Είστε εδώ:Δεκέμβριος 2013
Δεκέμβριος 2013 - ERT Open

ΕΣΗΕΑ: Ούτε να κρυφτούν δεν μπορούν…

Πέμπτη, 05/05/2016 - 19:30
Δεν θα’ χουν πού να κρυφτούν σε λίγο, όσοι απεργάζονται δεσμά στην Ενημέρωση, με μνημονιακές ρυθμίσεις και λουκέτο στα ασφαλιστικά Ταμεία.

Στην κατεύθυνση αυτή της διακήρυξης του ΟΗΕ για την 3η του Μάη που είναι η Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας, οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα συνεχίζουμε τις αγωνιστικές διεκδικήσεις απέναντι σε ανάλγητους πολιτικούς, κυβερνητικούς χειρισμούς και ασύδοτους εργοδότες, που αμφισβητούν ότι η Ενημέρωση είναι δικαίωμα και η ανεξαρτησία των δημοσιογράφων προϋποθέτει πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.

Αρνούνται επίσης την απαίτηση της κοινής γνώμης ότι «με την ελευθερία του Τύπου μπορούμε να συνεργαστούμε όλοι μαζί για έναν κόσμο αξιοπρέπειας και ευκαιριών για όλους». Αυτό δηλαδή που επαναλαμβάνει με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου, σε ανακοίνωσή του ο ΟΗΕ, κάνοντας έκκληση στις κυβερνήσεις, στους πολιτικούς, τους επιχειρηματίες και τους πολίτες να προστατεύσουν την ανεξαρτησία των ελεύθερων Μέσων, επειδή δίχως το βασικό αυτό δικαίωμα, οι λαοί είναι λιγότερο ελεύθεροι και με μικρότερη ισχύ.

Άρωμα διαπλοκής που ξεχωρίζει μέσα σε όλα αυτά οι εμπνευστές του μαύρου στην ΕΡΤ και σημερινοί συνήγοροι εργοδοτικών πρωτοβουλιών, που θέλουν τα σωματεία στα μέτρα τους και την ΕΡΤ παντελώς κομπάρσο της Digea.

Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο που η Ελλάδα κατρακύλησε 50 θέσεις μέσα σε έναν χρόνο και βρίσκεται ήδη στην 89η θέση του World Press Freedom Index.

Η Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου για το 2016 συμπίπτει επίσης με τα εξής σημαντικά γεγονότα:

  • Την 250ή επέτειο του πρώτου νόμου για την ελευθερία των Πληροφοριών, που εφαρμόστηκε στη Σουηδία και τη Φινλανδία.
  • Την 25η επέτειο της διακήρυξης του Windhoek. 
Η φετινή επέτειος, έχει τρεις βασικούς στόχους:

  • Την ελευθερία της πληροφόρησης ως ανθρώπινο δικαίωμα.
  • Προστασία του Τύπου και των Μέσων από κάθε μορφής Λογοκρισία.
  • Διασφάλιση των δημοσιογράφων «online και offline».
 Πάγια θέση της ΕΣΗΕΑ και όλων των δημοσιογραφικών Ενώσεων είναι πλήρη εργασιακά και κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα για όλους τους  δημοσιογράφους, χωρίς την παραμικρή παρέμβαση στον πυρήνα της επαγγελματικής ιδιότητας και της αυτονομίας τους.

Η ΕΣΗΕΑ σε καμία περίπτωση δεν παζαρεύει για τους πόρους των δημοσιογραφικών Ταμείων, το ΕΤΑΠ-ΜΜΕ και την αυτοτέλεια του ΕΔΟΕΑΠ.

Επισημαίνει ακόμα ότι, με το ασφαλιστικό νομοσχέδιο, η κατάργηση του θεσμού των ΣΣΕ, της μισθωτής εργασίας και του αγγελιοσήμου, στο οποίο στηρίζεται και η λειτουργία των ασφαλιστικών Ταμείων (ΕΤΑΠ-ΜΜΕ και ΕΔΟΕΑΠ) και κατοχυρώνεται η δημοσιογραφική ανεξαρτησία, έχει σαν επιδίωξη εκτός από τη βάναυση προσβολή ατομικών δικαιωμάτων και τη μετατροπή του συντάκτη σε έμπορο ή πλασιέ ειδήσεων.

Αυτή άλλωστε είναι και η ουσία του διαβήματος της ΕΣΗΕΑ προς τον Πρόεδρο της Ε.Ε. κ Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ και τον Πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σουλτς.

Ήδη με επιστολή του προς την ΕΣΗΕΑ ο Πρόεδρος Γιουνκέρ αναφέρει ότι ο αρμόδιος Γενικός Γραμματέας της Ε.Ε. ερευνά το σύνολο των καταγγελιών της Ένωσης και σύντομα θα υπάρξει ειδική έκθεση.

Στην ΕΣΗΕΑ έχουμε τα ίδια δικαιώματα: άνεργοι, απλήρωτοι, όσοι ακόμα εργάζονται και οι συνταξιούχοι μαζί.

Και το κυριότερο, στην ΕΣΗΕΑ δεν περισσεύει κανείς.

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ο ΚΥΡ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ, Ο ΠΡ. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ Ε.Ε.

Πέμπτη, 05/05/2016 - 19:00

ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΘΑΝΟΥ

Τέτοια απουσία πολιτικών βεληνεκούς και τόση πολιτική μιζέριαυπάρχουν στην παρακμάζουσα Ε.Ε. των 27 ώστε το περιοδικό Politco Europe έφτασε στο σημείο να επιλέξει τονΚυριάκο Μητσοτάκη ως ένα εκ των τριών πολιτικών που θα έχουν σημαντική επιρροή την επόμενη περίοδο στις ευρωπαϊκές εξελίξεις.

Οι άλλοι δύο, ανεπαρκέστατοι και αυτοί και, σχεδόν, εξίσου μακάβριοι στην πολιτική κατεύθυνση (αν και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεπερνάει κάθε ρεκόρ νεοφιλελευθερισμού, παρ' όλον ότι επιδεικνύει προσφάτως ισχυρότατες δόσεις λαϊκισμού), είναι ο Ματέο Ρέντζι από την Ιταλία και ο Εμ. Μακρόν από τη Γαλλία.

Όσο και αν η επιλογή Μητσοτάκη έχει ισχυρή δόση σκοπιμότητας, που αφορά την σημασία του ελέγχου της Ελλάδας από τα ευρωκατεστημένα, δεν παύει να αποτελεί κατάντημα για την Ε.Ε. και προμήνυμα της πολιτικής αποσύνθεσης της.

Η Ε.Ε. των Μητσοτάκη, Ρέντζι, Μακρόν δεν έχει κανένα μέλλον. Έχει φάει τα ψωμιά της!

Όταν, μάλιστα, ο ευρώ-πληκτος, μέχρι μυελού οστέων, Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας (που λέει ο λόγος), Πρ. Παυλόπουλος, φτάνει στο σημείο να αφήνει και αυτός υπονοούμενα κατά του ευρώ, λέγοντας χαρακτηριστικά από το Άργος ότι “το νόμισμα αποκτά νόημα όταν υπηρετεί τον άνθρωπο”, τότε είναι μάλλον βέβαιον πως η ευρωζώνη πνέει τα λοίσθια. Ευχής έργον!

Οι χώρες και οι λαοί της ηπείρου μας χρειάζονται μια πολύ διαφορετική Ευρώπη.

Και η Ελλάδα έχει απόλυτη ανάγκη μια νέα πολυδιάστατη ματιά του κόσμου μακριά από κάθε μορφής νοσηρότατο ευρωκεντρισμό, που έχει γίνει πνιγηρό σύνδρομο και για την Αριστερά στη χώρα μας.


ΜΙΧΑΗΛ ΘΑΝΟΣ



iskra.gr

ΤΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Πέμπτη, 05/05/2016 - 17:00
Μετά την πανελλαδική σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 2 και 3 Απρίλη και την έγκριση του σώματος για τον μετασχηματισμό του ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ σε πολιτική οργάνωση ,σας αποστέλλουμε το ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο με βάση το οποίο θα γίνει η συζήτηση για την συγκρότηση του ΑΡ σε οργάνωση με πανελλαδική δικτύωση. Η διαδικασία έχει ήδη ξεκινήσει και θα ολοκληρωθεί τον Οκτώβριο του 2016 με την ιδρυτική συνδιάσκεψη .
ΑΘΗΝΑ 4-5-2016



ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΙΔΡΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

ΜΕ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ - ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ, ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ, ΓΙΑ ΤΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΜΕ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ!

Η Αριστερά της εποχής μας στην Ελλάδα ,στην περιοχή μας,στην Ευρώπη και τον κόσμο χρειάζεται μια ουσιαστική επαναθεμελίωση. Επαναθεμελίωση προγραμματική, κινηματική,πολιτική και ιδεολογική! Eπαναθεμελίωση επαναστατική, που θα της επιτρέψει να ξαναπιάσει το νήμα των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών, των νέων μεγάλων αιτημάτων και των νέων σύγχρονων προκλήσεων και να θέσει σε κίνηση, στηριγμένη πρώτα απ' όλα στον κόσμο της μισθωτής εργασίας, ένα νέο σχέδιο μεγάλων ανατροπών με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα. Η μεγάλη εμπειρία αγώνων, μεγάλων κατακτήσεων και διαψεύσεων, επιτυχιών και αποτυχιών μας οπλίζει με πείσμα. Η αριστερά που θέλουμε να οικοδομήσουμε, θα δοκιμαστεί στις νέες συνθήκες. Ένας κύκλος έκλεισε, ένας νέος κύκλος ανοίγει για την επανίδρυση της αριστεράς. Το Αριστερό ρεύμα φιλοδοξεί να υπηρετήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή την προσπάθεια.


ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΡΟΤΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ

Ο καπιταλισμός βιώνει μια μεγάλη κρίση, η οποία έχει οδηγήσει σε απίστευτες αρνητικές αλλαγές τη ζωή των ανθρώπων, στην ακύρωση θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων στις αναπτυγμένες χώρες. Η παγκόσμια οικονομία μοιάζει δύσκολο να κινηθεί με ρυθμούς βιώσιμης ανάπτυξης. Η απειλή μιας νέας οικονομικής κρίσης επανέρχεται. Η αναδιανομή εισοδημάτων έχει δημιουργήσει τεράστιες ζώνες φτώχειας. Το περιβάλλον καταστρέφεται στο όνομα του κέρδους. Ο καπιταλισμός λειτουργεί σαν τον Μολώχ που σφαγιάζει τους πάντες και τα πάντα στο διάβα του. Ακυρώνει ακόμη και θεμελιώδεις αρχές και κατακτήσεις των αστικών επαναστάσεων. Υπονομεύει τη δημοκρατία. Προκαλεί καταστάσεις έκτακτων αναγκών, που σε πολλές χώρες ακυρώνουν κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Γίνεται όλο και πιο επιθετικός, αναπτύσσοντας στους κόλπους του τη Λερναία Υδρα της ακροδεξιάς και συχνά του νεοναζισμού και τους νεοφασισμού, που αποτελούν την πιο βίαιη και αποκρουστική του όψη. Ο Αμερικάνικος αλλά και ο ιμπεριαλισμός της ΕΕ συνιστούν τη μεγαλύτερη και πιο επικίνδυνη απειλή για τους λαούς. Οι ιμπεριαλιστικοί πολεμικοί τυχοδιωκτισμοί και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις συχνά καλλιεργούν και ενθαρρύνουν, ιδίως στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, τον θρησκευτικό φανατισμό και βάρβαρα τρομοκρατικά αντίποινα, προκαλώντας ένα φαύλο κύκλο και ένα πολύπλοκο μείγμα διαρκούς και κλιμακούμενης έντασης που απειλεί την ανθρωπότητα.

Η αριστερά του 21ου αιώνα χρειάζεται να αγωνιστεί με μεγαλύτερη δύναμη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό. Τα θέματα του πολέμου και της ειρήνης, της μετανάστευσης, της διεθνούς ασφάλειας και συνεργασίας, του εκδημοκρατισμού της διεθνούς ζωής, της τήρησης του διεθνούς δικαίου, της διαγραφής των χρεών, ιδίως στις υπερχρεωμένες πλέον αδύνατες και σε κρίση χώρες, της αντιμετώπισης της νεοαποικιοκρατίας, της προστασίας του περιβάλλοντος είναι εξαιρετικά επίκαιρα. Ο εκδημοκρατισμός των Ηνωμένων Εθνών, η αναβάθμιση και ο προσανατολισμός τους στην κατεύθυνση υπεράσπισης των αρχών της “Αυτοδιάθεσης των Λαών”, των αρχών της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, της Ειρηνικής Συνύπαρξης, της Αλληλέγγυας Συμπεριφοράς κρατών και λαών, της διασφάλισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους και της ειρήνης, παράλληλα με την κατάργηση του ΝΑΤΟ, πρέπει να μπουν στην ημερήσια διάταξη της αριστεράς και των κινημάτων στην περιοχή μας, την Ευρώπη και τον κόσμο. Το αντιϊμπεριαλιστικό και αντιπολεμικό πρέπει να αποκτήσουν νέα πνοή. Πρέπει να αναχαιτιστούν επίσης οι διατλαντικές συμφωνίες (ΙΤΤΡ), οι οποίες επιχειρούν να αναβαθμίσουν τον ηγεμονικό ιμπεριαλιστικό ρόλο των ΗΠΑ, να κατοχυρώσουν τα υπερκέρδη των πολυεθνικών σε βάρος χωρών και λαών και να ισοπεδώσουν την ταυτότητα και τον πολιτισμό τους. Στη σημερινή εποχή του παγκόσμιοποιημένου καπιταλισμού και της αντιδραστικοποίησης των διεθνών οικονομικών και πολιτικών σχέσεων, καταστάσεις που ορθώνουν τεράστια εμπόδια στις προσπάθειες οικοδόμησης προοδευτικών λύσεων και σοσιαλιστικών πειραμάτων σε εθνικό επίπεδο, απαιτείται επειγόντως ένας διεθνής συντονισμός των κινημάτων και της αριστεράς,προκειμένου να υπερνικηθούν τα εμπόδια για να ξεκινήσουν αποτελεσματικά προοδευτικές και σοσιαλιστικές προσπάθειες σε μια ή περισσότερες χώρες,οι οποίες ούτως ή άλλως για να εδραιωθούν και να βαθύνουν, απαιτούν ευρύτερη διεθνή στήριξη.




ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ. ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΣ

Οι σύγχρονες καπιταλιστικές κρίσεις που κοπάζουν μόνο για να προσλάβουν μακρόσυρτο χαρακτήρα ή για να εμφανιστούν γρήγορα ξανά και πιο έντονα, δημιουργούν το έδαφος και τις δυνατότητες για την όξυνση της ταξικής πάλης. Ο καπιταλισμός για να αναπαραχθεί χρειάζεται νέους γεωγραφικούς χώρους, είτε νέα πεδία άσκησης κερδοσκοπικής δραστηριότητας. Για να διατηρήσει ένα επίπεδο κερδοφορίας που του δίνει αυτή την ικανότητα αναπαραγωγής, το πολυεθνικό κεφάλαιο μετατρέπεται και συγκεντροποιείται όλο και περισσότερο σε χρηματιστικό κεφάλαιο, αυξάνει την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, εισάγει στην εμπορευματική διαδικασία τομείς κοινής ωφέλειας και δημοσίων αγαθών, προχωρεί σε αρπαγή της δημόσιας περιουσίας αλλά και της περιουσίας των λαϊκών στρωμάτων, εξαντλεί και καταστρέφει τη φύση. Αυτή η διαδικασία τον φέρνει σε αντίθεση όχι μόνο με τον παραδοσιακό του αντίπαλο, την εργατική τάξη, αλλά και με όλο και πιο πλατιά μεσαία στρώματα, ενώ οξύνονται παράλληλα οι ενδομονοπωλιακές και ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Ο διεθνής καπιταλισμός έχει εξελιχθεί σε ένα σύστημα που συνιστά ένα τεράστιο εμπόδιο στην πρόοδο της ανθρωπότητας. Συνεπώς δημιουργείται εκ των πραγμάτων χώρος για την σύγχρονη κομμουνιστική και ριζοσπαστική αριστερά να θέσει ζητήματα που συνδέονται με την αναγκαιότητα και την δυνατότητα του σοσιαλισμού.

Για το αριστερό ρεύμα ο σοσιαλισμός -που το βάθαιμά του είναι το απαραίτητο βήμα για την μελλοντική αταξική κομμουνιστική κοινωνία - είναι ταυτόσημος με την ελευθερία, την εργατική λαϊκή συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα και μια ανώτερη ποιοτικά μορφή δημοκρατικής διακυβέρνησης, όπου θα υπάρχει ένας συνδυασμός αντιπροσωπευτικής και άμεσης δημοκρατίας. Με ένα κράτος απαλλαγμένο από την κυριαρχία και τα συμφέροντα της αστικής τάξης, δομημένο μακριά από αυταρχικές και γραφειοκρατικές λογικές, όπου με την ηγεμονία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, οι πολίτες θα συμμετέχουν ενεργά και ισότιμα στην διεύθυνση των υποθέσεων που τους αφορούν. Με ένα κράτος τέλος που προορίζεται και θα βρίσκεται σε μια ιστορική διαδικασία μαρασμού του, στην λογική της αυτοκυβέρνησης και αυτοδιεύθυνσης των πολιτών παραγωγών.Αυτή η διαδικασία δεν υποκαθίσταται από τις αυθεντίες κομμάτων που διαμεσολαβούν στο όνομα των εργαζομένων ούτε μονοσήμαντα από κρατικές πολιτικές και ''φωτισμένες'' γραφειοκρατίες. Σοσιαλισμός σημαίνει: ένα τεράστιο βήμα για την κατάργηση εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, κοινωνική ιδιοκτησία των βασικών μέσων παραγωγής, αυτοδιαχείριση των εργαζομένων, ένας νέος τρόπος παραγωγής, νέες παραγωγικές σχέσεις, νέοι ορίζοντες παιδείας και πολιτισμού, που θα επιτρέπουν μια πιο ευρύτερη, ταχύτερη και με νέους ανθρώπινους και οικολογικούς όρους ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της κοινωνικής παραγωγικότητας. Η εμπειρία μας δείχνει ότι ο σοσιαλισμός δεν θα προκύψει ως αποτέλεσμα μιας μοναδικής επαναστατικής στιγμής, ούτε ως συνέπεια της αναμονής της οικονομικής κατάρρευσης του καπιταλισμού, αλλά ως επιστέγασμα πολλών σύνθετων και νικηφόρων ταξικών συγκρούσεων. Τα μέχρι τώρα εγχειρήματα σοσιαλιστικής οικοδόμησης δεν μπόρεσαν να συνεχιστούν και συνεπώς δεν υπάρχει κάποια επιτυχής εμπειρία για τον δρόμο μετάβασης, και το περιεχόμενο του σοσιαλιστικού μέλλοντος, τον οποίο θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε δημιουργικά στη στρατηγική μας.

Αυτό που φαίνεται ως αναγκαίο είναι ότι ο σοσιαλισμός δεν θα είναι το μοναχικό ταξίδι μιας χώρας με όρους καπιταλιστικής περικύκλωσης, αλλά μια προσπάθεια, που θα έχει μεν εθνική αφετηρία, αλλά η επιτυχής ολοκλήρωσή της προϋποθέτει επαναστατικές ανατροπές σε μεγάλη ομάδα χωρών σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές,στο δρόμο της νικηφόρας ανάδειξης του σοσιαλισμού σε νέο παγκόσμιο σύστημα.

ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Η Αριστερά του 20ου αιώνα γνώρισε μια θυελλώδη πορεία με μεγάλες επαναστάσεις, ηρωικούς αγώνες, ανυπέρβλητες θυσίες και μεγάλη συνεισφορά σε ιστορικές κατακτήσεις των εργαζομένων. Από τη θυελλώδη αυτή πορεία δεν έλειψαν, όμως, μεγάλες στιγμές και περίοδοι, σε εκείνη ή την άλλη χώρα, από τις οποίες πρέπει να αντλήσουμε βαθύτερα διδάγματα προς αποφυγή.

Μετά την κατάρρευση των χωρών του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», οι οποίες απέτυχαν να οικοδομήσουν μια γνήσια σοσιαλιστική πορεία και κατέρρευσαν, επιταχύνθηκε μια πορεία υποχώρησης και κρίσης όλων των ρευμάτων του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος, πράγμα που είχε άκρως αρνητική επίδραση στους ταξικούς κοινωνικούς αγώνες, στις κατακτήσεις των εργαζομένων και στις παγκόσμιες εξελίξεις. Ο νεοφιλελευθερισμός, που πέρασε στην αντεπίθεση, παρά τις κρίσεις του, κυριάρχησε ως μορφή διαχείρισης του καπιταλισμού και άνοιξε μια πορεία ακύρωσης και εκμηδένισης των κατακτήσεων των εργαζομένων που είχαν κερδηθεί από την άνοδο της δύναμης των συνδικάτων και με σκληρούς ταξικούς αγώνες, οι οποίοι υποβοηθούντο σημαντικά από την ισχυρή παρουσία και άνοδο και από την ύπαρξη του αντίπαλου δέους, που αντιπροσώπευαν -ανεξάρτητα του χαρακτήρα τους - οι χώρες του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού.

Η αποϊδεολογικοποίηση και η υποχώρηση της ταξικής πάλης σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο στη δεκαετία του 1990 είχε βαθιές αρνητικές συνέπειές, όμως, τα νέα κινήματα που δημιουργήθηκαν μέσα από τα κοινωνικά φόρα σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο με αιτήματα κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η εμπλοκή των συνδικάτων, η ανάκαμψη συχνά των ταξικών αγώνων, η ανάδυση νέων ριζοσπαστικών πολιτικών ρευμάτων, δημιούργησαν σταδιακά νέους καλύτερους όρους πάλης και μια αυτοπεποίθηση στο τραυματισμένο λαϊκό κίνημα. Η αμφίδρομη σχέση που διαμόρφωσαν με τμήματα της αριστεράς, τα βοήθησε να «ξαναμπούν στο παιχνίδι» και αυτά τα κινήματα να ριζοσπαστικοποιηθούν με όρους κοινωνίας. Νέα πειράματα δημιουργήθηκαν, κυρίως στη Λατινική Αμερική, από ριζοσπαστικές και αριστερές δυνάμεις (Βενεζουέλα, Βολιβία, Ισημερινός, Αργεντινή, Βραζιλία), τα οποία φανέρωσαν αρχικά μια πνοή αλλαγών, ενώ στην πορεία αντιμετωπίζουν δυσκολίες και υποχωρήσεις, με εξαίρεση τη Βολιβία.

Στην Ευρώπη δημιουργούνται ρήγματα στις κυρίαρχες αντιλήψεις, ενισχύονται σημαντικά δυνάμεις της αριστεράς ιδιαίτερα στο νότο (Πορτογαλία, Ισπανία) και παρά την ταπεινωτική συνθηκολόγηση και μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ που έγινε στην Ελλάδα –η οποία είχε επιπτώσεις και σε αυτές τις χώρες- υπάρχουν σοβαρές δυνατότητες ανάπτυξης της πάλης και σε πολιτικό επίπεδο κατά του νεοφιλελεύθερου μοντέλου.

Η σύγχρονη ριζοσπαστική και ανατρεπτική αριστερά, μακριά από τις βεβαιότητες του παρελθόντος, χρειάζεται να κάνει ένα νέο ξεκίνημα, εντείνοντας τις μάχες στο σήμερα, αναζητώντας τα κομβικά μεγάλα αιτήματα αλλά και το σχέδιο για ένα βιώσιμο, παραγωγικό, αποτελεσματικό, αποδοτικό και δίκαιο οικονομικό προοδευτικό και σοσιαλιστικό υπόδειγμα, που θα την κάνουν εκ νέου απειλητική για το καπιταλιστικό σύστημα.

Η αριστερά του 21ου αιώνα πρέπει να είναι αντινεοφιλελεύθερη, αντιιμπεριαλιστική, αντικαπιταλιστική,σοσιαλιστική,με δυο λόγια επαναστατική. Πρέπει να είναι, επίσης, κινηματική, δημοκρατική, αντιφασιστική, αντιρατσιστική, ενωτική, πατριωτική και διεθνιστική. Να αναγνωρίζει την κεντρικότητα της βασικής αντίθεσης του καπιταλισμού ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, αλλά και την ανάγκη των πιο πλατιών πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών για την ανατροπή και ταυτόχρονα των πιο πλατιών συμπράξεων στην αγωνιστική αντιμετώπιση των παλιών και νέων αντιθέσεων που αφορούν το φύλο, το περιβάλλον, τα δικαιώματα, τη δημοκρατία, τον πολιτισμό. Η αριστερά πρέπει να ξεκινά από τα επείγοντα προβλήματα που αφορούν τη ζωή των ανθρώπων σήμερα, και εκεί πάνω να οικοδομεί τη δράση, τις πολιτικές πρωτοβουλίες, την ιδεολογική της προσπάθεια και επίθεση. Η αριστερά πρέπει να δίνει τη μάχη των αξιών, της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, της ειρήνης, του αγώνα κατά της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Η αριστερά πρέπει να αναδημιουργήσει και να αναζωογονήσει το όραμα της σοσιαλιστικής κοινωνίας, να πείσει, ειδικά τις εκμεταλλευόμενες τάξεις, ότι μπορούμε να κτίσουμε μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και να διαμορφώσουμε ένα νέο οικονομικό και παραγωγικό πρότυπο παραγωγικό, καινοτόμο, ανθρώπινο,βιώσιμο κοινωνικό και οικολογικό, το οποίο θα αποδεικνύει στην πράξη την υπεροχή του απέναντι στον καπιταλισμό σε όλους τους τομείς.Να περιγράψει όσο είναι δυνατό τους τρόπους μετάβασης σ΄ αυτήν την κοινωνία, καθώς και τις δομές και τη λειτουργία αυτής της κοινωνίας. Το εξεγερτικό μήνυμά της πρέπει να φέρει ξανά την εργατική τάξη, και ιδίως τη νεολαία στην πάλη για ένα νέο σοσιαλιστικό μέλλον που είναι εφικτό, γιατί βασίζεται στην αναγκαιότητα και στο δίκιο.

ΣΥΜΒΑΛΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ

Τα θεωρητικά σχήματα και η στρατηγική που επινόησε κάθε ένα από τα ιδεολογικά ρεύματα της κομμουνιστικής αριστεράς στο όνομα του Μαρξ, παρά τη μικρότερη ή μεγαλύτερη συμβολή του καθενός από αυτά, έχουν υποστεί μεγάλες οπισθοχωρήσεις. Χρειάζεται μια νέα προσπάθεια επαναθεμελίωσης της επαναστατικής θεωρίας και της στρατηγικής στις σύγχρονες συνθήκες.

Το ΑΡ έχει ως σημεία ιστορικής αναφοράς τους αγώνες του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος στην Ελλάδα, τις καλύτερες θεωρητικές συνεισφορές, αναλύσεις και μαρξιστικές μελέτες στη χώρα μας, την ταξική- αντιστασιακή -πατριωτική-απελευθερωτική εποποιία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ αλλά και τον ηρωικό αγώνα, στο οποίο υποχρεώθηκε να επιδοθεί ο ΔΣΕ κάτω από τις διώξεις του μοναρχοταγματασφαλίτικου καθεστώτος, τη δράση της Αριστεράς κατά του μετεμφυλιακού κράτους και της χούντας, το Πολυτεχνείο και τους μεγάλους εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες όλης της μεταπολιτευτικής περιόδου.

Το ΑΡ βρίσκεται σε ριζική αντίθεση με ρεύματα σοσιαλδημοκρατικής, σοσιαλφιλελεύθερης διαχειριστικής πολιτικής αλλά και διαφοροποιείται από ρεύματα του ευρωπαϊκού αριστερού τόξου, τα οποία επιμένουν στην καταστροφική παραμονή στην ευρωζώνη και έχουν αυταπάτες για τον ρόλο και τον χαρακτήρα της ΕΕ.


Το ΑΡ με σαφή την αντίθεσή του στην δογματική παράδοση μέσα στο ΚΚ, και έχοντας επίγνωση των ανεπαρκειών όλων των σημερινών ρευμάτων της κομμουνιστικής αριστεράς, παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη συζήτηση που αναπτύσσεται εδώ και χρόνια στους κόλπους αυτών των ρευμάτων του μαρξισμού και του κομμουνιστικού κινήματος. Ενδιαφέρεται ουσιωδώς για μια διαδικασία διαλόγου, αναστοχασμού και επαναστατικής ανασύνθεσης, πολιτικής και ιδεολογικής του κομμουνιστικού αριστερού κινήματος του 21ου αιώνα μέσα από το ξεπέρασμα των απολύτως στεγανών ρευμάτων του.

Οι ιδεολογικοπολιτικές μας αναφορές βασίζονται στην κλασσική κληρονομιά του Μάρξ και του Ένγκελς,την ιδιαίτερη συμβολή του Λένιν στο προχώρημα της μαρξιστικής σκέψης και στρατηγικής –ιδιαίτερα στον πολιτικό τομέα-και στις καινοτόμες προωθήσεις του Γκράμσι,ειδικότερα στην ανάδειξη της στρατηγικής του «πολέμου θέσεων και ελιγμών» και της απόκτησης της ηγεμονίας. Ταυτόχρονα είμαστε ανοιχτοί και θέλουμε να αξιοποιούμε κριτικά και δημιουργικά χωρίς κανέναν εκλεκτικισμό, τις καλύτερες συμβολές των διάφορων, παλαιότερων και σύγχρονων, μαρξιστικών ρευμάτων καθώς και των ρευμάτων της ανατρεπτικής αντισυστημικής οικολογικής σκέψης, έχοντας πάντα επίγνωση ότι η θεωρία δεν είναι δογματική, και διαρκώς πρέπει να εξελίσσεται και να αναπτύσσεται.

Το ΑΡ αγωνίζεται για να συνενωθεί η εργατική τάξη, ως πρωτοπόρα δύναμη κοινωνικής αλλαγής, με τις άλλες εκμεταλλευόμενες τάξεις και στρώματα, καθώς και τις κοινωνικές ομάδες που δέχονται διακρίσεις, καταπίεση και αποκλεισμούς, στην προοπτική ενός μεγάλου μπλοκ των δυνάμεων της εργασίας και των συμμάχων τους για το προοδευτικό και σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Το ΑΡ συνθέτει τη διεθνιστική και την πατριωτική αριστερή και κομμουνιστική παράδοση, χωρίς παρεκκλίσεις είτε στην κατεύθυνση του αστικού εθνικισμού, είτε στην κατεύθυνση του αστικού κοσμοπολιτισμού. Για εμάς, ο πατριωτισμός, η εθνική ανεξαρτησία, η εθνική και λαϊκή κυριαρχία και η υπεράσπιση των γνήσιων και νόμιμων εθνικών συμφερόντων και πρώτα απ' όλα της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας συνιστούν αδιαπραγμάτευτες αξίες.

Το Αριστερό Ρεύμα αναγνωρίζοντας ότι στη χώρα μας υπάρχει αναιμική προσπάθεια θεωρητικής αναζήτησης, ενώ υπολείπεται δραματικά των αναγκών το άνοιγμα ιδεολογικών μετώπων απέναντι στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, στοχεύει να συμβάλει ουσιαστικά σε αυτούς τους τομείς.

Στη χώρα μας, με στόχο τη διαμόρφωση της στρατηγικής και του μεταβατικού προγράμματος που θα ανατρέπει τον καπιταλισμό, απαιτείται η έρευνα και η ανοιχτή συζήτηση πάνω στις μεγάλες αλλαγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στο εσωτερικό των τάξεων και μεταξύ των τάξεων και ιδιαίτερα στην εργατική τάξη, στις ιδιαιτερότητες ανάπτυξης του καπιταλισμού και στη σχέση της ελληνικής αστικής τάξης με τις αστικές τάξεις των κυρίαρχων ευρωπαϊκών κρατών, τη θέση της χώρας μας στα πλαίσια του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, τον ιδιαίτερο ρόλο ορισμένων μηχανισμών στη διαμόρφωση συνείδησης και πολιτικής συμπεριφοράς των λαϊκών στρωμάτων, τις βαθύτερες αιτίες ανάπτυξης ενός ρεύματος ισοπεδωτικής αντιπολιτικής μέσα στην κοινωνία. Το ΑΡ θα συμβάλει σε συνεργασία με θεσμούς έρευνας και προώθησης της Μαρξιστικής σκέψης στην ανάπτυξη της θεωρητικής και ιδεολογικής συζήτησης πάνω σε τέτοια μεγάλα θέματα.

Αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι ανάπτυξη και δημιουργία πεδίων αντιπαράθεσης με έναν συντηρητισμό, που με διάφορους τρόπους προωθείται στην ελληνική κοινωνία, και με τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα και πρακτικές της εξιδανίκευσης της ιδιωτικής σφαίρας και της απαξίωσης κάθε τι δημοσίου και συλλογικού, της θεοποίησης του επιχειρηματικού κέρδους, της εμπορευματοποίησης των δημοσίων αγαθών και της ιδιωτικοποίησης της δημόσιας περιουσίας. Απαιτείται επίσης ο ιδεολογικός ανταγωνισμός με τις σοσιαλδημοκρατικές εκδοχές που αναβιώνουν με νέες μορφές. Απαιτείται η ένταση της ιδεολογικής αντιπαράθεσης με τη φασιστική πρόκληση που συγκροτεί η Χ.Α .Επίσης το θέμα της ανάπτυξης ρατσιστικών και ξενοφοβικών στάσεων σε τμήματα της κοινωνίας μας με αφορμή και το ζήτημα του μεταναστευτικού απαιτεί πρόσθετη και εξειδικευμένη ιδεολογική προσπάθεια.

ΥΠΕΡΒΑΙΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ ΛΥΣΗΣ

Η εγκατάλειψη και ήττα τελικά του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ, με ευθύνη της ηγεσίας του – με όσες αντιφάσεις, αμφισημίες και αδυναμίες είχε αυτό – δεν αποτελεί μια παρωνυχίδα ή μια παρένθεση, που θα ξεπεραστεί εύκολα και γρήγορα. Αποτελεί βαθύτερη ήττα μιας στρατηγικής μέσα στην Αριστερά, με συστημικό πρόσημο, η οποία απορρέει α) από την υποτίμηση της δύναμης του αντιπάλου β) από την υποτίμηση της παρέμβασης του κοινωνικού και λαϊκού παράγοντα και την λεγόμενη λογική της «ανάθεσης» γ) από μια λογική που λέει ότι μπορούμε να πάρουμε και να χρησιμοποιήσουμε το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό κράτος της κρίσης χωρίς μια ριζική ρήξη με τις δομές του δ) ότι είναι δυνατή μια φιλολαϊκή αναδιανεμητική πολιτική εντός ευρωζώνης και εντός των ορίων που θέτει η διεθνοποίηση του κεφαλαίου και το ίδιο το ελληνικό κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του.

Η υπέρβαση αυτής της στρατηγικής και η ανάδυση μιας πειστικής πολιτικής αντιπρότασης, απαιτεί μεγάλη προσπάθεια σε συνθήκες δυσφήμησης της Αριστεράς και αποφασιστική ενίσχυση των κοινωνικών κινημάτων κατά του Μνημονίου.

Η πολιτική μας παρέμβαση σήμερα, παίρνει υπ’ όψη τα λάθη και τις αρνητικές εμπειρίες, δεν αποσκοπεί σε ένα πολιτικό κίνημα του τύπου ΣΥΡΙΖΑ 2 ή σε επανέκδοση σε καλύτερη μορφή μιας βερμπαλιστικής,αριστερίστικης και σεχταριστικής αριστεράς.

Δεν μας αρκεί η απλή επάνοδός μας στην Βουλή – κάτι απόλυτα αναγκαίο αλλά όχι επαρκές ως σχέδιο. Στόχος μας είναι η ανασύνθεση και επανίδρυση της αριστεράς της πατρίδας μας. Προτείνουμε ένα συνολικό πολιτικό και κυβερνητικό πρόγραμμα για να ανατρέψουμε τους ταξικούς συσχετισμούς, να δημιουργήσουμε τις πολιτικές και κοινωνικές προϋποθέσεις, ώστε να τεθεί με άλλους όρους και με πειστικότητα το ζήτημα της αριστερής διακυβέρνησης. Η παρέμβασή μας αποσκοπεί στην κατάκτηση πολιτικών νικών άμεσα και στην εδραίωση της πεποίθησης σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα ότι η ρήξη με την ευρωζώνη και το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό είναι και εφικτή αλλά και αναγκαία. Από αυτόν τον αγώνα θα προκύψει σε νέες βάσεις η αναγκαιότητα ενός δεύτερου και τώρα πραγματικού κύκλου αριστερής κυβερνητικής διεξόδου. Οι σωρευτικές επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών, τα νέα σκληρά μέτρα που προωθούνται, η αποσταθεροποίηση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η γενικότερη αδυναμία του αστικού πολιτικού συστήματος να εξεύρει μια πιο σταθερή λύση και να δώσει θετικές απαντήσεις στην κρίση, είναι καταστάσεις, οι οποίες μπορούν, με την άνοδο του κινήματος και με τη συνδρομή μεγάλων ενωτικών πρωτοβουλιών, να προκαλέσουν μεγάλες ανακατατάξεις και αλλαγή του πολιτικού σκηνικού, και κυρίως τη γρήγορη ωρίμανση μιας νέας πραγματικά εναλλακτικής πορείας για τη χώρα.

Είναι γεγονός ότι η μνημονιακή μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε ένα μεγάλο σοκ μέσα στην αριστερά, εξάπλωσε την απογοήτευση και την δυσαρέσκεια, κάτι που φάνηκε στις πρόσφατες εκλογές με τη μαζική αποχή αριστερών ψηφοφόρων. Η κατάσταση αυτή δεν πρέπει να οδηγήσει σε αδράνεια, σε ιδιώτευση και σε συμβιβασμό με τη μοιρολατρία. Ούτε φυσικά σε σπασμωδικές κινήσεις και σε αναχωρητισμό στο όνομα δήθεν πιο επαναστατικών πρακτικών, που οδηγούν σε απομάκρυνση από την κοινωνία και τα προβλήματά της. Η ανάγκη για ανατροπή των μνημονίων, η ριζοσπαστική αλλαγή, είναι επιτακτική για τη χώρα μας και αντικειμενικά αναζητά διέξοδο για την υλοποίησή της. Το κενό που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ στρεφόμενος στα μνημόνια και στο νεοφιλελευθερισμό, θα καλυφθεί με άλλους όρους, με άλλο τρόπο, από άλλες δυνάμεις.

Η ανατροπή στη χώρα μας θα γίνει από το ενωτικό εργατικό λαϊκό κίνημα, από την όσο το δυνατόν πιο συμπαραταγμένη αριστερά πρώτα απ' όλα στη βάση, και από ένα πλατύ πολιτικό κίνημα, στο οποίο φιλοδοξούμε να παίξει η ΛΑΕ τον πρωτοπόρο ρόλο.

Μακριά από μια αντίληψη αυτοματισμών και αίσθηση ευκολιών, με σκληρή προσπάθεια θα συμβάλλουμε στην επανίδρυση της αριστεράς, στην άνοδο του αγωνιστικού εργατικού λαϊκού κινήματος, στην αναπτέρωση της ελπίδας του κόσμου της εργασίας.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΥΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ

Το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα βρίσκεται σε βαθειά κρίση. Η μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ πολύ γρήγορα αποδείχτηκε ανεπαρκής για το σύστημα για να νομιμοποιηθούν οι μνημονιακές πολιτικές. Η συγκυβέρνηση περνά μια φάση έντονης αποσταθεροποίησης κυρίως λόγω της κοινωνικής πίεσης και της ανεξέλεγκτης όξυνσης των προβλημάτων με ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα (διεύρυνση κυβερνητικού σχήματος, οικουμενική κυβέρνηση ή ειδικού σκοπού, νέες εκλογές). Η ανισορροπία του αστικού πολιτικού συστήματος δεν είναι αποτέλεσμα μόνο των εσωτερικών του προβλημάτων, αλλά συνέπεια των τεκτονικών αλλαγών που προκάλεσε η διεθνής οικονομική κρίση και συνέπεια των πολιτικών των μνημονίων που δημιούργησαν βαθειές διαχωριστικές γραμμές μέσα στην κοινωνία και διέρρηξαν παραδοσιακές συμμαχίες της αστικής τάξης, κλονίζοντας το σύστημα κυριαρχίας της. Οι σκληρότατες αντιλαϊκές οικονομικές επιλογές που οδήγησαν σε μια θεαματική αναδιανομή εισοδημάτων και πλούτου σε όφελος του ελληνικού και ευρωπαϊκού κεφαλαίου, υπονόμευσαν την οικονομική και παραγωγική βάση στη χώρα μας και ενίσχυσαν την εξάρτησή της με όρους υποτέλειας στο ευρωενωσιακό και ειδικότερα το γερμανικό κατεστημένο. Το αστικό δικομματικό πολιτικό σύστημα που βασιζόταν στην εναλλαγή ΠΑΣΟΚ-ΝΔ τα τελευταία 40 χρόνια, αποδιαρθρώθηκε στη διάρκεια εφαρμογής των μνημονίων, από την πλημμυρίδα του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία παίρνει μόνιμο χαρακτήρα, υποκαθιστώντας την σοσιαλφιλελεύθερη διαχείριση, το πολιτικό σύστημα αναδιατάσσεται. Συγκροτείται ένας νέος δικομματισμός-διπολισμός μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ο οποίος είτε με όρους τεχνητής σύγκρουσης είτε με όρους συναίνεσης θα αναλάβει τα νέα καθήκοντα αναδιάρθρωσης του μνημονιακού καπιταλισμού στη χώρα μας. Η ΝΔ, παρά την εκλογή νέου αρχηγού της σε πιο περιορισμένη βάση, περνά τη δική της κρίση, πιο ανώδυνα σε σχέση με την καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ, ωστόσο αντιμετωπίζει στρατηγικά διλήμματα. Τα μικρότερα κόμματα διατηρούν ένα δορυφορικό ρόλο στα πλαίσια του διπολισμού. Η φασιστική ΧΑ επιχειρεί να διευρύνει την επιρροή της, επιζητώντας «νομιμοποίηση» του ρόλου της. Το ΚΚΕ παραμένει δέσμιο μιας πρακτικής φυγής προς το μέλλον – που δεν ενοχλεί το σύστημα – αρνούμενο να ασκήσει μια γραμμή ενότητας, συμμαχιών και πολιτικών παρεμβάσεων στο σήμερα.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αντιμετωπίζει ανυπέρβλητες δυσκολίες στην εφαρμογή των σκληρών–αντιλαϊκών πολιτικών του 3ου μνημονίου. Οι μαζικοί αγώνες των αγροτών, των επαγγελματιών–επιστημόνων και των εργαζομένων-συνταξιούχων μπορεί να αποδειχτούν καταλυτικοί όσον αφορά τη σταθερότητα και τη νομιμοποίησή της. Το προσφυγικό καθίσταται τεράστιο και δύσκολα διαχειρίσιμο πρόβλημα. Το ασφαλιστικό, το φορολογικό, το δημοσιονομικό, τα κόκκινα δάνεια και οι πλειστηριασμοί, το εργασιακό, θα αποτελέσουν γι αυτήν τα καυδιανά δίκρανα από τα οποία πρέπει να περάσει. Η κυβέρνηση προσδοκά να ξεπεράσει το κρίσιμο διάστημα του πρώτου εξαμήνου του 2016, χρονικό διάστημα το οποίο είναι το πιο κρίσιμο, λόγω του εμπροσθοβαρούς χαρακτήρα του 3ου μνημονίου. Φιλοδοξεί να δημιουργήσει με τη συνδρομή μιας καλύτερης διαχείρισης των ευρωπαϊκών κονδυλίων, με αναζήτηση ξένων επενδύσεων και ένα μεγάλο πρόγραμμα εκποίησης της δημόσιας περιουσίας ένα δικό της success story. Εναγωνίως επιζητεί την αξιολόγηση και επιχειρεί να επενδύσει πολιτικά σε μια επουσιώδη αλλαγή του «προφίλ» του χρέους, προσπάθεια που θα είναι μάταιη αφού θα απαιτηθούν νέοι δυσβάσταχτοι όροι.

Η κατάσταση στην οικονομία και στην κοινωνία, όσο και οι επιδιώξεις των δανειστών δεν επιτρέπουν την εξέλιξη θετικών σεναρίων για τη χώρα. Οι μνημονιακές πολιτικές είναι αυτές που προκαλούν τη ζημιά στην οικονομία και όσο αυτές διατηρούνται, δεν πρόκειται η χώρα να εισέλθει σε ένα κύκλο βιώσιμης ανάπτυξης. Η όποια αναιμική και άνεργη ανάπτυξη ακόμη και αν επιτευχθεί, δεν μπορεί να αλλάξει ουσιωδώς το κλίμα στην οικονομία και πολύ περισσότερο στην κοινωνία.

Συνεπώς το αίτημα για διαγραφή του χρέους, η κατάργηση των μνημονίων, οι μεγάλοι προοδευτικοί μετσαχηματισμοί στην παραγωγή, στην οικονομία και την κοινωνία, η καλά προετοιμασμένη και συγκροτημένη έξοδος από την ευρωζώνη είναι στόχοι που δεν καθίστανται έωλοι και ορφανοί αλλά παραμένουν στόχοι του κινήματος και της πραγματικά ριζοσπαστικής και ανατρεπτικής αριστεράς και συνιστούν τη συγκολλητική ουσία μια νέας αναγκαίας μεγάλης κοινωνικοπολιτικής λαϊκής συμμαχίας που μπορεί και πρέπει να αποκτήσει χαρακτήρα πλειοψηφικού αγωνιστικού και κινηματικού ρεύματος.

Η συμμαχία αυτή είναι επείγουσα ανάγκη να συγκροτείται από τα κάτω και από τα πάνω, να γίνει απαιτητική και πιεστική, να αποκτά πολιτική έκφραση και να εντάσσεται σε ένα εναλλακτικό σχέδιο. Το γεγονός ότι μέσα στο κοινοβούλιο δεν υπάρχει δύναμη που να μπορεί να παίξει ένα ηγεμονικό ρόλο στον αντιμνημονιακό αγώνα, δημιουργεί πολύ μεγαλύτερες υποχρεώσεις στη Λαϊκή Ενότητα, η οποία αν και εξωκοινοβουλευτικός φορέας θα πρέπει να λειτουργήσει με όρους ηγεμονικής αντιπολίτευσης, δημιουργώντας χώρο για κεντρικές πολιτικές παρεμβάσεις, θέτοντας φυσικά στην πρώτη γραμμή την ανάπτυξη ενός ρωμαλέου εργατικού λαϊκού κινήματος.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΠΟΡΕΙΑ

Η χώρα μας βιώνει επί 6 χρόνια τις οδυνηρές επιπτώσεις από τον Αρμαγεδδώνα των μνημονίων. Η οικονομική κρίση και η έξαρση των μεταναστευτικών ρευμάτων -συγχρόνως με την αδυναμία να βρεθούν ευρωπαϊκές λύσεις - οξύνουν τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες και δημιουργούν ένα δίδυμο εκρηκτικό πρόβλημα. Τα μνημόνια δεν είναι μια προσωρινή οικονομική επιλογή λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπισε η χώρα. Δεν είναι μια παρένθεση, αλλά ένα καθεστώς νεοφιλελεύθερης ακραίας διαχείρισης, που συνιστά ένα υπόδειγμα για το παρόν και το μέλλον. Πρόκειται για την γενική εκκαθάριση δικαιωμάτων των εργαζομένων και των μεσαίων στρωμάτων για να δημιουργηθεί ένα νέο μοντέλο άγριας καπιταλιστικής ανάπτυξης και αποκατάστασης της υψηλής κερδοφορίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Πρόκειται για στρατηγική μεταβολή, που συμπεριλαμβάνει την δραματική χειροτέρευση στην οικονομική και κοινωνική θέση των λαϊκών στρωμάτων, την θέσμιση της ξένης επιτροπείας και κηδεμονίας, την κατάργησης της λαϊκής κυριαρχίας και της δημοκρατίας.

Ο λαός δεν πρέπει να αποδεχτεί την κανονικότητα των μνημονίων. Καμία θετική εξέλιξη δεν μπορεί να προκύψει χωρίς την κατάργηση των μνημονίων και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της εσωτερικής υποτίμησης.

Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΜΝΗΜΟΝΙΟ – ΑΝΤΙΜΝΗΜΟΝΙΟ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΒΑΘΑΙΝΕΙ

Ο αντιμνημονιακός αγώνας παραμένει απόλυτα επίκαιρος και είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον αγώνα για την έξοδο από την ευρωζώνη και την πάλη για ένα εναλλακτικό σχέδιο ριζοσπαστικών αλλαγών .

Η χώρα μας έχει δεθεί ασφυκτικά με την ευθύνη των κυβερνήσεων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ μέσα στην ευρωζώνη και την ΕΕ, που έχουν εξελιχθεί σε δομές αφαίμαξης εισοδήματος και πλούτου και μηχανισμούς αναδιάρθρωσης της οικονομίας της χώρας σε ένα συμπληρωματικό και εξαρτημένο ρόλο στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας. Η χώρα δεν ωφελήθηκε από την ένταξη στην ευρωζώνη. Δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο αποδιάρθρωσης της παραγωγής. Η αρχική τεχνητή ώθηση, οδήγησε τελικά στο σοκ των μνημονίων και στην τεράστια ύφεση. Η Ελλάδα δεν μπορεί να επιζήσει υπό αυτούς τους όρους εντός του Ευρώ. Δεν μπορεί να ακολουθεί δεσμευτικά πολιτικές οι οποίες διαρκώς την αποδυναμώνουν.

Το κέλυφος πρέπει να σπάσει.

