12 Οκτωβρίου 1944. Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό Πέμπτης, όταν οι καμπάνες των εκκλησιών άρχισαν να χτυπούν χαρμόσυνα, καλώντας τους Αθηναίους να ξεχυθούν στους δρόμους και να πανηγυρίσουν το τέλος της γερμανικής κατοχής. Ως τις 3 Νοεμβρίου ο τελευταίος Γερμανός (και Βούλγαρος) στρατιώτης είχε αποχωρήσει από την ηπειρωτική Ελλάδα.
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποχώρηση των Γερμανών και των συμμάχων τους Βουλγάρων από την Ελλάδα είχε σημάνει λίγους μήνες νωρίτερα, στις 6 Ιουνίου, όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Νορμανδία και άρχισαν να περισφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Γερμανία μαζί με τους προελαύνοντες Σοβιετικούς από την ανατολική πλευρά. Ήταν φανερό ότι οι ημέρες της Ναζιστικής Γερμανίας ήταν μετρημένες.
Στο χρονικό διάστημα μέχρι την απελευθέρωση είχαν ενταθεί οι πολιτικές διαβουλεύσεις για τη μετακατοχική κατάσταση στην Ελλάδα. Από την πλευρά τους, οι Γερμανοί έψαχναν παρασκηνιακά τρόπους ασφαλούς αποχώρησής τους από τη χώρα μας. Από τις 26 Απριλίου 1944 της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης ηγείτο ο Γεώργιος Παπανδρέου, οι Άγγλοι όμως ήταν αυτοί που κινούσαν τα νήματα. Με τις συμφωνίες Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) και Καζέρτας (26 Σεπτεμβρίου 1944) οι ανταρτικές ομάδες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ είχαν τεθεί υπό τις διαταγές της κυβέρνησης Παπανδρέου, που είχε εμπλουτισθεί και με στελέχη του ΕΑΜ.
Οι Γερμανοί άρχισαν να αποχωρούν σταδιακά από την Αθήνα από το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου με κατεύθυνση προς Βορρά. Στις 8 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου, οι ελάχιστοι Γερμανοί που είχαν απομείνει στην Αθήνα, συγκεντρώθηκαν στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Εκεί, σε μία πρόχειρη όσο και βιαστική τελετή, ο επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι, συνοδευόμενος από τον κατοχικό δήμαρχο Αθηναίων Άγγελο Γεωργάτο, κατέθεσε στεφάνι.
Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ταχυδρόμος» στις 13 Οκτωβρίου, την επομένη ημέρα της αποχώρησης των Γερμανών
Το μόνο που απέμενε ήταν η υποστολή της ναζιστικής σημαίας από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ένας Γερμανός στρατιώτης κατέβασε τη σβάστικα χωρίς καμία επισημότητα στις 9:15 το πρωί, την πήρε υπό μάλης και αποχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι, σηματοδοτώντας το τέλος της γερμανικής κατοχής που διήρκεσε 1.625 μέρες και την αρχή ενός τρελού πανηγυριού στους δρόμους της Αθήνας.
Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ελευθερία» στις 13 Οκτωβρίου, την επομένη ημέρα της αποχώρησης των Γερμανών
Χιλιάδες κόσμου με τη γαλανόλευκη στα χέρια αλληλοασπάζονταν, αναφωνώντας «Χριστός Ανέστη», παιδιά σκαρφάλωναν στις οροφές των τραμ, ενώ απ’ άκρη σ’ άκρη αντηχούσε ο Εθνικός Ύμνος. Μετά από τριάμισι χρόνια δουλείας και σκλαβιάς οι Αθηναίοι ανάπνεαν για πρώτη φορά τον μεθυστικό αέρα της λευτεριάς.
Στις έξι ημέρες που πέρασαν μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης στην Αθήνα, την εξουσία ασκούσε τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους Θεμιστοκλή Τσάτσο, Φίλιππο Μανουηλίδη και Γιάννη Ζεύγο, συνεπικουρούμενη από τον διοικητή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ. Δύο ημέρες αργότερα άρχισαν να καταφθάνουν στην πρωτεύουσα δυνάμεις του 3ου Σώματος του βρετανικού στρατού υπό τον αντιστράτηγο Ρόναλντ Σκόμπι, που έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους Αθηναίους.
Στις 18 Οκτωβρίου έφτασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου και η κυβέρνησή του. Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός σε μία συγκινητική τελετή ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και στη συνέχεια μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος που είχε γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία Συντάγματος από τον εξώστη του Υπουργείου Οικονομικών.
Η επιστροφή της ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη
Επιασαν αιχμαλώτους τους Γερμανούς
Οι Έλληνες πολεμούσαν με ελάχιστα όπλα, πολλοί μόνο με περίστροφα και χειροβομβίδες, αλλά με αποφασιστικότητα. Οι πυροβολισμοί αντηχούσαν σε όλο τον Πειραιά, ανάμεσα σε εκρήξεις από τις υπόλοιπες ανατινάξεις στο λιμάνι. Οι μαχητές του ΕΛΑΣ κατάφεραν να περικυκλώσουν το εργοστάσιο, ενώ οι εργάτες, μέσα στο χάος, απενεργοποίησαν τα εκρηκτικά που είχαν τοποθετηθεί στις γεννήτριες. Με το πρώτο φως της ημέρας, οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να παραδοθούν.
Η σημασία της νίκης
Η μάχη είχε νεκρούς και από τις δύο πλευρές, όμως ο σκοπός επετεύχθη και δεν ήταν άλλος από το να μην καταστραφεί το εργοστάσιο της Power (Ηλεκτρικής). Έτσι η Αθήνα και ο Πειραιάς είχαν ρεύμα την ημέρα της απελευθέρωσης, αλλά και την «επόμενη ημέρα» της ανασυγκρότησης και της εθνικής ανάτασης.
Σε μία αριστοτεχνικά δομημένη ομιλία του εξήγγειλε τις προθέσεις της κυβέρνησής του, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την ανάγκη να ικανοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις, να αποκατασταθεί η λαϊκή κυριαρχία, να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα μετά από ελεύθερο δημοψήφισμα και να τιμωρηθούν οι συνεργάτες των κατακτητών. Το πλήθος, που συχνά τον διέκοπτε με συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, υποδέχθηκε τις εξαγγελίες του με κραυγές και ιαχές υπέρ της λαοκρατικής δημοκρατίας. Ο Παπανδρέου, που ήταν αναγκασμένος να ακροβατεί συνεχώς μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, απάντησε με τη χαρακτηριστική φράση που έμεινε στην ιστορία: «Πιστεύομεν και εις την λαοκρατίαν».
Όμως, οι χαρές και τα πανηγύρια για την απελευθέρωση κράτησαν μόνο 53 ημέρες. Στις αρχές Δεκεμβρίου τα όπλα θα αντηχήσουν ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας, αλλά αυτήν τη φορά θα είναι στραμμένα κατά αδελφών («Δεκεμβριανά»).
Η Ένωση Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δήμου Βιάννου, ο Δήμος Βιάννου και η Περιφέρεια Κρήτης, υπό την αιγίδα του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, οργανώνουν εκδήλωση τιμής και μνήμης για τα θύματα της Κατοχής στην λεκάνη της Εμπάρου. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 6 Αυγούστου 2023 στις 11πμ, στην Έμπαρο.
To ιστορικό
Στις 6 Αυγούστου του 1944, ανήμερα της εορτής του Αφέντη Χριστού, κυκλώθηκαν αιφνιδιαστικά όλα τα χωριά της Εμπάρου, από τμήμα στρατού δυνάμεως διακοσίων ανδρών ενώ οι Γερμανοί έστησαν πολυβόλα στις διαβάσεις σε ακτίνα πέντε χιλιομέτρων, έτσι ώστε κανείς να μη διαφύγει. Η Έμπαρος πέρασε εφιαλτικές ώρες από την γερμανική περίπολο, ομηρίες και εκτελέσεις. Συνελήφθησαν 35 όμηροι από τα χωριά της περιοχής. Εκτελέστηκαν ο Πρόεδρος της Κοινότητας Εμπάρου Αντώνης Σταματάκης και ο Εμμανουήλ Μαρκογιαννάκης από το Μηλιαράδω και ο Γιάννης Ανυφαντάκης από το χωριό Αβρακόντε Λασιθίου (τραυματίστηκε από τα γερμανικά πυρά και πέθανε τρεις μέρες αργότερα). Λίγο αργότερα, στις 16.9.1944, εκτελέστηκαν στην Αγυιά Χανίων οι Μιλτιάδης Σηφάκης από το Μηλλιαράδω, Γεώργιος Ψιλάκης και Γεώργιος Σταματάκης από την Έμπαρο.
Με την παρέμβαση του άξιου Ιεράρχη Ευγένιου Ψαλιδάκη σώθηκαν οι υπόλοιποι όμηροι. και στην κύκλωση του χωριού στις 6 Αυγούστου 1944, οι Γερμανοί τον είδαν να προσπαθεί να διαφύγει από τον κλοιό. Τον πυροβόλησαν και τον τραυμάτισαν βαριά. Μετά την αποχώρησή τους από την Έμπαρο, κάτοικοι του χωριού τον πήραν και τον μετέφεραν στο Πανάνειο Νοσοκομείο Ηρακλείου. Πέθανε σε τρεις ημέρες από σηψαιμία.
Στους εκτελεσθέντες από τους Γερμανούς κατακτητές περιλαμβάνεται και ο Εμπαρίτης Γεώργιος Ε. Φραγκάκης με ημερομηνία εκτέλεσης την 14η -9-1943.
Σημειώνεται ότι η 6η Αυγούστου έχει οριστεί ως ημέρα μνήμης και πένθους για τους νεκρούς της Κατοχής στα χωριά της λεκάνης της Εμπάρου.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί μπροστά στο μνημείο με τίτλο «Η μεγάλη κύκλωση της Εμπάρου», ένα άρτιο από πλευράς αισθητικής και ιστορικού νοήματος μνημείο, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2022 και χρηματοδοτήθηκε από την Περιφέρεια Κρήτης, ενώ στη δημιουργία του συνέβαλαν ο Δήμος Βιάννου και η Ένωση Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δ. Βιάννου.
