Eurostat: "Πρωταθλητές" στις ώρες εργασίας οι Έλληνες σε μια συνηθισμένη εβδομάδα - Ποιοι δουλεύουν λιγότερο

Eurostat: "Πρωταθλητές" στις ώρες εργασίας οι Έλληνες σε μια συνηθισμένη εβδομάδα - Ποιοι δουλεύουν λιγότερο

Τετάρτη, 20/09/2023 - 22:32

Με 41 ώρες εργασίας την εβδομάδα κατά μέσο όρο, οι Έλληνες δουλεύουν τις περισσότερες ώρες σε σχέση με τους υπόλοιπους ευρωπαίους, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.

Συγκεκριμένα, σε μια συνηθισμένη εβδομάδα, οι ώρες εργασίας για άτομα ηλικίας 20-64 ετών ήταν στην ΕΕ κατά μέσο όρο 37,5 ώρες, σύμφωνα με στοιχεία του 2022.

Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Οι περισσότερες ώρες εργασίας την εβδομάδα καταγράφηκαν στην Ελλάδα (41,0 ώρες), στην Πολωνία (40,4), στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία (40,2 και οι δύο).

Αντίθετα, τις λιγότερες ώρες εργασίας σε μία εβδομάδα καταγράφουν οι Ολλανδοί (33,2 ώρες), οι Γερμανοί (35,3) και οι Δανοί (35,4).

Eurostat: Χωρίς φρένο «τρέχει» ο πληθωρισμός στην Ελλάδα – Ανέβηκε στο 3,4% τον Ιούλιο

Eurostat: Χωρίς φρένο «τρέχει» ο πληθωρισμός στην Ελλάδα – Ανέβηκε στο 3,4% τον Ιούλιο

Τρίτη, 01/08/2023 - 18:49

Με ανοδική πορεία αναμένεται να έχει κινηθεί ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιούλιο, όπως προκύπτει από τα προκαταρκτικά στοιχεία της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αντίθετη πορεία αναμένεται να κινηθεί ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη, καθώς εκεί φαίνεται να συνεχίζεται η αργή αποκλιμάκωσή του.

Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat, ο εναρμονισμένος στην έρευνα της Ευρωζώνης πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιούλιο σημείωσε άνοδο 3,4% σε ετήσια βάση, από το αναθεωρημένο 2,8% τον Ιούνιο, βάζοντας έτσι τέλος στην αποκλιμάκωση που έχει επιδοθεί από το προηγούμενο έτος και συγκεκριμένα από τον Οκτώβριο του 2022. Σε μηνιαία βάση, ο δείκτης υποχώρησε κατά -1%.

Σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο πληθωρισμός συνέχισε την καθοδική του πορεία διαμορφούμενος στο 5,3% συγκρινόμενος με τον Ιούλιο του 2022, από 5,5% τον Ιούνιο σε εναρμόνιση με τις εκτιμήσεις, ενώ σε μηνιαία βάση κατέγραψε την ελάχιστη αρνητική μεταβολή της τάξεως του -0,1%.

Απλησίαστα τα τρόφιμα στην Ευρωζώνη

Απλησίαστα τα τρόφιμα στην Ευρωζώνη

Σάββατο, 08/04/2023 - 19:11

Οι τιμές των τροφίμων στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη καταγράφουν μεγαλύτερες αυξήσεις από τις τιμές των άλλων ομάδων προϊόντων, συμβάλλοντας περισσότερο στον πληθωρισμό.

Σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat, η μείωση του πληθωρισμού στην Ελλάδα τον Μάρτιο στο 5,4% σε ετήσια βάση από 6,5% τον Φεβρουάριο οφειλόταν στη μείωση των τιμών ενέργειας κατά 14,7%, ενώ αντίθετα οι τιμές των τροφίμων, του αλκοόλ και του καπνού συνέχισαν να αυξάνονται με διψήφιο ποσοστό 11,8% έναντι αύξησης 12,2% τον Φεβρουάριο.

Στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός μειώθηκε στο 6,9% από 8,5%, με την αποκλιμάκωση να οφείλεται επίσης στις τιμές ενέργειας, οι οποίες μειώθηκαν 0,9% έναντι αύξησης 13,7% τον Φεβρουάριο, ενώ οι τιμές στα τρόφιμα, αλκοόλ και καπνό συνέχισαν να αυξάνονται και μάλιστα με ταχύτερο ρυθμό (15,4% έναντι 15% τον Φεβρουάριο).

