Μαρία  Κωνσταντοπούλου

Μαρία Κωνσταντοπούλου

Δέκα χρόνια χωρίς τον καλό μας άνθρωπο

Δευτέρα, 03/05/2021 - 15:00

Ο Θανάσης Βέγγος, ο λαϊκός ήρωας που απέδωσε με την μεγαλύτερη ευκρίνεια τον «φουκαρά» Έλληνα, τον «πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη», τον γκαφατζή, τον άνθρωπο για όλες τις δουλειές, που εξέπεμπε την καλοσύνη, ήταν ένα κράμα των κορυφαίων κωμικών παγκοσμίως.

Για πολλούς ήταν «ο άνθρωπος που έτρεχε πολύ». Το σωστό θα ήταν ο άνθρωπος που πάντα έτρεχε. Κι αυτό γιατί έτρεχε, αρχικά, για να ξεφύγει από τις διώξεις, το σκληρό κράτος της μετεμφυλιακής Ελλάδας, τη Μακρόνησο, στη συνέχεια για το μεροκάματο και να ξεφύγει από την καταραμένη φτώχεια, την πείνα.


Μπαίνοντας στον χώρο του κινηματογράφου, έτρεχε για να προλάβει, να δουλέψει, να ξεφύγει από την υποτίμηση των συναδέλφων του, να καταφέρει αυτό που είχε στο μυαλό του, να φτιάξει τις δικές του ταινίες, καλύτερες απ’ αυτές που του έδιναν, και μετά για να ξεπληρώσει τα χρέη του.

Έτρεχε μέχρι τα γεράματά του, όσο κρατούσαν τα πόδια του, καταφέρνοντας να ξεφύγει από την μιζέρια, αλλά και από τους εφιάλτες που του είχαν προκαλέσει τα νεανικά του χρόνια, ένας αφιλόξενος πλανήτης που μοιάζει να μην έχει χώρο για ανθρώπους σαν τον ένα και μοναδικό Θανάση μας.

Εν αντιθέσει με το κυνηγητό που υπέστη ο Θανάσης Βέγγος από καταστάσεις, κράτος, σινάφι, ο λαός τον λάτρεψε, τον αγάπησε βαθιά. Όσοι τον έζησαν τις δεκαετίες του ‘70 και ‘80 και τον είδαν από κοντά, σε μια πρεμιέρα, στο θέατρο, που έκανε περισσότερο για να εκτονώσει αυτή την απίστευτη αγάπη του λαού, που δεν μπορούσε να καλύψει το σινεμά, δεν μπορούν να ξεχάσουν τις εικόνες αποθέωσής του, την αγνή αγάπη του κόσμου.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 1978, σε ποδοσφαιρικό αγώνα δημοσιογράφων- ηθοποιών «στα Φιλαδέλφεια» πήγαν για να δουν τον Βέγγο πάνω από 40.000 άτομα! Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, όλοι πήγαν για να δουν τον δικό τους «καλό άνθρωπο». Το οχτάστηλο πρωτοσέλιδο της "Αθλητικής" την επομένη ήταν «Ντελίριο 40.000 λαού για τον απίθανο Βέγγο». 

Αυτό το κατάφερε γιατί ήταν ένα αυτόφωτο ταλέντο, που απλώς έπαιζε τον εαυτό του, ένας άνθρωπος που εξέπεμπε μεγαθυμία, ήταν ένα με το λαό και δεν τον πούλησε ποτέ. Γι' αυτό ακόμη και σήμερα, δέκα χρόνια από τον θάνατό του (3 Μαΐου 2011) παραμένει ο αγαπημένος μουσαφίρης της ελληνικής οικογένειας, με τις χιλιοπαιγμένες κωμωδίες του, που προβάλει η τηλεόραση καθημερινά.

Η κληρονομιά

Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο το 1927, με καταγωγή από την Αμοργό, από την πλευρά της μητέρας του Ευδοκίας. Ο πατέρας του ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, συμμετείχε στην προσπάθεια να σώσει από την ανατίναξη που σχεδίαζαν οι Γερμανοί της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Φάληρο, στην οποία εργαζόταν.