Το πρόγραμμα της εκδήλωσης έχει ως εξής:
Τρισάγιο στη μνήμη των θυμάτων της Κατοχής
Έναρξη της εκδήλωσης: Γιώργος Περογιαννάκης, Πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Εμπάρου
Σύντομοι χαιρετισμοί:
· Σταύρος Αρναουτάκης, Περιφερειάρχης Κρήτης
· Μηνάς Σταυρακάκης, Δήμαρχος Βιάννου
· Αριστομένης Α. Συγγελάκης, Πρόεδρος της Ένωσης Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δ. Βιάννου
Σύντομη ομιλία από τον Γιώργο Καλογεράκη, Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Την εκδήλωση προλογίζει και συντονίζει ο Δρ. Αριστομένης Ι. Συγγελάκης, Συγγραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα.
Ακολουθεί κέρασμα.
Περιγραφή του μνημείου με τίτλο «Η μεγάλη κύκλωση της Εμπάρου».
Το έργο αποτελείται από ένα οργανικό τοιχίο το οποίο κυκλώνει το μεταλλικό γλυπτό που βρίσκεται στο κέντρο. Η σημασία του τοιχίου είναι αλληγορική διότι αναπαριστά την μεγάλη κύκλωση της Εμπάρου καθώς και το εκτελεστικό απόσπασμα. Επιπλέον, τα φύλλα μετάλλου που διαμορφώνουν το κεντρικό γλυπτό δημιουργούν την αίσθηση της «κίνησης» ανάλογα με την οπτική γωνία που αντικρίζεις την ανθρώπινη μορφή. Το κεντρικό γλυπτό δηλαδή «εμφανίζεται» και «εξαφανίζεται» ανάλογα με τη θέση του παρατηρητή.
Δημιουργοί του μνημείου είναι οι αρχιτέκτονες Χαράλαμπος Χ. Κοτσάμπασης και Μυρτώ Α. Συγγελάκη.
Κάτω Δασόλοφος Φαρσάλων ή όπως ονομάζονταν πιο παλιά, Ορμάν Μαγούλα. Εκεί στο σιδηροδρομικό σταθμό, στις 31 Μαΐου 1944, οι Γερμανοί κατακτητές και «Έλληνες» συνεργάτες τους απαγχόνισαν 40 μέλη του ΕΑΜ που τους πήραν από τη λεγόμενη «Κίτρινη Αποθήκη» του Βόλου, όπου ήταν έγκλειστοι. Οι περισσότεροι ήταν από χωριά του Πηλίου και ανάμεσά τους ήταν και μία έγκυος.
Ο απαγχονισμός των 40 ήταν αντίποινα για την επίθεση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ και την ανατίναξη του τρένου της γραμμής Βόλου – Καλαμπάκας, που είχε σαν αποτέλεσμα τον θάνατο τεσσάρων Γερμανών στρατιωτών.
Στην περιοχή ο κύριος στόχος της Εθνικής Αντίστασης ήταν η διάσωση της σοδειάς, ώστε να μην πέσει στα χέρια των κατακτητών, ενώ στο τρένο μαζί με τους Γερμανούς υπήρχε ένοπλη δύναμη του ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσεως) με προορισμό το Βόλο. Οι τελευταίοι ήταν και οι πρωταγωνιστές (υπό την προστασία των Γερμανών) όταν στις 29 Μάη με γερμανικά φορτηγά έφτασαν στην περιοχή, μεταφέροντας και τους ομήρους που έφερναν για εκτέλεση.
Οι 40 ήταν η αναλογία για το θάνατο των τεσσάρων Γερμανών (ένας νεκρός Γερμανός, 10 Έλληνες και αν ο Γερμανός ήταν αξιωματικός, τότε ένας προς 50).
Της μάχης προηγήθηκε προειδοποίηση του ΕΛΑΣ να παραδοθούν οι Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών για να μην πραγματοποιηθεί επίθεση. Όμως οι Γερμανοί απάντησαν με πυρά, με αποτέλεσμα να γενικευτεί η μάχη.
Τόσο πολύ αγανάκτησε ο κόσμος από τον απαγχονισμό των 40 που στις 18 Ιουνίου, πραγματοποιήθηκε συλλαλητήριο με συμμετοχή περίπου 1.000 ατόμων στο Βόλο, και με διεκδικήσεις να σταματήσει η τρομοκρατία, τα πλιατσικολογήματα και να διαλυθεί ο ΕΑΣΑΔ.
Λίγο καιρό μετά, στις 1-2 Σεπτεμβρίου 1944, ο ΕΛΑΣ χτύπησε τον ΕΑΣΑΔ στη βάση τους στο Δεμερλί, προκαλώντας του ένα μεγάλο πλήγμα.
Για τον απαγχονισμό ο τότε Γερμανός διοικητής είχε εκδώσει την ακόλουθη διαταγή:
«Την 24ην Μαΐου 1944, κομμουνιστική τρομοκρατική ομάς επετέθη εναντίον αμαξοστοιχίας επί της γραμμής Τρικάλων-Βόλου και εις τον Σταθμόν Ορμάν Μαγούλα, τραυματίσασα και φονεύσασα αριθμόν τινά Γερμανών στρατιωτών. Επειδή ετραυματίσθη και απήχθη αριθμός τις Ελλήνων πολιτών, αποδεικνύεται σαφώς, ότι οι εγκληματίαι ούτοι ευρισκόμενοι εις την υπηρεσίαν της Μόσχας, δεν διστάζουν να προξενήσουν εις ειρηνικάς ελληνικάς οικογενείας βαρύ πένθος. Ο Γερμανικός Στρατός, όμως, δεν είναι διατεθειμένος να ανεχθεί μπολσεβικικάς μεθόδους και εγκλήματα και θεωρεί εαυτόν ηναγκασμένον να εφαρμόσει αυστηρά μέτρα. Εις αντίποινα διά την επίθεσην ταύτην, απηγχονίσθησαν, κατά τον στρατιωτικό νόμον, 40 πρόσωπα, κρατούμενα παρά των Γερμανικών Αρχών και καταγόμενα εκ της περιφέρειας ταύτης, άτινα καθώς απεδείχθη πλήρως ευρίσκοντο εις σχέσεις μετά των τρομοκρατικών ομάδων. Ο Φέλντ Κομμαντάνς».
Έχει χαρακτηριστεί ως η πιο παράδοξη μάχη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Ίσως από τις πλέον παράδοξες στη στρατιωτική ιστορία. Και είναι χαρακτηρισμός που δεν απέχει από την ιστορική πραγματικότητα. Πάντως σίγουρα αυτό που συνέβη προκάλεσε τον παγκόσμιο θαυμασμό για τον τρόπο που οι άοπλοι Κρήτες υπερασπίστηκαν το ουσιαστικά χωρίς άμυνα νησί τους, απέναντι στην 7η αερομεταφερόμενη μεραρχία των αλεξιπτωτιστών του Χίτλερ και του Γκαίριγκ, του αρχηγού της ναζιστικής αεροπορίας.
Η Μάχη Η Μάχη της Κρήτης, όπως πέρασε στην ιστορία, ξεκίνησε τα ξημερώματα της Τρίτης 20 Μαΐου 1941 και διήρκεσε σχεδόν 10 ημέρες.
Και διέψευσε το γερμανικό σχέδιο «Ερμής» που πρόβλεπε την κατάκτηση της Κρήτης μέσα σε μερικές ώρες.
Οι Γερμανοί ήθελαν το νησί εξαιτίας της στρατηγικής του θέσης, προκειμένου να μπορούν στη συνέχεια να οργανώσουν επιθέσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Τα πράγματα όμως δεν ήλθαν όπως πίστευαν. Το σχέδιο της ταχείας κατάληψης της Μεγαλονήσου δεν πέτυχε.
Μπορεί στο νησί να υπήρχαν μόνο 30.000 συμμαχικές δυνάμεις και οκτώ τάγματα ανεκπαίδευτων ακόμη για πόλεμο Ελλήνων νεοσυλλέκτων, που μεταφέρθηκαν από την Τρίπολη και το Ναύπλιο, όμως υπήρχαν άνθρωποι με καρδιά, που είχαν μάθει να μάχονται, να διεκδικούν και να υπερασπίζονται την ελευθερία τους. Οι Κρήτες, άλλωστε μόλις πριν από 43 χρόνια είχαν διώξει τον προηγούμενο δυνάστη. Έτσι, η ψυχή των άοπλων κατοίκων τα ‘βαλε με την πιο παράδοξη μάχη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην Κρήτη έσβησε η περηφάνια του Χίτλερ, το επίλεκτο σώμα των αλεξιπτωτιστών, κι εδώ άλλαξε η πορεία του πολέμου, καθώς η 10ήμερη μάχη καθυστέρησε τους Γερμανούς να εισβάλουν στη Σοβιετική Ένωση.
Η Μάχη της Κρήτης έχει ξεφύγει πλέον από τα όρια της τοπικής ιστορίας και αποτελεί χρυσή σελίδα στην παγκόσμια ιστορία.
Οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές έχουν πατήσει ήδη το κρητικό έδαφος, στην περιοχή του Μάλεμε. Πολλοί άλλοι συνεχίζουν να πέφτουν
Ξεκίνησε τα ξημερώματα της Τρίτης 20 Μαΐου 1941 και ολοκληρώθηκε την Πέμπτη 29 Μαΐου με την κατάληψη του νησιού, που σήμανε βέβαια την έναρξη του περίφημου αντιστασιακού κινήματος από τη μια άκρη του νησιού έως την άλλη, αλλά παράλληλα τις μεγάλες θυσίες στον απελευθερωτικό αγώνα με τις εκατόμβες νεκρών.
Ο Τσώρτσιλ αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι ο Χίτλερ σπατάλησε άδικα τις δυνάμεις του στην Κρήτη, ενώ θα μπορούσε να κατακτήσει Κύπρο, Συρία, Ιράκ, ίσως και Περσία. Και μάλιστα κατέστρεψε το επίλεκτο σώμα των αλεξιπτωτιστών.
