Δημοσίευμα FT για τις χθεσινές πιέσεις στις τραπεζικές μετοχές
Πέμπτη, 04/10/2018 - 17:00ΑΠΕ
Χρεοκόπησε ο κολοσσός της τουρκικής τηλεφωνίας Turk Telekom, υπό το βάρος των δανείων της τα οποία δεν μπορούσε να αποπληρώσει.
Ο τηλεπικοινωνιακός κολοσσός δεν μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνειά του, που ανέρχονται σε 4,7 δισ. δολάρια, με αποτέλεσμα το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών να περάσει στις πιστώτριες τράπεζες, όπως μεταδίδει το Anadolu. Υπενθυμίζεται πως η τουρκική λίρα υποτιμήθηκε κατά 40%, ενώ μόνο σήμερα υποχώρησε κατά 4,5%.
Η σημαντικότερη αιτία για τη χρεοκοπία της Turk Telekom είναι ότι εισπράττει σε τουρκικές λίρες ενώ πληρώνει σε συνάλλαγμα τα δάνειά της ώστε η εξέλιξη αυτή να θεωρείται αναμενόμενη.
Αναμένεται την κρίση αυτή να αντιμετωπίσουν κι άλλες εταιρείες. Η Turk Telekom εκτός από την Τουρκία δραστηριοποιείται σε Αλβανία, Λίβανο, Ιορδανία και Σαουδική Αραβία, κατέχοντας πακέτα μετοχών εγχώριων τηλεπικοινωνιακών εταιρειών.
Η Τουρκία πρέπει να αποπληρώσει εξωτερικό δημόσιο χρέος ύψους 179 δισ. δολαρίων, μέχρι τον Ιούλιο του 2019, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 25% του ΑΕΠ της χώρας, εκτιμά η JP Morgan, επισημαίνοντας τον κίνδυνο δραστικής συρρίκνωσης της πληττόμενης από την κρίση τουρκικής οικονομίας.
Το μεγαλύτερο τμήμα των χρεογράφων που ωριμάζουν -περί τα 146 δισ. δολάρια- κατέχεται από τον ιδιωτικό τομέα και κυρίως τις τράπεζες. Για την αποπληρωμή ή την επιμήκυνση του χρέους η τουρκική κυβέρνηση χρειάζεται 4,3 δισ. δολάρια, ενώ για το υπόλοιπο ποσό είναι υπόχρεες επιχειρήσεις του τουρκικού δημοσίου τομέα, σύμφωνα με την έκθεση της JPM.
Το ζήτημα τίθεται στο επίκεντρο της προσοχής, καθώς η τουρκική λίρα έχει βυθιστεί εφέτος κατά 40%, εν μέσω ανησυχιών για την πολιτική ανάμειξη σε θέματα νομισματικής πολιτικής και ενώ έχει σημειωθεί ρήγμα στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ εξαιτίας της κράτησης του πάστορα Μπράνσον. Η κατάρρευση του τουρκικού νομίσματος έχει πυροδοτήσει ανησυχίες ότι οι τουρκικές επιχειρήσεις ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην αποπληρωμή χρεών σε σκληρό νόμισμα και αυτό έχει επιπτώσεις στις μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών που έχουν έκθεση στην Τουρκία. Σύμφωνα με την JP Morgan, το εξωτερικό χρέος της Τουρκίας ως ποσοστό του ΑΕΠ πλησίασε πέρυσι στα επίπεδα ρεκόρ της προ του 2001-2002 χρηματοπιστωτικής κρίσης της χώρας.