Οι άλλοι επιμέρους δείκτες, όπως των τιμών μη ενεργειακών βιομηχανικών προϊόντων και των υπηρεσιών αυξήθηκαν, αλλά πολύ λιγότερο απ' ό,τι των τροφίμων (6,6% και 5%, αντίστοιχα).

Παράλληλα, όμως, από στοιχεία που ανακοίνωσε ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) προκύπτει ότι οι διεθνείς τιμές των τροφίμων, οι οποίες διαπραγματεύονται στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων, μειώθηκαν φέτος τον Μάρτιο, για 12ο συνεχόμενο μήνα, μετά το ράλι που έκαναν το 2021 και το πρώτο τρίμηνο του 2022.

Ο γενικός δείκτης τιμών του FAO ήταν μειωμένος κατά 20,5% σε σχέση με τα υψηλά επίπεδα του Μαρτίου 2022, καθώς μειώθηκαν οι τιμές στα φυτικά έλαια (47,7%), στα δημητριακά (18,6%), στα γαλακτοκομικά προϊόντα (15,6%) και τα κρέατα (5,3%) και μόνο οι τιμές της ζάχαρης συνέχισαν την ανοδική τους κούρσα, σκαρφαλώνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2016.

Η αντίθετη πορεία των διεθνών τιμών των τροφίμων σε σχέση με τις λιανικές τιμές στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη έχει διάφορες εξηγήσεις. Κατ' αρχήν, οι εγχώριες σχετίζονται εν μέρει μόνο με τις διεθνείς τιμές. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι διεθνείς τιμές αύξησαν κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες τις λιανικές τιμές των τροφίμων το 2022, δηλαδή εξηγούν ένα μέρος μόνο των αυξήσεων τους.

Δεύτερον, υπάρχει σημαντική χρονική υστέρηση όσον αφορά το πέρασμα των αυξήσεων ή μειώσεων των διεθνών τιμών στις λιανικές, η οποία εκτιμάται από το ΔΝΤ σε 6 έως 12 μήνες.

Τρίτον, οι εγχώριες τιμές επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό από τη φύση της παραγωγής διάφορων αγροτικών προϊόντων, όπως π.χ. του ελαιόλαδου, η παραγωγή του οποίου γίνεται μία φορά τον χρόνο. Επομένως η τιμή του στα ράφια δεν θα μειωθεί παρά μόνο με τη νέα παραγωγή του στα τέλη του έτους, εφόσον το κόστος της είναι μειωμένο, όπως αναμένεται λόγω της μείωσης στις τιμές σημαντικών αγροτικών εισροών, όπως των λιπασμάτων και της ενέργειας. Αναφορικά με τις τιμές των λιπασμάτων, άλλη μελέτη του ΔΝΤ δείχνει ότι κάθε μεταβολή στις τιμές τους επηρεάζει άμεσα τις διεθνείς τιμές των σιτηρών μέσα σε τέσσερα τρίμηνα.

Παραμένουμε μεταξύ των φτωχότερων λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Παραμένουμε μεταξύ των φτωχότερων λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Σάββατο, 25/03/2023 - 15:40

Η νέα έκθεση της Eurostat για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα κράτη-μέλη της ΕΕ αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα συνεχίζει να παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα μας διαμορφώθηκε το 2022 στο 68% του μέσου όρου στην ΕΕ και είναι το τρίτο χαμηλότερο μετά τη Βουλγαρία και τη Σλοβακία.

Η παραγωγή και τα εισοδήματα στην Ελλάδα, παρά την έξοδο από τα μνημόνια το 2018, δεν επέστρεψαν στα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα κι αν συνεχιστούν οι πολιτικές που ακολουθούνται σήμερα η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το 2011 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν στο 75% του μέσου όρου της ΕΕ, ενώ το μακρινό 2007 στο 95%. Η «φούσκα» έσκασε, τα μνημόνια ήρθαν κι από το 2016 μέχρι και το 2022 το σχετικό ποσοστό είναι «κολλημένο» στο 68% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Επί μία εξαετία, δηλαδή, δεν έχει αλλάξει τίποτα στη χώρα προς το καλύτερο.