Ο Χίτλερ ομολόγησε αμέσως μετά ότι «η Κρήτη απέδειξε πως οι μεγάλες ημέρες των αλεξιπτωτιστών τελείωσαν»! Εκτός από τις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε, παρουσιάζουμε επίσης ένα μικρό απόσπασμα από την περιγραφή ενός Γερμανού αλεξιπτωτιστή, από τους πρώτους που έπεσαν στην Κρήτη, των πρώτων στιγμών της πτώσης πάνω από το Μάλεμε. Επίσης ένα χρονικό των γεγονότων που οδήγησαν στη Μάχη της Κρήτης, αλλά του δεκαημέρου μέχρι το τέλος της.
Η περιγραφή ενός Γερμανού αλεξιπτωτιστή
Ομάδα Γερμανών αλεξιπτωτιστών σ’ ένα από τα μεταγωγικά, λίγο πριν την πτώση στο Μάλεμε
Τις στιγμές της πτώσης των αλεξιπτωτιστών πάνω από το Μάλεμε περιέγραψε ένας από τους πρώτους Γερμανούς που έπεσαν στην περιοχή. Η αγωνία, ο φόβος, η τραγικότητα των στιγμών, είναι φανερή στην περιγραφή που έκανε στο ημερολόγιό του ο 28χρονος υποσμηναγός του Α΄ σώματος των αλεξιπτωτιστών Ernst Kleinlein. Η καταγραφή ξεκινά ενώ πετάει με ένα μεταγωγικό αεροπλάνο Junkers πάνω από την Κρήτη, έτοιμος ο ίδιος για την πτώση. Το κείμενο είχε σταλεί στο αμερικανικό περιοδικό “Life”, φυσικά ως προπαγανδιστικό υλικό, από το γερμανικό υπουργείο Προπαγάνδας και είχε δημοσιευτεί στις 14 Ιουλίου 1941, σχεδόν 1,5 μήνα μετά την κατάληψη της Κρήτης από τα γερμανικά στρατεύματα.
Μαζί είχαν σταλεί φωτογραφίες από την επιχείρηση στην Κρήτη
«Ο δείκτης πάνω στο μικρό ασημένιο μου ρολόι βρίσκεται κοντά στις 4 π. μ.» έγραφε ο Γερμανός υπολοχαγός. «Μας απομένουν ακόμα 15 λεπτά πτήσης. Κοιτώ έξω από το παράθυρο του αεροπλάνου. Τα άλλα αεροπλάνα του σμήνους έχουν πλησιάσει. Εκεί πέρα το πρόσωπο του Υπολοχαγού W. με κοιτάζει επίμονα πίσω από το τζάμι ενός άλλου παράθυρου. Βλέπω το σημάδι στο κούτελό του, κάτω από το ατσάλινο κράνος. Είμαστε τόσο κοντά που νομίζω ότι θα μπορούσαμε να φωνάξουμε ο ένας τον άλλο. Πίσω μας πετάει ο δεύτερος λόχος και πίσω ο τρίτος. Μετράω να δω μήπως κάποιο αεροπλάνο έχει μείνει πίσω – δώδεκα, 15, 23, 30, 32 – κι όπως φτάνω τα 60, εγκαταλείπω. Από το βαθυκύανο μπλε ανάμεσα στον ουρανό και στη θάλασσα τα αεροπλάνα σηκώνονται πίσω μας σαν ένας στρατός από ξελεπιασμένους δράκους. Υπάρχουν εκατοντάδες αεροπλάνα. Ο υποδεκανέας με χτυπά ελαφρά στον ώμο. Δείχνει μέσα από το αντικρινό παράθυρο. Να τη: η μικρή και στενή παραλία, τα ακρώρεια σε πρώτο πλάνο και πίσω η δεύτερη αναβαθμίδα οι λευκές βραχώδεις κορυφές των βουνών της Κρήτης.
Χτες πέταξα με τον ταγματάρχη Von T. στο αεροπλάνο παρατήρησης πάνω από το μέρος όπου σκοπεύαμε να γίνει η σύγκρουση. Ακόμα ακούω τη φωνή του: «όλα πρέπει να γίνουν σα να ήταν ελιγμοί – δεν υπάρχουν άλλα εχθρικά μαχητικά. Τα τρία κύματα των Messerschmitts μας, επιβάλλουν τη σιγή στις εχθρικές αντιαεροπορικές πυροβολαρχίες. Έπειτα η τελευταία επίθεση με στούκας ακολουθεί. Μετά πέφτεις – όπως στους ελιγμούς – κατάλαβες;».
Είχα καταλάβει. Ο υποσμηναγός W. εκεί πέρα, με την ουλή στο μέτωπο που απέκτησε στο Ρότερνταμ, πετάει κάτω στα δυτικά του αεροδρομίου. Παίρνουμε το λόφο προς τα ανατολικά.
Ο υποδεκανέας με χτυπά ξανά ελαφρά στον ώμο. «Herr Oberleutnant». Ναι, ξέρω. Ξανά είναι αυτή η πιεστική αίσθηση στο στομάχι μου που μου ’ρχεται όταν το αεροπλάνο προσγειώνεται.
«Πόρτα ανοιχτή»
Γερμανός αλεξιπτωτιστής νεκρός στο κρητικό έδαφος
Ο σμηνίας στέκεται στην πόρτα. Δίνει το σύνθημα να γλιστρήσουμε με ένα χτύπημα του αριστερού του χεριού στην πλάτη κάθε άνδρα που γρήγορα εμφανίζεται μπροστά από την πόρτα του αεροπλάνου. Ο Schroeder, o Grammelsberg, o Hansen, o Berg, o Wenstaedt, τώρα ο υποδεκανέας, τώρα εγώ.
Έχω τεσσεράμισι δευτερόλεπτα από τη στιγμή που το αλεξίπτωτο θα ανοίξει μέχρι την προσγείωση. Ο αέρας μας μεταφέρει απευθείας στο λόφο. Τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη μας ρίχνονται εναντίον των πυροβολαρχιών από ψηλά σα μαχαίρια που εκσφενδονίζονται. Τώρα ανακαλύπτω το τσιριχτό σφύριγμα του αεροπλάνου που κινείται με συριστικό ήχο προς τα κάτω μόνο 50 μέτρα από εμάς – υπάρχει ένας ξερός κρότος των κανονιών του. Έρχεται αμέσως και το επόμενο. Σε απόσταση είναι τα κοίλα των εκρήξεων από βόμβες που πέφτουν με γδούπο. Εκεί πέρα, το πρώτο μας πολυβόλο ξεκινάει. Ο υπολοχαγός W. επιτίθεται ήδη. Έπειτα κι εγώ ο ίδιος βρίσκομαι κάτω.
Ο υποδεκανέας στέκεται στον κρατήρα από τη βόμβα δίπλα στο πολυβόλο, δίπλα του ο Schroeder, δίπλα του ο λοχίας. Τα βομβαρδιστικά έχουν αποσυρθεί και κάνουν κύκλους τριγύρω σα χελιδόνια στον αέρα. Θα έρθουν τα αγγλικά μαχητικά;
Κανένα δεν έρχεται. Από το λόφο μας μπορούμε να κοιτάξουμε κάτω στο πεδίο μάχης [Αεροδρόμιο του Μάλεμε – ED]. Στα δεξιά, το υπόστεγο των αεροσκαφών, φτιαγμένο από παλιό πηλό, ξύλινους στύλους και σανίδες. Μερικές φορές, ένα μικρό όπλο κροταλίζει από το σκιώδες βάθος. Τέσσερις χακί φιγούρες προχωρούν και πέφτουν μαζί. Από δω μοιάζουν με μαριονέτες. Δεν είδαμε τους πυροβολισμούς».
Το χρονικό μέχρι την κατάληψη της Κρήτης
Σύλληψη Αυστραλών στρατιωτών από Γερμανούς στο Μάλεμε, τις πρώτες ώρες της επίθεσης
Νοέμβριος 1940: Η άμυνα της Κρήτης αναλαμβάνεται από τους Βρετανούς. Η 5η Μεραρχία Κρητών μεταφέρεται στην Αθήνα.
15 Απριλίου: Μετά από αλλεπάλληλες συσκέψεις, αποφασίζεται η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Στο δεύτερο 15ήμερο του Απριλίου σχεδιάζεται η μεταφορά Ελληνικών και Βρετανικών δυνάμεων από την ηπειρωτική Ελλάδα στην Κρήτη.
23 Απριλίου: Μετά την κατάληψη της Αθήνας η ελληνική κυβέρνηση, υπό τον Ρεθύμνιο Εμμανουήλ Τσουδερό, μαζί με τον μονάρχη Γεώργιο Β΄, μεταφέρεται στην Κρήτη, το μόνο ακόμη ελεύθερο τμήμα της Ελλάδας.
25 Απριλίου: Μεταφέρεται στην Κρήτη σημαντική δύναμη Νεοζηλανδών.
28 Απριλίου: Υπό την προεδρία του ‘Έλληνα πρωθυπουργού Ε. Τσουδερού πραγματοποιείται στα Χανιά σύσκεψη της ελληνικής ηγεσίας και των Βρετανών αξιωματούχων. Ζητείται ενίσχυση για τη στρατιωτική προετοιμασία και την αποτελεσματικότερη άμυνα του νησιού.
29 Απριλίου: Ο διοικητής της νεοζηλανδικής μεραρχίας στρατηγός Μπέρναντ Φράιμπεργκ φτάνει στην Κρήτη και αναλαμβάνει τη διοίκηση των συμμαχικών δυνάμεων του νησιού.
14 Μαΐου: Στρατιωτικοί στόχοι της Κρήτης βομβαρδίζονται συστηματικά από τη γερμανική αεροπορία. Είναι ουσιαστικά ο προάγγελος της επίθεσης που θα ακολουθήσει.
18-19 Μαΐου: Στα αεροδρόμια της Αττικής και σε άλλα της νότιας Ελλάδας προσγειώνονται πολεμικά αεροπλάνα της γερμανικής αεροπορίας και προετοιμάζονται για την επίθεση.
20 Μαΐου: Στις 6.30 το πρωί αρχίζει η Γερμανική επίθεση. Το αεροδρόμιο του Μάλεμε δέχεται έναν ανελέητο βομβαρδισμό από το επίλεκτο σώμα των γερμανικών αλεξιπτωτιστών. Οι Γερμανοί στοχεύουν στην κατάληψή του ώστε να μεταφέρουν απ’ αυτό νέες δυνάμεις.