Η χώρα χρειάζεται ένα πολλαπλό σοκ μεγάλων προοδευτικών δομικών αλλαγών, που θα οδηγήσει σε επανεκκίνηση της οικονομίας, σε ένα μεγάλο ρεύμα δημοκρατικής συμμετοχής, σε μια μεγάλη συστράτευση για κοινωνική δικαιοσύνη, δουλειά για όλους, για κατάργηση της υποτέλειας με εθνική και λαϊκή κυριαρχία, για ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο σχέσεων της χώρας με την υπόλοιπη Ευρώπη.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ Ε.Ε. ΠΟΥ ΔΙΑΡΚΩΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟΠΟΙΕΙΤΑΙ, ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνέχεια η ευρωζώνη συγκροτήθηκαν κυρίως ως μια προσπάθεια του κεφαλαίου να δημιουργήσει μια διευρυμένη αγορά και ένα πλαίσιο που θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων σε βάρος των αμερικάνικων και ιαπωνικών, συμπιέζοντας τα δικαιώματα της εργασίας. Η εξέλιξη των πραγμάτων δείχνει όλο και περισσότερο ότι οι ολοκληρώσεις αυτές συνιστούν ένα εργαλείο ισχύος των ισχυρών κρατών, των τραπεζών και των πολυεθνικών, ώστε να υποβαθμίσουν την θέση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων και να περιορίζουν τον ρόλο των εθνικών κρατών, ιδιαίτερα αυτών του νότου και των πιο αδύναμων. Οι ανισότητες και οι αποκλίσεις διευρύνονται. Όλες οι μεγάλες στιγμές της ΕΕ, ιδιαίτερα την τελευταία 25ετία, συνιστούν βήματα προς μια συντηρητική οπισθοδρόμηση στη θεσμοποίηση του νεοφιλελευθερισμού, στη διασφάλιση μεγαλύτερης κερδοφορίας του κεφαλαίου σε βάρος της εργασίας, στο δραματικό περιορισμό της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας, στην πλήρη αποδόμηση των εργασιακών, εισοδηματικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Η δημοκρατία έχει πλήρως ευνουχιστεί. Η ευρωζώνη και οι μηχανισμοί των συμφώνων σταθερότητας που δημιουργήθηκαν στην πορεία, λειτουργούν ως μοχλοί απόλυτης πειθάρχησης των λαών στις επιδιώξεις του κεφαλαίου. Το σύστημα που έχει δημιουργηθεί στην ΕΕ δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί, αλλά πρέπει, κάτω από τον αγώνα των λαών, να ανατραπεί και να επαναθεμελιωθεί η ευρωπαϊκή πορεία σε εντελώς διαφορετικές βάσεις, διαμορφώνοντας ένα πλαίσιο νέων σχέσεων ισότιμης συνεργασίας με όλες τις χώρες της Ηπείρου. Είναι θετικό ότι διαμορφώνονται ρήγματα στη συναίνεση που είχε διασφαλίσει μέχρι πρότινος το ευρωπαϊκό κατεστημένο.

Η ριζοσπαστική και ανατρεπτική αριστερά στη χώρα μας, ενόσω παλεύει για την έξοδο από το ευρώ και τη σύγκρουση με την ΕΕ, ξεκαθαρίζει ότι είναι ενάντια στον εθνικισμό της δεξιάς και άκρας δεξιάς, τον οποίο αντιπαλεύει. και δηλώνει ότι την ίδια στιγμή συμμετέχει δραστήρια σε οποιαδήποτε κοινή πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία, η οποία θέτει υπό δημοκρατική αμφισβήτηση το νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα της ΕΕ και διεκδικεί να ανατρέψει τις δομές και τον νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα της περιφερειακής ολοκλήρωσης στο επίπεδο της Ευρώπης. Γνωρίζουμε ότι η μάχη για τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη και το σοσιαλισμό, ξεκινά από το επίπεδο της κάθε χώρας, αλλά στην πορεία απαιτούνται – χωρίς καμία λογική αναμονής και συγχρονισμού – και ευρύτερες ανατροπές στην περιοχή μας και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να προχωρήσει και να στεριώσει ο αγώνας του λαού μας για την ριζοσπαστική αλλαγή και τον σοσιαλισμό. Γι’ αυτό ο στόχος για μια δημοκρατική, προοδευτική και σοσιαλιστική Ευρώπη με την ανατροπή της ΕΕ είναι πάντα ενεργός και σημαντικός.


ΣΥΝΔΕΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΑΚΤΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Η αριστερά θέλει με τη δράση της να εκπροσωπήσει επάξια την εργατική τάξη και όλους τους εργαζόμενους, τα παλιά και νέα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, τη νεολαία, τις γυναίκες, το επιστημονικό δυναμικό, τους ανθρώπους του πνεύματος και του πολιτισμού. Η επαναστατική αριστερά έχει στο DNA της την ανατροπή, αλλά πρέπει να γνωρίζει να ασκεί και διακυβέρνηση μαζί με το λαό σε μια πορεία που φέρνει πιο κοντά την ανατροπή. Η αριστερά διεκδικεί την εξουσία ακόμη και αν δεν έχει διαμορφωθεί το έδαφος για επαναστατική αλλαγή, και επιχειρεί να συνδέσει τις ανάγκες της πάλης πάνω στα προβλήματα του σήμερα με τον στόχο του σοσιαλισμού.

Η αρνητική εξέλιξη με την κυβερνητική – μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να ασχολείται μόνο με το κίνημα και να συγκροτεί ένα πολιτικό υποκείμενο που θα λειτουργεί ως κόμμα διαμαρτυρίας. Προφανώς πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της διολίσθησης στον κυβερνητισμό ή της ενσωμάτωσης ή της αδυναμίας να κατανοήσει κάποιος ότι είναι άλλο πράγμα η κυβέρνηση και άλλο η εξουσία. Όμως δεν μπορεί η αριστερά παρά να θέτει, με την πολιτική και στρατηγική της και με όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικό και αποτελεσματικό τρόπο θέμα κυβέρνησης και εξουσίας με σοσιαλιστικό ορίζοντα μέσα από την πολιτική δράση.

Η πολιτική δράση της ριζοσπαστικής και ανατρεπτικής αριστεράς έχει αντιμονοπωλιακό και αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, αλλά δεν υπάρχει γενικά και αφηρημένα καπιταλισμός έξω και πέρα από τις μορφές αναπαραγωγής του. Συνεπώς η αντικαπιταλιστική πάλη δεν περιορίζεται μόνο στο επίπεδο της αναγκαίας ιδεολογικής ζύμωσης ή της καταγγελίας του καπιταλισμού, αλλά ενσωματώνεται στην καθημερινή πολιτική δράση, με στόχους οι οποίοι συνιστούν απλές ή πιο βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση με νεοφιλελεύθερες επιλογές σε μια διαρκή κίνηση προς το μέλλον. Κεντρικό μέλημα μιας ριζοσπαστικής ανατρεπτικής αριστεράς είναι να αναδιαμορφώνεται ο κοινωνικός και πολιτικός συσχετισμός σε όφελος των εργατικών στρωμάτων μέσα από την πλατειά συσπείρωση και πάλη τους. Να κερδίζεται συνεχώς νέος χώρος στον πόλεμο θέσεων, που θα φέρνει πιο κοντά τη διαδικασία της εξέγερσης και της ανατροπής του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού.

Το ΑΡ απορρίπτει τόσο την παραδοσιακή θεωρία των σταδίων, η οποία μεταθέτει την επικαιρότητα του σοσιαλισμού εντός της δομικής καπιταλιστικής κρίσης στις καλένδες, όσο και τη θεώρηση μιας αποκαλυπτικής άφιξης της αναγκαίας εργατικής/λαϊκής εξουσίας χωρίς ένα μεταβατικό πρόγραμμα το οποίο προκαλεί μια δυναμική ρήξης με το καπιταλιστικό σύστημα και κινητοποιεί τις λαϊκές τάξεις σε αντισυστημική κατεύθυνση.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

Το επίκαιρο σήμερα όχημα μιας ενωτικής αριστερής προσπάθειας είναι ένα αντιμνημονιακό μεταβατικό πρόγραμμα, που θα δίνει προοδευτική διέξοδο στη σημερινή κρίση, θα μπορεί να συγκροτήσει μια μεγάλη αγωνιστική κοινωνική συμμαχία της μισθωτής εργασίας, των μικρομεσαίων επαγγελματικών στρωμάτων, πολύ μικρών, μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της αγροτιάς, της προοδευτικής διανόησης, των ριζοσπαστικών και δημιουργικών δυνάμεων του πολιτισμού και της νεολαίας και θα διαμορφώνει έναν υπαρκτό δρόμο μετάβασης στο σοσιαλισμό. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι ένα πρόγραμμα που θα μπορεί να ανατρέψει τη μνημονιακή τάξη πραγμάτων και θα καταστήσει το σοσιαλισμό όχι μια βερμπαλιστική εκφώνηση και μια επαναστατική ρητορική που δεν απειλεί κανένα, ούτε την ακούει κανείς, αλλά χειροπιαστό ορατό δρόμο και νέα ιστορική προοπτική.

Κομβικά ζητήματα της προσπάθειάς μας είναι: η ανάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, η ικανότητα μιας νέας κυβέρνησης της αριστεράς να πάρει υπό τον έλεγχό της τις βασικές λειτουργίες της οικονομίας και να τις εντάξει σε ένα δημοκρατικό προγραμματισμό, η δυνατότητα να ασκηθεί ένα οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα που θα συγκρούεται με όρους δικαιοσύνης, αναδιανομής και αποτελεσματικότητας με το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, η δημιουργία ενός κινήματος υπεράσπισης της δημοκρατίας και πολιτιστικής αναγέννησης.

Μερικά από τα βασικά θεμελιώδη συστατικά μιας νέας προγραμματικής προσπάθειας θα πρέπει να είναι:

  • Η διαγραφή του του δημόσιου χρέους, μαζί με τη διαγραφή και τη γενναία ρύθμιση των ιδιωτικών χρεών, πρώτα απ' όλα των πιο αδύνατων στρωμάτων της κοινωνίας μας.

  • Η κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων.

  • Η εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών και ένας νέος αποκλειστικά αναπτυξιακός, παραγωγικός και κοινωνικός ρόλος τους.

  • Η εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση και ανασυγκρότηση των στρατηγικών δημόσιων επιχειρήσεων και ο τερματισμός των ιδιωτικοποιήσεων.

  • Ένα νέο απλό και δίκαιο φορολογικό σύστημα που θα καταργεί την φορολογική ασυλία των μεγάλων κερδών, των μεγάλων περιουσιών και των μεγάλων εισοδημάτων.

  • Η πλήρης επαναφορά των εργασιακών κατακτήσεων και των Ελεύθερων Συλλογικών Διαπραγματεύσεων. Ο τερματισμός της λιτότητας. Η στήριξη και ενίσχυση μισθών, συντάξεων και του κοινωνικού ασφαλιστικού συστήματος.

  • Ένα νέο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και παραγωγικού μετασχηματισμού, με έμφαση στο διπλασιασμό, τουλάχιστον, των δημοσίων επενδύσεων, την χορήγηση ισχυρής ρευστότητας με ευνοϊκότατους όρους και σχεδόν μηδενικά επιτόκια στην οικονομία, πρώτα απ' όλα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επιδίωξη θα είναι ο παραγωγικός μετασχηματισμός της οικονομίας με οικολογική διάσταση και με έμφαση στην πρωτογενή παραγωγή, στην βιομηχανία, στις νέες τεχνολογίες και τις πλέον σύγχρονες παραγωγικές υπηρεσίες, στην ενίσχυση των συνεταιριστικών μορφών σε όλους τους τομείς της οικονομίας.

Το οικονομικό αυτό πρόγραμμα συνοδεύεται από μεγάλες προοδευτικές τομές στο πολιτικό σύστημα, στη δημόσια διοίκηση, στη διεύρυνση της δημοκρατίας με μορφές άμεσης δημοκρατικής συμμετοχής, στην προώθηση μορφών εργατικού και κοινωνικού ελέγχου. Συνοδεύεται επίσης από την αναβάθμιση της παιδείας, της έρευνας, της δημόσιας υγείας, της κοινωνικής προστασίας, του πολιτισμού, με πρακτικές που ακυρώνουν την εμπορευματοποίηση των δημοσίων αγαθών.

Η αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος πρέπει να προωθείται, με ειρήνευση στην περιοχή, στη βάση του σεβασμού της σύμβασης της Γενεύης, χωρίς κλείσιμο συνόρων, με δεσμευτική αναλογική κατανομή στις χώρες της Ευρώπης, με ασφαλή διέλευση των προσφύγων, με εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαμονής τους σε ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας, με απομάκρυνση του ΝΑΤΟ και αποφυγή οιασδήποτε διαδικασίας στρατιωτικοποίησης του προβλήματος.

Η νέα πορεία της χώρας απαιτεί μια πολυδιάστατη ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική με την έξοδο από το ΝΑΤΟ, την κατάργηση των ξένων στρατιωτικών βάσεων, την απομάκρυνση από τη στρατιωτική συνεργασία με τους ιέρακες του Ισραήλ, την αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό, το σταμάτημα των πολεμικών επεμβάσεων και στην επιλογή μιας πορείας φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των λαών της περιοχής. Η ειδική αναβαθμισμένη στρατηγική σχέση συνεργασίας Ελλάδας-Ρωσίας ,χωρίς να έχουμε καμμία ψευδαίσθηση για τον χαρακτήρα της πολιτικής διακυβέρνησης της τελευταίας, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην διαμόρφωση και στήριξη μιας νέας εξωτερικής πολιτικής απαγκιστρωμένης από την δυτική ιμπεριαλιστική κηδεμονία.

Ένα πρόγραμμα μετάβασης αυτού του χαρακτήρα είναι αδύνατον να εφαρμοστεί χωρίς την κατάργηση των μνημονίων. Το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί επίσης να εφαρμοσθεί εντός της ευρωζώνης. Η Αριστερά δεν μπορεί να έχει φετίχ με τα νομίσματα. Το ευρώ, όμως, δεν είναι απλά και μόνο ένα νόμισμα, αλλά σκληρός νεοφιλελεύθερος μονόδρομος και δρόμος νεοαποικιοποίησης της χώρας μας. Το ευρώ αποτελεί το στρατηγικό σημείο συνένωσης των συμφερόντων του ελληνικού μεγαλοαστισμού με τα συμφέροντα του πολυεθνικού ευρωπαϊκού κεφαλαίου, πρώτα απ' όλα του χρηματιστικού, ενάντια στη μισθωτή εργασία και τα μικρομεσαία στρώματα. Η εφαρμογή ενός ριζοσπαστικού προγράμματος στη χώρα μας απαιτεί εθνικό νόμισμα, την απόκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, αλλά και της εθνικής κυριαρχίας και μιας ανεξάρτητης πολιτικής. Απαιτεί, ταυτόχρονα, τη σύγκρουση με την ΕΕ και τις επιλογές της. Αυτή η ΕΕ ως σκληρή νεοφιλελεύθερη συμμαχία υπό τη Γερμανική ηγεμονία δεν μεταρρυθμίζεται αλλά ανατρέπεται με κοινή πάλη των ευρωπαϊκών λαών.

Το μεταβατικό πρόγραμμα που προτείνουμε συνιστά μια άμεση, φιλολαϊκή και αναπτυξιακή διέξοδο από τη μνημονιακή καταστροφή. Τα ριζοσπαστικά μέτρα που περιέχει, όπως η στάση πληρωμών για τη διαγραφή του χέρους, η εθνικοποίηση των τραπεζών και η έξοδος από την ευρωζώνη, ισοδυναμούν βαθιά αμφισβήτηση από τις εργαζόμενες τάξεις του επικυρίαρχου ρόλου του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφάλαιο, τουν ιμπεριαλισμού και της εγχώρια κεφαλαιακής ολιγαρχίας, που βρίσκεται σε συνεργασία και συμμαχία μαζί τους. Είναι αυτονόητο, επομένως, ότι η προσπάθεια εφαρμογής των μέτρων αυτού του προγράμματος θα συναντήσει την αδυσσώπητη αντίδραση από την πλευρά τους, σε μια ιστορική αναμέτρηση, που θα κρίνει για μεγάλο διάστημα τις προοπτικές της χώρας και του λαϊκού μας κινήματος.

Σ' αυτή την αναμέτρηση, μια κυβέρνηση της μαχόμενης Αριστεράς θα έρθει αναπόφευκτα σε σύγκρουση με τις πολιτικές και τους θεσμούς της υπαρκτής, νεοφιλελεύθερης και απολυταρχικής Ε.Ε. Το δίλημμα εφαρμογή του μεταβατικού μας προγράμματος ή ακύρωσή του για την πάση θυσία παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. θα έρθει, αργά ή γρήγορα – και μάλλον γρήγορα – στην ημερήσια διάταξη και οφείλει να απαντηθεί με την έξοδο από την ΕΕ για την προώθηση των προγραμματικών μας δεσμεύσεων σε προοδευτικό και σοσιαλιστικό δρόμο. Την απάντηση οφείλει να τη δώσει ο ίδιος ο εργαζόμενος λαός, επιλέγοντας, με ελεύθερο δημοψήφισμα, την επιμονή στο ριζοσπαστικό μεταβατικό πρόγραμμα για την οικονομική ανόρθωση της χώρας και την υπεράσπιση της εθνικής-λαϊκής κυριαρχίας, με την έξοδο από την αντιδραστικής Ε.Ε. και όχι την ακύρωση της ριζοσπαστικής πορείας με την παραμονή στην Ε.Ε.

Φυσικά, το μεταβατικό μας πρόγραμμα και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός δεν μπορούν να σταθεροποιηθούν ούτε στο στενό πλαίσιο του εθνικού κράτους. Η αναγκαία έξοδος από την ευρωζώνη και η σύγκρουση και ρήξη με την Ε.Ε. δεν μπορεί να αποβεί βιώσιμη και νικηφόρα υπό το πρίσμα μιας λογικής εθνικής αυτάρκειας και περιχαράκωσης. Μια Ελλάδα ανυπότακτη, που θα μάχεται το ευρωσύστημα, θα γίνει καταλύτης ριζοσπαστικών ανακατατάξεων και ανατροπών, διευρύνοντας τις ρωγμές σε σειρά χωρών, οι οποίες έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται, ιδιαίτερα στην ευρωπαϊκή περιφέρεια. Αυτή η ανυπότακτη Ελλάδα θα βρει συμμάχους, στηρίγματα και εφεδρείες που θα θωρακίσουν τις μαχόμενες, αριστερές, πατριωτικές και λαϊκές δυνάμεις της χώρας μας και θα δημιουργήσουν προϋποθέσεις για ανατρεπτικές εξελίξεις προς μια άλλη Ευρώπη, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής χειραφέτησης, οικοδομημένη στη βάση μιας ισότιμης συνεργασίας κυρίαρχων κρατών.




ΛΑ.Ε., ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ




Το αριστερό ρεύμα βρίσκεται σε μια νέα φάση της πολύχρονης αγωνιστικής δράσης του. Κεντρικός στόχος των στελεχών και μελών του είναι να αποτελέσουμε έναν βασικό πυλώνα στήριξης και ανάπτυξης της ΛΑΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ, του πολιτικού μετώπου που αποτελεί σήμερα την κύρια έκφραση ριζοσπαστικοποίησης και συσπείρωσης των αντιμνημονιακών δυνάμεων και επιδιώκουμε να καταστεί ο φορέας της ριζοσπαστικής ανατροπής στη χώρα μας με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό.

Επιδιώκουμε, μέσα από την ΛΑΕ, να εκπροσωπηθούν πλατειά όλες οι δυνάμεις που αντιπαλεύουν τα μνημόνια, αριστερές, πατριωτικές και διεθνιστικές, προοδευτικές και δημοκρατικές, οι οποίες αγωνίζονται για την επιβίωση του λαού μέσα στη κρίση, παλεύουν για κοινωνική δικαιοσύνη και κατάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Επιδιώκουμε επίσης η ΛΑΕ να συνεργαστεί σε ένα μεγάλο μέτωπο με όλες τις δυνάμεις της αριστεράς, αλλά και ευρύτερες αντιμνημονικές δυνάμεις, οι οποίες δεν εντάσσονται στην Λαϊκή Ενότητα, δεν συμφωνούν σε όλα μαζί μας, αλλά επιθυμούν να συμβάλουν σε μια αποτελεσματική πορεία ανατροπής των μνημονίων και ριζοσπαστικής αλλαγής.

Θα εργαστούμε ενωτικά και συντροφικά μαζί με τις άλλες συγκροτημένες δυνάμεις και τους αγωνιστές/στριες που εντάχθηκαν μεμονωμένα ή πρόκειται να ενταχθούν από εδώ και πέρα στη ΛΑΕ, ώστε να διευρύνει την επιρροή της και να καταξιωθεί ο σημαντικός της ρόλος στην ελληνική κοινωνία και να διεκδικήσει το δυνατόν ταχύτερα την κυβερνητική και την πραγματική εξουσία μαζί με τους εργαζόμενους και το λαό .

Συγκροτούμαστε ως πολιτική οργάνωση όχι για να διαχωρισθούμε από τη ΛΑΕ, αλλά για να την βοηθήσουμε πιο ουσιαστικά στο έργο της, αφού σε κάθε περίπτωση η μαζική πολιτική δράση μας περνά μέσα από τη δράση της Λαϊκής Ενότητας. Η συγκρότησή μας δεν έχει καμία επιδίωξη ανταγωνισμού με τις άλλες συνιστώσες της ΛΑΕ, αλλά αντιθέτως στοχεύει να αποκτήσει ουσιαστικό, προωθητικό και δημιουργικό περιεχόμενο η συσπείρωση διαφορετικών δυνάμεων στο νέο πολιτικό μας εγχείρημα.







Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Οι δυνάμεις που συγκροτούν το Αριστερό Ρεύμα έχουν μια πολύχρονη διαδρομή μέσα από το κομμουνιστικό αριστερό κίνημα, τους ταξικούς αγώνες και την προσπάθεια αναθεμελίωσης και αναγέννησης της κομμουνιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς.

Το Αριστερό ρεύμα αποτέλεσε τη βασική δύναμη για τον μετασχηματισμό του ΣΥΝ σε δύναμη της ριζοσπαστικής αριστεράς, για την προώθηση της ενότητας όλου του χώρου της ριζοσπαστικής αριστεράς μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, για τη γείωσή του με τους στόχους του ταξικού εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και εν γένει του μαζικού κινήματος.

Το Αριστερό Ρεύμα μαζί με τις δυνάμεις που συγκροτήσαμε στη συνέχεια την Αριστερή Πλατφόρμα συμβάλλαμε ουσιαστικά μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να γίνεται πιο αιχμηρός ο προγραμματικός του λόγος, να τίθενται σε πρώτη προτεραιότητα τα μεγάλα αιτήματα των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, να προωθείται ο στόχος για κοινή δράση της αριστεράς, να αποκτά ρεαλισμό το αίτημα για συγκρότηση κυβέρνησης της αριστεράς, η οποία θα τηρήσει με συνέπεια τις δεσμεύσεις της.

Πρωτοστατήσαμε μαζί με άλλους συντρόφους, στα συνδικάτα, στα λαϊκά προβλήματα, στις ευρωπορείες, στις κινητοποιήσεις του παγκόσμιου, του ευρωπαϊκού και του ελληνικού κοινωνικού φόρουμ που συνετέλεσαν στην διαμόρφωση ενός νέου κινηματικού ριζοσπαστισμού που μετασχηματίστηκε και σε πολιτικό ριζοσπαστισμό και δημιούργησε τη βάση για την διεύρυνση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ.

Υπογραμμίζαμε με έμφαση τις διαφορετικές μας απόψεις σε όλα τα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ πάνω σε κρίσιμα προγραμματικά και πολιτικά ζητήματα, όπως αυτά της ευρωζώνης και της ΕΕ, σε θέματα συμμαχιών με πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ που όχι μόνο δεν είχαν αγωνιστική διαδρομή, αλλά αντιθέτως στήριξαν επανειλημμένα τα μνημόνια, σε ζητήματα δημοκρατίας στη λήψη των αποφάσεων και σε λειτουργίες που θα εξασφάλιζαν τη συλλογικότητα σε αντιπαράθεση με τον παραγοντισμό και τον αρχηγισμό .

Με την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας επιδιώξαμε την εφαρμογή του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε μια δύσκολη περίοδο, όπου δεν ήταν εύκολη υπόθεση η δημόσια διαφωνία σε μια νέα κυβέρνηση που είχε νωπή τη λαϊκή εντολή. Μολαταύτα διαφωνήσαμε στην εκλογή του Π. Παυλόπουλου στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, διατυπώσαμε δημόσια την ριζική αντίθεσή μας στη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη, προωθούσαμε, τη διαφορετική μας στρατηγική και στο κόμμα και στο Υπουργικό συμβούλιο σε όλη την πορεία των διαπραγματεύσεων, δημιουργώντας μάλιστα ευρύτερες συσπειρώσεις μέσα στα κομματικά όργανα.

