Χαστούκι στον Δένδια από την Ένωση Εισαγγελέων για το κλείσιμο των στρατοδικείων

Χαστούκι στον Δένδια από την Ένωση Εισαγγελέων για το κλείσιμο των στρατοδικείων

Κυριακή, 10/08/2025 - 20:20

ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ

Με σκληρή ανακοίνωση, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος βάζει φρένο στο σχέδιο του Νίκου Δένδια για την αναδιάρθρωση της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, που προβλέπει κλείσιμο στρατοδικείων και ένταξη έως 40 στρατιωτικών δικαστών στις εισαγγελικές αρχές.

Η Ένωση καταγγέλλει ότι η «ένταξη» είναι στην πραγματικότητα μετάταξη — και μάλιστα ευθέως αντίθετη στο Σύνταγμα, καθώς το άρθρο 88 παρ. 6 απαγορεύει ρητά τέτοιες μετακινήσεις, με ελάχιστες εξαιρέσεις που δεν περιλαμβάνουν τους στρατιωτικούς δικαστές. Υπογραμμίζει ότι για να γίνει αυτό απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση και όχι υπουργική απόφαση.

Η επιστολή υπενθυμίζει ότι η μετάταξη θα παραβίαζε και την παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου, που ορίζει πως οι εισαγγελείς διορίζονται μόνο μέσω διαγωνισμού και φοίτησης στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών. Οι στρατιωτικοί δικαστές έχουν επιλεγεί με διαφορετικά κριτήρια από το ΥΠΕΘΑ και δεν έχουν περάσει την απαιτούμενη διαδικασία.

Η αντίθεση αυτή δεν είναι καινούρια: την έχουν ήδη εκφράσει με αποφάσεις τους η Ολομέλεια της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου (47/2025) και η Ολομέλεια του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου (1/2025), αφήνοντας εκτεθειμένο τον υπουργό Εθνικής Άμυνας, που επιμένει σε ένα σχέδιο χωρίς θεσμικό έρεισμα.

Ολόκληρη η ανακοίνωση:

Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, απέστειλε προς τους κ. Υπουργούς Εθνικής Άμυνας και Δικαιοσύνης, τη με αριθμό πρωτοκόλλου 60/08.08.2025 επιστολή, με την οποία και για τους λόγους που εκθέτει σε αυτήν, εκφράζει για ακόμη μια φορά τις έντονες αντιρρήσεις της για την επιχειρούμενη μετάταξη Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας.

Ακολουθεί το κείμενο της επιστολής:

 

ΠΡΟΣ

1) Τον κο Υπουργό Εθνικής Άμυνας

2) Τον κο Υπουργό Δικαιοσύνης

 

Αξιότιμοι κοι Υπουργοί,

Με τη με αριθμό Φ.900/46404/Σχ.6690/8.4.2025 Κοινή Υπουργική Απόφαση, συγκροτήθηκε Επιστημονική Επιτροπή, με αποστολή την αναδιάρθρωση της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, μέσω της συγχώνευσης των Στρατιωτικών Δικαστηρίων και της ένταξης μέχρι σαράντα (40) Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας.

Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδων, με την παρούσα επιστολή, εκφράζει για ακόμη μια φορά τις έντονες αντιρρήσεις της, επισημαίνοντας τα εξής:

Η επιχειρούμενη ‘‘ένταξη’’ μέχρι σαράντα (40) Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας, στην πραγματικότητα και κατ’ ουσίαν αποτελεί μετάταξη δικαστικών λειτουργών, η οποία, ωστόσο, τυγχάνει ευθέως αντίθετη στο Σύνταγμα και ιδίως στην παράγραφο 6 του άρθρου 88 αυτού.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη, ‘‘Μετάταξη δικαστικών λειτουργών απαγορεύεται. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η μετάταξη μεταξύ παρέδρων σε πρωτοδικεία και παρέδρων σε εισαγγελίες, ύστερα από αίτηση των μετατασσομένων, όπως νόμος ορίζει.

Οι δικαστές των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων προάγονται στο βαθμό του Συμβούλου της Επικρατείας και στο ένα πέμπτο των θέσεων, όπως νόμος ορίζει’’, ενώ σύμφωνα με σχετική ερμηνευτική δήλωση, την οποία ο ίδιος ο συνταγματικός νομοθέτης περιέλαβε στο Σύνταγμα, ‘‘Κατά την αληθινή έννοια του άρθρου 88, επιτρέπεται η ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής δικαιοσύνης και η ρύθμιση της υπηρεσιακής κατάστασης των δικαστικών λειτουργών του βαθμού αυτού, εφόσον προβλέπεται διαδικασία κρίσης και αξιολόγησης, όπως νόμος ορίζει’’.