22 Μαΐου: Η Γερμανική αεροπορία εξαπολύει κατά του Αγγλικού ναυτικού σφοδρή επίθεση και βυθίζει πολλά πλοία . Το απόγευμα της ίδιας μέρας γίνεται επίθεση στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο. Η επίθεση συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση των αμυνομένων που περίμεναν τον εχθρό στα σημεία επιθέσεων αφού οι Άγγλοι γνώριζαν το σχέδιο της Γερμανικής επιθέσεως. Η αντίσταση του λαού ήταν καθολική και άμεση. Οι Έλληνες στρατιώτες και οι συμμαχικές δυνάμεις και όσοι από τους κατοίκους είχαν στην κατοχή τους οπλισμό αποδεκάτισαν τα πρώτα κύματα των επιτιθεμένων.
21 Μαΐου: Τα αεροδρόμια παραμένουν στα χέρια των συμμαχικών δυνάμεων. Οι αλεξιπτωτιστές αποδεκατίζονται, από την αντίσταση που συναντούν. Πολλά επίσης από τα γερμανικά αεροπλάνα ή καταρρίπτονται ή συντρίβονται χτυπημένα στο έδαφος. Στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο αποτυγχάνουν καθ’ ολοκλήρου. Οι προσπάθειες των Γερμανών να αποβιβάσουν στρατεύματα από τη θάλασσα δεν είχαν αποτέλεσμα. Ο Αγγλικός στόλος που έπλεε γύρω από το νησί , εξουδετερώνει τη γερμανική νηοπομπή που κατευθύνεται προς την Κρήτη. Βυθίζονται 15 επιταγμένα σκάφη με άγνωστο αριθμό θυμάτων. Το απόγευμα της 21ης Μαΐου. Οι αλεξιπτωτιστές του 1ου συντάγματος καταλαμβάνουν το αεροδρόμιο του Μάλεμε, στο οποίο προσγειώνονται οπλιταγωγά με ένα σύνταγμα της 5ης ορεινής μεραρχίας.
Γίνεται προσπάθεια ανακατάληψης του αεροδρομίου του Μάλεμε από ελληνικές και συμμαχικές δυνάμεις χωρίς αποτέλεσμα. Η 5η ορεινή μεραρχία αντεπιτίθεται και διεξάγονται μερικές από τις πιο αιματηρές μάχες όλης της επιχείρησης. Οι Έλληνες και οι σύμμαχοι πολεμούν υποχωρώντας , όμως υποκύπτουν στην τέλεια οργάνωση και τον εξοπλισμό του εχθρού, πράγματα που οι υπερασπιστές της Κρήτης δεν διέθεταν.
23 Μαΐου: Ο Τσόρτσιλ στέλνει μήνυμα στο στρατηγείο και τονίζει «Η μάχη της Κρήτης πρέπει να κερδηθεί».
24 Μαΐου: Οι βομβαρδισμοί των πόλεων της Κρήτης συνεχίζονται. Στα Χανιά οι Γερμανοί παίρνουν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Οι αμυνόμενοι στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν τη μάχη «μέχρι εσχάτων».
25 Μαΐου: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κάνδανο
26 Μαΐου: Καταλαμβάνεται ο Γαλατάς. Οι συμμαχικές δυνάμεις μάχονται για να προστατέψουν τα Χανιά. Ο στρατηγός Φράϊμπεργκ με δήλωσή του επισημαίνει τη δύσκολη θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι συμμαχικές δυνάμεις.
27 Μαΐου: Ο αρχιστράτηγος της Μέσης Ανατολής Ουέιβελ στέλνει μήνυμα να αποχωρήσουν οι συμμαχικές δυνάμεις από την Κρήτη. Για τη μεταφορά και διάσωσή τους στέλνονται πλοία του βρετανικού στόλου. Καταλαμβάνονται τα Χανιά και το λιμάνι της Σούδας.
28 Μαΐου: Αρχίζει η αποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων προς τα Σφακιά. Οι Βρετανοί χωρίς να ενημερώσουν τις ελληνικές δυνάμεις τη νύχτα εκκενώνουν την πόλη του Ηρακλείου και επιβιβάζονται στα πλοία που για το σκοπό αυτό καταφθάνουν στο λιμάνι. Ιταλικά στρατεύματα που προέρχονται από τα Δωδεκάνησα, αποβιβάζονται στην Σητεία και καταλαμβάνουν το νομό Λασιθίου.
29 Μαΐου: Καταλαμβάνονται το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο κάτω από την πίεση των Γερμανικών δυνάμεων, που προχωρώντας προς ανατολάς ενώνονται με τους αλεξιπτωτιστές.
30 Μαΐου: Ο στρατηγός Φράϊμπεργκ αποχωρεί από την Κρήτη.
1η Ιουνίου: Ολοκληρώνεται η αποχώρηση των Βρετανικών δυνάμεων, που είχαν συγκεντρωθεί στα νότια παράλια της Κρήτης. Με πλοία του συμμαχικού στόλου μεταφέρονται αρχικά στην Αίγυπτο, μετά στην Νότια Αφρική για να καταλήξουν στο Λονδίνο.
Μαζί τους έφυγαν και ο βασιλιάς και η ελληνική κυβέρνηση.
Οι δυνάμεις που δεν κατορθώνουν να επιβιβαστούν και που ο αριθμός τους ανέρχεται σε 5.500 άτομα περίπου παραδίδονται, συλλαμβάνονται ή καταφεύγουν στα βουνά.
Η γερμανική κατοχή ξεκινά, μαζί και τα αντίποινα κατά των κατοίκων που αντιστάθηκαν. Η γερμανική σημαία κυματίζει παντού. Αρχίζει η αντίσταση του κρητικού λαού. Μέσα στον Ιούνιο οργανώνονται οι πρώτες αντιστασιακές ομάδες.
Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου και αμέσως μετά την εξόντωση των Ιταλών στην Κεφαλονιά από τους Γερμανούς, το δεύτερο κατά σειρά σημασίας και μεγέθους. Αναφερόμαστε στις εκτελέσεις Ιταλών στο νησί της Κω, μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας.
Για το θέμα αυτό μας μίλησε ο Ιωάννης Δ. Τρικοίλης Καθηγητής Φυσικής Αγωγής, ενώ ευχαριστούμε και το Δήμο της Κω που μας εξυπηρέτησε στην έρευνα αυτή.
Η ανάρτησή μας είναι αναδημοσίευση του σχετικού θέματος που είχαμε κάνει το 2016 στο ert.gr με αφορμή τη θλιβερή επέτειο.
-Ποια ήταν η συμπεριφορά των Ιταλών προς τους κατοίκους της Κω και της Δωδεκανήσου γενικότερα;
-Η συμπεριφορά των Ιταλών προς το ελληνικό πληθυσμό είναι γεγονός ότι υπήρξε σαφώς καλύτερη από αυτή των Τούρκων αφού αναφερόμαστε σε ευρωπαϊκό προηγμένο λαό και βεβαίως χριστιανικό λαό, που αυτόματα δημιουργεί θετικά αντανακλαστικά και υψηλές προσδοκίες στους κατοίκους των νησιών της Δωδεκανήσου. Είναι αληθές ότι από το 1912 και μέχρι την έλευση του πρώτου κυβερνήτη Mario Lago το 1923 υπήρξε στρατιωτική κατοχή κατά την οποία τα νησιά δεν ένιωσαν καταπίεση από ενέργειες επιβολής ή αυταρχικές συμπεριφορές από τους στρατιωτικούς Ιταλούς διοικητές.
Friedrich-Wilhelm Müller ο επικεφαλής της σφαγής
Ο Mario Lago ως πρώτος κυβερνήτης 1923- 1936 όντας γερουσιαστής και μορφωμένος προσπάθησε με αρκετά έξυπνο τρόπο (διαμέσου μεγάλων έργων υποδομών, νέων τεχνικών και τεχνολογιών στις κατασκευές και στις καλλιέργειες) να δημιουργήσει ένα αίσθημα στους κατοίκους ότι θα αλλάξει η οικονομική κατάσταση τους προσφέροντας τους τη δυνατότητα να αποκτήσουν εάν θέλουν την ιταλική υπηκοότητα και να έχουν πρόσβαση σε διάφορες θέσεις στο Δημόσιο και παράλληλα τη δυνατότητα σπουδών σε ορισμένα Ιταλικά πανεπιστήμια Ρώμης, Πίζας. Μάλιστα μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1933 η ιταλική διοίκηση προέβη σε δημιουργία της καινούργιας πόλης της Κω με μοντέρνες υποδομές και κτίρια που θα στεγάζονταν όλες οι κρατικές υπηρεσίες.
Παράλληλα έδωσε δάνεια χαμηλότοκα και σε ορισμένες περιπτώσεις άτοκα για κατασκευή κατοικιών, γεγονός που είχε θετική απήχηση στην πλειονότητα των φτωχών κατοίκων (περίπτωση λαϊκών κατοικιών). Στον τομέα της παιδείας ένα μέρος των χρημάτων για τη λειτουργία των σχολειών είχε προέλευση από τα ιταλικά ταμεία που βεβαίως είχαν πόρους από το ιταλικό κράτος, αλλά και από μια σχετικά ήπια φορολογία των νησιωτών.
Το 1936 στη θέση του μετριοπαθούς Mario Lago έρχεται ο τετράρχης του φασισμού Cesare Maria De Vecchi, άνθρωπος αυταρχικός, σκληρός και σε πολλές περιπτώσεις βάναυσος απέναντι στους νησιώτες που τόλμησαν να oρθρώσουν το ανάστημά τους όταν αυτός επιχείρησε να επιβάλλει ολοκληρωτικά την ιταλική γλώσσα στα σχολεία και να ελέγξει πλήρως την λειτουργία της εκκλησίας. Πολλές υπήρξαν οι αντιδράσεις των νησιωτών, ιδιαίτερα των Καλύμνιων διανοούμενων, αλλά και του απλού λαού όταν δημιουργήθηκε το εκκλησιαστικό ζήτημα.
Είναι γνωστός ο «πετροπόλεμος» του γυναικείου πληθυσμού της Καλύμνου εναντίων των Ιταλών κατακτητών που ήθελαν να δημιουργήσουν μια νέα κατάσταση στα θρησκευτικά πράγματα (που δεν άρμοζε στις θρησκευτικές παραδόσεις του νησιού των σφουγγαράδων).
