
Το Notting Hill αντεπιτίθεται: Τα μαύρα σπίτια ως σύμβολο αντίστασης στον υπερτουρισμό
Σάββατο, 12/07/2025 - 12:45ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΓΚΟΓΚΟΓΛΟΥ
πάρχουν κάποια iconic ταξιδιωτικά «κλικ» που όλοι γνωρίζουμε. Ίσως τα έχουμε δει σε τουριστικούς οδηγούς, διαφημίσεις ή αναρτήσεις στα social media. Ποιος έχει ταξιδέψει στα ελληνικά νησιά και δεν έχει βγάλει φωτογραφία ένα στενό, γραφικό σοκάκι, όπου τα κάτασπρα, χαμηλά σπίτια καλύπτονται από βουκαμβίλιες; Ποιος δεν απαθανάτισε κάποια πλατεία της Ρώμης, όπου έκατσε να πιεί τον απογευματινό του καφέ, γεμάτη κόσμο; Είναι κάποιες εικόνες χαρακτηριστικές των πιο ιστορικών ευρωπαϊκών πόλεων, οι οποίες προσελκύουν εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Πόσο ευχάριστο είναι, όμως, αυτό για τους κατοίκους;
Πίσω από τα ειδυλλιακά σκηνικά, υπάρχει η σκληρή πραγματικότητα του υπερτουρισμού. Οι πόλεις και γενικότερα οι προορισμοί γεμίζουν τόσο πολύ από τουρίστες που η καθημερινή ζωή των κατοίκων τους γίνεται ανυπόφορη. Στο πλαίσιο αυτό, τα τελευταία χρόνια έρχονται στην επιφάνεια εντάσεις, διαμαρτυρίες και μια γενικότερη αίσθηση ότι ο δημόσιος χώρος παύει να ανήκει σε αυτούς που κατοικούν γύρω από αυτόν.
Η κρίση δεν αφορά μόνο κάποια τυχαία σημεία του κόσμου. Από τη Βαρκελώνη και τη Βενετία μέχρι το Notting Hill του Λονδίνου και τα νησιά του Αιγαίου, οι ντόπιοι εκφράζουν όλο και πιο έντονα την αντίθεσή τους στην υπερβολική τουριστική πίεση. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η πίεση δεν είναι μόνο μία αίσθηση, αλλά πραγματικό, απολύτως μετρήσιμο πρόβλημα που αγγίζει κάθε πτυχή της ζωής των ντόπιων- από την οικονομία και το περιβάλλον μέχρι την κοινωνική συνοχή και τον πολιτισμό.
Η αντεπίθεση του Notting Hill
Στο Λονδίνο, οι κάτοικοι του Notting Hill βλέπουν την πάλαι ποτέ ήσυχη γειτονιά τους, που έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο από την ομώνυμη ταινία της δεκαετίας του ’90, να αλλάζει. Ξεκάθαρα, είναι μία από τις πιο Instagram- friendly γειτονιές της βρετανικής πρωτεύουσας.

Όμως, οι πολύχρωμες προσόψεις των σπιτιών, τα προσεγμένα πεζοδρόμια και η έντονη τουριστική κίνηση έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ. Το Notting Hill έχει μετατραπεί σε θεματικό πάρκο, με τους επισκέπτες του να μην ενδιαφέρεται για την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζουν εκεί, αλλά μόνο για το επόμενο «τέλειο» φωτογραφικό κλικ.
Η απάντηση των κατοίκων ήρθε με απρόσμενο, αλλά βαθιά πολιτικό και ουσιαστικό τρόπο: οι όψεις των βικτωριανών σπιτιών στη γνωστή οδό Lancaster βάφτηκαν μαύρες. Σιγά-σιγά, τα έντονα χρώματα εξαφανίστηκαν, τα φωτεινά παστέλ έγιναν ψυχρά γκρίζα και τα ζωντανά χρώματα αντικαταστάθηκαν από ουδέτερες αποχρώσεις. Η άρνηση και η απόρριψη της επέλασης των τουριστών έγινε οπτικό ζήτημα.
Η κίνηση δεν είναι απλώς αισθητική. Οι κάτοικοι αναφέρουν περιστατικά με τουρίστες που ζητούν να μπουν στα σπίτια για να βγάλουν φωτογραφία, τρώνε στα σκαλιά των εισόδων τους, αλλάζουν ρούχα στη μέση του δρόμου. Η καθημερινότητα των κατοίκων της λονδρέζικης γειτονιάς έχει γίνει ένα αδιάκοπο σκηνικό για ξένες στιγμές, με τους ίδιους να νιώθουν ξένοι. Πίσω από το αίτημα «αφήστε μας να ζήσουμε», μία κοινότητα επικοινωνεί την ανάγκη για ανάκτηση του χώρου και της ταυτότητάς της.