«Οι ανάγκες χρηματοδότησης στους επόμενους 12 μήνες είναι μεγάλες και η πρόσβαση στις αγορές έχει καταστεί προβληματική», υπογραμμίζεται στην ανάλυσή της η JPMorgan. Περίπου 32 δισ. δολάρια απαιτούνται για το υπόλοιπο του 2018, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας που επικαλείται η ανάλυση, ενώ ωριμάνσεις μεγάλων ποσών προβλέπονται για τους μήνες Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Δεκέμβριο του τ.ε. «Καθώς διεθνείς τράπεζες είναι πιθανόν να μειώσουν, έστω τμηματικά, την έκθεσή τους στην Τουρκία, η επιμήκυνση αποπληρωμών των βασικών κεφαλαίων των δανείων μπορεί να εξελιχθεί σε πρόκληση για κάποιες επιχειρήσεις», επισημαίνει η ανάλυση, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι κάποιες εταιρείες έχουν επαρκή περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό για να καλύψουν υποχρεώσεις σε σκληρά νομίσματα, ενώ περί τα 47 δισ. δολάρια αντιστοιχούν σε ωριμάνσεις εμπορικών πιστώσεων, οι οποίες είναι ευκολότερο να επιμηκυνθούν.
Συνολικά, πάντως, εκτιμάται ότι 108 δισ. δολάρια χρέους που ωριμάζει μέχρι τον Ιούλιο του 2019 έχει υψηλό ρίσκο επιμήκυνσης. «Σε μια αιφνίδια παύση κεφαλαιακών εισροών, οι κίνδυνοι επιμήκυνσης θα αυξηθούν και η χρηματοδότηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών θα γίνει δύσκολη», εκτιμά η JPM.
ΑΠΕ
Η Κίνα ανακοίνωσε σήμερα ότι «είναι αναγκασμένη» να επιβάλει τα «αναγκαία αντίποινα», λίγη ώρα αφού τέθηκαν σε ισχύ (στις 07:01 ώρα Ελλάδας) νέοι πρόσθετοι τελωνειακοί δασμοί ύψους 25% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 16 δισεκατομμυρίων που εισάγονται στις ΗΠΑ, καθώς ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου κλιμακώνεται.
Το Πεκίνο «εναντιώνεται σθεναρά» στους νέους τελωνειακούς δασμούς που επέβαλε η Ουάσινγκτον, σημειώνεται σε ανακοίνωση του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου, στην οποία πάντως δεν διευκρινίζεται ποια προϊόντα αμερικανικής προέλευσης θα στοχοθετήσουν οι δασμούς που θα επιβάλλει η κινεζική κυβέρνηση σε αντίποινα.
Το Πεκίνο είχε διαμηνύσει ότι θα στοχοθετούσε αμερικανικά εισαγόμενα προϊόντα ίσης αξίας.
Κατά την ίδια ανακοίνωση, η Κίνα θα προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) εναντίον του αμερικανικού μέτρου.
ΑΠΕ
Η κυβέρνηση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ πλήττει από σήμερα με μια νέα ομοβροντία επιπρόσθετων τελωνειακών δασμών κινεζικά προϊόντα αξίας 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων που εισάγονται στις ΗΠΑ, εντός των ορίων των τιμωρητικών μέτρων που επιβάλλει στο Πεκίνο για να το τιμωρήσει για αυτές που θεωρεί δόλιες εμπορικές πρακτικές από μέρους του.
Οι νέοι τελωνειακοί δασμοί που τίθενται σε ισχύ αυξάνουν σε συνολικά 50 δισεκ. δολάρια την αξία των εισαγόμενων στις ΗΠΑ κινεζικών προϊόντων στα οποία επιβάλλονται πλέον επιπρόσθετοι τελωνειακοί δασμοί ύψους 25%.
Η κλιμάκωση αυτή, που αναμένεται να ακολουθηθεί από ένα νέο κύμα δασμών σε κινεζικά προϊόντα αξίας 200 δισεκ. δολαρίων μέσα στον Σεπτέμβριο, καταγράφηκε λίγες ώρες πριν από την έναρξη της δεύτερης ημέρας των συνομιλιών ανάμεσα σε αμερικανούς και κινέζους αξιωματούχους στην Ουάσινγκτον στο πλαίσιο των προσπαθειών να τερματιστεί ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη.