-Υπήρχε στο νησί αντιστασιακή δραστηριότητα και αν ναι ποια;
Στο νησί της Κω δεν μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε οργανωμένη αντιστασιακή δράση όμως δεν ήταν λίγες οι φορές που οι κάτοικοι εξέφραζαν σχεδόν φανερά την αντίθεση τους με ορισμένες πρακτικές της ιταλικής διοίκησης κυρίως σε ζητήματα θρησκείας και εκπαίδευσης.
Ζήτημα θρησκείας: η προσπάθεια των Ιταλών να αποκόψουν την εκκλησία της Δωδεκανήσου από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως.
Ζήτημα εκπαίδευσης: η επιβολή της ιταλικής γλώσσας ως κύριας γλώσσας στα σχολεία και η σχεδόν κατάργηση της ελληνικής στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
-Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας και μέχρι τις παρεμβάσεις των Γερμανών, ποια ήταν η στάση των Ιταλών στο νησί;
Από την 8η Σεπτεμβρίου 1943 ημέρα κατά την οποία ο Βασιλείας Vittorio Emmanouele ο Γ’ και ο στρατάρχης Pietro Badoglio κατέληξαν σε μυστική συνθηκολόγηση με τους συμμάχους δεν υπάρχουν μαρτυρίες ή γεγονότα που να μας βεβαιώνουν ότι υπήρξε κάποια αλλαγή στη στάση της ιταλικής διοίκησης έναντι των κατοίκων της Κω βεβαίως υπήρξε ένα κλίμα έντασης και αβεβαιότητας αφού ο φόβος για αντίδραση των Γερμανών ήταν διάχυτος στις τάξεις της ιταλικής φρουράς του νησιού.
Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις έχουμε μαρτυρίες κατοίκων της Κω που είχαν κάποια σχέση με Ιταλούς υπαλλήλους αλλά και χαμηλόβαθμους Ιταλούς αξιωματικούς ότι ο φόβος αντιποίνων από πλευρά των εξαγριωμένων Γερμανών έκαναν τους Ιταλούς να αποκτήσουν ένα ηπιότερο προσωπείο απέναντι στους κατοίκους.
Οι Γερμανοί αμέσως μετά την συνθηκολόγηση των Ιταλών έθεσαν σε εφαρμογή την επιχείρηση για τον αφοπλισμό της ιταλικής φρουράς στα Δωδεκάνησα μάλιστα σε αυτήν την επιχείρηση έδωσαν ειρωνικά την κωδική ονομασία «ΑΞΩΝ». Στη Ρόδο με αστραπιαία κίνηση ο έμπειρος υποστράτηγος Ulrich Kleemann με τη μεραρχία εφόδου «ΡΟΔΟΣ» κατάφερε μέσα σε λίγες ώρες να αιχμαλωτίσει αμαχητί τον κύριο όγκο της μεραρχίας «REGINA» που έδρευε στη Ρόδο, ένα σύνολο ανδρών όλων των κλάδων που αριθμούσε γύρω στις 40.000. Ο επόμενος στόχος ήταν η Κως και η Λέρος.
Friedrich-Wilhelm Müller
Η Κως έπρεπε να καταληφθεί πρώτη γιατί διέθετε αεροδρόμιο καιοι υπερασπιστές της Ιταλοί ήταν γύρω στις 4.000 και οι Βρετανοί 1.600, αριθμός που σίγουρα ήταν μικρότερος από αυτόν της Ναυτικής βάσης της Λέρου. Οι Γερμανοί άρχισαν να βομβαρδίζουν από την επομένη της συνθηκολόγησης των Ιταλών όλους τους στρατιωτικούς στόχους της Κω, παράλληλα δε με προκηρύξεις ενημέρωναν τους Ιταλούς ότι σε περίπτωση συνεργασίας αυτοί θα θεωρηθούν σύντροφοι και σύμμαχοι, σε περίπτωση που παραδοθούν θα θεωρηθούν αιχμάλωτοι πολέμου και η μεταχείριση τους θα είναι η προβλεπόμενη από τις προβλεπόμενες συνθήκες.
Friedrich-Wilhelm Müller
Σε περίπτωση ένοπλης αντίστασης αυτόματα θα καταδικαστούν για έσχατη προδοσία με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ιταλών αξιωματικών πλην ελαχίστων πεπεισμένοι ότι η παρουσία των Βρετανών από τη μια αλλά και η πτώση της γερμανικής στρατιωτικής ισχύος από την άλλη καθιστούσε δύσκολο το εγχείρημα των Γερμανών να καταλάβουν τα νησιά. Έτσι λοιπόν αγνόησαν τα τελεσίγραφα των Γερμανών και ετοιμάστηκαν για μια θανάσιμη μέχρις εσχάτων μάχη.
Ψάχνοντας στον τόπο των εκτελέσεων
Οι Ιταλοί παραμονή της γερμανικής επίθεσης (που έλαβε την ονομασία ICEBERG – πολική άρκτος) διέθεταν στην Κω γύρω στις 4000 άνδρες υπό την διοίκηση του συνταγματάρχη Felice Leggio. Στην Κω η βρετανική δύναμη αριθμούσε γύρω στους 1600 άνδρες και μια υπολογίσιμη δύναμη αεροσκαφών με έδρα το αεροδρόμιο της Αντιμάχειας, αλλά σε συνθήκες ανάγκης και στους αεροδιαδρόμους στην περιοχή Τιγκάκι και στη περιοχή Λάμπη πλησίον της πόλης της Κω.
Πως ξεκίνησαν τα γεγονότα;
-Στις 3 Οκτωβρίου 1943 οι Γερμανοί με απόλυτο αιφνιδιασμό έκαναν απόβαση ταυτόχρονα σε τρία σημεία της Κω. Ο κύριος όγκος των Γερμανών αποβιβάστηκε στην βόρια παραλιακή περιοχή ανάμεσα Μαρμάρι και Τιγκάκι, υπό την διοίκηση του ταγματάρχη Silvester von Saldern. Ένα άλλο τμήμα αποβιβάστηκε στη νότια περιοχή του νησιού στην περιοχή Αγιος Ζαχαρίας υπό τις διαταγές του λοχαγού Philip Aschof.
αντικείμενα εκτελεσθέντων
Το τρίτο τμήμα αποτελούσε ένας λόχος αμφίβιων καταδρομέων της μεραρχίας Brandenburg και αποβιβάστηκε στην νότια πλευρά της Κω κοντά στη Κέφαλο μαζί με ένα λόχο αλεξιπτωτιστών της ίδιας μεραρχίας που έπεσε μεταξύ Κεφάλου και αεροδρομίου της Αντιμάχειας.
Αυτοί οι δύο λόχοι υπό την διοίκηση του λοχαγού Αρμιν Κουλμαν και του υπολοχαγού Οsatz είχαν ως κύριο στόχο την κατάληψη του αεροδρομίου. Οι Γερμανοί έχοντας κυριαρχήσει αεροπορικά στις προηγούμενες μέρες της απόβασης με αστραπιαίες κινήσεις κατάφεραν να καταλάβουν ολόκληρο το νησί της Κω μέσα σε μια ημέρα, αιχμαλωτίζοντας 3145 Ιταλούς και 1388 Βρετανούς.
Ο Γερμανός διοικητής όλων των δυνάμεων της απόβασης αντιστράτηγος Φρίντριχ Μύλλερ όρισε έκτακτο στρατοδικείο μεταξύ 5-6 Οκτωβρίου στο ιταλικό στρατόπεδο της περιοχής Λινοποτίου. Εκεί δικαστής υπήρξε ο σκληρός λοχαγός των καταδρομέων Άρμιν Κούλμαν ο οποίος με συνοπτικές διαδικασίες απήλλαξε όσους Ιταλούς αξιωματικούς παρέμειναν κατά τη διάρκεια της μάχης αδρανείς και αποδεδειγμένα πιστοί στην φασιστική και ναζιστική συμμαχία και όσους άλλους αξιωματικούς υπηρετούσαν σε μονάδες υγειονομικού.
Οι υπόλοιποι 103 αξιωματικοί με το πρόσχημα ότι θα οδηγηθούν στην παραλία κοντά στην αλυκή για να τους παραλάβει πλοίο που θα τους μεταφέρει στον Πειραιά και από εκεί σε άλλους χώρους αιχμαλωσίας εκτελέστηκαν κατά ομάδες και θάφτηκαν σε ομαδικούς τάφους που ήδη είχαν ανοιχθεί στην περιοχή Τσιφλίκα δίπλα στην αλυκή.
Οι εκτελέσεις παρέμειναν μυστικές για όλους του υπόλοιπους Ιταλούς αιχμαλώτους, υπήρξαν όμως κάποιοι Ιταλοί αξιωματικοί και καθολικοί ιερείς στους οποίους εκμυστηρεύθηκαν μετά από λίγο οι συνεργάτες των Γερμανών, ένας από αυτούς ήταν ο Ιταλός υπολοχαγός Aielo. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπήρξαν και κάποιοι, ελάχιστοι βέβαια, Κωοι που είδαν το φρικιαστικό αυτό έγκλημα των Γερμανών αλλά υπό τον φόβο της τιμωρίας παρέμειναν σιωπηλοί.
-Μετά τις εκτελέσεις ποια ήταν η καθημερινότητα στο νησί μέχρι και τη λήξη του πολέμου;
-Μετά την εκτέλεση των Ιταλών και την επικράτηση των Γερμανών στην Κω επικρατεί ένα κλίμα φόβου και ανασφάλειας παρ’ όλο που οι Γερμανοί έμειναν ουδέτεροι και ουσιαστικά αδιάφοροι για την διοικητική οργάνωση του νησιού. Στην ουσία επέτρεψαν στο ιταλικό διοικητικό προσωπικό να συνεχίσει το έργο του, ενώ αυτοί είχαν μόνο την στρατιωτική κατοχή. Την περίοδο των 19 μηνών παρουσίας των Γερμανών στην Κω έχουμε τα πρώτα θύματα της σκληρότητας τους απέναντι σ’ εκείνους που πίστευαν ότι συνεργάζονταν με τους Άγγλους.