Η Γηραιά Ήπειρος σε αναβρασμό
Το Notting Hill δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση. Το 2025 μοιάζει να είναι μια χρονιά ορόσημο, όπου η κοινωνική αντοχή στον υπερτουρισμό δοκιμάζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι ιστορικές πόλεις της Γηραιάς Ηπείρου ξυπνούν από τη λήθη της ανεξέλεγκτης τουριστικής ανάπτυξης και αντιδρούν δυναμικά.
Στη Βαρκελώνη οι κάτοικοι κατέφυγαν σε ειρηνικές, αλλά σαφώς συμβολικές δράσεις: ψέκασαν τους τουρίστες με νεροπίστολα, θέλοντας να αναδείξουν τη δική τους αγανάκτηση για τον συνωστισμό που έχει κυριεύσει τους δρόμους τους. Στη Μαγιόρκα, οι διαδηλώσεις ήταν μαζικές και οργανωμένες, με στόχο να σταματήσει η καταστροφική πίεση που ασκεί ο μαζικός τουρισμός στο νησί και στα φυσικά του οικοσυστήματα. Στη Γένοβα, η παράσταση διαμαρτυρίας με ομοίωμα κρουαζιερόπλοιου στους στενούς δρόμους της πόλης σκιαγράφησε μια εικόνα πνιγμού και ασφυξίας που μοιάζει πλέον με καθημερινό φαινόμενο σε πολλές λιμενικές πόλεις. Ακόμα και το Παρίσι, η πόλη-σύμβολο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της καλαισθησίας, βίωσε απεργίες και κλείσιμο μουσείων λόγω της υπερβολικής πίεσης που δέχονται εργαζόμενοι και κάτοικοι από τον τεράστιο αριθμό επισκεπτών. Η Βενετία, με τον πιο εξόφθαλμο συνωστισμό, αναγκάστηκε να αντιδράσει δημόσια —η γαμήλια δεξίωση του Jeff Bezos, πριν μερικές μέρες, μεταφέρθηκε εκτός κέντρου, υπό την πίεση των διαδηλώσεων και των πλακατ που απαιτούσαν, «Σώστε τη Βενετία από τον Bezos».

Σοκάρουν τα νούμερα
Τα στοιχεία είναι αμείλικτα και δεν αφήνουν χώρο για παρερμηνείες. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους και αναδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος. Στο Παρίσι, καταμετρήθηκαν 400.000 επισκέπτες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο — αριθμός 20 φορές μεγαλύτερος από τον πραγματικό μόνιμο πληθυσμό της πόλης. Στα καθ’ ημάς, τα 88.000 άτομα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο σε τουριστικές περιοχές της Αθήνας προσθέτουν ένα ασφυκτικό βάρος στην ήδη επιβαρυμένη καθημερινότητα. Η Κοπεγχάγη, το Πόρτο και οι Κυκλάδες ακολουθούν, με αριθμούς που αποδεικνύουν ότι η πίεση των επισκεπτών πολλές φορές ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες των υποδομών και του περιβάλλοντος. Στη Ζάκυνθο, για παράδειγμα, το 2023 οι τουρίστες ξεπέρασαν κατά 150 φορές τον τοπικό πληθυσμό. Η αναλογία δεν αφήνει αμφιβολίες για το μέγεθος του προβλήματος. Ακόμα και χώρες όπως η Αλβανία, που παραδοσιακά δεν θεωρούνταν τουριστικός προορισμός, βιώνουν απότομη τουριστική ανάπτυξη λόγω των πακέτων που προσφέρονται σε ταξιδιώτες από Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη.