Επίσης, η οικονομική κρίση και στη συνέχεια η πανδημία είχαν ως βασική συνέπεια τη διεύρυνση των οικονομικών ανισοτήτων. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ το 2008 τα νοικοκυριά με εισόδημα έως 750 ευρώ αποτελούσαν μόλις το 4,7% του συνόλου, το 2018 το ποσοστό τους έφθασε στο 12,7%. Τριπλασιάστηκε δηλαδή, τριπλασιάζοντας και τον αριθμό των συμπολιτών μας που βιώνουν φτώχεια και, κατά συνέπεια, κοινωνικό αποκλεισμό. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, η επόμενη έρευνα της Εurostat αναμένεται να δείξει μία ακόμη χειρότερη εικόνα ως προς την αποδυνάμωση της αγοραστικής δύναμης και τις ανισότητες στην ελληνική κοινωνία.

Οι ερμηνείες γι’ αυτή την εισοδηματική «βύθιση» και στη συνέχεια στασιμότητα είναι πολλές, αλλά πρωτίστως αποδίδονται στις οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης, της σημερινής κυβέρνησης εκτός μνημονίων αλλά και των προηγούμενων κυβερνήσεων εντός μνημονίων. Η δημοσιονομική επέκταση της τελευταίας τριετίας δεν «έπιασε» τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα, ούτε ενίσχυσε όσους βρίσκονται σε λίγο καλύτερη θέση, ενώ παράλληλα τόσο ο πληθωρισμός όσο και η αισχροκέρδεια διόγκωσαν τις ήδη μεγάλες εισοδηματικές και κοινωνικές αποκλίσεις.

Αξίζει, ακόμα, να σημειωθεί ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες βρέθηκαν στη δίνη της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας, εμφανίζουν πολύ καλύτερες επιδόσεις από την Ελλάδα. Για παράδειγμα, στην Πορτογαλία το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης βρίσκεται στο 77% του μέσου όρου της Ένωσης και μάλιστα σε αυτά τα επίπεδα βρισκόταν και τα προηγούμενα χρόνια. Στην Ισπανία διαμορφώθηκε το 2022 στο 85% του μέσου όρου της ΕΕ, ανακάμπτοντας από την πανδημία και ενώ την προηγούμενη δεκαετία βρισκόταν λίγο πάνω από το 90%.

Εδώ στην Ελλάδα οι συνθήκες δεν βελτιώνονται, αντίθετα το ποσοστό των πολιτών που δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα μεγαλώνει συνεχώς. Το πού οδηγούμαστε είναι ένα μεγάλο ερώτημα, ειδικά όσο πληθαίνουν τα σενάρια περί σφιχτών δημοσιονομικών πολιτικών το επόμενο διάστημα στην ΕΕ, και φυσικά και στην Ελλάδα, λόγω της δημοσιονομικής επέκτασης των τελευταίων ετών.

Eurostat: Μειώθηκε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιανουάριο - Νέα επιτάχυνση στις τιμές των τροφίμων

Eurostat: Μειώθηκε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιανουάριο - Νέα επιτάχυνση στις τιμές των τροφίμων

Τετάρτη, 01/02/2023 - 19:14

Ο πληθωρισμός τον Ιανουάριο «έπεσε» στο 7,2% σε ετήσια βάση, από 7,6% τον Δεκέμβριο, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιεύει η Eurostat, συνεχίζοντας την πτωτική τάση των τελευταίων μηνών.

Στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός μειώθηκε στο 8,5% από 9,2% τον Δεκέμβριο.

Σημειώνεται πως ο πληθωρισμός, με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, έχει μειωθεί σημαντικά μετά τον Σεπτέμβριο, όταν είχε εκτιναχθεί στο 12,1%.

Αντίστοιχα, ο εθνικός δείκτης τιμών της ΕΛΣΤΑΤ μειώθηκε στο 7,2% τον Δεκέμβριο, όπως μεταδίδει το Imerisia.gr.

Στα περσινά επίπεδα οι τιμές της ενέργειας - Κι άλλη αύξηση σε τρόφιμα

Στην κάμψη του πληθωρισμού συνέβαλε τους περασμένους μήνες καθοριστικά η αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας, ενώ οι τιμές των τροφίμων και ο πυρήνας του πληθωρισμού συνέχισαν να αυξάνονται.

Η τάση αυτή συνεχίστηκε και τον Ιανουάριο, με τις τιμές της ενέργειας να κινούνται ουσιαστικά στα ίδια επίπεδα με τον περσινό Ιανουάριο (για την ακρίβεια αυξήθηκαν 0,4%), ενώ οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν περισσότερο, κατά 15,4% έναντι 14,9%.

Οι τιμές των μη βιομηχανικών προϊόντων αυξήθηκαν 8,2% έναντι 7,3% τον Δεκέμβριο και των υπηρεσιών κατά 5,3% έναντι 5,2%.