Το "ευχαριστώ" της Πολιτείας, μετά την κατοχή, ήταν η απόλυσή του, εξαιτίας των αριστερών φρονημάτων του. Την εκδικητικότητα του κράτους όμως την κληρονόμησε και ο Θανάσης, που βρέθηκε στη Μακρόνησο, το κολαστήριο και τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες φαντάρους αλλά και πολίτες.

Εκεί, ο νεαρός Θανάσης θα γνωρίσει στο πετσί του τον εξευτελισμό, τα βασανιστήρια, το μίσος, αλλά και την αλληλεγγύη, τη φιλία, τη θυσία για ιδανικά. Θα γνωρίσει και θα συνδεθεί φιλικά με τον Νίκο Κούνδουρο, τον άνθρωπο που θα ανακαλύψει το ταλέντο του και θα του αλλάξει πορεία.

Μαγική Πόλη

Και αυτό γιατί ο Θανάσης, ξεκινώντας ως παιδί για όλες τις δουλειές στα κινηματογραφικά πλατό, θα βρεθεί να κάνει και κάποια ρολάκια. Το έναυσμα θα του το δώσει ο Κούνδουρος καλώντας τον, το 1953, να παίξει στη «Μαγική Πόλη». Ο Κούνδουρος του ζήτησε απλώς να παίξει τον εαυτό του, τίποτα περισσότερο. Αυτό ήταν.

Ο κόσμος του θεάματος είχε βρει τον κωμικό που μπορούσε να σε κάνει να γελάσεις με την καρδιά σου, να δακρύσεις, να αισθανθείς, να κατανοήσεις τι έχει τραβήξει αυτός ο λαός. Το 1956 ο Κούνδουρος θα τον φωνάξει και για τον "Δράκο" να παίξει ένα χαρακτηριστικό ρόλο.

Το μεγάλο ταλέντο

Ο Θανάσης Βέγγος γύρισε 126 ταινίες, πέρα από τις περιστασιακές εμφανίσεις του στο θέατρο και στη συνέχεια στην τηλεόραση, απ’ την οποία θα αποκομίσει, κακά τα ψέματα, ένα καλό και δίκαιο μεροκάματο, για τα δεδομένα του ερμηνευτικού του μεγαλείου. Παρότι δεν σπούδασε ποτέ υποκριτική και λαμβάνοντας άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος από την επιτροπή "Εξαιρετικών Ταλέντων" το 1959, έγινε γρήγορα αγαπητός μέσα από τους μικρούς ρόλους του που όμως έκαναν τη διαφορά.

Ειδικά στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 ήταν τέτοια η επιτυχία του που όλοι τον ήθελαν έστω και για ένα μικρό ρόλο στις ταινίες τους, φτάνοντας να παίζει κοντά 20 ταινίες τη χρονιά.

Το 1959 κι ενώ έχει παίξει σε αρκετές ταινίες, μερικές απ’ τις οποίες αρκετά καλύτερες απ’ τον μέσο όρο, θα εμφανιστεί στην κλασική κωμωδία «Ο Ηλίας του 16ου» δίπλα στον Κώστα Χατζηχρήστο, με την ιστορία για την περιβόητη σκηνή με τα αληθινά χαστούκια να τραντάζει το κεφάλι του ακόμη και στα τελευταία του. Ίσως γιατί ήρθαν κι έδεσαν με τα χαστούκια της ζωής.

Σύντομα θα έρθει και η πρώτη του προσωπική μεγάλη επιτυχία, με το ξεκαρδιστικό «Πολυτεχνίτης και Ερημοσπίτης», ερμηνεύοντας έναν επαρχιώτη που έρχεται στην Αθήνα για να πιάσει την καλή και μαζεύει σφαλιάρες από την αφιλόξενη πρωτεύουσα.