Είναι γνωστή η διαφορετική προσέγγισή μας για τα ζητήματα της Ε.Ε. και της ένταξής μας στην ευρωζώνη από την περίοδο του ΣΥΝ (με κορύφωση το Μάαστριχτ, το σχέδιο ΑΝΑΝ, τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία). Οι θέσεις μας για την Ε.Ε. και κυρίως για την έξοδό μας από την ευρωζώνη, σημείο αιχμής της διαφορετικής μας προσέγγισης, κατατέθηκαν με πληρότητα και στο ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα. Στη βάση αυτής της προσέγγισής μας, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση, έγκαιρα καταθέσαμε την απόλυτη διαφωνία μας με τον ανιστόρητο και ιδεοληπτικό τρόπο που παρουσιαζόταν το μύθευμα της δυνατότητας να αλλάξουν - και μάλιστα χωρίς ρήξεις - τα δεδομένα μέσα στην Ευρωζώνη, και τη συναφή εκδοχή της ευκολίας των διαπραγματεύσεων, εκτίμηση που κατέληξε στην καταστροφική διαπραγματευτική τακτική της καθυστέρησης και της “δημιουργικής ασάφειας”. Η επιλογή αυτή που ήταν συνειδητή θέση και στάση για την ΕΕ, της ομάδας περί τον Α. Τσίπρα, οδήγησε στην παντελή έλλειψη ουσιώδους προετοιμασίας για ρήξη με τους δανειστές, για έγκαιρη διακοπή πληρωμών όσον αφορά το χρέος, και έξοδο από την ευρωζώνη στην περίπτωση που αδυνατούσε να εφαρμοστεί το πρόγραμμα της αριστεράς, θέση που απόλυτα επιβεβαιώθηκε από την εξέλιξη των πραγμάτων και τη μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ.

Το γεγονός ότι η στενή ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλέξη Τσίπρα, παρακάμπτοντας τα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία τελικά και αγνόησε, διαμόρφωσε το έδαφος και τελικά επέλεξε να εγκαταλείψει το πρόγραμμα της αριστεράς και να υιοθετήσει το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα του αντιπάλου, είναι ένα μεγάλο πλήγμα για τον κόσμο της αριστεράς, συνιστά μια οπισθοδρόμηση του αριστερού κινήματος, με πανευρωπαϊκές τουλάχιστον διαστάσεις, ενώ δίνει άλλοθι στις μνημονιακές επιλογές του παλιού αστικού πολιτικού συστήματος, ενισχύοντας την άποψη, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση πέρα από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Ωστόσο, και παρότι η τελευταία αρνητική εικόνα επισκιάζει την προηγούμενη θετική πορεία, εντούτοις δε μηδενίζεται η τεράστια προσπάθεια των απλών αριστερών ανθρώπων και η δική μας να δημιουργηθεί ένα μεγάλο ρεύμα αντίστασης και πάλης που μετεξελίχθηκε σε δύναμη κυβερνητικής λύσης και δημιούργησε πολλές προσδοκίες στον κόσμο της εργασίας. Αυτό εμπεδώνεται όλο και περισσότερο, όσο συνεχίζεται η εφαρμογή και του τρίτου μνημονίου και αναδεικνύονται οι καταστροφικές του συνέπειες που οδηγούν τη χώρα και κυρίως τα λαϊκά στρώματα σε συνεχιζόμενη εξαθλίωση χωρίς προοπτική ανάκαμψης. Η ζωήθα δώσει πιο οριστικές απαντήσεις, ωστόσο η εμπειρία μας δείχνει ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε η ριζοσπαστική αριστερά και το μέτωπο του ΟΧΙ, που συγκροτήθηκε στο δημοψήφισμα μέσα σε μια σκληρή και ταξικού χαρακτήρα αντιπαράθεση και αγκαλιάστηκε από το 62% των ψηφισάντων, να δρομολογήσει μια άλλη πορεία για τη χώρα. Σε κάθε περίπτωση αυτή η παρακαταθήκη δεν τελείωσε. Θα είναι παρούσα στους μελλοντικούς αγώνες.

Εμείς δώσαμε την μάχη μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να πετύχουμε την υλοποίηση του ριζοσπαστικού σχεδίου μας. Συνεπείς στις αρχές και τους στόχους μας διαχωρίσαμε τη θέση μας μόλις ο Αλ. Τσίπρας συνθηκολόγησε, συνομολογώντας μνημόνιο και αντιπαλέψαμε ενεργά την ψήφιση του 3ου μνημονίου. Το ίδιο έκαναν και άλλοι σύντροφοί μας. Βιώσαμε μια τραυματική εμπειρία και πρέπει να εξετάσουμε αυτοκριτικά τη στάση μας για το αν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι περισσότερο, για να αλλάξουμε την φορά των πραγμάτων. Ωστόσο η πορεία μας μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μας δημιουργεί ενοχές, διότι παλέψαμε με αποφασιστικότητα και ανιδιοτέλεια με βάση τις αξίες και τις πολιτικές μας θέσεις. Θεωρούμε θετικό το ότι συμμετείχαμε στη διαμόρφωση ενός μεγάλου ριζοσπαστικού κινήματος, διότι συμμετείχαμε ενεργά σε ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας και ενδιαφέροντος, που η επίδρασή του δεν θα σβηστεί από την ηχηρή και ταπεινωτική συνθηκολόγηση μιας ηγεσίας, η οποία αποδείχτηκε πολύ κατώτερη των περιστάσεων και χρεώνεται την αποκλειστική ευθύνη για την τραγική διάψευση των ελπίδων και των προσδοκιών του κόσμου της αριστεράς, αλλά και σημαντικού μέρους της ελληνικής κοινωνίας, που για πρώτη φορά έκανε την υπέρβαση και της έδωσε την εμπιστοσύνη του.




ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΡΕΥΜΑ ΚΑΙ ΝΕΟΛΑΙΑ

Χωρίς ένα μαζικό πολιτικό κίνημα νεολαίας, καμία ανατροπή με προοδευτικό πρόσημο δεν μπορεί να είναι εφικτή. Άλλωστε, ιστορικά, η νεολαία είναι αυτή που πολλές φορές πρωτοστάτησε σε κρίσιμους αγώνες τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς. Είναι ωστόσο γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα και γενικότερα τα τελευταία χρόνια, δεν έχει εκδηλωθεί μία μεγάλη αντίδραση από πλευράς νεολαίας, με σημαντικές φυσικά εξαιρέσεις (άρθρο 16, Δεκέμβρης 2008, πλατείες 2011 κλπ).

Η εξέλιξη αυτή μπορεί να ερμηνευθεί με ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες. Αρχικά, η εδραίωση του νεοφιλελευθερισμού από τη δεκαετία του 1970 και μετά, κατέστησε κυρίαρχες μία σειρά από αρχές – ανταγωνιστικότητα, ατομικισμός, καταναλωτισμός, “το τέλος της Ιστορίας” και των “μεγάλων αφηγήσεων” – εχθρικές προς την ιδέα της οργάνωσης και συστράτευσης της νεολαίας στην Αριστερά. Παράλληλα, την ίδια εποχή, η Αριστερά βιώνει τη δική της υποχώρηση (κατάρρευση του “υπαρκτού” σοσιαλισμού) και αδυνατεί να εμπνεύσει με τα δικά της προτάγματα, ενώ λόγω και των παραπάνω σημειώνεται -με εξαιρέσεις φυσικά- μία συνολική κάμψη των συλλογικών διεκδικήσεων και συλλογικών νικών.

Ωστόσο, θα εθελοτυφλούσαμε, αν δεν αναγνωρίζαμε ότι πέρα από τους παραπάνω παράγοντες, υπάρχουν μία σειρά από λόγοι που αφορούν τη δική μας οργάνωση. Είναι γεγονός ότι ακόμα και την εποχή τις εκλογικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ, η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ (και προγενέστερα η νεολαία ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ) δεν κατάφερε να συσπειρώσει πλατιά τμήματα της νεολαίας, αλλά ούτε και να πολιτικοποιήσει σε βάθος τα υπάρχοντα μέλη της.

Ένας από τους βασικούς λόγους για το περιορισμένο μέγεθος αλλά και τη φτωχή πολιτική δουλειά της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι αυτή αντιμετωπιζόταν και από το Κόμμα ως ένα πεδίο εσω-τασικών συσχετισμών, με αποτέλεσμα η ενδοκομματική σύγκρουση να αποκτά δυσανάλογη ένταση στο εσωτερικό της νεολαιίστικης Οργάνωσης, μονοπωλώντας πολλές φορές της εσωτερική της λειτουργία. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Νεολαία δεν έχει να επιδείξει θετικά δείγματα γραφής. τόσο όσον αφορά την κινηματική της δράση, όσο και την παρέμβασή της εντός ΣΥΡΙΖΑ, αφού οι θέσεις της κατά κύριο λόγο ήταν πιο ριζοσπαστικές από αυτές του κόμματος.

Η παραπάνω κριτική ισχύει και για το ίδιο το Αριστερό Ρεύμα, που στην ήδη μικρή οργάνωση της Νεολαίας η παρέμβασή του ήταν διαχρονικά περιορισμένη. Εξαίρεση αποτελεί η πρώτη περίοδος συγκρότησης της Νεολαίας Συνασπισμού-ΕΑΝ, χωρίς ωστόσο κατόπιν να δοθεί η απαραίτητη συνέχεια. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να αποτελέσει τροφή για σκέψη όσον αφορά το παρόν και το μέλλον του ΑΡ, αναζητώντας τους λόγους εκείνους για τους οποίους δεν καταβάλαμε τις απαραίτητες οργανωτικές και ιδεολογικοπολιτικές προσπάθειες για να προσελκύσουμε στις γραμμές μας νέους και νέες. Στα θετικά της παρέμβασής μας στη Νεολαία, οφείλουμε να καταλογίσουμε το γεγονός ότι μέσα στο κλίμα που περιγράφηκε παραπάνω το Αριστερό Ρεύμα Νεολαίας αποτέλεσε σταθερά έναν παράγοντα πολιτικοποίησης και ριζοσπαστικοποίησης της λειτουργίας και των θέσεων της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω οφείλουμε να οργανώσουμε σήμερα την παρέμβασή μας στη νεολαία μέσω της Λαϊκής Ενότητας. Είναι παραπάνω από σαφές ότι οι νέες γενιές δεν θα έχουν κανένα μέλλον, αν δεν ανατραπεί το μνημονιακό κατεστημένο. Αυτό σημαίνει δύο βασικά καθήκοντα για εμάς: πρώτον, να δομήσουμε το πρόγραμμά μας, δηλαδή την εναλλακτική πρόταση για έξοδο από το ευρώ, με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορέσει να απαντήσει στις ανάγκες της νέας γενιάς, δίνοντας λύση στο μείζον πρόβλημα που είναι η ανεργία και η μετανάστευση, και δεύτερον, με άξονα την πρόταση αυτή, να παρέμβουμε στους κοινωνικούς χώρους όπου ζουν και εργάζονται οι νέοι και οι νέες, εμπνέοντάς τους και εντάσσοντάς τους σε μια μεγάλη συλλογική προσπάθεια και ένα στρατηγικό συλλογικό όραμα.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΛΑΤΥ ΜΑΧΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Οι σύγχρονες κοινωνίες, η εργατική τάξη, τα καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα και ιδιαίτερα οι νέοι άνθρωποι, έχουν ανάγκη από μια νέα αφήγηση μιας πιο δίκαιας κοινωνίας, των απελευθερωτικών οραμάτων, την ελπίδα ότι οι κοινωνικές σχέσεις δεν είναι οριστικά διαμορφωμένες σε ένα πλαίσιο εκμετάλλευσης, δραματικών εισοδηματικών ανισοτήτων, ανισοτιμίας των πολιτών, έκπτωσης και παρακμής αξιών. Τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας έχουν ως αφετηρία τις καπιταλιστικές σχέσεις, τη βασική αντίθεση κεφαλαίου εργασίας, αλλά περιπλέκονται με άλλες νέες και παλιές αντιθέσεις.

Τα μεγάλα οράματα δεν έρχονται από τον ουρανό ως έτοιμες λύσεις. Οικοδομούνται μέσα από τις προσπάθειες και τις μάχες να αντιμετωπιστούν τα σημερινά υπαρκτά προβλήματα που βιώνουν ο λαός και η νεολαία.

Κεντρικό ζήτημα για την επόμενη περίοδο είναι η ανατροπή των μνημονίων και η αντιμετώπιση των προβλημάτων επιβίωσης του λαού μας, η χάραξη μιας πορείας ριζοσπαστικής αλλαγής για τη χώρα μας με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό και η πρόκληση τεκτονικών αλλαγών στην Ευρώπη.

Η κατάκτηση αυτών των στόχων προϋποθέτει την ύπαρξη των κοινωνικών υποκειμένων που θα συμβάλουν στις μεγάλες αυτές αλλαγές. Η ανάπτυξη ενός νέου μαζικού, δημοκρατικού, ταξικά προσανατολισμένου ρεύματος ανατροπής, μια συμμαχία των λαϊκών στρωμάτων, που θα συγκροτεί μια νέα κοινωνική πλειοψηφία ανατροπής και θα αναζητήσει και στη πορεία και κυβερνητική εκπροσώπηση, είναι ο θεμελιώδης άμεσος μας στόχος μας στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.

Απαιτείται μια διπλή προσπάθεια στο κοινωνικό και στο πολιτικό επίπεδο, η οποία θα κινείται ταυτόχρονα και στις δύο αυτές τεμνόμενες κατευθύνσεις.

Η ΛΑΕ χρειάζεται να αποκτήσει ηγεμονικό ρόλο στη συγκρότηση ενός δημοκρατικού αντιμνημονιακού μετώπου που θα οδηγεί στην ανατροπή. Στα πλαίσια αυτά η ΛΑΕ θα επιδιώξει την κοινή δράση, τη συνεργασία και τη συμπαράταξη σε ένα κοινό πρόγραμμα ανατροπής όλων των δυνάμεων της αριστεράς, ακόμη και αυτών που σήμερα αρνούνται αυτές τις ενωτικές κατευθύνσεις. Σε συνθήκες οικονομικής παρακμής και κοινωνικής εξαθλίωσης θεωρούμε αδιανόητη την έλλειψη κοινής δράσης και συνεργασίας όλων των χώρων της αριστεράς. Η συγκρότηση ενός φόρουμ διαλόγου των δυνάμεων της αριστεράς θα βοηθήσει στην υλοποίηση αυτής της κατεύθυνσης.

Ταυτόχρονα η ΛΑΕ χρειάζεται να αναλάβει πρωτοβουλίες για την προσέλκυση στο αντιμνημονιακό μέτωπο των ευρύτερων δυνατών προοδευτικών, δημοκρατικών και πατριωτικών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στη βάση ενός προγράμματος ακύρωσης των μνημονίων και εξόδου από την ευρωζώνη και το οποίο θα συμπεριλαμβάνει, μεταξύ των πολλών άλλων, τη διαγραφή του δημόσιου χρέους, μια γενναία σεισάχθεια στα ιδιωτικά χρέη, την εθνικοποίηση των τραπεζών κλπ.

Συμβολικά θα λέγαμε ότι ένα σύγχρονο μέτωπο τύπου ΕΑΜ, με πολύ πιο βαθιά κοινωνικοταξικά χαρακτηριστικά, γίνεται αναγκαίο στις σημερινές περιστάσεις και με επίκαιρους όρους και το οποίο θα έχει βγάλει συμπεράσματα για να μην επαναληφθούν στη νικηφόρα πορεία του απαράδεκτες συμφωνίες σαν αυτές που έγιναν στο παρελθόν.

Αντίστοιχες πρωτοβουλίες πρέπει ταυτόχρονα να αναληφθούν από σύγχρονες ταξικού προσανατολισμού δυνάμεις μέσα στο μαζικό, και ιδίως στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, με στόχο να αλλάξουν οι συσχετισμοί σε όλη την κλίμακά του, σε όφελος του αυτόνομου ταξικού και διεκδικητικού ρεύματος, με στόχο να δημιουργηθεί ένα κέντρο αγώνα και ένας συντονισμός των από κάτω, ο οποίος, χωρίς διάσπαση των συνδικάτων, θα επιχειρεί να υπερβεί τα προβλήματα που προκαλεί η συμβιβασμένη και παραδομένη πλειοψηφία της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, ο ταξικά συμβιβασμένος αλλά και ο δογματικά αντιενωτικός συνδικαλισμός.

Δεν υποτιμάμε καθόλου τα σοβαρά προβλήματα που έχει προκαλέσει η υπαναχώρηση και η μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε τα προβλήματα οργάνωσης και ταξικού προσανατολισμού των κινημάτων. Όμως η ίδια η ζωή αποδεικνύει ότι μπορεί να αναπτύσσονται μεγάλα κινήματα και να δημιουργούνται τεράστιας εμβέλειας γεγονότα, όπως είναι αυτά των πρόσφατων κινητοποιήσεων, τα οποία εκδηλώνονται σε ελάχιστο χρόνο μετά τις εκλογές, δημιουργώντας έτσι έναν πολύ πυκνό πολιτικό χρόνο, ρευστότητα και αποσταθεροποίηση στο πολιτικό σκηνικό.

Το εργατικό και ευρύτερα το λαϊκό κίνημα πρέπει να ισχυροποιηθεί και να παίξει τον καθοριστικό του ρόλο. Να αναπτυχθεί στο επίπεδο γειτονιάς, στους χώρους εργασίας, στους κλάδους και σε κεντρικό επίπεδο, να αποκτήσει μαζικότητα, επιμονή και ευρύτερο προσανατολισμό για την ανασυγκρότηση της χώρας και με νέα ζωογόνα προοδευτική και σοσιαλιστική προοπτική, η οποία θα υπερβαίνει τα προβλήματα, πολιτικά και οικονομικά, που έσπρωξαν τα σοσιαλιστικά πειράματα στην στρέβλωση, την αποτυχία και την κατάρρευση.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η παρέμβαση της εργατικής τάξης, η παρέμβαση της νεολαίας μέσα στο κίνημα, με βάση τα οξύτατα προβλήματα της νέας γενιάς στην εργασία, στη μόρφωση, στον πολιτισμό και την ποιότητα ζωής, αλλά και στη συγκρότηση του πολιτικού μας φορέα ώστε να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική, έμπνευση, επαναστατική ζωντάνια και καινοτομία.

ΛΑΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ


Στάσεις εργασίας στο MEGA από ΕΣΗΕΑ και ΕΤΙΤΑ

Πέμπτη, 05/05/2016 - 15:04
Σε νέες στάσεις εργασίας προχώρησαν σήμερα από τις 6.00 μέχρι τις 10.00 το πρωί οι εργαζόμενοι στην τηλεόραση του «Mega», διεκδικώντας την καταβολή δεδουλευμένων τους.

Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από χθες Τετάρτη με στάση εργασίας από τις 18.00 έως τις 22.00 το βράδυ, ενώ στάση εργασίας έχει προγραμματιστεί και για την Παρασκευή από τις 12.00 έως τις 16.00.

Οι στάσεις με την ίδια σειρά (σε βραδινή, πρωινή και μεσημεριανή ζώνη) θα γίνουν και τις τρεις επόμενες ημέρες (αντίστοιχα Σάββατο, Κυριακή και Δευτέρα), ενώ έχει οριστεί συνάντηση των εργαζομένων την ερχόμενη Δευτέρα το μεσημέρι για να αποφασίσουν τις επόμενες κινήσεις τους.

Στην προκήρυξη 4ωρης στάσης εργασίας, από τις 6 το απόγευμα μέχρι τις 10 το βράδυ, προχώρησε την Τετάρτη 4 Μαΐου η ΕΤΙΤΑ (Ένωση Τεχνικών Ιδιωτικής Τηλεόρασης Αττικής), με αίτημα την καταβολή και εξόφληση των δεδουλευμένων.

Από την πλευρά της, η ΕΣΗΕΑ αποφάσισε να προχωρήσει στην κήρυξη κυλιόμενων στάσεων εργασίας των δημοσιογράφων στο MEGA και αλλά στην ιστοσελίδα «megatv.com»

Οι στάσεις εργασίας πραγματοποιούνται έπειτα από την αθέτηση της δέσμευσης της εργοδοσίας να καταβάλει τις οφειλόμενες αποδοχές προς τους συναδέλφους δημοσιογράφους του β’ 15νθημέρου Μαρτίου 2016, των αποδοχών του μηνός Απριλίου 2016, καθώς και την ελλιπή πληροφόρηση των εργαζομένων, γεγονός το οποίο δημιουργεί κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας.

Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ ζητεί:

  • Την άμεση καταβολή όλων των οφειλομένων αποδοχών προς τους συναδέλφους δημοσιογράφους.
  • Την άμεση ενημέρωση όλων των εργαζομένων επί των προβλημάτων που αφορούν στη λειτουργία του Τ/Σ.





ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: ΤΣΙΠΡΑΣ, ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ, ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΣΥΜΠΛΕΟΥΝ, ΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΥΡΩ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Πέμπτη, 05/05/2016 - 14:00

Ο Παναγ. Λαφαζάνης, επικεφαλής της ΛΑ.Ε, αναφερόμενος στις δηλώσεις του Κυρ. Μητσοτάκη και του Ποταμιού σε σχέση με την αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας για το νόμισμα, έκανε την παρακάτω δήλωση:

“Είναι τόση και τέτοια η δογματική και τυφλή ευρω-πληξία του Κυρ. Μητσοτάκη και του συμπλέοντος “Ποταμιού”, ώστε ακόμα και μια αυτονόητη δήλωση του Προέδρου της Δημοκρατίας για το νόμισμα, να τους προκαλεί φρίκη, πανικό και εφιάλτες, παρ' ότι γνωρίζουν ότι ο Προκόπης Παυλόπουλος είναι αμετάθετα προσηλωμένος στο ευρώ.

Είναι τέτοια η έκταση που παίρνουν τα λαϊκά αισθήματα κατά του ευρώ και της ευρωζώνης, ώστε οι θιασώτες του μεταμφιεσμένου μάρκου, που ονομάζεται ευρώ, να έχουν χάσει την ψυχραιμία τους και να καταφεύγουν σε παράλογες και υστερικές αντιδράσεις.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης και ο Στ. Θεοδωράκης είναι μνημονιακά συνεταιράκια με τον Αλ. Τσίπρα, ο οποίος, στο όνομα της παραμονής της χώρας στο ευρώ, είναι έτοιμος να υπογράψει ένα επιπλέον μνημονιακό πακέτο εξόντωσης του λαού και χαριστικής βολής στον τόπο.

Είναι τραγικό ότι όλοι μαζί στη μνημονιακή πολιτική τάξη επιβεβαιώνουν για άλλη μια φορά ότι υπηρετούν τυφλά τα συμφέροντα του ευρώ και της γερμανικής ευρωζώνης στην Ελλάδα, γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, τον οποίο καταδικάζουν, για χάρη του ευρώ και της χρηματιστικής ολιγαρχίας, στη φτώχεια και την εξαθλίωση.

Μόνη λύση για τη χώρα η δημοκρατική αντιμνημονιακή ανατροπή, η έξοδος από την ευρωζώνη, η διαγραφή του δημόσιου χρέους, η γενναία σεισάχθεια και ρύθμιση των ιδιωτικών χρεών, η εθνικοποίηση των τραπεζών και ένα ριζοσπαστικό προοδευτικό πρόγραμμα”.

Π.Αντωνόπουλος: Δεν «διεγείρουμε», αλλά καλούμε τους πρόσφυγες σε κοινό αγώνα (Βίντεο)

Πέμπτη, 05/05/2016 - 12:00
Παύλος Αντωνόπουλος: Δεν «διεγείρουμε», αλλά καλούμε τους πρόσφυγες σε κοινό αγώνα για τα δικαιώματά μας

«Την υποχρέωσή μας να εκφράσουμε με κάθε τρόπο έμπρακτα την αλληλεγγύη μας στους πρόσφυγες, το Λιμενικό, οι δικαστικές αρχές και η κυβέρνηση τη θεωρούν αδίκημα» δήλωσε στην εκπομπή Ράδιο Παντιέρα,την Τετάρτη 4 Μαΐου, ο Παύλος Αντωνόπουλος, μέλος του Δ.Σ. της Ε΄ ΕΛΜΕ Αθήνας και του Δ.Σ. του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ, με αφορμή τηνπρόσφατη κλήση του σε προκαταρκτική εξέταση από την ασφάλεια του Λιμενικού με βάση εισαγγελική παραγγελία. Κι όλα αυτά, για μια ανακοίνωση στην αγγλική γλώσσα που μοιράστηκε στους πρόσφυγες του Πειραιά από τον Συντονισμό για το προσφυγικό-μεταναστευτικό.

«Αποτελεί ποιοτική αλλαγή η στάση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και του κράτους απέναντι σε συλλογικότητες και αλληλέγγυους καθώς επιλέγεται απροκάλυπτα ο δρόμος της τρομοκρατίας και της καταστολής», επισήμανε ο Π. Αντωνόπουλος, ο οποίος κατά τον εισαγγελέα, «διέσπειρε ψευδείς ειδήσεις» και προκαλούσε σε… «διέγερση των προσφύγων»!