Με την κατηγορία ότι εντοπίσθηκε αγγλικό υλικό στην κατοχή τους εκτελέστηκαν με απαγχονισμό οι γεωργοκτηνοτρόφοι Ηλίας Καπιρης, Θεόκριτος Κώστογλου, Γεώργιος Ζουμπουλικος, Ανεζούλα Πατάκου και Σταματία Περρή.
-Υπήρξαν προσπάθειες απόδοσης δικαιοσύνης και τιμωρίας των ενόχων για εγκλήματα πολέμου και ποια ήταν η τύχη τους;
-Μετά το τέλος του πολέμου είναι γεγονός ότι υπήρξαν προσπάθειες για την απόδοση ευθυνών στις βαρβαρότητες των Γερμανών εναντίων των Ιταλών. Για τους εκτελεσθέντες νησιώτες ούτε λόγος να γίνεται. Ο στρατηγός Μύλερ υπήρξε διοικητής των γερμανικών δυνάμεων που κατέλαβαν την Κω και την Λέρο και έκανε πράξη την «ΟΔΗΓΙΑ» του Χίτλερ σχετικά με την μεταχείριση των Ιταλών που θα αντιστέκονταν με τα όπλα εναντίον των πρώην συμμάχων τους. Ο στρατηγός Μύλερ το 1947 καταδικάσθηκε σε θάνατο από το στρατοδικείο των Αθηνών, η καταδίκη του όμως δεν αφορούσε στην εκτέλεση των Ιταλών αξιωματικών, αλλά για τις δολοφονίες των αμάχων στην Κρήτη της οποίας υπήρξε φρούραρχος για ένα μεγάλο διάστημα.
Η μοίρα των Ιταλών αιχμαλώτων υπήρξε τραγική αναμφισβήτητα, και παραδόξως κανένας Γερμανός δεν διώχθηκε ποινικά για αυτή τη δολοφονία αφού νομικίστικα οι εκτελέσεις ήταν καλυμμένες από το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μπαντόλιο δεν είχε κηρύξει πόλεμο κατά της Γερμανίας την 8η Σεπτεμβρίου με αποτέλεσμα αυτοί οι Ιταλοί αξιωματικοί να θεωρηθούν προδότες των συμμάχων τους και να εκτελεσθούν.
– Στο νησί υπάρχει μνημείο από τον Δήμο και έχουν γίνει και εκδηλώσεις με παρουσία απογόνων των θυμάτων. Ο αντίκτυπος των γεγονότων αλλά και οι κατοπινές εκδηλώσεις μνήμης στην Ιταλία ποιος μπορούμε να πούμε ότι είναι;
-Οι κάτοικοι της Κω και ο Δήμος της Κω παρότι οι Ιταλοί αξιωματικοί υπήρξαν κατακτητές, περιέβαλε την μνήμη τους με σεβασμό. Δημιούργησε μνημείο μαρμάρινο όπου αναγράφονται όλα τα ονόματα των εκτελεσθέντων Ιταλών αξιωματικών στο χώρο του καθολικού νεκροταφείου. Τα τελευταία χρόνια σε συνεργασία με το κομιτάτο των Ιταλών πεσόντων στο Αιγαίο γίνονται λαμπρές εκδηλώσεις μνήμης παρουσία των Ιταλικών Αρχών αλλά και πλήθους συγγενών των εκτελεσθέντων.
Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Giorgio Napolitano είχε προγραμματίσει την επίσκεψη του στην Κω στην 70η επέτειο της εκτέλεσης όμως πολιτικοί λόγοι της τελευταίας στιγμής (πτώση της κυβέρνησης Berlusconi) δεν του επέτρεψαν να παραστεί στις εκδηλώσεις μνήμης. Ωστόσο έστειλε δια αντιπροσώπου του μια πλακέτα που ευχαριστεί τον Κωακό λαό για τον σεβασμό και την συμπάθεια του προς τους Ιταλούς πεσόντες. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει δοθεί τεράστια δημοσιότητα στο γεγονός των Ιταλών αξιωματικών της Κω. Σε αυτές τις προσπάθειες πρωτεργάτης είναι ο συνταγματάρχης εν αποστρατεία Pietro Giovanni Liuzzi και βέβαια όλοι οι συγγενείς των θυμάτων.
Το 2015 με πρωτοβουλίες του κ. Liuzzi και του στρατιωτικού ακόλουθου της ιταλικής πρεσβείας στην Αθήνα έγινε προσπάθεια εντοπισμού και ανασκαφής στην περιοχή όπου έγιναν οι εκτελέσεις για τον εντοπισμό των υπολοίπων τριών ομαδικών τάφων και την εύρεση των λειψάνων περίπου 30 αξιωματικών που δεν είχαν εντοπισθεί στις πρώτες έρευνες στις οποίες είχε γίνει η εκταφή των 64 σορών, λίγα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου.
Δυστυχώς δεν κατέστη δυνατό να εντοπισθούν οι υπολειπόμενοι ομαδικοί τάφοι όμως εντοπίσθηκε μεγάλος αριθμός προσωπικών αντικειμένων από τους ήδη ανοιγμένους τάφους.
Συγκεκριμένα βρέθηκαν χρυσά γυαλιά, χρυσά μενταγιόν και φυλακτά, μια χρυσή πένα, κουμπιά, διακριτικά βαθμού και ειδικοτήτων, λίγα οστά και το συγκλονιστικότερο όλων δεκαεπτά κάλυκες από τις χαριστικές βολές των Γερμανών εκτελεστών. Τα αντικείμενα αυτά κατόπιν απόφασης του κομιτάτου των Ιταλών πεσόντων εκτίθενται στο μουσείο νεώτερης ιστορίας της Κω.
Φωτο: αρχείο Ιωάννη Τρικοίλη
Φωτογραφίες Ιταλών εκτελεσθέντων: αρχείο Pietro Giovanni Liuzzi
Στο 19ο χιλιόμετρο της Λεωφόρου Μαραθώνος, στο Πικέρμι, στο ρεύμα προς Μαραθώνα, δίπλα στο χώρο της επιχείρησης Μπουτάρη ένα μνημείο που λίγοι παρατηρούν όντας απορροφημένοι με την οδήγηση, υπάρχει για να μας θυμίζει τη θυσία (από τις πολλές που έγιναν στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) των 54 Ελλήνων που εκτελέστηκαν με απαγχονισμό στις 21 Ιουλίου 1944.
Δύσκολα σταματάς ακόμα και αν το δεις αφού ο χώρος δίπλα στο δρόμο δεν διευκολύνει.
Ήταν τα αντίποινα για επιχείρηση του ΕΛΑΣ, λίγες μέρες νωρίτερα, που είχε αποτέλεσμα να σκοτωθούν τρεις Γερμανοί αξιωματικοί.
Η επίθεση στη γερμανική φάλαγγα είχε γίνει στις 12 Ιουλίου από κλιμάκιο του ΕΛΑΣ που είχε σαν έδρα την περιοχή του Νταού Πεντέλης και νεκροί έπεσαν ο Γερμανός λιμενάρχης της Ραφήνας, ο λοχαγός διοικητής του «Οχυρού» της Ραφήνας και ο οδηγός τους.
Τα αντίποινα ήταν μπλόκα στην περιοχή, αλλά και μεταφορά κρατουμένων από το τις φυλακές στο Χαϊδάρι (Μπλοκ 15), καθώς και τέσσερις που νοσηλεύονταν στο σανατόριο Νταού Πεντέλης.
Την ίδια μέρα, άλλοι 200 συλληφθέντες σε μπλόκα, αλλά και κρατούμενοι στις φυλακές Χαίδαρίου, μεταφέρθηκαν και εκτελέστηκαν με φριχτά βασανιστήρια στο Λόφο του Λεβίδη, στην Παλλήνη. Τα οστά τους μεταφέρθηκαν στην μεταπολεμική περίοδο με μυστικότητα σε άγνωστο χώρο. Στο σημείο της εκτέλεσης δεν υπάρχει ούτε καν μνημείο. Στο Πικέρμι οι εκδηλώσεις τιμής και μνήμης γίνονται από τους συγγενείς και απογόνους των θυμάτων.
Σαν σήμερα.. 13 Δεκεμβρίου του 1943 Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων.. ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα που διέπραξαν οι Γερμανοί Ναζί κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.
Γερμανικές δυνάμεις κατοχής και συγκεκριμμένα της 117ης Μεραρχίας Καταδρομών μαζί με ταγματασφαλίτες συγκεντρώνουν όλους τους άνδρες των Καλαβρύτων στην πλατεία και τους εκτελούν ομαδικά. Στο τέλος πυρπολούν και την ηρωική κωμόπολη.Η σφαγή των Καλαβρύτων είναι η πιο βαριά περίπτωση πολεμικού εγκλήματος στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου πολέμου. Η διαταγή της μαζικής δολοφονίας, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Καλάβρυτα», ξεκίνησε από την παράκτια περιοχή της Αχαΐας στη βόρεια Πελοπόννησο, όταν τα στρατεύματα της Βέρμαχτ στην πορεία τους έκαψαν χωριά και δολοφόνησαν τους πολίτες στο δρόμο τους. Εισήλθαν στα Καλάβρυτα στις 9 Δεκεμβρίου, δημιουργώντας ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη. Παραπλάνησαν τον κόσμο, διαβεβαιώνοντας ότι στόχος τους ήταν αποκλειστικά η εξόντωση των ανταρτών του ΕΛΑΣ.
Η σφαγή των αμάχων διαπράχθηκε από την 117η Μεραρχία Καταδρομών, η οποία αποτελούνταν από Αυστριακούς και Γερμανούς.
Οι Γερμανοί, στο δρόμο για τα Καλάβρυτα, εκτέλεσαν 143 άνδρες, στα χωριά Ρωγοί, Κερπινή, Άνω και Κάτω Ζαχλωρού, καθώς και στη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου. Επίσης έκαψαν περίπου 1.000 σπίτια σε πάνω από 50 χωριά, αφού τα λεηλάτησαν αποκομίζοντας περισσότερα από 2.000 πρόβατα και μεγαλύτερα ζώα και περίπου 260.000.000 δραχμές.
Όταν έφθασαν στα Καλάβρυτα, κλείδωσαν όλες τις γυναίκες και τα παιδιά κάτω των 14 στο σχολείο και διέταξαν όλους τους άνδρες από 14 και πάνω να παρουσιαστούν έξω από το χωριό.