Θα συνεχίσει να συμμετέχει σε πολλές ταινίες με χαρακτηριστικούς δεύτερους ρόλους που έχουν γράψει ιστορία. Αλλά συνάμα θα αρχίσει να πρωταγωνιστεί και σε ορισμένες ταινίες, απ’ τις οποίες ξεχωρίζουν αυτές που φτάνουν στα όρια του σουρεάλ και αναδεικνύοντας το σλάπστικ ως μεγάλη έκφραση τέχνης, με τη μοναδικότητα που είχε με τις ασυντόνιστη κίνηση και εκφορά λόγου. Κάτι που δεν κατάφερε κανένας νεότερος ηθοποιός να μιμηθεί.

Η περιπέτεια της «ΘΒ Ταινίες Γέλιου»

Το 1964 θα μπει σε μεγάλες περιπέτειες, ιδρύοντας τη δική του εταιρεία παραγωγής την περίφημη «ΘΒ Ταινίες Γέλιου» για να γυρίσει τις δικές του ταινίες, προκειμένου να αποφύγει τη διαδεδομένη άρπα κόλα στο ελληνικό σινεμά. Κάτι που του κόστισε ακριβά, έχοντας και την κακή συνήθεια να πληρώνει καλά τους συνεργάτες του.

Ανάμεσα στις εννιά ταινίες που θα προλάβει να γυρίσει, μέχρι να χρεοκοπήσει και να χάσει τα πάντα ήταν και οι απολαυστικές κωμωδίες «Δόκτωρ Ζιβέγγος», «Τρελός Παλαβός και Βέγγος», «Ένας Τρελός Τρελός Βέγγος» (ποιος θα ξεχάσει τον Θανάση να φωνάζει «ζήτω η ανοικοδόμηση» και να πηδάει από το παράθυρο) και βεβαίως τις δυο τεράστιες καλλιτεχνικές και εμπορικές ταινίες που γύρισε ο ίδιος, με ήρωα τον Πράκτορα Θου Βου 000.

Δύο υπέροχες ταινίες του παραλόγου, σατιρίζοντας τον Τζέιμς Μποντ και δίνοντας εκτός από σκηνές απαράμιλλης τρέλας και τη δυνατότητα στους ηθοποιούς που συμμετείχαν να δώσουν αξιομνημόνευτες ερμηνείες, με τον στενό συνεργάτη του Τάκη Μηλιάδη να δίνει τα ρέστα του στο ρόλο του σκηνοθέτη δακρύβρεχτων ταινιών. Ταινίες που όσες φορές και να δεις θα ξεκαρδιστείς και θα μελαγχολήσεις για το πώς έχει καταντήσει σήμερα η κωμωδία.

Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση

Το 1971, μέσα στη χούντα, θα πρωταγωνιστήσει στην καλύτερη ταινία που έπαιξε ποτέ και μια από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού σινεμά. Πρόκειται για το αντιπολεμικό «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» σε σκηνοθεσία του σπουδαίου, στενού φίλου του, Ντίνου Κατσουρίδη («Μπακαλόγατος») με τον οποίο γύρισε μια σειρά κοινωνικών κωμωδιών τα επόμενα χρόνια.

Η ιστορία γνωστή, με έναν ταλαίπωρο καλόκαρδο αφελή εργάτη να μπλέκεται στην αντίσταση, αλλά αξέχαστη η ερμηνεία του, που εκτός από το ανόθευτο γέλιο προκαλεί και ρίγη συγκίνησης. Βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και πραγματική αποθέωση του Θανάση από το κοινό κι ένα λαό που διψούσε για κάτι διαφορετικό, για κάτι που θα χτύπαγε στην καρδιά τους συνταγματάρχες.

Με τον Κατσουρίδη θα γυρίσουν μεταξύ άλλων και την αξιολογότατη δραματική κωμωδία «Θανάση Πάρε το Όπλο Σου» (1972), ακόμη ένα χτύπημα για τη χούντα, αναδεικνύοντας και τον ρόλο των «νοικοκυραίων» της εποχής, ενώ θα συμμετάσχει και στο φιλμ του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Με το Βλέμμα του Οδυσσέα» το 1995.