Ο πυρήνας του πληθωρισμού, που δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας, των τροφίμων, του καπνού και του αλκοόλ, αυξήθηκε 6,5% από 5,9%.

Αντίστοιχη τάση και στην Ευρωζώνη

Αντίστοιχη ήταν η τάση και στην Ευρωζώνη, η οποία συνεχίστηκε τον Ιανουάριο. Συγκεκριμένα, οι αυξήσεις στις τιμές ενέργειας επιβραδύνθηκαν περαιτέρω, στο 17,2% σε ετήσια βάση από 25,5% τον Δεκέμβριο), ενώ αντίθετα οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν 14,1% από 13,8%.

Μεγαλύτερη αύξηση σημείωσαν και οι τιμές των μη ενεργειακών βιομηχανικών προϊόντων - στο 6,9% από 6,4% - ενώ οι τιμές των υπηρεσιών επιβραδύνθηκαν στο 4,2% από 4,4%.

Eurostat: Το 36,4% των Ελλήνων ζει σε νοικοκυριό με ληξιπρόθεσμες οφειλές

Eurostat: Το 36,4% των Ελλήνων ζει σε νοικοκυριό με ληξιπρόθεσμες οφειλές

Δευτέρα, 19/12/2022 - 13:25

Συγκλονιστικά στοιχεία ανακοίνωσε η Eurostat αναφορικά με την κατοικία στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με έρευνα για τις συνθήκες στέγασης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Όπως προκύπτει, τα ελληνικά νοικοκυριά ζουν μεν σε ιδιόκτητο σπίτι κατά 3/4 ωστόσο, από εκεί και πέρα τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Τα σπίτια δεν μπορούν να θερμανθούν επαρκώς, που πρέπει να τα πληρώνουν πανάκριβα (ενοίκιο, λογαριασμοί, κοινόχρηστα κ.λπ.) σε σχέση με τους υπόλοιπους ευρωπαίους, την ώρα που οι ληξιπρόθεσμες οφειλές διαρκώς αυξάνονται.

Αναλυτικά:

–   Στην Ελλάδα το 2021 καταγράφηκε το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. πληθυσμού (36,4%) που ζει σε νοικοκυριό με ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ενυπόθηκα δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφέλειας.

– Το 73,3% των πολιτών στην Ελλάδα διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι, με μόλις 26,7% να κατοικεί σε σπίτι που νοικιάζει. Το ποσοστό ιδιοκτησίας στην Ελλάδα αν και δεν είναι από τα υψηλότερα, καθώς κατέχουν τα πρωτεία οι πρώην σοσιαλιστικές χώρες, διαμορφώνεται σε επίπεδα πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο που ήταν το 2021 69,9%.

– Η πλειονότητα των Ελλήνων ζει σε μικρά σπίτια. Σύμφωνα με τη Eurostat, o μέσος αριθμός δωματίων ανά άτομο το 2021 στην Ελλάδα ήταν 1,3 δωμάτιο, με μικρότερα μόνο τα σπίτια στην Κροατία και τη Λετονία (1,2 δωμάτιο ανά άτομο) και τη Ρουμανία και την Πολωνία (1,1 δωμάτιο ανά άτομο). Στον αντίποδα βρίσκονται η Μάλτα (2,3 δωμάτια ανά άτομο), το Βέλγιο, η Ιρλανδία, η Ολλανδία (2,1 δωμάτια ανά άτομο) και η Κύπρος (2 δωμάτια ανά άτομο), ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ήταν το 2021 1,6 δωμάτιο ανά άτομο.

– Αριθμός των ατόμων ανά νοικοκυριό. Στην Ελλάδα το 2021 υπήρχαν κατά μέσον όρο 2,6 άτομα ανά νοικοκυριό, που αποτελεί τη δεύτερη υψηλότερη αναλογία στην Ε.Ε. (η υψηλότερη, 2,7 άτομα ανά νοικοκυριό, καταγράφηκε στην Πολωνία και την Κροατία), ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ήταν 2,3 άτομα ανά νοικοκυριό. Ο μικρότερος αριθμός ατόμων ανά νοικοκυριό καταγράφηκε στη Φινλανδία (1,9 άτομα), τη Σουηδία, τη Γερμανία και τη Δανία (2 άτομα ανά νοικοκυριό).

– Μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού ζει σε σπίτια που θερμαίνονται ανεπαρκώς. Στην Ελλάδα το 2021 το 17,5% του πληθυσμού δεν είχε την ικανότητα να διατηρεί το σπίτι επαρκώς ζεστό, ποσοστό που αποτελεί το τέταρτο υψηλότερο μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και υπερδιπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού όρου (6,9%).

– Το 12,9% διαμένει σε κατοικία, η στέγη της οποίας βάζει νερά, ποσοστό κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (14,8%), ενώ πλέον τα περισσότερα σπίτια στην Ελλάδα διαθέτουν τουαλέτα (μόλις το 0,1% δεν έχει). Το 57,4% του πληθυσμού ζει σε διαμέρισμα και το 42,6% σε μονοκατοικία.

– Στην Ελλάδα παρατηρείται το υψηλότερο ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης του κόστους στέγασης, με το 32,4% του πληθυσμού να ζει σε σπίτι όπου το κόστος στέγασης αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του. Στην Ε.Ε. το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 10,4%.

Με πληροφορίες από τον Ημεροδρόμο 

Eurostat: Θλιβερή πρωτιά στη νεανική ανεργία για τη Βόρεια Ελλάδα

Eurostat: Θλιβερή πρωτιά στη νεανική ανεργία για τη Βόρεια Ελλάδα

Δευτέρα, 17/10/2022 - 17:36

Εθνική ντροπή, που διαψεύδει τη μαγική εικόνα που επιχειρεί να φτιάξει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αποτελεί η είδηση πως τα υψηλότερα ποσοστά νεανικής ανεργίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο καταγράφονται στην Ελλάδα.

Ειδικότερα, και σύμφωνα με έκθεση της Eurostat, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη με 45,1% και η Δυτική Μακεδονία με 42,3% βρίσκονται στην κορυφή, στη λίστα με τις περιφέρειες που έχουν νεανική ανεργία άνω του 30% στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

Σε ότι αφορά τις υπόλοιπες ελληνικές περιφέρειες τη χαμηλότερη ανεργία είχε η Αττική (20,9%), ενώ ποσοστά έως 30% είχαν το Βόρειο Αιγαίο (24,4%), η Ήπειρος (27,1%), η Πελοπόννησος (28,1%), το Νότιο Αιγαίο (29,9%) και η Κρήτη (30%).

Οι άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες με ανεργία πάνω από 40% ήταν οι ισπανικές Ciudade Autónoma de Ceuta (56%) και Ciudade Autónoma de Melilla (41.9%), η γαλλική Mayotte (43%) και η ιταλική Σικελία (40,1%).

Η είδηση έρχεται στο φόντο παλαιότερων ερευνών της Eurostat που επιβεβαιώνοντας την αίσθηση οικονομικής ασφυξίας για τους έλληνες νέους έχουν καταγράψει επανειλημμένα την χώρα μας θλιβερή πρωταθλήτρια στην ανεργία των νέων, με ποσοστά άνω του 30%.

Eurostat: Η φτώχεια απειλεί τους αυτοαπασχολούμενους στην Ελλάδα

Eurostat: Η φτώχεια απειλεί τους αυτοαπασχολούμενους στην Ελλάδα

Πέμπτη, 22/09/2022 - 18:48

Τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αντιμετωπίζει σχεδόν το ένα τέταρτο των αυτοαπασχολούμενων πολιτών της ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.

Η κατάσταση των αυτοαπασχολούμενων άνω των 18 ετών επιδεινώθηκε από το 2020 ως το 2021, καθώς το ποσοστό όσων εξ' αυτών αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από 22,3% το 2020 σε 23,6% το 2021. Αντιθέτως, σύμφωνα με τη Eurostat, από το 2020 έως το 2021, τα ποσοστά κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού μειώθηκαν για τους ανέργους, τους συνταξιούχους και τους μισθωτούς κατά 1,6, 0,6 και 0,3 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα.

Σε εθνικό επίπεδο, το 2021, τα υψηλότερα ποσοστά αυτοαπασχολούμενων που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού κατέγραψαν η Ρουμανία (70,8%), η Πορτογαλία (32,4%), η Εσθονία (32,2%), η Ισπανία (30%), η Πολωνία (28%) και η Ελλάδα (27%).

Eurostat: Η φτώχεια απειλεί τους αυτοαπασχολούμενους στην Ελλάδα
 

Ειδικότερα, στην Ελλάδα η κατάσταση των αυτοαπασχολούμενων επιδεινώθηκε από το 2020 ως το 2021, καθώς το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων που διατρέχουν τον κίνδυνο της φτώχειας αυξήθηκε πάνω από 2 ποσοστιαίες μονάδες.