Εκεί οι Γερμανοί τους εκτέλεσαν με συνεχείς ριπές πολυβόλων. Περισσότεροι από 700 οι νεκροί - όλος ο ανδρικός πληθυσμός πλην 13 που επέζησαν από τα τραύματά τους κατά την εκτέλεση (καταπλακώθηκαν από τους νεκρούς συμπολίτες τους και θεωρήθηκαν νεκροί από τους ναζί).
Οι γυναίκες και τα παιδιά κατάφεραν να αποδράσουν από το σχολείο ενώ το χωριό φλεγόταν, σπάζοντας πόρτες και παράθυρα. Ηταν αυτές που έμειναν πίσω να θάψουν και να κλάψουν τους νεκρούς τους και πάνω απ' όλα να βρουν το κουράγιο να συνεχίσουν να ζουν.
Παρά το γεγονός ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έχει αναγνωρίσει δημόσια τη ναζιστική αγριότητα των Καλαβρύτων, ακόμα δεν έχει καταβληθεί καμμιά αποζημίωση.
Ντοκιμαντέρ με θέμα την τραγωδία που εκτυλίχθηκε τον Δεκέμβριο του 1943 στο τρίγωνο Καλάβρυτα, Κερπινή, Ρογοί, με κορύφωση τη μαζική εκτέλεση Καλαβρυτινών από τις ναζιστικές δυνάμεις στη μαρτυρική κωμόπολη στις 13/12/1943:
Εκδηλώσεις για την επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας στις 12 Οκτωβρίου του 1944 από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής θα κατακλύσουν την πόλη όλη την διάρκεια του Οκτωβρίου.
Εκθέσεις, καλλιτεχνικά και εκπαιδευτικά προγράμματα αλλά και εργαστήρια, θα αναδείξουν τον αγώνα του ελληνικού λαού ενάντια στον φασισμό και τον ναζισμό.
Η σφαγή του Κομμένου ήταν μια από τις μεγαλύτερες σφαγές αμάχων στην ιστορία της Γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Η θηριωδία διαπράχθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, στις 16 Αυγούστου 1943, στο χωριό Κομμένο που βρίσκεται στον νομό Άρτας και είναι χτισμένο κοντά στις όχθες του ποταμού Άραχθου.
Η μηχανοκίνητη μονάδα ναζιστικών στρατευμάτων από τη Φιλιππιάδα, με την εντολή της Διοίκησης Ιωαννίνων, εισέβαλε στο χωριό Κομμένο της Άρτας τα χαράματα της 16ης Αυγούστου 1943, με το πρόσχημα των αντιποίνων για την ύπαρξη ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ στην περιοχή.
Το χωριό κοιμόταν ήσυχο μετά από γαμήλια γιορτή πού είχε γίνει την προηγούμενη ημέρα. Στο χωριό υπήρχαν και ορισμένοι φιλοξενούμενοι από την Πρέβεζα. Την εποχή εκείνη πρακτικά το Κομμένο ανήκε στο Νομό Πρέβεζας με θαλάσσια επικοινωνία.
Τα ναζιστικά στρατεύματα προέβησαν σε μια άνευ προηγουμένου σφαγή του άμαχου πληθυσμού. Έστησαν πολυβόλα στις εισόδους του χωριού, εισέβαλαν στα σπίτια και σκότωσαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους και στο τέλος έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν. Λίγοι ξέφυγαν με βάρκες στον Αμβρακικό Κόλπο. Στο τέλος της σφαγής οι ναζί στρατιώτες κάθισαν στην πλατεία του χωριού όπου έφαγαν και ήπιαν μπύρες αφήνοντας εκεί άδειες κονσέρβες, δίπλα σε 7 πτώματα. Συνολικά οι νεκροί της σφαγής ήταν 317 άτομα..
Η σφαγή του Κομμένου Άρτας είναι ισοδύναμη με αυτή των Καλαβρύτων και του Διστόμου. Ο αείμνηστος Στέφανος Παππάς, μετέπειτα γυμνασιάρχης, από το Κομμένο, νεαρός τότε επέζησε της σφαγής και έγραψε βιβλίο με πλήρη περιγραφή των γεγονότων. Ένα απόσπασμα από το βιβλίο του είναι το εξής: «Οι πρώτοι προστρέξαντες μετά την ανθρωποσφαγή Γρηγόρης Κολιοκώτσης και Ευστάθιος Κολιοκώτσης, ευρήκαν τις δύο ξαδέρφες των Αθηνά και Θεοδοσία νεκρές από σφαίρες πιστολιού και φανερότατα τα ίχνη του βιασμού. Αλλα παραδείγματα μακαβρίου εγκληματικότητας είναι τα δύο μωρά του μακαρίτη Ευστάθιου Κολιοκώτση ηλικίας 7 μηνών, που ευρέθηκαν νεκρά από ασφυξία, γιατί οι κακούργοι εγέμισαν τα στόματά των με βαμβάκι βρεγμένο με βενζίνη και κατόπιν το άναψαν για να απολαύσουν ένα σαδιστικό πυροτέχνημα. Ευρέθη επίσης ο δεύτερος παππάς του χωριού Ζώης Παππάς σκοτωμένος με μαχαίρι και με εξωρυγμένους τους οφθαλμούς. Ως επισφράγισμα της θηριωδίας των ανωτέρω αναφέρω ένα πρωτάκουστο κακούργημα. Η ετοιμογέννητη Παναγιώτα σύζυγος του Λεωνίδα Τσιμπούκη βρέθηκε νεκρή με την κοιλιά ξεσχισμένη και το έμβρυο νεκρό δίπλα της, όπως βεβαιώνει ο αυτόπτης μάρτυρας Θεόδωρος Σταμάτης…».
Μια φράση είχε μείνει στο μυαλό των αντρών μετά από χρόνια: «Θα μπούμε στο χωριό και δεν θ΄ αφήσουμε τίποτε όρθιο» . Χρησιμοποιώντας το πέτρινο καμπαναριό της εκκλησιάς (χτίσμα του 1855) για παρατηρητήριο, χωρίστηκαν σε εκτελεστικά αποσπάσματα, παίρνοντας και τις τελικές οδηγίες της επέμβασης. Xαράματα πια στις 16ης Αυγούστου, στο πρώτο θολό φως της ημέρας και στον ουρανό άρχισαν να διασταυρώνονται φωτοβολίδες διαφόρων χρωμάτων και ταυτόχρονα ακούστηκαν εκρήξεις όλμων που είχαν τοποθετηθεί σε τρία επίκαιρα σημεία του χωριού. Αμέσως αρχίσανε οι πυροβολισμοί και η διασταύρωση των πυρών, ενώ τα πυροβόλα και τα οπλοπολυβόλα δε σταμάτησαν ούτε στιγμή, δίνοντας την εντύπωση κάποιας σκληρής μάχης. Καθώς εισέβαλαν στα σπίτια, ολόκληρες οικογένειες αιφνιδιάστηκαν στον ύπνο και μη μπορώντας να αντιδράσουν, έπεφταν νεκρές από τις σφαίρες των όπλων και τα βλήματα των χειροβομβίδων. Γέροι άνθρωποι, ανάπηροι, ακόμη και τυφλοί, σκοτωθήκανε επιτόπου.
Κορίτσια με την απειλή των όπλων σύρθηκαν στον έσχατο εξευτελισμό της προσωπικότητάς τους και βιάστηκαν κατ’ εξακολούθηση από τους νεαρούς οπαδούς της χιτλερικής ιδεολογίας, οι οποίοι, αφού ικανοποίησαν τα κτηνώδη ένστικτά τους, έκοβαν τους μαστούς και τις έσφαζαν σα ζώα. Τα ανθρωπόμορφα κτήνη εφάρμοζαν μια σατανική τακτική εξοντώσεως των μικρών παιδιών. Αφού έβρεχαν βαμβάκι με βενζίνη, το τοποθετούσαν στα στόματα των βρεφών που κοιμόντουσαν ακόμη στην κούνια τους και αφού το άναβαν, απολάμβαναν σαδιστικά γελώντας με το «πυροτέχνημα» τους. Μια γυναίκα έγκυος, αφού της ανοίξανε την κοιλιά, βγάλανε από εκεί το έμβρυο που σε λίγες μέρες θα έφερνε στον κόσμο και το εναποθέσανε στα χέρια της. Έτσι βρέθηκε η γυναίκα. Νεκρή με ανοιγμένα σπλάχνα και το αγέννητο παραμορφωμένο νεκρό, στα χέρια της. Άλλα από τα παιδιά τα εκτελούσαν στον κρόταφο με μια σφαίρα περιστρόφου, ενώ άλλα τα κάρφωναν με τις ξιφολόγχες τους παρ’ όλη την αθωότητα και τα κλάματα τους.
Στο σπίτι του Θόδωρου Μάλλιου γινόταν ο γάμος τη κόρης του Αλεξάνδρας με το Θεοχάρη Καρίνο από τον Παχυκάλαμο, χωριό κοντά στο Κομμένο. Χάθηκαν όλοι. Τους έκαψαν και τους σκότωσαν. Τριάντα με τριάντα πέντε άτομα. Από τα 12 μέλη της οικογένειας του οικοδεσπότη Θόδωρου Μάλλιου σώθηκαν εκείνο το πρωινό μόνο δύο, ο Αλέξανδρος και η Μαρία, που είχαν φύγει μόλις πριν λίγα λεπτά για να φροντίσουν στο χωράφι τα ζώα.