ΑΠΕ
«Για να εξασφαλιστεί ότι οι θυσίες άξιζαν πραγματικά η Ελλάδα χρειάζεται συνεχή βοήθεια. Χωρίς κούρεμα, η χώρα δεν θα έχει μακροπρόθεσμα πιθανότητες να σταθεί στα πόδια της.
Το κράτος πρέπει να μπορεί να επενδύσει, οι Ελληνες πολίτες χρειάζονται μια προοπτική.
Θα πρέπει να διακρίνουν ότι οι θυσίες δεν ήταν επωφελείς μόνο για τους ξένους πιστωτές.
Η Ελλάδα είναι βέβαια και πάλι ελεύθερη, αλλά παραμένει εξαρτημένη από τα δισεκατομμύρια των Βρυξελλών», σχολιάζει η γερμανική «Allgemeine Zeitung»
ΑΠΕ
Τέλος του «μαραθωνίου» των μνημονίων στην Ελλάδα. «Bloomberg», «Wall Street Journal», «Guardian», «Il Manifesto» και «Die Welt» αναφέρονται στην έξοδο της χώρας από το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης. Πρώτο θέμα και στον ιστότοπο του βρετανικού δικτύου BBC.
Mεγάλα διεθνή ΜΜΕ παρουσιάζουν σε εκτενή άρθρα τους με χρονολογική σειρά, το πως εξελίχθηκε η κατάσταση στη χώρα από το 2010 και μετά, μέχρι την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης, αλλά και τις προοπτικές που ανοίγονται στο μέλλον.
«Η Ελλάδα εξέρχεται από το πρόγραμμα στήριξης» μεταδίδει χαρακτηριστικά το πρακτορείο Bloomberg, ενώ για «Λήξη του μαραθωνίου των προγραμμάτων στήριξης» κάνει λόγο η Wall Street Journal. Ο βρετανικός «The Guardian» σημειώνει πως «Μετά από οκτώ χρόνια, η Ελλάδα αρκούντως δυνατή για να σταθεί στα πόδια της». Το BBC αναφέρεται στην σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, στις προσπάθειες του ελληνικού λαού, αλλά και στην ενισχυμένη εποπτεία.
«Η Ελλάδα εξέρχεται από το πρόγραμμα στήριξης, γεγονός συμβολικό για τη υπέρβαση της κρίσης χρέους που πυροδοτήθηκε πριν οκτώ χρόνια και άλλαξε ριζικά την οικονομία και τις ζωές των ανθρώπων» μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg.
Όταν τον Μάιο του 2010, εκπονήθηκε το πρώτο από τα τρία προγράμματα, οι πολιτικοί των χωρών της ευρωζώνης υποστήριξαν πως η κρίση ήταν το αποτέλεσμα χρόνιας δημοσιονομικής και οικονομικής απειθαρχίας. Τα δάνεια χορηγήθηκαν συνοδευόμενα από αυστηρούς όρους, για να δικαιολογηθεί η παραβίαση της ρήτρας περί μη διάσωσης χώρας στην ευρωζώνη.
Η λήξη σήμερα του μαραθωνίου των προγραμμάτων στήριξης της Ελλάδας θα σηματοδοτούσε τον τερματισμό της κρίσης της ευρωζώνης, αν δεν υπήρχε η Ιταλία και οι ενοχλητικοί φόβοι ότι οι ατέλειες της νομισματικής ένωσης δεν έχουν διορθωθεί, γράφει η Wall Street Journal.
«Αυτό είναι το καθοριστικό μάθημα από την ελληνική κρίση: Η αποχώρηση από το ευρώ δεν είναι αδύνατη, αλλά οι επιπτώσεις είναι τόσο καταστροφικές που από πολιτική άποψη είναι αβάσταχτες». Αυτός είναι ο λόγος που το 2015 η Ελλάδα επέστρεψε από την άβυσσο, τονίζει η WSJ.