Εξαιρετικές οι ερμηνείες του και στις ταινίες του Παντελή Βούλγαροι «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» (1991), «Όλα είναι δρόμος» (1998) και «Ψυχή Βαθιά» (2009)

Είναι σχεδόν αδύνατο να γράψεις για τη συνολική πορεία του Θανάση Βέγγου ακόμη και σε ένα βιβλίο. Το σίγουρο είναι ότι δικαίως κρατά ένα μεγάλο κομμάτι της καρδιάς μας. Και αυτό γιατί όπως είχε πει ο ίδιος με τη σεμνότητα που τον διέκρινε «δουλεύω με το ένστικτο, δεν έχω κανένα ταλέντο, μόνο αυτή τη φάτσα. Εδώ είναι αποτυπωμένη όλη η μιζέρια, όλη η δυστυχία, όλος ο πόνος του ασήμαντου Έλληνα». Ένας πόνος που έγινε πολύ γέλιο, έγινε δάκρυ, αλλά ελάχιστη σκέψη...

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

3 Μάη 1944 — Οι πρώτες γυναίκες εκτελούνται στην Καισαριανή

Δευτέρα, 03/05/2021 - 14:55

Μετά την ανθρωποσφαγή στο Θυσιαστήριο της Καισαριανής, της 1ης του Μάη 1944, οι εκτελέσεις και η τρομοκρατία συνεχίστηκαν και τις υπόλοιπες μέρες. Δύο μέρες αργότερα, τα ξημερώματα στις 3 Μάη 1944, ένα μαύρο φορτηγό αυτοκίνητο μετέφερε με ισχυρή συνοδεία Γερμανών και τσολιάδων, ανάμεσα στους άλλους μελλοθάνατους, για πρώτη φορά, πέντε γυναίκες μελλοθάνατες στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Ηταν οι ηρωίδες αγωνίστριες της Εθνικής Αντίστασης:

Φρόσω Χατζηδάκη, 73 χρόνων.
Μαρία Χατζηδάκη, 35 χρόνων.
Στέλλα Ντέρη, 26 χρόνων
Σούλα (Ασπασία) Ανυσίου, 35 χρόνων.
Φιφή Χωραφά (Σοφία).



Ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, την επόμενη χρονιά, στις 3 Μάη του 1945, δημοσιεύει στην πρώτη του σελίδα:

«Ένα χρόνο σαν σήμερα στην Καισαριανή…

ΠΕΝΤΕ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΠΡΟΣΦΕΡΑΝ
το αίμα τους, τη ζωή τους
ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ!

Αν ο ηρωικός λαός της δεν ήταν πιασμένος μέσα στον αποπνικτικό βρόγχο που του έχουν περάσει γύρω από το λαιμό του τα ζωντανεμένα υπολείμματα του φασισμού, θα γονάτιζε σήμερα ελεύθερος σ’  ένα ευλαβικό μνημόσυνο για να τιμήσει τη μνήμη των πρώτων πέντε Ελληνίδων, που έπεσαν πέρυσι σαν σήμερα από τα βόλια των βαρβάρων μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Η ιστορία αυτών των πέντε Ελληνίδων είνε ένας αληθινός θρύλος, που το τραγικό μεγαλείο του ξεπερνάει και αυτή την εποποιΐα του Ζαλόγγου.

Στις φυλακές «Χατζηκώστα» οι γερμανόδουλες «ελληνικές» αρχές κρατούσαν 26 Ελληνίδες πατριώτισσες, όλες αγωνίστριες του εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου. Οι στερήσεις, η πείνα και τα βασανιστήρια στα  οποία τις υπέβαλλαν καθημερινά, δεν μπόρεσαν να κάμψουν το ηθικό τους. Τον Μάρτη του 1944, κατέβηκε στα μπουντρούμια των κρατουμένων ο ίδιος ο Λάμπου, και προσπάθησε ν’ αποσπάσει από τις κρατούμενες δηλώσεις, που ν’ αποκηρύσσουν τον εθνικοαπελευθερωτικόν αγώνα του ελληνικού λαού. Η πρόταση συνοδευόταν από τη δελεαστική υπόσχεση ότι θ’ αφήνονταν αμέσως ελεύθερες. Η απάντηση που έδωσαν οι πατριώτισσες στον απαίσιο αυτόν «Ελληνα» ήταν η φωνή του μαχόμενου Εθνους:

— Μόνο οι προδότες απαρνιώνται την πατρίδα τους.