Έτσι, η μετάταξη δικαστικών λειτουργών είναι δυνατή μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες, στην παραπάνω διάταξη του Συντάγματος, περιπτώσεις, διότι βούληση του συνταγματικού νομοθέτη υπήρξε, διαχρονικά, να ρυθμίσει κατά τρόπο εξαντλητικό στο κείμενο του Συντάγματος το επιτρεπτό ή μη της μετάταξης δικαστικών λειτουργών, προκειμένου να αποφευχθεί, για λόγους προστασίας της δικαστικής ανεξαρτησίας, οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία επί του ζητήματος αυτού.

Μεταξύ, δε, των περιπτώσεων αυτών, δεν περιλαμβάνεται και η επιχειρούμενη ως άνω μετάταξη Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας.

Τα ανωτέρω, μάλιστα, πολύ πρόσφατα, κατά τη διαδικασία ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων (ήτοι ειρηνοδικείων και πρωτοδικείων), αποτέλεσαν ανυπέρβλητο εμπόδιο και για την μετάταξη αριθμού ειρηνοδικών – πταισματοδικών στον κλάδο των εισαγγελικών λειτουργών. Επομένως, η μετάταξη Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας προϋποθέτει τη, μέσω συνταγματικής αναθεώρησης, προηγούμενη τροποποίηση της ανωτέρω διάταξης του Συντάγματος.

Εξάλλου, η επιχειρούμενη ως άνω μετάταξη των Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας, θα παραβίαζε – πέραν της παρ. 6 – και την παρ. 1 του άρθρου 88 του Συντάγματος, περί διορισμού δικαστικών λειτουργών μόνο βάσει διαδικασίας επιλογής, η οποία, σε συνδυασμό με το άρθρο 90 παρ. 1 του Συντάγματος, έχει τεθεί ως εγγύηση της προσωπικής ανεξαρτησίας των εισαγγελικών λειτουργών, προκειμένου να αποφεύγονται παρεμβάσεις στον κλάδο και να τηρείται η προβλέψιμη και αναμενόμενη υπηρεσιακή τους εξέλιξη.

Έτσι, η εισαγωγή στο κλάδο των εισαγγελικών λειτουργών πραγματοποιείται μέσω ιδιαίτερης, κοινής για όλους τους υποψηφίους, διαγωνιστικής διαδικασίας και επιλογής των ικανοτέρων, υπό συνθήκες ισότητας και αξιοκρατίας, η δε κατάρτιση των εισαχθέντων εκπαιδευομένων και η αξιολόγηση τους λαμβάνουν χώρα με την τήρηση ειδικών νομοθετικών προβλέψεων, ενώ όλα τα στάδια της υπηρεσιακής σταδιοδρομίας και εξέλιξης τους καθορίζονται από ειδικό όργανο, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, βάσει σχετικού νόμου και αυστηρά καθορισμένων προϋποθέσεων.

Από την άλλη, οι στρατιωτικοί δικαστές, αν και υπηρετούν ήδη ως δικαστικοί λειτουργοί ειδικής δικαιοδοσίας, έχουν εισαχθεί στο κλάδο τους βάσει διαφορετικών κριτηρίων επιλογής (διαγωνισμού διεξαχθέντος από το ΥΠ.ΕΘ.Α.), αλλά και βάσει όρων και προϋποθέσεων, που προσιδιάζουν στον συγκεκριμένο κλάδο, ενώ δεν έχουν φοιτήσει στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών.

Τα παραπάνω, περί αντίθεσης στο Σύνταγμα της Ελλάδος της επιχειρούμενης μετάταξης μέχρι σαράντα (40) Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές των Δικαστηρίων της Χώρας, τα εκθέσαμε και με σχετική επιστολή μας προς τον κ. Πρόεδρο και τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής για την αναδιάρθρωση της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, ενώ την αντίθεση αυτή ανέδειξαν πρόσφατα τόσο η Ολομέλεια της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, με τη με αριθμό 47/2025 απόφασή της, όσο και η Ολομέλεια του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, με τη με αριθμό 1/2025 απόφασή της.