Οι Ναζί δε σεβάστηκαν και δε λογάριασαν τίποτε και κανέναν. Σκότωσαν και τη νύφη την Αλεξάνδρα και το γαμπρό το Θεοχάρη. Όσοι πρόλαβαν και πετάχτηκαν έξω απ’ τα σπίτια τους, έτρεχαν να σωθούν στα χωράφια ή να κρυφτούν χωμένοι στα βαθιά χαντάκια. Μόνη σωτηρία απέμεινε για πολλούς το ποτάμι. Πλήθος κόσμου έτρεχε κατά εκεί. Άλλοι ρίχνονταν στα νερά του για να περάσουν απέναντι και να σωθούν. Άλλοι κρέμονταν απ’ τις βάρκες και τρέμοντας πάλευαν να γλιτώσουν απ’ τον εφιάλτη. Κι εκεί πνίγηκαν σχεδόν όλοι όσοι μπήκαν στη βάρκα του Σπύρου Βλαχοπάνου, σχεδόν είκοσι άτομα. Κι ο θρήνος κι οι κραυγές του πνιγμού έσμιγαν με τη βουή της φωτιάς και των όπλων που αφάνιζαν το Κομμένο. Από αυτό που συμπεραίνεται, από τα λεγόμενα επιζώντων αυτοπτών μαρτύρων για ορισμένα περιστατικά, είναι ότι οι φονιάδες μεθούσαν με ναρκωτικές ουσίες για να είναι γρήγοροι στις αποφάσεις τους και όσο πιο αποτελεσματικοί στα πρωτόγονα ένστικτά τους. Ούτε και την εκκλησιά της Παναγιάς δε σεβάστηκαν, αφού αφόδευσαν στην πύλη του ιερού βήματος, πέταξαν στο πάτωμα του ναού τις εικόνες του τέμπλου και τα ιερά σκεύη. Εκείνο το πρωινό της 16ης Αυγούστου, ο παπα-Λάμπρος πήγαινε στην εκκλησία έχοντας μαζί του το ευαγγέλιο, το θυμιατό και τα άμφια που χρησιμοποίησε την προηγούμενη μέρα για να τελέσει έναν γάμο. Ο παπα-Λάμπρος πιάστηκε από τους Γερμανούς και αφού τον βασάνισαν άγρια, τον σύρανε αιμόφυρτο στον προπυλώνα της εκκλησίας και τον εκτέλεσαν με μια σφαίρα στο μέτωπο. Αυτός ήταν και ο πρώτος της σφαγής του Κομμένου μαζί με το Ευαγγέλιο που βρέθηκε διάτρητο από σφαίρα σε μια γωνία, με ποτισμένες τις σελίδες του από το αίμα αυτού του τίμιου κληρικού.
Ο άλλος ιερέας του χωριού, που εφημέρευε στο ναό των Αγίων Ταξιαρχών στον Λουτρότοπο και που είχε έρθει στους συγγενείς του για το πανηγύρι, βρέθηκε κατακρεουργημένος και αιμόφυρτος και με βγαλμένα τα μάτια. Με μια ειδική σκόνη που έριχναν στο πάτωμα και με μια πιστολιά έκαψαν τα περισσότερα σπίτια του χωριού, αφού πρώτα έπαιρναν ότι πολύτιμο υπήρχε μέσα.Το θέαμα στο Κομμένο μετά την σφαγή ήταν φρικιαστικό. Παντού πτώματα απανθρακωμένα, ενώ η ατμόσφαιρα είχε τη μυρωδιά από καμένες σάρκες. Η σήψη είχε ήδη αρχίσει και πολλά εντόσθια είχαν χυθεί στο έδαφος. Πολλά ανθρώπινα μέλη ήταν διασκορπισμένα από δω και από εκεί, ενώ τα σκυλιά οδηγημένα από το αίμα είχαν αρχίσει να τρώνε κομμάτια κρέας από διάφορα σώματα. Γύρω στο απόγευμα της 16ης Αυγούστου ο Δημήτρης Αποστόλου, ένας νεαρός Κομμενιώτης, γύρναγε στο χωριό του και στο σπίτι του. Τα Γερμανικά στρατεύματα είχαν φύγει, μετά από 7 ώρες που κράτησε η επιδρομή. Στα απανθρακωμένα απομεινάρια των σπιτιών, δοκάρια καίγονταν ακόμη. Τα πτώματα είχαν αρχίσει να φουσκώνουν από τη θερμότητα. Η κοιλιά μιας γυναίκας είχε σχισθεί και ένα κοτόπουλο είχε αρχίσει να σέρνει τα εντόσθια της κατά μήκος του δρόμου. Λίγο μετά που είδε αυτό, ο Αποστόλου λιποθύμησε. Ένα δεκάχρονο αγόρι τότε, ο Αλέξανδρος Μάλιος, που έχασε όλη την οικογένεια του, θυμάται «Σα φτάσαμε κοντά στο σπίτι, ακόμα κάπνιζε. Απ’ έξω δεν μπορούσαμε να περάσουμε απ’ τους σκοτωμένους. Δεν είχες που να πατήσεις. Δρασκελίσαμε πάνω απ’ τα πτώματα κι αντίκρισα τον πατέρα μου μ’ ένα μικρό παιδί μέσα στα αίματα. Οι άλλοι μέσα ήταν όλοι καμένοι. Έσκυψα, τον αγκάλιασα και λιποθύμησα. Τα είχαμε χαμένα και ζούσαμε σ’ ένα εφιαλτικό όνειρο, έτσι που δεν είχαμε τη δύναμη να κλάψουμε». Συνολικά 317 άνθρωποι ήταν τα θύματα του Κομμένου εκείνη τη μέρα σ’ αυτή τη σφαγή. Ίσως της πιο φριχτής που διαπράχθηκε στην Ελλάδα την περίοδο της Κατοχής.
Εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των πτωμάτων, οι δυστυχισμένοι Κομμενιώτες τα έθαβαν επιφανειακά με λίγο χώμα, σαν άλλες Αντιγόνες του Σοφοκλή, κάνοντας σπονδή με τα δάκρυα τους, στις αυλές και στους κήπους των σπιτιών. Στην πλατεία του χωριού, τον Αύγουστο του 1946 οι κάτοικοι χτίσανε ένα καλλιμάρμαρο μνημείο που αναγράφονται τα ονόματα των 317 πατέρων και τέκνων και αδελφών. Οι κάτοικοι, απομεινάρια ορφάνιας, λείψανα πένθους, γυμνοί από καθετί που συγκρατούσε άλλοτε τη Ζωή τους, πλούσιοι μόνο σε αναμνήσεις και σεβασμό, έκοψαν απ’ το ψωμί τους για να ανταποκριθούν στο χρέος της καρδιάς και στήσανε το μνημείο των ηρώων με δικά τους έξοδα. Χρέος που έπρεπε να το νομίσει δικό τους ολόκληρος ο λαός της Ελλάδας. Χρέος που έπρεπε προπάντων να βαρύνει το κράτος.
Οι στρατιώτες σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά τους ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Έμπαιναν στα σπίτια των αιφνιδιασμένων χωρικών και ξεκλήριζαν ολόκληρες οικογένειες. Χαρακτηριστικό είναι οτι 20 οικογένειες ξεκληρίστηκαν μέχρις ενός. Επί ώρες οι Γερμανοί σκότωναν, βίαζαν, έκαιγαν και κατέστρεφαν οτι υπήρχε στο διάβα τους. Όταν αποχώρησαν είχαν αφήσει πίσω τους 317 νεκρούς μεταξύ των οποίων 97 νήπια και παιδιά μέχρι 15 χρονών και 119 γυναίκες. H σφαγή έγινε ξημερώματα μια μέρα μετά το πανηγύρι του χωριού για τη γιορτή της Παναγίας.
Ήταν 23 Φεβρουαρίου 1943 και 14 κάτοικοι της Μήλου έπεφταν νεκροί από τις σφαίρες των ναζιστικών στρατευμάτων, κατηγορούμενοι για «κλοπή υλικών».
Μέχρι τότε, όταν η θάλσσα έβγαζε υλικά που προέρχονταν από ναυάγια, οι κατοχικές αρχές δεν είχαν πρόβλημα για την περισυλλογή και ιδιοποίηση αυτών των υλικών από τους κατοίκους.
Για να φτάσουμε μέχρι τις εκτελέσεις, είχε προηγηθεί βομβαρδισμός πλοίου από αεροπλάνα των Εγγλέζων, από τον οποίο βρήκαν το θάνατο 15 Έλληνες μέλη του πληρώματος και 14 Γερμανοί.
Όσοι κάτοικοι περισυνέλλεξαν υλικά από το πλοίο που είχαν επιτάξει οι Γερμανοί και βομβάρδισαν οι Εγγλέζοι, θεωρήθηκε ότι έκλεψαν υλικά των Γερμανών.
Όπως αναφέρει σχετικό βιβλίο (Χαλκουτσάκης, «Η Μήλος στην Κατοχή». Να σημειωθεί ότι μεταξύ των αντικειμένων που μάζεψαν ήσαν κάτι ξύλινες σανίδες, μια βούρτσα σφουγγαρίσματος, ένα ψάρι που σκότωσαν οι βόμβες, και άλλα τέτοια».σελ. 64) «
Η διαταγή της εκτέλεσης υπεγράφη από τον γνωστό για τις εκκαθαρίσεις των Εβραίων στην πόλη Libau της Λετονίας, διοικητή των κατοχικών δυνάμεων στη Μήλο, πλοίαρχο Hans Kawelmacher, «Διότι ελαφυραγώγησαν και έκλεψαν εκ του ατμοπλοίου «Άρτεμις» είδη ανήκοντα εις τον γερμανικόν στρατόν».
Παρά τη διατύπωση του αιτήματος από το Δήμο Μήλου, για να χαρακτηριστεί το νησί «ως μαρτυρική νήσος που επλήγη από τις δυνάμεις κατοχής την περίοδο 1941-1944», αυτό δυστυχώς δεν έγινε αποδεκτό.
Ο Δήμος Μήλου θα πραγματοποιήσει εκδήλωση τιμής και μνήμης την Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2018.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ
-11:30 π. μ. – Επιμνημόσυνη δέηση στο χώρο του μνημείου Το λεωφορειάκι του Δήμου θα ξεκινήσει από την Τρυπητή στις 11. 00πμ για τον τόπο εκτέλεσης (μνημείο)
-13:00 μ. μ. -Εγκαίνια της έκθεσης «ΔΕΝ ΛΗΣΜΟΝΩ» Ο Δήμος Μήλου φιλοξενεί την ιστορική έκθεση φωτογραφιών «Δεν Λησμονώ… Μια εικόνα χίλιες λέξεις» στο Γερμανικό Καταφύγιο Αδάμαντα
-18:30 μ. μ. -Εκδήλωση με θέμα “14 Λουλούδια στη Γη” σε συνεργασία με το Γενικό Λύκειο Μήλου στην αίθουσα προβολών του Γερμανικού Καταφυγίου Αδάμαντα