχημα που το προκάλεσαν δυο-τρεις ακραίοι πολιτικοί.
Θα βόλευε πολύ να δικάσουμε τον Νετανιάχου στο Αουσβιτς. Θα προσπερνούσαμε έτσι το γεγονός ότι το 47% των Ισραηλινών Εβραίων υποστηρίζει τη θανάτωση «όλων των ανθρώπων στη Γάζα». Δηλαδή, κάθε άνδρα, γυναίκας και παιδιού στον θύλακα.
Η δυτική ηθική ανωτερότητα χτίστηκε πάνω σε σαθρό έδαφος και πίσω από το παραπέτασμα φιλτραρισμένων ειδήσεων. Τώρα όμως, όλα είναι στο φως. Αρα, όχι, όσο δελεαστικό κι αν ακούγεται, δεν πρέπει να δικάσουμε τον Νετανιάχου στο Αουσβιτς. Πρέπει να διαλέξουμε τον δύσκολο δρόμο: να μείνουμε, ένας προς μία, μόνες και μόνοι με τη συνείδησή μας. Να αντικρίσουμε κατάματα την επώδυνη αλήθεια πως κάθε βόμβα που έπεφτε στη Γάζα εξαφάνιζε Παλαιστινίους εκεί - αλλά εξαφάνιζε και κάτι από την ίδια μας την ανθρωπιά εδώ. Οτι οι δηλώσεις, οι διαψεύσεις, οι αυστηρές καταδίκες δεν ήταν παρά κομφετί στο πάρτι των σιωνιστών - πληρωμένο με τα δικά μας χρήματα. Οτι ακόμα κι όταν αποφασίσαμε να μιλήσουμε ή να δράσουμε, κάναμε και είπαμε πολύ λίγα, όταν ήταν πια αργά.
*Αναπληρωτής καθηγητής, Τμήμα Γεωγραφίας, Πανεπιστήμιο St Andrews, Σκοτία
Πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