Πηγή: documentonews.gr

H Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος καταγγέλει «ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης» από τον υφυπουργό

H Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος καταγγέλει «ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης» από τον υφυπουργό

Τετάρτη, 06/11/2024 - 17:36

Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος καταγγέλλει «ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης και παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών του Κράτους» από τον υφυπουργό Δικαιοσύνης, Γιάννη Μπούγα.

Αφορμή αποτέλεσε ένα έγγραφο, που απέστειλε τη Δευτέρα, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης στις διοικήσεις των δικαστηρίων και των Εισαγγελιών της χώρας, με το οποίο απεύθυνε έγγραφες συστάσεις και οδηγίες για υποχρέωση καθημερινής υπηρεσίας δικαστή στην έδρα των Πρωτοδικείων, στην παράλληλη και περιφερειακή έδρα αυτών, όπως και καθημερινής παρουσίας εισαγγελέα στην κεντρική και παράλληλη έδρα επίσης.

Το παραπάνω προκάλεσε την αντίδραση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη, η οποία τόνισε προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας, πως μόνον η Εισαγγελία του Ανωτάτου Δικαστηρίου «έχει δικαίωμα να απευθύνει παραγγελίες, γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων τους».

Τη σκυτάλη των αντιδράσεων πήρε τώρα η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, η οποία στη σχετική της ανακοίνωση τονίζει ότι «η εισαγγελία είναι δικαστική αρχή, ανεξάρτητη από τα δικαστήρια και την εκτελεστική εξουσία», προσθέτοντας ότι «δικαίωμα να απευθύνουν γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων των εισαγγελικών λειτουργών έχουν ο μεν Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προς όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας, ο δε εισαγγελέας εφετών προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς της περιφέρειας της εισαγγελίας εφετών».

 

Στο πλευρό του Ντογιάκου η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος

Τρίτη, 17/01/2023 - 15:39

Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος

Υπέρ της γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του ΑΠ για τις παρακολουθήσεις τάσσεται η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος επισημαίνοντας πως «παρέχεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί επί θεμάτων που παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον, ερμηνεύοντας διατάξεις νόμων».

 
 
 

Παράλληλα, τονίζει πως στην συγκεκριμένη περίπτωση «η έκφραση επιστημονικών και άλλων απόψεων που αξιολογούν ή παρερμηνεύουν το περιεχόμενό της, δεν μπορεί να αποτελεί την αφορμή για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών σκοπιμοτήτων και αφενός μεν να βάλλεται ο θεσμός και αφετέρου δε να επιχειρείται να παρεμποδιστεί η δικαιοδοτική κρίση και η έκφραση γνώμης δικαστικής αρχής».

Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος έχει ως εξής:

«Κατά το Σύνταγμα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και όλοι οι εισαγγελικοί λειτουργοί εντάσσονται στη δικαστική λειτουργία της Πολιτείας και απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.

Καθήκον της εισαγγελικής αρχής, μεταξύ άλλων, είναι η τήρηση της νομιμότητας, παρέχεται δε από το νόμο και ειδικότερα από τη διάταξη του άρθρου 29 παρ.2 Ν. 4938/2022 (ΚΟΚΔΛ), στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί επί θεμάτων που παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον, ερμηνεύοντας διατάξεις νόμων.

Σχετικά δε με διατάξεις νόμων που αφορούσαν το απόρρητο των επικοινωνιών, έχουν εκδοθεί στο παρελθόν οι με αριθμούς 9/2009, 12/2009 και 9/2011 γνωμοδοτήσεις Εισαγγελέων του Αρείου Πάγου.

Αμφισβητήσεις ως προς το αντικείμενο και τα όρια της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, όπως και της με αριθμό 1/2023 γνωμοδότησής του, θα μπορούσαν να εγερθούν, εάν το περιεχόμενο αυτής, αφορούσε συγκεκριμένο θέμα για το οποίο είχαν επιληφθεί τα αρμόδια δικαστικά όργανα, ώστε να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο επηρεασμού της κρίσης τους, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω.

Η έκφραση επιστημονικών και άλλων απόψεων που αξιολογούν ή παρερμηνεύουν το περιεχόμενό της, δεν μπορεί να αποτελεί την αφορμή για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών σκοπιμοτήτων και αφενός μεν να βάλλεται ο θεσμός και αφετέρου δε να επιχειρείται να παρεμποδιστεί η δικαιοδοτική κρίση και η έκφραση γνώμης δικαστικής αρχής».