«Μετά από οκτώ χρόνια, η Ελλάδα θα θεωρηθεί αρκούντως δυνατή για να σταθεί στα πόδια της και το διεθνές πρόγραμμα στήριξης θα λήξει. Οι Έλληνες θα αποχαιρετίσουν την τρόικα, που ουσιαστικά κυβερνούσε τη χώρα από το 2010» γράφει ο βρετανικός Guardian. «Να είστε προσεκτικοί με τις διακηρύξεις περί success story, αλληλεγγύης και ορθολογικής πολιτικής που αποκατέστησαν την οικονομική σταθερότητα και απέτρεψαν την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.
Απέχουν πολύ από την αλήθεια. Τα ελληνικά προγράμματα υπήρξαν μια κολοσσιαία αποτυχία. Πρόκειται για μια ιστορία ανικανότητας, δογματισμού, αχρείαστων καθυστερήσεων και προάσπισης των συμφερόντων των τραπεζών σε βάρος των αναγκών του λαού» σημειώνει η βρετανική εφημερίδα.
Το βρετανικό δίκτυο αναφέρεται στη σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, αλλά και στις επιπτώσεις που είχε το σκληρό πρόγραμμα λιτότητας. «Η ελληνική οικονομία έχει αναπτυχθεί αργά τα τελευταία χρόνια αλλά είναι κατά 25% μικρότερη από την έναρξη της κρίσης» σημειώνει και προσθέτει ότι θα ακολουθήσει ενισχυμένη εποπτεία.
Στο άρθρο παρατίθενται οι δηλώσεις του καθηγητή Kevin Featherstone, διευθυντή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου, ο οποίος σημειώνει ότι η Ελλάδα συνέβαλε στη διασφάλιση του μέλλοντος της ευρωζώνης συμφωνώντας με τους όρους του προγράμματος διάσωσης.
«Διατηρώντας αυτή την περίοδο λιτότητας αποφεύγαμε ένα Grexit. Για να μπορέσει ένα πολιτικό σύστημα να περάσει από αυτά τα χρόνια λιτότητας, αυτές τις βαθιές οικονομικές δυσκολίες, και να διατηρήσει μια κοινωνία που λειτουργεί, μια λειτουργική δημοκρατία, είναι μαρτυρία της ευρωστίας της Ελλάδας ως σύγχρονου κράτους».
Ο οικονομολόγος, καθηγητής του Yale University Κώστας Μεγήρ προειδοποίησε ότι το τέλος του προγράμματος διάσωσης δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας έχουν λυθεί.
«Είναι φυσικά ένα πολύ σημαντικό ορόσημο, τόσο ψυχολογικά όσο και πρακτικά, αλλά δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα έχουν τελειώσει», δήλωσε στο BBC.
«Ούτε σημαίνει ότι η λιτότητα τελείωσε. Κατά μία έννοια, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να είναι πιο πειθαρχημένη τώρα, διότι θα πρέπει να στηρίζεται στις διεθνείς αγορές και σε λογικά επιτόκια για να είναι σε θέση να δανεισθεί».
«Η λιτότητα μπορεί μόνο να τελειώσει όταν θα εφαρμοσθούν αναπτυξιακές πολιτικές που θα επιτρέψουν την άνθηση των επενδύσεων, των απευθείας επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας εν γένει και αυτό δεν έχει συμβεί σε ικανό βαθμό ακόμη», δήλωσε ο καθηγητής.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Ένωση Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), η Ελλάδα θα γίνει και πάλι μια πολύ ενδιαφέρουσα αγορά για τις γερμανικές εταιρείες μετά το τέλος του προγράμματος διάσωσης, γράφει η εφημερίδα Die Welt.
«Το καλό τέλος των ευρωπαϊκών προγραμμάτων βοήθειας είναι ένα θετικό μήνυμα για την ίδια την Ελλάδα και την ΕΕ στο σύνολό της», δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της BDI Γιοάχιμ Λανγκ στη «Rheinische Post».
Χάρη στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, η Ελλάδα μπορεί και πάλι να σταθεί στα πόδια της μετά από οκτώ χρόνια, σημειώνει η Die Welt.