«Γιατί όμως οι επίσημες Αρχές στοχοποιούν ειδικά το Συντονισμό;», ρωτήσαμε τον Π. Αντωνόπουλο. «Η δική μας αλληλεγγύη δεν περιορίζεται μόνο σε τρόφιμα, νερό και ρούχα, αλλά παλεύουμε για την οργάνωση του από κοινού αγώνα για τα δικαιώματα των προσφύγων και μεταναστών, και για αυτούς που επιθυμούν να φύγουν και για όσους αποφασίσουν να παραμείνουν και να εργαστούν στη χώρα μας», σημείωσε ο Π. Αντωνόπουλος, προσθέτοντας ότι«αυτό φαίνεται πως ενοχλεί όλους όσοι υλοποιούν την επαίσχυντη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας».  Αναρωτήθηκε δε πώς είναι δυνατό οι εισαγγελείς να παρεμβαίνουν εκεί που δεν υπάρχει αδίκημα και στην περίπτωση των χρυσαυγιτών που επιτέθηκαν με σιδηρολοστούς ακόμα και σε βάρος δημοσιογράφων, πρόσφατα στον Πειραιά, ουδείς να κατηγορείται…

Μεταφέροντας την εικόνα από την συνέντευξη Τύπου του Συντονισμού για το προσφυγικό-μεταναστευτικό που προηγήθηκε λίγες ώρες πριν, τόνισε πως οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων είναι άθλιες, χωρίς τα στοιχειώδη μέσα, χωρίς αξιοπρεπή διατροφή, χωρίς ιατρική φροντίδα και σε χώρους μακριά από τον κοινωνικό ιστό και την συμπαράσταση του λαού μας. «Το κράτος απουσιάζει, όλα έχουν παραδοθεί στις μη κυβερνητικές αλλά πλουσιοπάροχα αμειβόμενες από την ΕΕ οργανώσεις», είπε χαρακτηριστικά. Κατήγγειλε μάλιστα πως στη Μαλακάσα το βράδυ της Τρίτης φορτηγό φόρτωσε υλικά που προορίζονταν για τους πρόσφυγες και είχαν προσφερθεί από αλληλέγγυους φορείς και σωματεία, και αναχώρησε προς άγνωστη κατεύθυνση!

Καταλήγοντας ο Π. Αντωνόπουλος κάλεσε όλα τα ταξικά εργατικά σωματεία καθώς και συλλογικότητες αλληλέγγυων να πλαισιώσουν το Συντονισμό, να μεταφέρουν σε κάθε γωνιά της χώρας το αντιπολεμικό μήνυμα και τον αγώνα ενάντια στην ιμπεριαλιστική πολιτική της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, για να φύγουν οι δυνάμεις της Φρόντεξ και άλλων κατασταλτικών μηχανισμών, για να αποτραπεί με την λαϊκή κινητοποίηση κάθε πιθανό ενδεχόμενο πολέμου και στις περιοχές μας.

Στο μικρόφωνο ήταν ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σταμούλης και στον ήχο ο Νίκος Παναγόπουλος.

Ακούστε στα τέσσερα βίντεο που ακολουθούν, ολόκληρη την πολύ ενδιαφέρουσα εκπομπή εδώ: pandiera


Η πολιτική οικονομία της δι-εξόδου

Πέμπτη, 05/05/2016 - 11:00
Του Κ. Παπουλή

*Το κείμενο αποτελεί εισήγηση που έγινε στο Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Βερολίνου στις 16-4, σε εκδήλωση με θέμα: «Η Πολιτική Οικονομία των Εναλλακτικών στρατηγικών στο μνημόνιο», που οργάνωσε η κίνηση για το Οχι μέχρι τέλος των μνημονίων, σε συνεργασία με την Ελληνική Κοινότητα Βερολίνου.

Εισαγωγικά: Θα ήθελα να κάνω τρεις ουσιαστικές διευκρινήσεις για την εισήγησή μου:

1) Κανένα οικονομικό σχέδιο, όσο καλά υπολογισμένο κι αν είναι, δεν αρκεί. Πρέπει να λάβει υπ΄οψιν του την κοινωνία που κινείται, τις τάξεις και τα συγκρουόμενα συμφέροντα. Όμως πρέπει να ξεκινήσουμε από το σχέδιο ανάπτυξης της παραγωγής-μείωσης της ανεργίας, να το υπολογίσουμε και να το μελετήσουμε όσο καλύτερα γίνεται και μετά να το συνδυάσουμε με τις αλλαγές που απαιτούνται (για να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο) (α) στις σχέσεις παραγωγής και, (β) στο πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό εποικοδόμημα. Aυτό, είναι που λείπει από την ελληνική κοινωνία όλα αυτά τα χρόνια, και όχι το ανάποδο, η επίκληση της αλλαγής των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων. Η συγκεκριμένη απάντηση για την έξοδο από την κρίση είναι προαπαιτούμενο οποιασδήποτε κοινωνικής αλλαγής. Το ανάποδο είναι το αόριστο και μας οδηγεί σε μια ιδεαλιστική θεώρηση των πραγμάτων. Αυτή είναι και η θέση του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών, Δημήτρης Μπάτσης.

Η έξοδος της χώρας από την κρίση με ίδιες δυνάμεις, η ανάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, η απελευθέρωση από τα δεσμά των πιστωτών, η αποχώρηση από τον σκληρό πυρήνα (το ευρώ), της ζώνης της υπερπαγκοσμιοποίησης (την Ε.Ε.), η ανάκτηση των μέσων οικονομικής πολιτικής που εξασφαλίζει το εθνικό νόμισμα, αλλά και μέσων εμπορικής κ.α., πολιτικών, μέσω της περαιτέρω αποπαγκοσμιοποίησης   της πατρίδας μας, θα ενισχύσει σημαντικά τις δυνάμεις της εργασίας και της δημοκρατίας. Η νίκη μιας ευρύτατης κοινωνικής και πολιτικής, αντιμονοπωλιακής- πατριωτικής-δημοκρατικής συμμαχίας αποτελεί και το πρώτο και απαραίτητο στάδιο για οποιαδήποτε συνέχεια και κοινωνικό μετασχηματισμό.

2) Είναι λάθος να κάνουμε σύγκριση με την «προμνημονιακή» Ελλάδα της «χρυσής» εποχής του ευρώ, π.χ. : των ετών 2001-2008. Αυτή η οικονομία ήταν μια οικονομία-φούσκα που η ανάπτυξή της στηρίχθηκε στον εξωτερικό δανεισμό. Μάλιστα μπορούμε να πούμε, με βάση την ανάλυση που έχουμε κάνει για το πώς αναπτύσσεται η ελληνική οικονομία χωρίς εξωτερικό δανεισμό (Thirlwall), η οποία «ταιριάζει» και με τα στοιχεία (των εντός ευρωπαϊκού οικονομικού χώρου) ρυθμούς μεγέθυνσής της (1981-1994), ότι από το 4% της ετήσιας ανάπτυξης της «χρυσής» εποχής, το 2,8% οφείλεται στον εξωτερικό δανεισμό. Το παραγωγικό της μοντέλο ήταν στρεβλωμένο, ενώ το καταναλωτικό της μοντέλο ήταν σαθρό και στηριζόταν κατά μεγάλο βαθμό σε εισαγόμενα αγαθά που καλύπτονταν με μελλοντικό χρέος. Αυτό το παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο, με αφορμή την διεθνή κρίση, οδήγησε στην παραγωγική και δημοσιονομική χρεοκοπία της χώρας.

Δεν είναι δυνατόν ως διά μαγείας να επιστρέψουμε με την μία σε επίπεδα 2008. Κάνουμε καθαρό, όμως, ότι μιλάμε για άλλο μοντέλο ανάπτυξης, που σε πρώτη φάση στηρίζεται στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς και στην ενεργοποίηση του λανθάνοντος παραγωγικού δυναμικού και σε δεύτερη, σε σχεδιασμένη πολιτική που οδηγεί σε στροφή στη βιομηχανία, πολυτεχνική εκπαίδευση, πολυκλαδική ανάπτυξη με αύξηση της παραγωγικότητας, υποκατάσταση εισαγωγών. Κεντρικός στόχος είναι η πλήρη απασχόληση της εργασίας, το «δουλειά για όλους». Μιλάμε επίσης, για μια αλλαγή της συνολικής κοινωνικής προτεραιότητας, με στροφή σε μέσα συλλογικής κατανάλωσης και κοινωνικού κράτους αλλά και στην αντίληψη για το ατομικό μοντέλο κατανάλωσης.

3) Εμείς δεν λέμε ότι ο δρόμος είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, κατ ανάγκην «ειρηνικός», χωρίς ρήξεις και συγκρούσεις τόσο με τον εγχώριο παράγοντα, το «κόμμα» του ευρώ, όσο και με τον ξένο. Εμείς δηλώνουμε ότι θέλουμε να πάμε «ειρηνικά», με συναινετικά διαζύγια και όσο το δυνατόν χωρίς μεγάλες εντάσεις και συγκρούσεις. Όμως δεν σημαίνει ότι περιμένουμε και βοήθεια από κανέναν, όλη μας η προσπάθεια περιστρέφεται γύρω από το σχέδιο για μια ελεύθερη Ελλάδα, που έχει αναλάβει τις τύχες της, και χαράζει την πολιτική της, για αυτό προσπαθούμε να συγκροτήσουμε ένα ρεαλιστικό οικονομικό πρόγραμμα που βασίζεται σε ίδιες δυνάμεις. Σε μια κατεύθυνση μεγάλων αλλαγών απαιτείται διεθνιστικό σκέλος και εμείς λέμε από την πρώτη στιγμή: ας μελετήσουμε την ALBA. Πρέπει, όμως, να ξέρουμε πρώτα, πού η Ελλάδα θέλει και ως που μπορεί να πάει, ώστε να μπορέσει να αποτελέσει ένα εναλλακτικό κοινωνικό παράδειγμα για την Μεσόγειο. Υπάρχει μια σαφής ιεραρχική σχέση: πρώτα το εθνικό μετά το διεθνές, είναι στο ίδιο πρόγραμμα που βαθαίνει, διευκολύνεται και προχωράει με το διεθνές. Αλλά η έλλειψη του δεύτερου δεν ακυρώνει την προσπάθεια για το πρώτο. Η Ελλάδα σήμερα δεν κινδυνεύει από το να μείνει «μόνη της» με την δραχμή, αλλά στο να εξελιχθεί σε μια Κούβα της Μεσογείου, Κούβα όμως σαν την Κούβα του Μπατίστα, με τεράστιες αντιθέσεις, σε μια αποψιλωμένη και παρηκμασμένη περιφέρεια του ευρωπαϊκού με «οάσεις τουρισμού».

Πρώτον : Η βασική αιτία της ελληνικής κρίσης-η κύρια αντίθεση στον ελληνικό καπιταλισμό.

Η Ελληνική οικονομία εν ολίγοις δεν είναι βιώσιμη μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, ή καλύτερα, δεν δύναται να αναπτυχθεί ώστε να εξέλθει της κρίσης, δημιουργώντας τεράστια ζητήματα, ανεργίας, κοινωνικού κράτους, μετανάστευσης, γήρανσης, και όλα τα σχετικά. Επιβεβαιώνεται η προφητική ανάλυση της ΕΔΑ από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960 και η θρυλική αγόρευση1   του τότε κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της, Ηλία Ηλιού: «Η ΕΛΛΑΣ ΣΤΟ ΛΑΚΚΟ ΤΩΝ ΛΕΟΝΤΩΝ». Στην πραγματικότητα είχε εξηγηθεί, από το 1962, ότι αν σε μια χώρα η οποία δεν είναι ανεπτυγμένη οικονομία, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να ανταπεξέλθει στο ελεύθερο εμπόριο (ή στην παγκοσμιοποίηση θα λέγαμε σήμερα), αφαιρέσεις τον προστατευτισμό -τοποθετώντας της σε μια τελωνειακή ένωση και πολύ περισσότερο σε κοινή αγορά με πιο ισχυρές οικονομίες από αυτήν- τότε κερδίζουν και επιβάλλονται τα πιο ανταγωνιστικά προϊόντα,   ξένες και πιο «ώριμες» επιχειρήσεις κλείνουν τις εγχώριες κλπ. Ακολουθεί η λεγόμενη σχέση «σωρευτική αιτιότητας» στον οικονομικό χώρο, δηλαδή οι περιοχές της φτώχειας γεννάνε φτώχεια, ενώ οι περιοχές του πλούτου πολλαπλασιάζουν τον πλούτο. Η σχέση κέντρου-περιφέρειας, ή «Βορρά»-Νότου» αναπτύσσεται και βαθαίνει.

Τα προβλήματα και οι αντιφάσεις οξύνονται σε δεύτερη δύναμη όταν μια χώρα όπως η Ελλάδα εισέρχεται στην ΟΝΕ. Στην πραγματικότητα η ΟΝΕ είναι μια Νομισματική ένωση με συγκεκριμένους περιορισμούς στην δημοσιονομική πολιτική των μελών της. Στην ΟΝΕ καταργείται πλήρως η εθνική κυριαρχία, κάθε δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής.

Η Ελλάδα έχει συνεπώς απολέσει την δυνατότητα κάθε εθνικής οικονομικής πολιτικής συμμετέχοντας στην Ζ.Ε., εμπορικής, λόγω τελωνειακής ένωσης, αλλά και βιομηχανικής, αγροτικής, κ.α. υφιστάμενη και ειδικούς περιορισμούς λόγω κοινής αγοράς, όμως και δημοσιονομικής, συναλλαγματικής, νομισματικής λόγω συμμετοχής στην νομισματική ένωση. Δεν δύναται να υποτιμήσει το νόμισμα της, να βάλει ή να αυξήσει δασμούς, να βάλει ποσοστώσεις σε αυτές, για να μειώσει τις εισαγωγές, να επιδοτήσει τις εξαγωγές, να πάρει οικονομικά, διοικητικά, κανονιστικά, μέτρα υπέρ ή κατά συγκεκριμένων κλάδων και προϊόντων, και γενικά να ασκήσει οποιαδήποτε πολιτική προστατευτισμού η σχεδιασμού της οικονομίας της, να ασκήσει πολιτικές τόνωσης της εγχώριας ζήτησης (π.χ. αύξηση των δημόσιων δαπανών, ή μείωση των φόρων) κλπ με σκοπό την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Όλες οι ευρωενωσιακές πολιτικές (βλ: παράρτημα) που εφαρμόζονται είναι εις βάρος της ελληνικής οικονομίας. Ο ελληνικός καπιταλισμός δεν μπορεί πλέον να αναπτυχθεί, εντός των ευρωπαϊκών συντεταγμένων. Αντικειμενικά λοιπόν και όχι γιατί μας αρέσει, η   κυρίαρχη αντίθεση είναι αυτή, ανάμεσα στην άμεση επιβίωση,   την μακροχρόνια ευημερία και την παραμονή στο ευρωσύστημα της εξάρτησης. Το συμπέρασμα που βγαίνει από την ιστορία, είναι ότι οι μεγάλες αλλαγές, τομές, ανατροπές, επαναστάσεις γίνονται εκεί που δεν είναι εφικτές οι μεταρρυθμίσεις και η βελτίωση των γενικών όρων ζωής.

Είμαστε λοιπόν, μπροστά στο ενδεχόμενο μιας αλλαγής, μιας ρήξης, από το περιεχόμενο της οποίας προκύπτουν και οι απαραίτητες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες. Το σπάσιμο της ευρω-φυλακής αν γίνει θα γίνει από την ανάγκη επιβίωσης ευρύτερων στρωμάτων, έχοντας απέναντι  το παρασιτικό κομμάτι του ελληνικού κεφαλαίου (που είναι το κυρίαρχο και αλληλοδιαπλεκόμενο, τραπεζικό, κατασκευαστικό, Μ.Μ.Ε). Μαζί του συντάσσεται και ένα τμήμα της κοινωνίας, αυτό με τα ισχυρά εισοδήματα που διατηρεί μια υψηλή κατανάλωση, ή ταυτίζει τα συμφέροντά του με μεγάλους ομίλους, ιδιωτικοποιήσεις, ευρωπαϊκά προγράμματα κλπ.   Η απελευθέρωση αυτή οδηγεί σε ενίσχυση των δυνάμεων της εργασίας και της δημοκρατίας,   η οποία βαθμιαία, ανοίγει δρόμους μετασχηματισμού των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων.

Δεύτερον: Η ΔΙ-EΞΟΔΟΣ

Το πρόγραμμα της διεξόδου είναι ένα πρόγραμμα αποπαγκοσμιοποίησης της ελληνικής οικονομίας. Θα μπορούσε να διακριθεί σε δύο σκέλη, αν και μεταξύ τους έχουν πολλά σημεία τομής. Το πρώτο το βραχυχρόνιο, (δύο έτη) στηρίζεται στην απαλλαγή από την κηδεμονία των δανειστών και στην ανάκτηση της δημοσιονομικής, νομισματικής, και συναλλαγματικής πολιτικής. Το δεύτερο το μακροχρόνιο (πέντε έτη) στηρίζεται στην δομική αλλαγή της οικονομίας. Το πρώτο προϋποθέτει την ουσιαστική αποχώρηση από την ευρωζώνη, άρα και από την κοινή κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Δεν κάνουμε «διάλειμμα» αλλά εγκαταλείπουμε το ευρώ μαζί τους κανόνες, που ακολουθούν οι χώρες που βρίσκονται στον προθάλαμο της ΟΝΕ (τον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών 2 ) και φυσικά την δημοσιονομική συνθήκη, την συνθήκη του Μάαστριχτ και τις πολιτικές της λιτότητας.

Το μακροχρόνιο χρειάζεται βιομηχανική πολιτική, ή/και με ανάκτηση της εμπορικής πολιτικής, ή/και με ρήτρες εξαίρεσης, η/και με πολλαπλές συναλλαγματικές ισοτιμίες και έρχεται σε κάθετη σύγκρουση με το πλαίσιο της Ε.Ε..

Η Ελλάδα αν μείνει στην ευρωζωνική-μνημονιακή πορεία, βαδίζει σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ακόμη και σε υπερδεκαετή ύφεση. Δεν πρόκειται δηλαδή για γενική κρίση του καπιταλισμού, για κρίση υπερσυσσώρευσης ή για κυκλική κρίση, όπως αστόχως υποστηρίζουν «διάφοροι», αλλού είναι το ζήτημα. Τίποτε δεν προεξοφλεί την οποιαδήποτε ανάκαμψη ακόμη και μετά το 2018. Μάλιστα οι ιδιαίτερα «ευνοϊκές» συνθήκες του 2015, χαμηλά το ευρώ και στον πάτο οι τιμές του πετρελαίου, θα αναστραφούν (ίσως ήδη αναστρέφονται), με νέα εφιαλτικά αποτελέσματα.  

Έξοδος από το ευρώ, χρεοστάσιο.

H Ελλάδα πρέπει να αποχωρήσει χωρίς μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις από την ευρωζώνη. Το σενάριο της «συναινετικής εξόδου» και του αμοιβαίου διαζυγίου είναι το καλύτερο, ακριβώς επειδή περιορίζει αισθητά τους αστάθμητους παράγοντες, οι οποίοι αντικειμενικά ενέχονται κατά και μετά από αυτήν έξοδο αλλά δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε αν έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας. «Φαίνεται» ότι ένα τμήμα της γερμανικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ, προσανατολίζεται σε μια πιο μικρή και σκληρή ευρωζώνη, άρα πιο ανταγωνιστική και με πιο ισχυρό ευρώ. Εκεί η Γερμανία θα κυριαρχήσει απόλυτα και θα ενισχύσει την θέση της εντός και εκτός Ε.Ε.. Είναι ένα σενάριο που δεν επιθυμούν Γάλλοι, Ιτταλοί και φυσικά οι ΗΠΑ. Δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε όμως ένα πολιτικό και οικονομικό σχέδιο απελευθέρωσης στην λογική της συναινετικής εξόδου, σε «εικασίες» και τελικά στην «βοήθεια» της Γερμανίας. Κάτι τέτοιο θα θύμιζε (αν δεν ήταν κιόλας) το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και τελικά έναν «νέο ΣΥΡΙΖΑ της δραχμής». Δεν το αποκλείουμε, αλλά και δεν παρουσιάζουμε ένα πρόγραμμα με βάση ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Όπως, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και μια έξοδο της Γαλλίας ή της Ιταλίας που θα διαμορφώσει ένα ευνοϊκό και τελείως διαφορετικό περιβάλλον.

Συνεπώς μετά την πιθανολογούμενη αποτυχία του αμοιβαίου και συναινετικού διαζυγίου, η ελληνική πλευρά πρέπει άμεσα να ανακοινώσει:

- Παύση πληρωμών του εξωτερικού χρέους, τουλάχιστον προς τους επίσημους πιστωτές (Δ.Ν.Τ., ευρωπαϊκούς μηχανισμούς, Ε.Κ.Τ.). Οι νομικές κινήσεις θα γίνουν σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που θα χαράξει το ελληνικό κοινοβούλιο, που ήδη έχει έτοιμη μια εργασία. Σε κάθε περίπτωση από οικονομικής πλευράς, για οποιαδήποτε συμφωνία αναδιάρθρωσης θα πρέπει να μπουν όροι βιωσιμότητας και μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας, που θα περιλαμβάνουν περίοδο χάριτος, ρήτρα ανάπτυξης και ποσοστά ανεργίας, και οπωσδήποτε δραχμοποίηση του εναπομείναντος χρέους.

-Έξοδο από την ευρωζώνη:

Το Γενικό Πλαίσιο της εξόδου:

Η ιστορία των οικονομικών κρίσεων, και η Ελλάδα βρίσκεται στην πιο μεγάλη που γνώρισε μεταπολεμικά αναπτυγμένη χώρα (χρόνια ύφεσης, μείωση ΑΕΠ και απασχόλησης), καθώς και η οικονομική επιστήμη μας διδάσκουν, ότι η συνταγή για την έξοδο από την κρίση, είναι η αντίθετη της λιτότητας, αυτής της πολιτικής που εφαρμόζεται σήμερα. Πρέπει να δοθεί ώθηση στην ζήτηση, από τον δημόσιο τομέα και την υποτίμηση. Συγχρόνως, αυτή ή αύξηση της ζήτησης πρέπει να απορροφηθεί στο εσωτερικό της ελληνικής οικονομίας, για να δουλέψει το υποαπασχολούμενο κεφάλαιο και να φαγωθεί η ανεργία. Στο πρόσφατο παρελθόν, τα «χρυσά χρόνια του ευρώ», η αύξηση της εγχώριας ζήτησης διοχετεύονταν σε μεγάλο βαθμό στο εξωτερικό, διαμορφώνοντας τεράστια εμπορικά ελλείμματα (το 2007-2008, το έλλειμμα του Ι.Τ.Σ. έφτασε στο 15% του ΑΕΠ που πρέπει να είναι «ρεκόρ Γκίνες» για προηγμένη χώρα) έφερναν εξωτερικό δανεισμό, δημόσια ελλείμματα, και τελικά την υπερμεγέθη εξωτερική υπερχρέωση της χώρας.

Συνεπώς, χωρίς ισχυρή υποτίμηση, αντίθετα από ότι ισχυρίζονται διάφοροι, ή άλλα μέσα εμπορικής προστασίας, δεν είναι εφικτή η ανάπτυξη στην Ελλάδα, καθώς ο εξωτερικός δανεισμός είναι, αλλά και θα πρέπει να επιθυμούμε να είναι, όταν γίνεται με αποικιοκρατικούς όρους «κλειστός». Η υποτίμηση βέβαια πρέπει να συνδυαστεί με ανάλογες κλαδικές πολιτικές που να ενισχύουν την «προστασία» της ελληνικής οικονομίας.

Ανεργία: Για να αρχίζει να μειώνεται η – μη αλχημιστικά μετρούμενη – ανεργία πρέπει να σημειωθούν ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ άνω του 2%. Ενδεικτικά, η εντός περιόδου 5 ετών συμπίεση της ανεργίας στο ποσοστό του 10% προαπαιτεί μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 5.4% και δημιουργία 181 χιλ. θέσεων εργασίας ανά έτος.

         Με την έξοδο από την Ευρωζώνη απαιτείται επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε συνδυασμό με υποτίμηση.  

  • Εισαγωγή νέου νομίσματος σε ισοτιμία: 1:1. Όλες οι υποχρεώσεις, τα δάνεια, οι οφειλές, εντός της χώρας κλπ μετατρέπονται αυτόματα σε δραχμές σε αυτή την ισοτιμία
    • Μη ένταξη του νέου νομίσματος στον «Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών ΙΙ», τον προθάλαμο του ευρώ.
  • Νομισματική υποτίμηση με κάτω φράγμα το 30% και άνω όριο το 50%
  • Σύσταση μηχανισμού φραγμών στις διεθνείς κινήσεις χρηματικών κεφαλαίων.
  • Ανάκτηση του εκδοτικού προνομίου: «Κόψιμο» χρήματος για την χρηματοδότηση του δημόσιου ελλείμματος και συγκεκριμένων κλαδικών πολιτικών, από τον 2ο ή 3ο χρόνο, συνδυασμός αυτής της πρακτικής με εγχώριο δανεισμό.
  • Μείωση της έμμεσης και άμεσης φορολογίας
  • Εθνικοποίηση και δημόσιος έλεγχος των τραπεζών και φυσικά της Τράπεζας της Ελλάδας
  • Αύξηση της ρευστότητας των τραπεζών -εκκαθάριση των προβληματικών δανείων
        

Αυτές οι ρυθμίσεις στοχεύουν:

  • Στην μεταστροφή της αλλοδαπής και ημεδαπής ζήτησης προς τα εγχωρίως παραγόμενα εμπορεύματα.
  • Στην υποκατάσταση εισαγωγών από εγχώρια αγαθά
  • Στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης και της απασχόλησης
  • Στην αύξηση της εθνικής αποταμίευσης
  • Στη δημιουργία βαθμών ελευθερίας στην άσκηση εθνικά ανεξάρτητης και αναπτυξιακής νομισματικής πολιτικής.
  • Στην υποστήριξη της ισοτιμίας του νέου νομίσματος.
  • Στην μείωση της πίεσης επί των μισθών και στην πραγματική αύξησή τους.
Ειδικότερα:

Ο συνολικός πληθωρισμός θα κινηθεί γύρω από το φράγμα του 10%.