Ποιος φταίει;
Σε μια τόσο σύνθετη κατάσταση, η εύρεση ενός μόνο υπεύθυνου μοιάζει μάταιη. Ο υπερτουρισμός είναι προϊόν πολλών και διαφορετικών παραγόντων. Η Airbnb κατηγορεί τους ξενοδοχειακούς ομίλους για το γεγονός ότι αυτοί διαχειρίζονται τη μεγαλύτερη μερίδα της αγοράς και όχι η πλατφόρμα, που προσφέρει εναλλακτικές λύσεις στέγασης. Οι ξενοδόχοι καταγγέλλουν τις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης για την απορρύθμιση της αγοράς κατοικίας και την εκτόπιση μόνιμων κατοίκων, που οδηγεί σε υπερβολικές τιμές και έλλειψη διαθέσιμης στέγης. Οι ψηφιακοί νομάδες και οι μακροχρόνιοι επισκέπτες κατηγορούνται ότι δημιουργούν μια νέα κατηγορία ενοικιαστών που «διώχνουν» τους ντόπιους από τις γειτονιές, ενώ οι εταιρείες κρουαζιέρας κατηγορούνται ότι αφήνουν ελάχιστα χρήματα στην τοπική οικονομία, παρά τον τεράστιο όγκο επισκεπτών που μεταφέρουν. Πάνω από όλα, όμως, υπάρχουν οι ίδιες οι κυβερνήσεις συχνά εγκρίνουν την ανέγερση νέων ξενοδοχείων, επεκτείνουν αεροδρόμια και στηρίζουν την τουριστική διαφήμιση, ενώ ταυτόχρονα καταγγέλλουν τον υπερτουρισμό και τις κοινωνικές συνέπειες του.

Αντιδρούν οι ντόπιοι
Οι αντιδράσεις των ντόπιων πληθυσμών ποικίλουν, και οι προσπάθειες που έχουν γίνει δεν είναι λίγες — η επιτυχία ή αποτυχία τους, όμως, είναι διφορούμενη. Στο Παρίσι και το Λονδίνο, για παράδειγμα, επιτρέπεται πλέον η βραχυχρόνια μίσθωση μέσω Airbnb για περιορισμένο αριθμό ημερών (έως 90 τον χρόνο), ενώ η Σκωτία και η Καλιφόρνια εφαρμόζουν συστήματα υποχρεωτικής αδειοδότησης. Στη Νέα Υόρκη, το νομοθετικό πλαίσιο απαγορεύει τις ενοικιάσεις μικρότερες των 30 ημερών, στοχεύοντας να περιορίσει την υποκατάσταση της μόνιμης στέγης από τουριστική. Η Βενετία πρωτοπόρησε με την επιβολή εισιτηρίου εισόδου σε συγκεκριμένες, πολυσύχναστες ημέρες, ενώ η Νέα Ζηλανδία προχώρησε στην επιβολή ειδικού τέλους εισόδου. Πολεοδομικά μέτρα προστασίας των ιστορικών κέντρων εφαρμόζονται στη Βαρκελώνη, ενώ το Άμστερνταμ απαγορεύει την ίδρυση νέων τουριστικών καταστημάτων στο κέντρο της πόλης. Σε κάποιους προορισμούς με φυσικά εμπόδια, όπως οι Άλπεις και το Φούτζι της Ιαπωνίας, εφαρμόζεται μέχρι και η απαγόρευση φωτογραφίσεων. Όμως, πολλά από τα μέτρα ουσιαστικά αποτυγχάνουν. Σε πολλές περιπτώσεις ο νόμος δεν εφαρμόζεται αποτελεσματικά και οι απαγορεύσεις δημιουργούν παράλληλες αγορές και νέους τρόπους παράκαμψης.