Την υψηλότερη αύξηση από το 2020 έως το 2021 κατέγραψε η Ρουμανία (5,1 ποσοστιαίες μονάδες).

Αντίθετα, η κατάσταση της φτώχειας για τους αυτοαπασχολούμενους βελτιώθηκε σε 11 χώρες, με την Ιρλανδία και την Ουγγαρία να αναφέρουν τη μεγαλύτερη μείωση σε τέτοια ποσοστά από το 2020 έως το 2021 (-3,2 και -3,7 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα).

Eurostat: Εξακολουθεί να «καλπάζει» ο πληθωρισμός στην Ελλάδα – Στο 11,3% τον Ιούλιο

Eurostat: Εξακολουθεί να «καλπάζει» ο πληθωρισμός στην Ελλάδα – Στο 11,3% τον Ιούλιο

Πέμπτη, 18/08/2022 - 17:34

Αναιμική πτώση καταγράφει ο πληθωρισμός για τον μήνα Ιούλιο στην Ελλάδα, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 11,3% από 11,6% τον Ιούνιο, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurostat την Πέμπτη, αποτυπώνοντας έτσι τη ζοφερή οικονομική κατάσταση που χαρακτηρίζει τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, κόντρα στις αδικαιολόγητα αισιόδοξες προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Την ίδια ώρα, ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ ήταν 8,9% τον Ιούλιο του 2022, από 8,6% τον Ιούνιο. Ένα χρόνο νωρίτερα, το ποσοστό ήταν 2,2%, χαρακτηριστικό του σε τι βαθμό έχουν επιδεινωθεί τα οικονομικά δεδομένα.

Τα χαμηλότερα ετήσια ποσοστά καταγράφηκαν στη Γαλλία, τη Μάλτα (6,8%) και τη Φινλανδία (8,0%). Τα υψηλότερα ετήσια ποσοστά καταγράφηκαν στην Εσθονία (23,2%), τη Λετονία (21,3%) και τη Λιθουανία (20,9%).

Σε σύγκριση με τον Ιούνιο, ο ετήσιος πληθωρισμός μειώθηκε σε έξι κράτη μέλη, παρέμεινε σταθερός σε τρία και αυξήθηκε σε δεκαοκτώ.

Τον Ιούλιο, η μεγαλύτερη συμβολή στον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ προήλθε από την ενέργεια (+4,02 ποσοστιαίες μονάδες), ακολουθούμενος από τρόφιμα, αλκοόλ και καπνό (+2,08 pp), υπηρεσίες (+1,60 pp) και μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (+1,16 pp).

Eurostat: Στο 3,9% η ανάπτυξη το β’ τρίμηνο – Αυξήθηκε η απασχόληση

Eurostat: Στο 3,9% η ανάπτυξη το β’ τρίμηνο – Αυξήθηκε η απασχόληση

Τετάρτη, 17/08/2022 - 16:17

Στο 3,9% διαμορφώθηκε η ανάπτυξη στην ζώνη του ευρώ του δεύτερο τρίμηνο του έτους,  σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, από 5,4% που ήταν το πρώτο τρίμηνο.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το εποχικά προσαρμοσμένο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 4,0% από 5,5%, τους πρώτους τρεις μήνες.

Σε τριμηνιαία βάση το εποχικά προσαρμοσμένο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,6% τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στην ΕΕ,  από 0,5% και 0,6% αντιστοίχως το προηγούμενο τρίμηνο.

Σημειώνεται ότι κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2022, το ΑΕΠ στις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκε κατά 0,2% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο (μετά από -0,4% το πρώτο τρίμηνο του 2022).

Σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,6% (μετά από +3,5% το προηγούμενο τρίμηνο).

Αύξηση της απασχόλησης στη ζώνη του ευρώ και την ΕΕ

Παράλληλα η Eurostat ανακοίνωσε ότι ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 0,3% τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στην ΕΕ το δεύτερο τρίμηνο του 2022, σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Το πρώτο τρίμηνο του 2022, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 0,6% στη ζώνη του ευρώ και κατά 0,5% στην ΕΕ.

Σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,4% στη ζώνη του ευρώ και κατά 2,3% στην ΕΕ το δεύτερο τρίμηνο του 2022, μετά από αύξηση 2,9% στη ζώνη του ευρώ και 2,8% στην ΕΕ το πρώτο τρίμηνο του 2022.

 

Σελίδα 1 από 3