Μια υποτίμηση της τάξης του 30%-50% οδηγεί με το χειρότερο δυνατό σενάριο σε πληθωρισμό κόστους 6%-10% για τον πρώτο χρόνο, 4%-6% για τον δεύτερο κλπ. Έτσι είναι εφικτή και η ανάλογη αύξηση της νομισματικής βάσης για την κάλυψη πρωτογενούς δημόσιου ελλείμματος. Ακόμη και αν αυξηθεί περαιτέρω η νομισματική βάση, σε συνθήκες υποαπασχόλησης της οικονομίας, η λελογισμένη αύξηση του χρήματος δεν οδηγεί σε σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις.

         Η οικονομία θα μπει σε τροχιά Ανάπτυξης από την προκαλούμενη από την υποτίμηση τόνωση της ζήτησης, αλλά και από την δημοσιονομική επέκταση. Σε πρώτο χρόνο, πριν αρχίσει να λειτουργεί η υποτίμηση, ώθηση στην ανάπτυξη θα δώσει το «κόψιμο χρήματος».

Ειδικότερα, εκτιμάται ότι, η υποτίμηση θα αρχίσει να λειτουργεί μετά από 6-14 μήνες. Λόγω της νομισματικής αλλαγής είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα το 12μηνο. Το προαναφερθέν εύρος υποτίμησης δεν είναι ασύμβατο με συνεπακόλουθη την αύξηση του ΑΕΠ κατά 4% με 7%, αντιστοίχως.

            Δεδομένης, της βαθιάς ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, η υποαπασχόληση του επενδυμένου κεφαλαίου είναι υψηλή (εκτιμάται σε επίπεδα άνω του 30%), η υποτίμηση σε συνδυασμό με την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, μαζί, με τα άλλα μέτρα οικονομικής πολιτικής, τα οποία προτείνονται μπορεί να οδηγήσουν σε εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης και αύξησης της απασχόλησης.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες η διανομή του εισοδήματος αναμένεται, να βελτιωθεί υπέρ των εργαζομένων, το μερίδιο των μισθών θα αυξηθεί, η πλάστιγγα θα γείρει υπέρ των μισθωτών. Σε άλλη περίπτωση, βεβαίως, κάθε κυβέρνηση έκφρασης των συμφερόντων των μισθωτών οφείλει να προασπίσει αυτά έναντι άλλων συμφερόντων. Γίνεται κατανοητό, ότι η άποψη που λέει ότι οι νομισματικές υποτιμήσειςπλήττουν τα συμφέροντα των μισθωτών, διότι οδηγούν, αναπόφευκτα, σε μείωση των πραγματικών μισθών, είναι εσφαλμένη

(Η εμπειρία δείχνει ότι μόνον σε αμιγώς καπιταλιστικές/νεοφιλελεύθερες και παγκοσμιοποιητικές συνθήκες συνήθως οδηγεί, διότι οι εργαζόμενοι είναι αδύναμοι τόσο στον εσωτερικό, όσο και στον εξωτερικό εχθρό. Δεν μιλάμε για οικονομική πολιτική τύπου Μεξικού, ούτε μιλάμε για υποτιμήσεις «με την βοήθεια» του Δ.Ν.Τ.).

         Η οικονομική πολιτική οφείλει, επίσης, να εστιάσει σε εκείνα τα «εμπορεύματα και κλάδους-κλειδιά», για τα οποία πρέπει να μεταβληθεί η ζήτηση, ούτως ώστε να αυξηθούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό: το συνολικά παραγόμενο προϊόν, η συνολικά απασχολούμενη ποσότητα εργασίας και να μην διοχετεύεται η ενισχυμένη ζήτηση στο εξωτερικό και να δημιουργείται εξωτερικό έλλειμμα. Πρέπει να δοθεί μέσω της αύξησης δαπανών του δημοσίου, ώθηση σε εκείνους τους μη εξαγωγικούς κλάδους, οι οποίοι δεν είναι ισχυρά εξαρτημένοι από τις εισαγωγές και, ταυτοχρόνως, δημιουργούν ισχυρά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα παραγωγής και απασχόλησης.

         Συγκρότηση μηχανισμού ελέγχου της εξέλιξης των τιμών («Παρατηρητήριο Τιμών»), και ενεργητικής δημόσιας παρέμβασης,    πρωτίστως της διάχυσης του πληθωριστικού «κύματος» της υποτίμησης, σε συμφωνία με, πρώτον, εκείνην τη διάχυση, η οποία αναμένεται βάσει των υφιστάμενων τεχνικών συνθηκών παραγωγής και, δεύτερον, την ασκούμενη εισοδηματική πολιτική.

         Καταγραφή και έναρξη αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου. Επτά δεκαετίες μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο ορυκτός πλούτος της χώρας παραμένει, σύμφωνα με δημοσιεύματα ειδικών, άγνωστος στις εθνικές αρχές.

Ζητήματα σχεδιασμού αγροτικής πολιτικής, υπέρβαση της ΚΑΠ, αύξηση της παραγωγικότητας στην γεωργία.

         Σε μακροχρόνιο επίπεδο οι αναπτυξιακές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας είναι περιορισμένες, λόγω μιας παραγωγικής βάσης με μέση παραγωγικότητα της εργασίας, την απουσία ισχυρής και υψηλής βιομηχανίας, καθώς και την μεγάλη εξάρτηση της τελευταίας από τις εισαγωγές. Απαιτείται, επομένως, σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική, μεταβολή της διακλαδικής δομής της, με δύο κύριους στόχους, έναν γενικό και έναν ειδικό:

Γενικός: μείωση του βαθμού εξάρτησης του Βιομηχανικού τομέα από εισαγόμενες εισροές («εκβιομηχάνιση μέσω υποκατάστασης εισαγωγών»).

Ειδικός: ανάπτυξη της παραγωγής εμπορευμάτων υψηλής έντασης ειδικευμένης εργασίας και τεχνολογίας (ηλεκτρονικά και οπτικά προϊόντα, εξοπλισμός μεταφορών, χημικά, φαρμακευτικά κ.λπ.). Αυτά τα εμπορεύματα έχουν κομβικό ρόλο στην αύξηση των εξαγωγών και του εθνικού εισοδήματος, ακριβώς επειδή χαρακτηρίζονται από υψηλή εισοδηματική ελαστικότητα ζήτησης και, επομένως, από διεθνή ανταγωνιστικότητα, η οποία δεν εξαρτάται πρωτίστως από τις τιμές τους.

Είναι απαραίτητη για το δημόσιο συμφέρον και την ανάπτυξη της χώρας ή επαν-εθνικοποίηση και ο δημόσιος έλεγχος όχι μόνο των τραπεζών και της τράπεζας της Ελλάδας, αλλά των ΔΕΚΟ (ΟΤΕ-ΕΝΕΡΓΕΙΑ), βασικών υποδομών και εθνικών οδών, καθώς και συγκεκριμένων επιχειρήσεων που έχουν σημασία για την ελληνική οικονομία και υπολειτουργούν, όπως και η κοινωνικοποίηση επιχειρήσεων που έχουν κλείσει.

Εφαρμογή συστήματος «ρητρών εξαίρεσης» για την άσκηση στοχευμένων πολιτικών βιομηχανικής ανάπτυξης και αύξησης της απασχόλησης βάσει αναλυτικού μακροχρονίου, της τάξης των πέντε ετών, προγράμματος.2

Εναλλακτική μελέτη για ένα διαφορετικό σύστημα συναλλαγματικής ισοτιμίας των λεγόμενων πολλαπλών συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Το ζήτημα της σχέσηςμε την Ε.Ε.

Η πρώτη μεγάλη δυσκολία αφορά το ζήτημα του χρέους. Είναι δύσκολο να βρεθεί «κοινός» τόπος, συναινετική λύση ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές, η καλύτερα να διαγραφεί η να αναδιαρθρωθεί-δραχμοποιηθεί τέτοιο τμήμα του χρέους. Άρα είναι   πιθανόν (χωρίς να είναι βέβαιο), ως απάντηση στην στάση πληρωμών η Ε.Ε. να διακόψει τις μεταβιβάσεις προς την Ελλάδα και να μπούμε σε τροχιά ρήξης. Αυτό άλλωστε δύναται (και νομικά) να το κάνει αφού η χώρα εγκαταλείπει-παραβιάζει το Σύμφωνο Σταθερότητας και την Δημοσιονομική συνθήκη.

Από εκεί και πέρα για να «παραμείνει» η Ελλάδα στην Ε.Ε., σύμφωνα με αυτά που απαιτούνται για να εισέλθει σε μια τροχιά αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης χρειάζεται εξαίρεση όπως και το Ηνωμένο Βασίλειο από την συνθήκη του Μάαστριχτ και την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης και ειδική σχέση με την Ε.Ε. που δύσκολα θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε «παραμονή».

Ειδικά απαιτούνται: εξαίρεση για το εκδοτικό προνόμιο, εξαίρεση από τον στόχο του ευρώ και τον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών 2, εξαίρεση από την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, αναθεώρηση της ΚΑΠ για την Ελλάδα, και τέλος ρήτρες εξαίρεσης για την βιομηχανία η εναλλακτικά αποδοχή από την Ε.Ε. ενός ειδικού συστήματος για την Ελλάδα, πολλαπλών συναλλαγματικών ισοτιμιών, παρόμοιο με αυτό που εφαρμόζει η Βενεζουέλα.

Καταλαβαίνουμε ότι οι απαιτήσεις για μια νέα ειδική σχέση με την Ε.Ε.3 είναι πάρα πολλές, αλλά είναι απόρροια της τραγικής κατάστασης της χώρας. Από την άλλη η Ελλάδα είναι ασήμαντη οικονομικά οντότητα, για το μέγεθος της Ε.Ε., ανάλογα όπως ο νομός Καρδίτσας για την χώρα μας και συνεπώς οποιαδήποτε οικονομική μας πολιτική ελάχιστα επηρεάζει την Ε.Ε..

Στο βαθμό που αυτές δεν γίνουν αποδεκτές, θα πρέπει να γίνει χρήση του άρθρου 50, σύμφωνα με τις συνθήκες, για να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για την αποδέσμευση της χώρας από την Ε.Ε.. Ή ίσως να είναι καλύτερο να ειπωθεί ότι μέσω της διαδικασίας αυτής (του άρθρου 50), θα γίνουν οι διαπραγματεύσεις για την παραμονή ή όχι της χώρας στον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο, μέσω μιας άλλης σχέσης με την Ε.Ε.. Μια τέτοια διαδικασία μας διασφαλίζει και μια χρονική περίοδο της τάξης των 2-3 ετών για προετοιμασία εμπορικής και βιομηχανικής πολιτικής, σταδιακή απειθαρχία και τελικά αποδέσμευση. Σίγουρα η ταυτόχρονη έξοδος από ευρώ και Ε.Ε., μέσα σε μια νύχτα, δεν είναι προς το συμφέρον μας γιατί πιθανά δεν θα είναι εύκολη η απορρόφηση του διπλού σοκ από την χώρα. Η προσαρμογή της οικονομίας σε νέες οικονομικές συνθήκες απαιτεί χρόνο. Χρόνο προσαρμογής απαιτεί η έξοδος από την ευρωζώνη, χρόνο προσαρμογής και η αποδέσμευση από την Ε.Ε.., κυρίως αν συνοδευτεί με αποχώρηση από τον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο.

Τέλος η παραμονή για ένα διάστημα εξασφαλίζει και το δικαίωμα λόγου, βέτο και παρέμβασης στα όργανα της Ε.Ε., που διαμορφώνει καλύτερα και το ακροατήριο των άλλων λαών. Βέβαια και από τα όργανα μπορούν να μας αποβάλλουν και η κατάσταση να πάρει έντονα συγκρουσιακό χαρακτήρα, αλλά οποιαδήποτε αντίδραση τους, δεν θα πρέπει να αναιρέσει την πορεία μας.

Προβλήματα της Δι-Εξόδου.

Όλα φυσικά αναφέρονται στην έξοδο χωρίς συναίνεση και χωρίς βοήθεια από την Ε.Κ.Τ.

Α )συναλλαγματικό έλλειμμασυναλλαγματική πολιτική-ισοτιμία-φραγμοί στις διεθνείς κινήσεις κεφαλαίων: Ναι μεν σήμερα το Ι.Τ.Σ είναι ισορροπημένο, αλλά για ένα διάστημα, πριν «λειτουργήσει» η υποτίμηση αναμένεται να κάνει μια επιδείνωση το γνωστό ως J.Τα παλιά συναλλαγματικά διαθέσιμα της Τράπεζας της Ελλάδος, έχουν κατατεθεί στην Ε.Κ.Τ., πιθανά επειδή θα γίνει χρεοστάσιο, να κατασχεθούν από τους δανειστές. Ο ελληνικός χρυσός αξίας 5-6 δις ευρώ δεν ξέρουμε σε ποιο μέρος του μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Αλλά ας δεχτούμε το χειρότερο δυνατό σενάριο, ότι στην Τράπεζα Της Ελλάδος δεν επιστρέφονται, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, ούτε αυτή -πριν την έξοδο- προετοιμάζεται-δημιουργεί άλλα.

Στα «χέρια» ελλήνων πολιτών υπάρχουν καταθέσεις στο εξωτερικό ή άλλα κινητά περιουσιακά στοιχεία. Θα μπορούσε το δημόσιο με έξυπνες τακτικές να καλυφτεί από εκεί. Π.Χ. θα μπορούσε να μπει ένας έκτακτος φόρος, «υπεραξίας», όχι κατασχετικός, σε αυτά τα περιουσιακά στοιχεία π.χ. 10%, λόγω ότι αυτοί οι πολίτες «αυξάνουν» τον σχετικό πλούτο τους από την υποτίμηση. Σε περίπτωση μάλιστα που κάνουν εισαγωγή κεφαλαίων θα μπορεί ο φόρος αυτός να μειώνεται για τα κεφάλαια που εισάγονται στο πρώτο εξάμηνο, π.χ., της επιστροφής στην δραχμή.

Τέλος τα τραπεζογραμμάτια που υπάρχουν σε τράπεζες και σε χέρια ελλήνων πολιτών είναι συνάλλαγμα, αν και δανεισμένο από την Ε.Κ.Τ.. Το αν μπορούν να μαζευτούν, να   χρησιμοποιηθούν ως συνάλλαγμα, να ακυρωθούν ή να σφραγιστούν, είναι ζήτημα και τεχνικό, και διαπραγμάτευσης, και πολιτικής απόφασης.

Αλλά στην χειρότερη περίπτωση και για τους πρώτους μήνες, η χώρα μπορεί να στηριχτεί στο ζωντανό συνάλλαγμα από τις εξαγωγές της και οι εισαγωγές αγαθών να γίνονται με ρυθμό προτεραιότητας. Ο όγκος των εισαγωγών ίσως μειωθεί σημαντικά και θα υπάρξουν ελλείψεις. Αλλά αυτές οι ελλείψεις μπορούν να είναι σε αυτοκίνητα, είδη πολυτελείας και μη απαραίτητα καταναλωτικά αγαθά, ίσως σε ταξιδιωτικό συνάλλαγμα κλπ. Για μια τέτοια βραχυχρόνια κατάσταση «ειδικών» περιορισμών, θα πρέπει να υπάρξει κατάλληλη πολιτική ενημέρωση και προετοιμασία του λαού.

Όλα αυτά γίνονται γιατί θέλουμε να είναι η περιορισμένη η χρήση της δραχμής στις αγορές συναλλάγματος (κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας) για να μην κάνει μεγάλη αρχική βουτιά η ισοτιμία. Για την αντιμετώπισή των προβλημάτων ισοτιμίας επιβάλλεται, η σύσταση μηχανισμού φραγμών στις διεθνείς κινήσεις χρηματικών κεφαλαίων, ο οποίος να είναι καταρχάς ιδιαίτερα αυστηρός και να αμβλυνθεί στη συνέχεια, σε συνάρτηση με την αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας. Ειδικότερα, να επιτρέπει μόνον εκείνες τις πράξεις συναλλάγματος, οι οποίες, πρώτον, αφορούν συναλλαγές του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, δεύτερον, αφορούν μακροπρόθεσμες (επενδυτικές) εισροές χρηματικών κεφαλαίων και, τρίτον, πραγματοποιούνται από τις αρχές οικονομικής πολιτικής.

Με τον έλεγχο στις κινήσεις κεφαλαίων επιτυγχάνεται και η ανεξαρτησία της νομισματικής πολιτικής: Εάν θέλεις να διατηρήσεις για κάποιο διάστημα σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία και δεν υπάρχουν φραγμοί στην κυκλοφορία των χρηματικών κεφαλαίων, τότε το μέσο της νομισματικής πολιτικής είναι πλήρως αναποτελεσματικό, δηλαδή είναι αδύνατον να ασκηθεί εθνική νομισματική πολιτική. Άρα, μεταξύ των τριών (σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία – ελεύθερη κίνηση χρηματικών κεφαλαίων – χρήση νομισματικής πολιτικής), οι εθνικές αρχές μπορούν να επιλέξουν μόνον δύο (αυτό το θεώρημα αποδείχθηκε από τον νομπελίστα Robert Mundell, και είναι γνωστό ως «Τρίλημμα της Ανοικτής Οικονομίας» ή, αλλιώς, «Ασύμβατο Τρίγωνο»). Άρα και από αυτή την πλευρά είναι απαραίτητοι.

Τέλος οι έλεγχοι κεφαλαίων σε συνδυασμό με την συναλλαγματική πολιτική , από την μια διαμορφώνουν βαθμούς ελευθερίας στη νομισματικά πολιτική δηλαδή στο επιτόκιο, άρα στο ποσοστό κέρδους, συνεπώς χαλαρώνουν την πίεση στους μισθούς, από την άλλη ο έλεγχος στην εξαγωγή κερδών αυξάνει την δυνατότητα φορολόγησης του κεφαλαίου και άρα μειώνει την φορολογία των μισθωτών.

2) Mετά από την υποτίμηση η βιομηχανία ενισχύεται λιγότερο μια που εισάγει σημαντικό κεφαλαιουχικό εξοπλισμό. Συγκεκριμένα μετά από μια υποτίμηση της τάξης του 30%-50%, η αύξηση της μέσης διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας που αναμένεται είναι 23% με 37%, αντιστοίχως (σε όρους πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας). Οι τομεακές διαστάσεις αυτής της βελτίωσης έχουν ως εξής: Πρωτογενής τομέας: 25% με 40%. Βιομηχανία: 20% με 31%. Υπηρεσίες: 25% με 40%. Για αυτό ακριβώς μεσοχρόνια χρειάζεται δομική αλλαγή της παραγωγής τόσο για τον περιορισμό των εισαγωγών κεφαλαιουχικού εξοπλισμού όσο και για την αύξηση εξαγωγών υψηλής παραγωγικότητας, για αγορά κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, μια και απαιτείται να μεγεθύνουμε την βιομηχανία.

Δ) Η επιτυχία της υποτίμησης: Είναι λογικό οι εισαγωγείς να ρίξουν τις τιμές ακολουθώντας «πολιτική αγοράς», άρα να μείνουν περισσότερο ανταγωνιστικοί, αλλά και ο εισαγόμενος πληθωρισμός θα είναι έτσι μικρότερος. Το κύριο ζήτημα είναι ότι η υποτίμηση θα γίνει σε περιβάλλον νομισματικής αλλαγής, οπότε θα πρέπει να ελεγχθεί η πιθανή κερδοσκοπία που θα οδηγήσει στην άνοδο των τιμών. Θα πρέπει σε πρώτη φάση να υπάρξει ένας δημόσιος έλεγχος επί των τιμών παραγωγής και πώλησης. Να καθοριστούν ανώτερες και κατώτερες τιμές για αγαθά και υπηρεσίες. Ιδίως θα πρέπει να ελεγχθεί το τμήμα των μεσαζόντων. Π.Χ. Σε συζήτηση με συνεταιρισμούς και αγροτικούς συλλόγους θα πρέπει να ελεγχθεί η διανομή των προϊόντων, σε δεύτερη-φάση ανεξάρτητα από την υποτίμηση, θα πρέπει να την αναλάβουν είτε συνεταιριστικά σχήματα είτε ο δημόσιος τομέας. Σε περίπτωση που για οποιαδήποτε λόγο δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι της υποτίμησης, άμεσα θα πρέπει να εφαρμοστεί το σύστημα των πολλαπλών συναλλαγματικών ισοτιμιών, το οποίο θα πρέπει να έχει μελετηθεί εκ των προτέρων.  

Ε) Οι Εθνικοποιήσεις θα πρέπει να γίνουν με το μικρότερο κόστος για το δημόσιο προϋπολογισμό. Θα πρέπει να ληφθεί υπ όψιν η εμπειρία της Λατινικής Αμερικής. Οι Εθνικοποιήσεις και η επανάκτηση ιδιωτικοποιήσεων, είναι αναγκαίες, όχι μόνο των τραπεζών (που πρέπει με διαφορικά επιτόκια) να ενισχύσουν κλαδικές πολιτικές, αλλά και των στρατηγικών επιχειρήσεων επειδή παίζουν ανάλογο ρόλο μέσω των τιμών τους. Τέλος, δεν ληστεύεται ο λαός από «ιδιωτικές» ΔΕΚΟ κλπ και αυξάνεται το εισόδημά του.

ΣΤ) Το πρώτο έτος η ανάκαμψη και οι δημόσιες επενδύσεις θα στηριχτούν στο εκδοτικό προνόμιο μια που οι θετικές επιπτώσεις της υποτίμησης στην ανάπτυξη θα έρθουν, μάλλον από το 2ο έτος. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και φειδώ στο «κόψιμο χρήματος», καθώς μια ριζοσπαστική κυβέρνηση θα πιέζεται κοινωνικά για άμεσες βελτιώσεις, αυξήσεις και παροχές. Αυτό αποτελεί έναν σημαντικό κίνδυνο. Σε κάθε περίπτωση το εθνικό συμφέρον, της ανασυγκρότησης, θα πρέπει να τεθεί πάνω από κάθε κλαδικό ή ιδιαίτερο συμφέρον.

Οι πρώτοι μήνες θα είναι δύσκολοι για το τραπεζικό σύστημα, για τεχνικά ζητήματα που σχετίζονται και με τις διεθνείς συναλλαγές της χώρας, αλλά και με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Αυτά σε συνδυασμό με την πιθανή διακοπή των ευρωπαϊκών πόρων, ίσως αναστείλουν μια θεαματική και ουσιαστική βελτίωση το πρώτο διάστημα, ή ακόμη και τον πρώτο χρόνο. Ιδίως οι πρώτοι μήνες χρειάζονται την μεγάλη στήριξη και συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Κάποιοι ισχυρίζονται, ότι θα μας κάνουν οικονομικό εμπάργκο, άλλοι ότι οι Τούρκοι θα μας κάνουν πόλεμο. Πράγματι, μπορεί να μας πέσει και κάποιος μετεωρίτης στο κεφάλι, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε συζήτηση με αυτό τον τρόπο, επειδή ίσως στην πίσω μεριά του κεφαλιού μας θέλουμε να αιτιολογήσουμε υπέρ μιας σοσιαλιστικής επανάστασης και ενός «ένοπλου», ή ανάλογα «προετοιμασμένου» λαού. Όταν μάλιστα, ούτε οι ξένοι, ούτε καν η Ντόρα, ο Μητσοτάκης, η ο Βενιζέλος   έχουν έστω τραυλίσει τέτοια «επιχειρήματα». Ένα παράδειγμα είναι η Ισλανδία, που τράβηξε τον περήφανο δρόμο της. Η χώρα, οι δυνάμεις της εργασίας και της δημοκρατίας μπορούν να κάνουν τις επιλογές τους, αρκεί να στηρίζονται στις δικές τους δυνάμεις και τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο.

* Πρέπει να ευχαριστήσω τον Θ. Μαριόλη για την συζήτηση θεμάτων επί του παρόντος. Πολλά στοιχεία υπολογισμοί, καθώς και προτεινόμενες πολιτικές προέρχονται από μελέτες του ιδίου όσο και άλλων μελών του ιδρύματος Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών Δ. Μπάτσης. Επίσης να ευχαριστήσω όλους τους συμμετέχοντες στην συζήτηση στο Βερολίνο και ιδιαίτερα τον Δ. Περδίκη για τον σχολιασμό του στις παραπάνω θέσεις, που βελτίωσαν το κείμενο.