«Η Ελλάδα βγαίνει από τα μνημόνια λιτότητας, μετά από οκτώ χρόνια ιδιαίτερα σκληρής δοκιμασίας», γράφει η ιταλική εφημερίδα ll Manifesto.
H εφημερίδα της Ρώμης προσθέτει ότι «οι πιστωτές θα κάνουν μια σειρά από ελέγχους κάθε τρεις μήνες, σχετικά με την εφαρμογή της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων, αλλά η κυβέρνηση και η χώρα επανακτούν αυτονομία σε ότι αφορά την καθημερινή, όσο και μακροπρόθεσμη διαχείριση της δημόσιας οικονομίας».
H Il Manifesto υπογραμμίζει ότι ο κύριος στόχος της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα είναι να μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες της χώρας, δανειζόμενη με αυτονομία από τις αγορές. «Κάτι που πραγματοποιήθηκε επιτυχώς, με τις πρόσφατες “πειραματικές εξόδους” στις αγορές», τονίζεται.
Στο άρθρο γίνεται σαφής αναφορά στο ότι η υπαγωγή της χώρας στα μνημόνια έφερε τεράστια προβλήματα, όπως αύξηση στη χρήση ψυχοφαρμάκων, αυτοκτονίες και μετανάστευση των νέων. Η Il Manifesto, όμως, καταγράφει ότι έστω και αν το δημόσιο χρέος αγγίζει το 180% του ΑΕΠ, η ανεργία παρουσιάζει βαθμιαία αλλά σταθερή μείωση, και έχει κατέβει στο 19,5%.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ, ΕΡΤ
Μία ημέρα μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Τουρκίας, από τους οίκους αξιολόγησης της Moody’s και της Standard & Poor’s, ο πρόεδρος της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απαντά με σκληρές δηλώσεις, τονίζοντας ότι θα «αντικρούσει» όλους εκείνους που παίζουν «παιχνίδια» με την οικονομία της χώρας του.
Με ακροατήριο τους συνέδρους στο ετήσιο συνέδριο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, ο Τούρκος Πρόεδρος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δεν παραδοθήκαμε και δεν θα παραδοθούμε σε εκείνους που συμπεριφέρονται σαν στρατηγικοί εταίροι, αλλά μας καθιστούν στρατηγικό στόχο».
Ωστόσο, η λίρα υποχώρησε την Παρασκευή κατά 3% έναντι του δολαρίου.
Πέραν του Ατλαντικού, ο Ντόλαντ Τραμπ δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον δεν θα αποδεχτεί με σταυρωμένα τα χέρια την επιμονή της Τουρκίας να κρατά φυλακισμένο τον Άντριου Μπράνσον, αναφερόμενος στην προχθεσινή απόφαση τουρκικού δικαστηρίου, που απέρριψε εκ νέου το αίτημα απελευθέρωσης του Αμερικανού πάστορα.
Την ίδια ώρα, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχαν μεταξύ τους, ο υπουργός οικονομικών της Τουρκίας Όλαφ Σολτς, παρότρυνε τον Τούρκο ομόλογό του Μπεράτ Αλμπαϊράκ να αποδεχθεί το πρόγραμμα βοήθειας του ΔΝΤ.
Στο μεταξύ, το Πεκίνο εμφανίζεται βέβαιο πως η Άγκυρα θα ξεπεράσει τις «προσωρινές δυσκολίες», που αντιμετωπίζει και στηρίζει την προσπάθεια της κυβέρνησης Ερντογάν να διαφυλάξει την «εθνική ασφάλεια», μετά και την τηλεφωνική συνομιλία των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών.
Να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση Τραμπ βρίσκεται σε μεγάλη εμπορική κόντρα με την Κίνα. Έχει ήδη επιβάλει επιπρόσθετους δασμούς σε κινεζικές εξαγωγές, αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων και σχεδιάζει περαιτέρω ποινές σε εμπορεύματα αξίας 200 δισεκ. δολαρίων.
Πηγή: ΕΡΤ