Δημόσιος χώρος;
Το πιο βαθύ ίσως πρόβλημα του υπερτουρισμού δεν είναι ούτε οι αριθμοί, ούτε οι οικονομικές συνέπειες, αλλά η αλλοίωση της ίδιας της εμπειρίας του ζην στην πόλη. Η αίσθηση ότι η πόλη έχει σταματήσει να είναι χώρος για τους κατοίκους της γίνεται καθημερινή πραγματικότητα. Δεν μπορείς να πας στο αγαπημένο σου πάρκο, όπως π.χ. το Γκουέλ της Βαρκελώνης, χωρίς κράτηση. Μικρές επιχειρήσεις όπως ο φούρνος της γειτονιάς έχουν αντικατασταθεί από μαγαζιά με τουριστικά είδη. Στο κέντρο της πόλης, τα ακίνητα έχουν μετατραπεί σε βραχυχρόνια ενοικιαζόμενα διαμερίσματα για τουρίστες.
Ακόμα και οι ντόπιοι -και αυτό στην Ελλάδα το ξέρουμε καλά- δυσκολεύονται να κάνουν διακοπές στη χώρα τους, καθώς οι τιμές στα ξενοδοχεία ανεβαίνουν και η διαθεσιμότητα μειώνεται. Οι πόλεις μας μετατρέπονται σε τουριστικά λούνα παρκ – είναι όμορφες και ζωντανές αλλά άδειες από μόνιμους κατοίκους που ζουν τους ρυθμούς τους.

Μπορεί όμως ο υπερτουρισμός να είναι απλώς το σύμπτωμα και όχι η αιτία; Υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν ότι η οργή στρέφεται στο λάθος στόχο. Δε φταίνε οι τουρίστες, αλλά η έλλειψη κοινωνικής πολιτικής, η ανεπάρκεια σχεδιασμού και η παραμέληση των τοπικών αναγκών. Αν οι δημόσιοι χώροι προστατεύονταν αποτελεσματικά και τα έσοδα από τον τουρισμό κατευθύνονταν στις κοινότητες και όχι αποκλειστικά στους μετόχους μεγάλων εταιρειών, ίσως το φαινόμενο να ήταν πιο διαχειρίσιμο. Πλέον, στις διαδηλώσεις κατά του υπερτουρισμού, τα συνθήματα δεν κάνουν λόγο μόνο για πληθυσμιακό κορεσμό. Μιλούν για κοινωνική ανισότητα, αποξένωση, για ένα ολόκληρο σύστημα που αφήνει τους κατοίκους στο περιθώριο της ίδιας τους της ζωής.
Ο τουρισμός είναι μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας, της πολιτισμικής ανταλλαγής και της οικονομικής ζωής των πόλεων. Πρέπει όμως να επανασχεδιαστεί με γνώμονα τη βιωσιμότητα, την ισορροπία και το σεβασμό. Ένα νέο μοντέλο τουρισμού προϋποθέτει όρια — όχι μαζικότητα χωρίς φραγμούς, αλλά ελεγχόμενη ροή επισκεπτών. Προϋποθέτει αναδιανομή των εσόδων, ώστε οι κοινότητες να επωφελούνται ουσιαστικά. Προϋποθέτει σεβασμό — οι τουρίστες δεν είναι καταναλωτές ή χρήστες, είναι φιλοξενούμενοι σε προορισμούς που έχουν τη δική τους ζωή. Οι πόλεις πρέπει να ξαναγίνουν ζωντανοί οργανισμοί, όχι θεματικά πάρκα.

«Αφήστε μας να ζήσουμε»
Τα μαύρα σπίτια στο Notting Hill, τα νεροπίστολα στη Βαρκελώνη, οι απαγορεύσεις στη Νέα Υόρκη και τα εισιτήρια στη Βενετία δεν είναι απλώς μέτρα πολιτικής. Είναι κραυγές ενός κόσμου που διεκδικεί το δικαίωμα στην καθημερινότητά του. «Αφήστε μας να ζήσουμε», λένε οι κάτοικοι της οδού Lancaster και η φωνή τους πρέπει να ακουστεί παντού. Ο τουρισμός δεν πρόκειται να σταματήσει να υπάρχει. Το μέλλον των τόπων μας, όμως, θα κριθεί από το εάν αυτός θα υπάρχει μαζί με μας -τους κατοίκους-, ή εναντίον μας.
Πηγή: ethnos.gr