Σημειώσεις:

1: «Μακριά από κάθε αντιπολιτευτική νοοτροπία ή στενό κομματικό ελατήριο, αλλά μόνο από βαθιά συναίσθηση της ευθύνης μας και με μοναδικό κριτήριο το εθνικό συμφέρον προειδοποιήσαμε, ότι η σύνδεση της χώρας μας, χώρας ακόμη υποανάπτυκτης, με την Κοινή Αγορά των Εξ ασύγκριτα προηγμένων χωρών της Δυτ. Ευρώπης, όχι μόνο κανένα θετικό πλεονέκτημα ή ελπίδα οικονομικής ανάπτυξης δεν μας παρέχει, αλλά αντίθετα οδηγεί στην καταβαράθρωση της οικονομίας μας…… Είναι αξίωμα της οικονομικής θεωρίας, στηριγμένο σε πλούσια μέχρι τώρα πείρα, ότι όταν συγχωνεύονται σε ενιαίο οικονομικό χώρο, χώρες ανισόμετρα ανεπτυγμένες, το αποτέλεσμα είναι οι μεν αναπτυγμένες να αναπτύσσονται ακόμη ταχύτερα και να γίνονται πλουσιότερες, οι δε καθυστερημένες να πέφτουν σε μεγαλύτερη εξαθλίωση και φτώχεια. Και οπωσδήποτε από κανέναν δεν αμφισβητείται ότι οι οικονομικές ενώσεις του είδους αυτού μοιραία οδηγούν στη διερεύνηση του χάσματος μεταξύ ανεπτυγμένων και υποανάπτυκτων..…» , απόσπασμα από την ομιλία του Η. Ηλιού: « Η Ελλάς στον Λάκκο των Λεόντων».

2) :Οι «ρήτρες εξαίρεσης» θα πρέπει να αφορούν σε όσο το δυνατόν περισσότερες μορφές δασμολογικών και μη δασμολογικών (επιδοτήσεις εξαγωγών, αξίωση ελαχίστου εγχώριου μεριδίου παραγωγής, ποσοστώσεις εισαγωγών, προμήθειες δημοσίου) παρεμβάσεων. Αυτές θα μπορούσαν να αντισταθμιστούν, σε ορισμένο βαθμό, με συμφωνίες για μεταφορά τεχνογνωσίας και τεχνολογίας μέσω εγχωρίων συμπαραγωγών (πιθανότατα δημόσιας ιδιοκτησίας) με αλλοδαπές επιχειρήσεις.

3): Σε ανακοίνωση της η Commisionτον Ιανουάριο του 2014, έκανε έντονη έκκληση για βιομηχανική πολιτική, για ενίσχυση της βιομηχανίας στην Ευρώπη. Το ζήτημα λοιπόν είναι ότι χωρίς ειδική προστατευτική πολιτική, η βιομηχανία στην Ελλάδα δεν μπορεί να αναπτυχθεί.

Παράρτημα:

α) για τις πολιτικές της Ε.Ε. :

-Η Εμπορική πολιτική της Ε.Ε., είναι σαφής, προστατεύει τα βιομηχανικά και κτηνοτροφικά προϊόντα του Βορρά, ενώ τα άλλα αγροτικά προϊόντα κλπ του Νότου και της Ελλάδας μένουν στην τύχη τους. Το πιο απλό παράδειγμα της καθημερινής ζωής είναι τα λεμόνια Αργεντινής που εποχικά είναι πιο φτηνά από τα ελληνικά, και τα βρίσκει κανένας ακόμη και στις αγορές του Νότου, ενώ το πολύ καλύτερο σε ποιότητα μοσχάρι Αργεντινής είναι πανάκριβο, γιατί προστατεύεται το μοσχάρι της Γαλλίας, Ολλανδίας κλπ. Το ίδιο συμβαίνει με σειρά αγαθών, μια που οι Βρυξέλλες ελέγχονται από συγκεκριμένες πολυεθνικές εταιρίες. Η δασμολογική και κανονιστική προστασία έναντι προϊόντων και υπηρεσιών τρίτων χωρών, παρέχουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις χώρες του κέντρου και τους επιτρέπουν να υποκαταστήσουν εξαγωγές τρίτων χωρών ή και εγχώρια παραγωγή στις αγορές του Νότου. Εν ολίγοις, παρά την «δύναμή» του, ο Βορράς διατηρεί εκεί που επιθυμεί τον παραδοσιακό προστατευτισμό. Φαίνεται ότι η Ελλάδα για την πολιτική και οικονομική της ελίτ είναι τόσο «ισχυρή», που δεν χρειάζεται κανέναν προστατευτισμό. Δεν μπορούμε παρά να κρούσουμε τις σειρήνες του κινδύνου για τον βομβαρδισμό που έρχεται μέσω της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου Ε.Ε.-ΗΠΑ, που ίσως θα αποτελέσει και την χαριστική βολή στην ελληνική γεωργία, όπως και στον υπόλοιπο Νότο της Ε.Ε.. Διότι κανόνες προστασίας, από την επέλαση των μεγάλων αγρο-επιχειρήσεων των ΗΠΑ, δεν πρόκειται να μπουν για τον Νότο.

- Η Κοινή Αγορά που έχει όπως είπαμε και όλα τα χαρακτηριστικά της τελωνειακής ένωσης, είτε μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού και της ελεύθερης κυκλοφορίας, κεφαλαίων, εμπορευμάτων, εργαζομένων, υπηρεσιών, είτε απαγορεύοντας την στήριξη συγκεκριμένων κλάδων, είτε μέσω ποσοστώσεων, επιδοτήσεων (και εδώ εννοούμε και τις «συγκριτικές» επιδοτήσεις, πόσο δηλαδή παραπάνω επιδοτήθηκαν προϊόντα του Βορρά) κλπ, επέβαλλε ένα παραγωγικό μοντέλο στην γεωργία, αλλά και στην μεταποίηση, όπου το τι και πόσο παράγουμε έχει περισσότερο σχέση και εξαρτάται από τις ανάγκες των βορείων εταίρων μας παρά με τις ανάγκες της χώρας.   Σε μια σειρά αγροτικών προϊόντων (που ήταν και τα κύρια της χώρας) γάλα, καπνός, βαμβάκι, καλαμπόκι, ζάχαρη, βιομηχανική ντομάτα, αμπέλια-κρασί, κλπ, η κοινότητα είχε ή έχει επιβάλλει άμεσο ή έμμεσο έλεγχο της παραγωγής μας, ή ακόμη ξεριζώματα, καταστροφή καλλιεργειών, παραγωγή για τις χωματερές κλπ. Από το 1981 έως το 1994 (απαρχή της πορείας για την ΟΝΕ) οι εισαγωγές τροφίμων αυξήθηκαν κατά 114%. Σε σταθερές τιμές 1970 η αγροτική παραγωγή έμεινε στάσιμη έως το 1995, ενώ από τότε φθίνει. Μεταξύ 1981-2001 οι απασχολούμενοι στην γεωργία μειώθηκαν κατά 375.000! Σημειώνουμε ότι το αγροτικό ισοζύγιο της χώρας   ήταν ελαφρά θετικό την περίοδο από την μεταπολίτευση ως την ένταξη. Η κατάσταση ανατράπηκε δραματικά μετά την ένταξη, με ένα σημαντικό και συνεχώς διευρυνόμενο έλλειμμα.

Μια σειρά βιομηχανίες έβαλαν λουκέτο, μερικές και ως αποτέλεσμα της «αναδιάρθρωσης» της γεωργίας. Ένα μεγάλο κομμάτι χάθηκε λόγω της απώλειας των δασμών και του προστατευτισμού (ηλεκτρικά είδη κλπ), ενώ ένα άλλο υπέστηκε τεράστια καθίζηση. Το 1998 την χρονιά που εισήλθαμε στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών, τον γνωστό ως προθάλαμο του ευρώ, βασικοί βιομηχανικοί κλάδοι της οικονομίας μας, είχαν υποχωρήσει: Με βάση το 1980=100 είχαμε υφαντικά είδη 67,1, είδη υπόδησης και ένδυσης 41,0, είδη ξύλου και φελλού 57,0, έπιπλα 73,2, μεταφορικά μέσα 72,5, δέρμα και γουναρικά 34,9, μεταλλικά προϊόντα 73,4, εκτυπώσεις και εκδόσεις 77,0, διάφορα είδη 52,5 κλπ . Άλλες στρατηγικές για την χώρα, ( όπως τα ναυπηγεία) έκλεισαν «πρόσφατα», είτε λόγω σκληρού ευρώ, είτε με εντολή και με βάση τις απαγορεύσεις και ποινές υπέρ του ελεύθερου ανταγωνισμού της Ε.Ε..

Τα αποτελέσματα ως προς την οικονομική μεγέθυνση αποδεικνύουν ότι τα πρώτα 15 χρόνια της ένταξης, αποτελούσαν μια πραγματικά χαμένη δεκαπενταετία. Ενώ ο μέσος όρος της αύξησης του ΑΕΠ ήταν 1960-1970: 8,5%, 1970-1980: 4,6%, μετά έχουμε: 1980-1985: 0,1%, 1985-1990: 1,2%, 1990-1995: 1,2%. Η δε ανεργία από 2,2% την περίοδο 1970-1980, μετά αυξήθηκε 6,7%, 7,4%, και 9,2% αντίστοιχα. Αν μάλιστα από την οικονομική μεγέθυνση της δεκαπενταετίας αφαιρέσουμε τις ισχυρές μεταβιβάσεις της Ε.Ε., μιλάμε για δεκαπέντε χρόνια απόλυτης στασιμότητας. Οι μεταβιβάσεις αυτές επίσης κάλυψαν σημαντικά το έλλειμμα του Ι.Τ.Σ. και «έκρυψαν» το πρόβλημα παραγωγικής αποσάθρωσης.

Τι κερδίσαμε και τι χάσαμε λοιπόν από την ένταξη στην τελωνειακή ένωση και την κοινή αγορά; Χάσαμε μεγάλο κομμάτι της παραγωγικής μας βάσης, και κερδίσαμε τις μεταβιβάσεις από την Ε.Ε.!

Ενώ η παραγωγική δομή της χώρας αποδιαρθρωνόταν, η Ε.Ε. έκανε το τραπέζι και χρύσωνε το χάπι σε μια σειρά στρώματα, διαμορφώνοντας και την ανάλογη ψευδή συνείδηση. Ούτε το βιομηχανικό, ούτε το αγροτικό προϊόν αυξήθηκε ούτε ποσοτικά ούτε ποιοτικά κατά τα 15 πρώτα χρόνια της ένταξης. Υπήρχε αναιμική αύξηση του ΑΕΠ που οφείλεται στις επιδοτήσεις . Στην πραγματικότητα η Ελλάδα υποβαθμίστηκε στο διεθνή καταμερισμό εργασίας και λογικά η ανεργία από το κατώτερο κατώφλι της μεταπολίτευσης, 1,54% το 1977, έγραψε για πρώτη φορά διψήφιο νούμερο 10,11% το 1994. 0ι εργαζόμενοι στην μεταποίηση-βιομηχανία από 18,74% του συνόλου των οικονομικά ενεργών 1981, ήταν 11,51% το 2001, όπως διαβάζουμε στις απογραφές της ΕΣΥΕ. Ενώ δηλαδή ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 1 εκ. από 3,54 εκ το 1981 σε 4,61 εκ. το 2001, η μεταποίηση μειώθηκε από 664 χιλ το 1981 σε 530 χιλ το 2001. Συνολικά σε γεωργία-μεταποίηση χάθηκαν πάνω από μισό εκατομμύριο θέσεις εργασίας! αυτή την περίοδο. Για να ικανοποιηθούν και οι οικολόγοι, είχαμε αποανάπτυξη…..

Με την διεύρυνση της Ε.Ε. και την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, οι καθαρές μεταβιβάσεις από την Ε.Ε., από το 2001 και μετά περιορίζονται στα περίπου 3 δις ετησίως. Σήμερα δηλαδή αντιστοιχούν περίπου στο 1,5% του ΑΕΠ. Αν μάλιστα έως το 2018 επιτευχθεί ο στόχος για δημοσιονομικό πλεόνασμα -3,5%, που θα διοχετεύεται στο εξωτερικό για αποπληρωμή τόκων δημοσίου χρέους τότε για πρώτη φορά μετά την ένταξη θα μεταβιβάζουμε εθνικό εισόδημα της τάξης του 2% του ΑΕΠ, η 4 δις καθαρά στους εταίρους «μας» του Βορρά. Δηλαδή θα πληρώνουμε αδρά την συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, δηλαδή την καταστροφή μας. Πλέον θα είμαστε, εμείς μια αδύναμη οικονομία που θα μεταβιβάζουμε πόρους στο Βορρά, σε ισχυρότερες οικονομίες, για να αποκλίνουμε όλο και περισσότερο. Τι συνεπάγεται αυτό σε μια οικονομία όπου ο γεωργικός τομέας και η μεταποίηση έχουν αποδιαρθρωθεί, που οι εφοπλιστές της αλλάζουν σημαίες και τα πληρώματα έχουν αφελληνιστεί; Ότι η φτώχεια και η εξαθλίωση θα απλωθούν,   η ευρωπαϊκή πορεία και ο «εκσυγχρονισμός» θα επιβληθεί με τον αστυνομικό βούρδουλα, ενώ η μετανάστευση θα ξαναγίνει (όπως άλλωστε συμβαίνει) ευλογία.

Β) Η Νομισματική Ένωση η ΟΝΕ, απαγορεύσει στα κράτη την ρύθμιση των οικονομιών τους και οποιαδήποτε εθνική κρατική παρέμβαση για την δημιουργία πλήρης απασχόλησης, καταργώντας την δημοσιονομική, νομισματική και συναλλαγματική πολιτική. Το ευρώ επιβάλλει την πλήρη αγορά, όπου κυριαρχεί χωρίς κραδασμούς το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, οι μεγάλες επιχειρήσεις που διαθέτουν απόλυτο πλεονέκτημα και επικρατούν οι ισχυρές περιφέρειες και κράτη. Ο σκοπός της ΟΝΕ είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ζ.Ε., και της Ε.Ε. έναντι του υπόλοιπου κόσμου. Αυτό φυσικά γίνεται (σε αντιστοιχία με τον ναζισμό) με την εκκαθάριση εντός της, των οικονομικά αδύναμων.

Το χάσμα κέντρου-περιφέρειας που ενέτεινε η Κοινή Αγορά υψώνεται σε δεύτερη δύναμη. Η Ελλάδα ισοπεδώνεται. Αν η είσοδος στην ΕΟΚ ήταν μεγάλο σφάλμα η είσοδος στην ΟΝΕ αποτέλεσε τεράστιο έγκλημα. Η Ελλάδα δεν είχε κανένα χαρακτηριστικό που να τις επιτρέπει την ένταξη σε αυτή την νομισματική ένωση. Δεν υπήρχε στο ελάχιστο η απαραίτητη ολοκλήρωση στο επίπεδο των συναλλαγών, και η ανάλογη κινητικότητα των συντελεστών παραγωγής, δεν υπήρχε ομοιότητα στις οικονομικών δομών,   δεν υπήρχε η ομοιότητα των οικονομικών κύκλων που απαιτεί ενιαία νομισματική πολιτική, δεν υπήρχαν και δεν υπήρξαν κοινοί ρυθμοί πληθωρισμού για μην χρειάζονται την υποτίμηση για να «διορθώσουν», κάτι που προϋπόθετε η αμετάκλητη ονομαστική ισοτιμία. Αντίθετα υπήρχε σαφής διαίρεση Βορρά-Νότου στον καταμερισμό εργασίας, με την Ελλάδα να βρίσκεται στον πάτο. Τέλος δεν υπήρχε ένα ομοσπονδιακό δημοσιονομικό σύστημα όπως αυτό των ΗΠΑ, καθώς η ευρωζώνη αποτελείται από διαφορετικά έθνη-κράτη, ώστε αυτόματα να μεταφέρονται πόροι προς τις χώρες που έχουν οικονομικά προβλήματα. Η Ελλάδα δεν χώραγε στην ΟΝΕ, αλλά και η ΟΝΕ ως σύνολο δεν ήταν μια «άριστη νομισματική περιοχή». Η κρίση ήταν προδιαγραμμένη, με θύματα την Ελλάδα και τους εργαζόμενους της περιφέρειας.  

Η μεγάλη συνέπεια της απώλειας του εθνικού νομίσματος είναι η οριστική απώλεια της οικονομικής κυριαρχίας της χώρας, μια που το εθνικό νόμισμα καθιερώθηκε μαζί με την ίδρυση των εθνών κρατών. Έτσι στην Ελλάδα   φτάνουμε σήμερα στο επίπεδο της οικονομικής αποικίας. Τέλος οι κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες δυσκολεύονται να εξελιχθούν μια που ιστορικά, αυτοί διεξάγονται σε επίπεδο εθνικού κράτους.

Ειδικότερα:

1.Η δημοσιονομική πολιτική είχε ήδη περιοριστεί από το σύμφωνο σταθερότητας, ενώ μέσω της δημοσιονομικής συνθήκης ουσιαστικά απαγορεύονται τα ελλείμματα και οποιαδήποτε παρέμβαση μέσω επεκτατικής πολιτικής και επιβάλλεται αυστηρή λιτότητα με σκοπό την μείωση του χρέους. Όλοι οι προϋπολογισμοί των τέως κυρίαρχων κρατών ελέγχονται από τις Βρυξέλες. Έτσι σήμερα στην ευρωζώνη, ίσως μόνο η Γερμανία να διαθέτει την δυνατότητα να διαμορφώσει κάποια ελλείμματα.

2.Η νομισματική πολιτική, ασκείται από την Ε.Κ.Τ. . Οι οικονομικοί κύκλοι των χωρών όμως ήταν και είναι διαφορετικοί, μια που αποτελούν ανομοιογενείς οικονομίες, που δεν έχουν την απαραίτητη ολοκλήρωση μεταξύ τους ( τουλάχιστον όσον αφορά την περιφέρεια) και είναι άλλου επιπέδου ανάπτυξης. Είναι λογικό, η νομισματική πολιτική της Ζ.Ε., να ασκείται με βάση την κατάσταση της οικονομίας της ατμομηχανής της, της Γερμανίας και των δορυφορικών της κρατών. Όταν ο Νότος ήταν σε οικονομική μεγέθυνση, τα “Xρυσά” χρόνια του ευρώ, και χρειαζόταν υψηλά επιτόκια, η Ε.Κ.Τ. λειτουργώντας για τον «μέσο όρο», δηλαδή για το κέντρο, επειδή η Γερμανία ήταν σε άλλη φάση του οικονομικού κύκλου ,είχε χαλαρή νομισματική πολιτική, οδηγώντας την περιφέρεια σε υπερθέρμανση, σε φούσκες ακινήτων και τελικά στην κρίση κλπ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός να κινείται πάνω από το μέσο όρο της Ζ.Ε., σταθερά, να είναι ο υψηλότερος στην Ζ.Ε., την περίοδο 2001-2009, με αποτέλεσμα, την άνοδο των τιμών και της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας της χώρας, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ζ.Ε., δεδομένης της αδυναμίας υποτίμησης. Συνέπεια αυτού, ήταν το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών που κατευθυνόταν προς την ευρωζώνη ως προς τις συνολικές εξαγωγές της χώρας, να υποχωρήσει από 55% το 1995 σε 30% το 2012. Συγχρόνως εισαγόμενα υποκατέστησαν εγχώρια παραγωγή. Το 1995 είναι χρονιά ορόσημο γιατί αρχίζει η πορεία προς την ΟΝΕ, μέσω της πολιτικής της «σκληρής δραχμής», η άνοδος δηλαδή της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και άρα η πτωτική πορεία της ανταγωνιστικότητας της χώρας (σε όρους τιμών) . Για το παράδοξο, πως μια χώρα να χάνει συνέχεια σε ανταγωνιστικότητα και να εμφανίζει οικονομική μεγέθυνση (π.χ. η Ελλάδα από το 1995-2008) θα μιλήσουμε στην συνέχεια.

3.Η συναλλαγματική πολιτική της χώρας καταργήθηκε. Όπως είπαμε και πριν, δεν ήταν σε θέση να διορθώσει μέσω της ονομαστικής υποτίμησης την άνοδο της πραγματικής ισοτιμίας που είχε με τις χώρες της Ζ.Ε., λόγω μεγαλύτερου πληθωρισμού. Από την άλλη τα προϊόντα (εδώ συμπεριλαμβάνεται και ο τουρισμός) της Ελλάδας, δεν είναι κατά κύριο λόγο υψηλής τεχνολογίας, όπως της Γερμανίας και άρα ανταγωνίζονται με όρους κόστους. Το ακριβό ευρώ πλήττει χώρες σαν την Ελλάδα, ενώ ευνοεί χώρες όπως η Γερμανία που τα προϊόντα τους   εξαρτώνται περισσότερο από την αύξηση της ζήτησης παρά από τις τιμές. Τα ελληνικά προϊόντα δηλαδή έχουν μεγάλη ελαστικότητα ως προς την τιμή τους, ενώ τα γερμανικά ως προς την ζήτηση. Η είσοδος μιας μαλακιάς οικονομίας στην ζώνη ενός σκληρού νομίσματος δεν καθιστά σκληρή την μαλακιά οικονομίας όπως φαντάζονταν ο Σημίτης, ή όπως ανεύθυνα η και κατευθυνόμενα από ξένα και εγχώρια κέντρα υποστηρίζουν ακόμη και σήμερα ο Στουρνάρας κ.α, αλλά μάλλον την λιώνει οριστικά. Η σταδιακή ανάκαμψη των παλιών σοσιαλιστικών χωρών, όπως και η ανάπτυξη άλλων τρίτων χωρών (όπως η Τουρκία, που έφτασε σε κάποιο σημείο να είναι η πρώτη εισαγωγέας ελληνικών αγαθών) διόρθωσαν την κατάσταση όσον αφορά τις εξαγωγές αγαθών, αύξησαν τον τουρισμό κλπ Όμως ακόμη και εκείνη την στιγμή οι ελληνικές εξαγωγές δεν αποτέλεσαν ούτε το 0,5% των συνολικών εισαγωγών της Τουρκίας (συμπεριλαμβανόμενων των πετρελαιοειδών που έχουν και την μερίδα του λέοντος).

Το εκδοτικό προνόμιο καταργήθηκε. Απαγορεύτηκε από την συνθήκη του Μάαστριχτ, η δυνατότητα των εθνικών κρατών να καλύπτουν δημόσια ελλείμματα με έκδοση χρήματος όπως και στην Ε.Κ.Τ να πράττει το ίδιο με οποιοδήποτε τρόπο. Τα κυρίαρχα κράτη παραδόθηκαν στις χρηματαγορές. Αυτός ο κανόνας σε συνδυασμό με την απαγόρευση της υποχρέωσης διάσωσης για οποιαδήποτε κράτος μέλος θα παίξει τεράστιο ρόλο στην μετέπειτα κρίση.

Γ. Το 1994, μετά το Μάαστριχτ, ξεκινάει η πορεία προς το ευρώ, η απαρχή της χρεοκοπίας και μιας νέας μικρασιατικής καταστροφής:

Πρέπει να τονίσουμε ότι παρ’ ό ότι το 1993 το δημόσιο χρέος έφτασε το 100% του ΑΕΠ, έναντι 26% του 1981 που ενταχτήκαμε στην ΕΟΚ, το χρέος αυτό ήταν στο συντριπτικό του μέρος εσωτερικό και δραχμοποιημένο. Ένα χρέος στο εθνικό νόμισμα της χώρας, όσο μεγάλο και να είναι δεν οδηγεί στη χρεοκοπία. Μπορεί να ελεγχθεί και να μειωθεί μέσω του πληθωρισμού, η και του εκδοτικού προνομίου (που εκείνη ακριβώς την εποχή καταργούσε η συνθήκη του Μάαστριχτ).

Το 1994 αρχίζει ένα παράδειγμα –προς αποφυγή- οικονομικής μεγέθυνσης που οδήγησε στην πλήρη παραγωγική και δημοσιονομική χρεοκοπία, η φούσκα του ευρώ που τα αποτελέσματα συνειδητοποιήθηκαν με το πρώτο μνημόνιο το 2010.

Αυτό το «μοντέλο»-φούσκα στηρίχθηκε στην άφθονο εξωτερικό   δανεισμό που με την σειρά του τροφοδότησε την εγχώρια ζήτηση, δημόσια και ιδιωτική. Σε μια σχέση συνεχούς ανατροφοδότησης,   το μοντέλο αυτό επιδείνωνε συνεχώς την ανταγωνιστικότητα της χώρας.

Έτσι είχαμε το παράδοξο, η χώρα να χάνει σε ανταγωνιστικότητα καθώς η πραγματική της ισοτιμία ανερχόταν, χωρίς παράλληλα να γίνονται παραγωγικές επενδύσεις που θα μπορούσαν να την ενισχύσουν, και συγχρόνως να καταγράφει υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.

Κανείς δεν πρόσεχε τα τεράστια ελλείμματα του Ι.Τ.Σ., που τελικά έφτασαν να σωρεύσουν ένα Καθαρό Εξωτερικό Χρέος της τάξης του 108% του ΑΕΠ το 2012, όταν αυτό ήταν υποδεκαπλάσιο   στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Αν και η δημόσια συζήτηση όσο και όπως γίνεται ταυτίζει το ζήτημα με την είσοδο στην Ζ.Ε., η πραγματική απαρχή του ελληνικού δράματος μπορεί να προσδιοριστεί, ακριβώς μετά την συνθήκη του Μάαστριχτ, το έτος 1994.

Το 1994, α) απελευθερώθηκε το τραπεζικό σύστημα με την αποδέσμευση των εποπτικών κεφαλαίων που οι εγχώριες τράπεζες τηρούσαν στην τράπεζα της Ελλάδος, και με την άρση περιορισμών για τα καταναλωτικά δάνεια. β) Το κύριο είναι ότι άρχισε η προσπάθεια για την είσοδο στην ΟΝΕ με την υιοθέτηση της πολιτικής της σκληρής δραχμής. Είχαμε υψηλά επιτόκια, ενώ παράλληλα περιορίστηκε η ονομαστική υποτίμηση της δραχμής ώστε να περιοριστεί ο εισαγόμενος πληθωρισμός, με σκοπό να επιτευχθεί ο αναγκαίος αποπληθωρισμός για να εισαχθεί η χώρα στην Ζ.Ε.. Ο στόχος επετεύχθη, αλλά με το μεγάλο κόστος ανατίμησης της δραχμής. Αυτές οι συνθήκες, υψηλά επιτόκια, ονομαστική υποτίμηση κάτω από τον πληθωρισμό, έδιναν εγγύηση βέβαιων αποδόσεων για προσέλκυση κεφαλαίων που με την σειρά τους δημιουργούσαν τάση περαιτέρω ανατίμησης της δραχμής. γ) Η προοπτική της ΟΝΕ άρχισε να βελτιώνει και την συνολική πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, και την δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων   τόσο για τον δημόσιος τομέας όσο και το ιδιωτικό τομέα.

Σε αυτή την κατάσταση η πιστωτική επέκταση επιταχύνθηκε, ενώ επιτράπηκε η αύξηση της επένδυσης, της κατανάλωσης και η διατήρηση μεγάλων εξωτερικών ελλειμμάτων.   Παρά την υποτίμηση τον Μάρτιο του 1998 ως προς το ECU, υποτίμηση που αποδείκνυε την αποτυχία της πολιτικής της σκληρής δραχμής, η Ελλάδα εισήλθε στο ευρώ με «λανθασμένη» συναλλαγματική ισοτιμία, πράγμα που αποδεικνύεται από την τεράστια διόγκωση του εξωτερικού ελλείμματος στο -7,3%, του ΑΕΠ, αριθμός πρωτοφανής για την ελληνική οικονομία, αφού το 1995 ήταν -2,5%, την περίοδο 1990-1995 (μ.ο.) -1,4% και την περίοδο 1985-1990 (μ.ο) -3,1%. Το εξωτερικό έλλειμμα μια που μεγάλο κομμάτι της   κατανάλωσης βασίζεται σε εισαγωγές αυξάνει το δημόσιο έλλειμμα.

Άρα εισήλθαμε στο ευρώ με μια πραγματική ανατίμηση της τάξης του 30% (όπως υποστηρίζουν διάφορες μελέτες) ή τέλος πάντων με πολύ υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία.

Όπως είπαμε και παραπάνω, λόγω υψηλότερου πληθωρισμού η πραγματική ανατίμηση ήταν σημαντική με τις χώρες εντός ευρώ, ενώ με τις άλλες (εκτός ευρώ) η ονομαστική ανατίμηση του ίδιου του ευρώ έπαιξε τον καθοριστικό ρόλο στην άνοδο της πραγματικής ισοτιμίας Εν τω μεταξύ με την είσοδο στην Ζ.Ε. μειώθηκαν τα επιτόκια, με αποτέλεσμα την περαιτέρω αύξηση του εξωτερικού δανεισμού (δημόσιου και ιδιωτικού) της χώρας, αλλά και την περαιτέρω παροχής πιστώσεων και υπερευστότητας. Οι τράπεζες αύξησαν σημαντικά και ανεξέλεγκτα την χρηματοδότηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών χρησιμοποιώντας κεφάλαια που απελευθερώθηκαν και κεφάλαια από τις διεθνείς χρηματαγορές. Από 40 δις ευρώ τα δάνεια το 1998, ξεπέρασαν τις δύο εκατοντάδες δις και πλέον το 2010.

   Το 2009 το 80% του δημόσιου χρέους είχε περάσει στα χέρια ξένων δανειστών, και αυτό αποτέλεσε και την ουσιαστική αιτία για την χρεοκοπία της χώρας. Συγχρόνως το δημόσιο χρέος ήταν πλέον σε ένα ξένο και εχθρικό νόμισμα που ελεγχόταν από την Φρανκφούρτη.

Το 2008, λίγο πριν ξεσπάσει η καταιγίδα το έλλειμμα του Ι.Τ.Σ. προσέγγισε το -14,9%, θυμίζοντας χώρα σε πόλεμο. Ενώ η αριστερά φορούσε πυτζάμες και το Δ.Ν.Τ. βρισκόταν στην γωνία, οι επόμενες εκλογές κρίθηκαν με το ασύλληπτο: «Λεφτά-Υπάρχουν».

Δ)Η δραματική κατάσταση στην πατρίδα μας:

Το σύνολο της σωρευτικής κάμψης της ελληνικής οικονομίας, δεν αποκλείεται να είναι και πάνω από -30% του ΑΕΠ, αν δεν έχουμε και πιο ισχυρή πτώση. Ήδη έχουν χαθεί από την αρχή των μνημονιακών πολιτικών (το 2010) 900.000 θέσεις απασχόλησης, ενώ ένα άλλο μισό εκατομμύριο μισθωτών έχει περάσει σε μερική -από πλήρη- εργασία.

Η μείωση της δημόσιας ζήτησης για την απαίτηση τεράστιων πρωτογενών πλεονασμάτων, που φτάνουν το 3,5% για το 2018, η φορολογική αφαίμαξη του ιδιωτικού τομέα, δεν μπορεί παρά να έχει ως αποτέλεσμα την παράταση της μακροχρόνιας ύφεσης.

Η μείωση των μισθών κατά 30%, η κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων και η επισφάλεια, η περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων μέσω της πολιτικής της εσωτερική υποτίμησης, ελάχιστα διόρθωσε την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία, πράγμα που συνεπάγεται, ότι αυτή η πολιτική απέτυχε και τυπικά. Μια ανατίμηση του ευρώ εξανεμίζει εύκολα αρκετά χρόνια πόνου και θυσιών εσωτερικής υποτίμησης. Ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας και οι εξαγωγές παραμένουν στάσιμες, ενώ η μεταποίηση υποχωρεί συνεχώς. Μάλιστα, σε σταθερές τιμές του έτους 2010, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 3.3%, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 15.5%, ενώ το μερίδιο των εξαγωγών της ελληνικής οικονομίας στις παγκόσμιες εξαγωγές μειώθηκε κατά 9.4%. 

Η πολιτική που ακολουθήθηκε απλώς συρρίκνωσε και αποδυνάμωσε την οικονομία χωρίς να την αλλάξει και να διορθώσει το μεγάλο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που οφείλεται στο πολύ σκληρό νόμισμα που είναι το ευρώ.

Συνεπεία της συμμετοχής στην ευρωπαϊκή «ολοκλήρωση», συρρικνώθηκε, από την μία πλευρά, ο τομέας παραγωγής «διεθνώς εμπορεύσιμων εμπορευμάτων» (δηλαδή, εμπορευμάτων για την διεθνή αγορά), ο οποίος δεν μπόρεσε να επιβιώσει ως είχε στον διεθνή ανταγωνισμό, και διογκώθηκε, από την άλλη πλευρά, ο τομέας παραγωγής «μη διεθνώς εμπορεύσιμων εμπορευμάτων».

Η παρατηρούμενη αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ κατά τα πρώτα χρυσά χρόνια του ευρώ, προερχόταν πρωτίστως από την ανάπτυξη του τομέα των διεθνώς μη εμπορεύσιμων εμπορευμάτων, και στηρίζονταν στον εξωτερικό υπερδανεισμό ενώ οι κλάδοι του άλλου τομέα είτε ήταν στάσιμοι (επί τρεις δεκαετίες) είτε αναπτύσσονταν με αργούς ρυθμούς (όπως, για παράδειγμα, ο τουρισμός).

Η αποβιομηχάνιση που ξεκίνησε με την ένταξη στην Ε.ΟΚ., και συνεχίστηκε μετέπειτα στην ΟΝΕ, λαμβάνει πια δραματικό χαρακτήρα. Η χώρα μας βρίσκεται σε φάση προσαρμογής στα κάτω σκαλιά του   ευρωπαϊκού καταμερισμού εργασίας. Η πόλωση ανάμεσα σε κέντρο και περιφέρεια υψώνεται σε δεύτερη δύναμη από την ΟΝΕ, και την κρίση του Νότου.

Καθημερινά φθείρεται, παλαιώνει και καταστρέφεται κεφαλαιουχικός εξοπλισμός. Οι καθαρές επενδύσεις εμφανίζουν έντονη κάμψη μετά το έτος 2008, και καθίστανται αρνητικές από το 2011: μείον 4.4 δισ. το 2011, μείον 9.9 δισ. το 2012 και μείον 13 δισ. το 2013, που αποδεικνύει ότι έχουμε μπει σε φθίνουσα πορεία αναπαραγωγής. Η δε ετήσια καθαρή εθνική αποταμίευση από την είσοδο στην Ευρωζώνη, και μετά είναι συστηματικά αρνητική (από το έτος 1960, για το οποίο υπάρχουν συμβατά στατιστικά στοιχεία, έως την είσοδο ήταν μόνον θετική). Η ελληνική οικονομία είναι η μοναδική της Ευρωζώνης με αυτό το γνώρισμα. Είναι επίσης γνωστό ότι χωρίς υψηλά θετική καθαρή εθνική αποταμίευση δεν δύνανται να μειωθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα ούτε να υπάρξει ανάπτυξη, εκτός εάν βασίζεται στον συνεχή εξωτερικό δανεισμό και στις ξένες επενδύσεις (ελληνικό ανέκδοτο, που επαναλαμβάνουν: Παπανδρέου, Σαμαράς, Βενιζέλος Τσίπρας, Στουρνάρας κλπ ).

Το εξωτερικό ισοζύγιο έχει μεν ισορροπήσει αλλά αυτό οφείλεται στην δραστική μείωση των εισαγωγών και στην περικοπή των τόκων αποπληρωμής του δημόσιου χρέους. Το χειρότερο στοιχείο όπως είπαμε είναι η κατάρρευση των επενδύσεων. Ενώ η μείωση της κατανάλωσης συμβαδίζει με την μείωση του ΑΕΠ, πράγμα που δείχνει ότι το υψηλό ποσοστό της κατανάλωσης στο ΑΕΠ παραμένει, οι ακαθάριστες επενδύσεις έχουν πέσει στο μισό περίπου του ποσοστού τους σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Άλλωστε το 40% της μείωσης των εισαγωγών οφείλεται στην μείωση επενδυτικού και μηχανολογικού εξοπλισμού. Όλα αυτά δείχνουν την συνεχιζόμενη πτώση του αναπτυξιακού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας.

Καθημερινά τμήμα της αφρόκρεμας της επιστημονικής νεολαίας εγκαταλείπει την χώρα. Η Ελλάδα μετατρέπεται σε φθίνουσα και παρακμάζουσα περιφέρεια του κέντρου. Η δε γερασμένη Γερμανία ενισχύεται από τους νέους επιστήμονες και έτσι όχι μόνο ξανανιώνει ηλικιακά, αλλά αυξάνει το τεχνολογικό της πλεονέκτημα τόσο εντός της Ζ.Ε. και της Ε.Ε., αλλά και έναντι του υπόλοιπου κόσμου.

Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, η χρήση καρτών, αλλά περισσότερο το ασφαλιστικό, και το φορολογικό σύστημα που εισάγουν οι υπηρέτες του ξένου παράγοντα, των πιστωτών και της παρασιτικής ολιγαρχίας, η μαύρη κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου, που δεν τόλμησε να επιβάλει ούτε αύξηση του ΦΠΑ στο μοσχαρίσιο κρέας, καταστρέφει τις μικρομεσαίες τάξεις, την πλειοψηφία των αγροτών, τους παραγωγικούς επιστήμονες, τον μεροκαματιάρη ελεύθερο επαγγελματία, εκτοξεύοντας την ανεργία στα ύψη.

Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, ενισχύονται σε τέτοια έκταση, οι ξένες επιχειρήσεις, οι πολυεθνικές και οι μεγάλες εταιρίες. Σύντομα, τον τελευταίο γιατρό, χασάπη, μπακάλη, βιβλιοπώλη, οπωροπώλη κλπ, της γειτονιάς, θα τον αντικαταστήσουν τα μεγάλα ιατρικά μονοπώλια, τα σούπερ μάρκετ και οι ξένες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα βυσσοδομήσουν εις βάρος του φτωχοποιημένου λαού, ενώ συγχρόνως η ελληνική οικονομία και ο τόπος μας θα βυθιστεί πιο πέρα από την λεγόμενη «Βαλκανοποίηση». Αν εξαιρέσουμε την κυβέρνηση Λογοθετόπουλου στην κατοχή, ποτέ, από ιδρύσεως ελληνικού κράτους δεν πέρασαν πιο προδοτικές και καταστροφικές κυβερνήσεις από αυτό τον τόπο, από αυτές που γνωρίσαμε τελευταία.

Αν προσέξει κανείς εκείνο το ασύλληπτο έλλειμμα του Ι.Τ.Σ. το 2008, ένα σημαντικό τμήμα του λίγο μικρότερο από το 1/3 οφείλεται στην διόγκωση του ισοζυγίου εισοδημάτων, όμως αυτή η διόγκωση προέρχεται από την αύξηση των τόκων για πληρωμή δημόσιου χρέους στο εξωτερικό. Αυτή ακριβώς η αλλαγή στη σύνθεση του χρέους, από εσωτερικό σε εξωτερικό ήταν που επέτρεπε την διόγκωση και του εμπορικού ελλείμματος. Άρα, στο σύνολό του το πολεμικό αυτό έλλειμμα στο Ι.Τ.Σ -με εξαίρεση το ποσοστό αύξησης που οφείλεται στα ακριβά καύσιμα της εποχής- είναι απότοκο της ανατίμησης της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Η αύξηση της πιστωτική επέκτασης προς τον ιδιωτικό τομέα μεταξύ 1998-2007 ήταν κατά μέσον όρο 16,9%, αλλά 28% για τα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια. Έτσι ενώ η επένδυση ήταν σημαντική πάνω από 40% κινήθηκε στην κατασκευή κατοικιών, αν συνυπολογίσουμε και τις δημόσιες κατασκευές, τους ολυμπιακούς αγώνες κλπ, δεν έχουμε αύξηση των επενδύσεων εξοπλισμού κλπ ώστε να αυξηθούν οι παραγωγικές δυνατότητες της χώρας.

Αντίστροφα η συνολική εγχώρια ζήτηση ήταν κατά μέσο όρο 112,8% του ΑΕΠ. Η ιδιωτική κατανάλωση κινήθηκε πάνω από 70% του ΑΕΠ φτάνοντας το 74% το 2010, όταν ο μέσος όρος στην ευρωζώνη ήταν 58%.   Ο εξωτερικός δανεισμός και η πίστωση ήταν τα στοιχεία που τροφοδότησαν μια υπερβάλλουσα ζήτηση, μια εικόνα πλαστής ευμάρειας για την μεσαία τάξη, που ίσως δημιούργησε και λανθασμένη συνείδηση για το τι είναι το ευρώ, συνείδηση που σπάει σήμερα.

Από την αύξηση της ζήτησης ένα τμήμα κατευθύνθηκε στο εξωτερικό διαμορφώνοντας και το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα. Από την άλλη διαμορφώθηκαν υψηλά ποσοστά κέρδους για τα μη διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, λόγω της υπερβάλλουσας ζήτησης, ενώ ο εξωτερικός τομέας υποχωρούσε λόγω πτώσης της ανταγωνιστικότητας. Έτσι η ανάπτυξη των μη διεθνών εμπορευσίμων τομέων απορρόφησε περισσότερους πόρους, η οικονομία στράφηκε σε αυτούς τους τομείς, συμβάλλοντας στην περαιτέρω επιδείνωση του εξωτερικού τομέα και της ανταγωνιστικότητας, ενώ συνέβαλλε στη άνοδο των τιμών συνολικά για την οικονομία, άρα και για τον εξωτερικό τομέα. Το σύνολο της οικονομικής μεγέθυνσης της περιόδου 2001-2008 προήλθε από τους κλάδους μη εμπορεύσιμων, το προϊόν των οποίων αυξήθηκε ταχύτατα τόσο σε σταθερές όσο και σε ονομαστικές τιμές. Αντίθετα το προϊόν των κλάδων   των διεθνώς εμπορεύσιμων έμεινε στάσιμο. Σε σταθερές τιμές δεν ανήλθε καθόλου. Η χρεοκοπία ήταν προδιαγραμμένη.


αναδημοσίευση από το sxedio-b

Καταλήψεις σε ΧΥΤΑ, δημαρχεία, δημοτικές υπηρεσίες και γκαράζ από 5 Μαΐου

Πέμπτη, 05/05/2016 - 10:03
Καταλήψεις σε ΧΥΤΑ, δημαρχεία, δημοτικά κτήρια και δημοτικά γκαράζ ξεκινά από σήμερα Πέμπτη 5 Μαΐου η ΠΟΕ-ΟΤΑ, αντιδρώντας στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης. Παράλληλα με τις καταλήψεις δημοτικών χώρων, η ΠΟΕ-ΟΤΑ οργανώνει επίσης τη συμμετοχή της στην 48ωρη πανελλαδική απεργία που έχει αποφασιστεί για τις ημέρες συζήτησης του ασφαλιστικού νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής, η ημερομηνία της οποία θα γνωστοποιηθεί με απόφαση της ΑΔΕΔΥ.

Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΕ-ΟΤΑ

Η συγκυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-ΑΝ.ΕΛ. κατέθεσε και συζητά στη Βουλή το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο που υλοποιεί μία ακόμη μνημονιακή δέσμευση απέναντι στους δανειστές-δυνάστες με στόχο την εξοικονόμηση 1,8 δις ευρώ από την περιστολή της συνταξιοδοτικής δαπάνης. Το Νομοσχέδιο Κατρούγκαλου δρομολογεί την κατάργηση του θεσμού της Κοινωνικής Ασφάλισης, ενώ προβλέπει μεταξύ άλλων περικοπή Συντάξεων, Κύριων και Επικουρικών, μεγάλη μείωση του Εφάπαξ, επαναϋπολογισμό των συντάξεων που ήδη καταβάλλονται!!!

Μέτρα που έρχονται να προστεθούν στον οικονομική εξαθλίωση της Ελληνικής κοινωνίας και που αναπόφευκτα θα οδηγήσουν ταυτόχρονα με τα νέα φορολογικά βάρη ύψους 5,4 δις ευρώ σε μείωση της κατανάλωσης, σε νέα λουκέτα στην αγορά, περισσότερη ανεργία, φτώχεια και εξαθλίωση.

Σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 21 Απριλίου 2016, οι Σύλλογοι-Μέλη της εντείνουν την προσπάθεια ενημέρωσης με κάθε πρόσφορο μέσο (Γενικές Συνελεύσεις, Συγκεντρώσεις, κ.λπ.) των εργαζομένων για τις επιπτώσεις του Νομοσχεδίου με σκοπό την μαζική συμμετοχή τους στο Πρόγραμμα Δράσης της Ομοσπονδίας κατά της μνημονιακής πολιτικής.

Συγκεκριμένα:

  • Την ΠΕΜΠΤΗ 5 ΜΑΙΟΥ 2016 ξεκινούν οι καταλήψεις Χ.Υ.Τ.Α., Δημοτικών Γκαράζ, Δημαρχείων, Δημοτικών κτιρίων με τη συμμετοχή του συνόλου των εργαζομένων.
  • Με αποφάσεις και πρωτοβουλίες των Συλλόγων θα προσδιοριστεί σε ποια κτίρια θα γίνει κατάληψη.
    Οργανώνεται η μαζική συμμετοχή στην 48ωρη Πανελλαδική-Πανεργατική Απεργία που έχει ήδη αποφασιστεί για τις ημέρες συζήτησης του Αντι-ασφαλιστικού Νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής. Ο χρονικός προσδιορισμός της 48ωρης ΑΠΕΡΓΙΑΣ θα γνωστοποιηθεί με απόφαση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Το Αντι-ασφαλιστικό Νομοσχέδιο έχει ένα μόνο στόχο. Να αφομοιώσει όλες τις μνημονιακές δεσμεύσεις που επιβάλλουν στην ζωή μας εξαθλίωση, περιθωριοποίηση, ανεργία. Αφαιρώντας ακόμη και από τους απόμαχους της εργασίας το δικαίωμα μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης. Στερώντας από την νέα γενιά την όρεξη και την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο!!!

Το Αντι-ασφαλιστικό Νομοσχέδιο:

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ

ΛΕΜΕ ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

ΛΕΜΕ ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΑΠΑΞ

ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΕ ΔΗΜΟΣΙΟ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΑΔΙΑΝΕΜΗΤΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ




ergasianet

Κάλεσμα της Πρωτοβουλίας Σωματείων σε συνέλευση αγώνα την Πέμπτη 5 Μάιου

Πέμπτη, 05/05/2016 - 08:02
Κάλεσμα για συνέλευση αγώνα της Πρωτοβουλίας Πρωτοβάθμιων Σωματείων για το συντονισμό Πέμπτη 5 Μάιου στο ΤΕΕ (Νίκης 4, Σύνταγμα) στις 6.00 μ.μ.

Το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο που κατακρεουργεί την κοινωνική ασφάλιση και τις συντάξεις, ακόμη χειρότερο από αυτό που παρουσίαζε μέχρι τώρα η κυβέρνηση, ταυτόχρονα με το νομοσχέδιο φοροληστείας έχει κατατεθεί στη Βουλή. Επιπλέον, ένα 4ο και φαρμακερό μνημόνιο της κυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α – ΑΝ.ΕΛ. με την μορφή προληπτικών μέτρων είναι συμφωνημένο. Πρόκειται για ένα συνολικό πακέτο νέας λεηλασίας μισθών, συντάξεων, ξεπουλήματος δημόσιων οργανισμών και περιουσίας, απελευθέρωση απολύσεων και μια σειρά άλλα μέτρα που σταματημό δεν θα έχουν.

Με όλες μας τις δυνάμεις να οργανώσουμε άμεσα την μάχη απόκρουσης της νέας αντεργατικής – αντιλαϊκής καταιγίδας.

ΠΑΛΛΑΪΚΟΣ – ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΠΑΝΤΟΥ, με απεργίες, καταλήψεις, μαζικά συλλαλητήρια και κάθε μέσο και κάθε μέρα από εδώ και εμπρός.

ΜΠΛΟΚΟ στα αντιλαϊκά αντεργατικά μέτρα στο ασφαλιστικό και την φορολεηλασία. Για να ανατραπεί συνολικά η επίθεση Κεφαλαίου – Κυβέρνησης, της ΕΕ, και Δ.Ν.Τ.

ΚΑΛΟΥΜΕ ΣΕ ΝΕΑ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΑΓΩΝΑ Σωματεία σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, κάθε αγωνιστή και αγωνιστική συλλογικότητα, εργαζομένων, ανέργων και της νεολαίας για μια πραγματικά ανυποχώρητη και συντονισμένη μάχη με όλα τα μέσα πριν την ψήφιση τους στην βουλή.

Η ΟΡΜΑ καλεί σε σύσκεψη οργανώσεων και συλλογικοτήτων το Σάββατο 7 Μαϊου στο Πολυτεχνείο – Γκίνη στις 6 μμ.

Πέμπτη, 05/05/2016 - 08:00
Κάλεσμα της OΡγάνωσης Μαχητικού Αντιφασισμού σε αντιφασιστική σύσκεψη το Σάββατο 7 Μαϊου:

Οι δημόσιες συγκεντρώσεις της Χρυσής Αυγής έχουν τελειώσει, Αντιφασιστική σύσκεψη Σάββατο 7 Μαϊου στο Πολυτεχνείο – Γκίνη στις 6 μμ.

Η Χρυσή Αυγή ανακοινώνει ότι το Σάββατο 14 Μαΐου διοργανώνει μία ακόμα εορτή μίσους με την επωνυμία «13η Γιορτή Ελληνικής Νεολαίας, Ίτε Παίδες Ελλήνων».

Μία ακόμα προσπάθεια της φασιστικής συμμορίας για δημόσια προβολή και παρουσία. Μία προσπάθεια που δεν πρέπει να μείνει αναπάντητη από το αντιφασιστικό κίνημα. Παρόλο που ακόμα δεν έχει ανακοινώσει τον χώρο σύναξης τους, είναι απαραίτητη η συγκρότηση ενός αντιφασιστικού μετώπου που θα αντιδράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά και σε αυτή την προσπάθεια εμφάνισης των τραμπούκων και δολοφόνων φασιστών.

Η ΟΡΜΑ καλεί σε σύσκεψη οργανώσεων και συλλογικοτήτων το Σάββατο 7 Μαϊου στο Πολυτεχνείο – Γκίνη στις 6 μμ.