Κι όταν ο μισητός δήμιος τους δήλωσε ξεδιάντροπα, ότι η άρνησή τους θα είχε σαν συνέπεια να εκτελεστούν, δέχτηκε κατάμουτρα τα άτρομα αυτά λόγια:

— Δεν φοβόμαστε το θάνατο. Οι προδότες σαν και σένα τον φοβούνται!

Μανιασμένος από το αδάμαστο αυτό θάρρος, ο Λάμπου διέταξε και τις έκλεισαν στα φρικτά απομονωτήρια των Ιταλών, δυο μέτρα μέσα στη γη. Εκεί τις άφησε δέκα ημέρες. Τότε πια πείσθηκε ότι τίποτα δεν ήταν ικανό να λυγίσει τις 26 ηρωίδες και στις 26 Απρίλη τις παρέδωσε στα γερμανικά Ες-Ες που τις μετέφεραν στο σφαγείο του Χαϊδαριού.

Στις 2 του Μάη, πέντε από τις κρατούμενες γυναίκες οδηγήθηκαν στην «απομόνωση». Δεν δίστασαν να τους πουν ότι την άλλη ημέρα επρόκειτο να εκτελεστούν. Ηταν η πρώτη φορά που θα γινόταν εκτέλεση γυναικών. Οι πέντε πατριώτισσες που θ’ αντίκρυζαν την άλλη μέρα το πρωί το εκτελεστικό απόσπασμα, ήσαν η Φρόσω Χατζηδάκη, γρηά 73 χρονών, η κόρη της Μαρία, η Στέλλα Ντέρη (την ίδια μέρα εκτελέστηκαν και τα δυο αδέρφια της), η Σούλα Ανυσίου (τη βάραινε η «κατηγορία» ότι έμενε σπίτι της ο αγωνιστής του Αλβανικού μετώπου Λευτέρης Αναστασιάδης ανάπηρος με κομμένα και τα δυο πόδια, που εκτελέσθηκε κι αυτός την ίδια μέρα), η Φιφή Χωραφά (την ίδια μέρα εκτελέστηκε και ο άντρας της).

Πρωί-πρωί ένα από τα μαύρα αυτοκίνητα που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, μετέφερε με ισχυρή συνοδεία τις πέντε μελλοθάνατες στην Καισαριανή. Η πορεία προς το θάνατο ήταν ένα θριαμβευτικό πέταγμα προς την Αθανασία. Οι δρόμοι αντηχούσαν από το ηρωικό τραγούδι και σκόρπιζαν ρίγη στους αραιούς διαβάτες που με τρόμο έβλεπαν να διαβαίνει ο θάνατος νικημένος από πέντε αδύναμα γυναικεία πλάσματα.


Σε λίγη ώρα το θυσιαστήριο της λευτεριάς στην Καισαριανή, που το χώμα του ήταν ακόμη υγρό από το άγιο των διακοσίων ηρώων, δέχτηκε τα πρώτα κορμιά των πέντε Ελληνίδων, που έπεφταν από τα γερμανοφασιστικά βόλια, εξιλαστήρια θύματα του αγώνα για τη λευτεριά!

***

 Ο δημοκρατικός λαός της Αθήνας τιμάει σήμερα την Ιερή μνήμη των ηρωικών αυτών Ελληνίδων, που με το χαμόγελο πρόσφεραν στην υπόθεση της ελευθερίας το τίμιο αίμα τους.»

Η φωτογραφία από το «ΕΠΕΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ» 4α τόμος, με τη λεζάντα «Εδώ δεν πρέπουν κλάματα, δεν πρέπουν μοιρολόγια, μόν’ πρέπουν δυο ζυγιές βιολιά και μπαταριές ντουφέκια».

Μαζί με τις πέντε  ηρωίδες εκτελέστηκαν την ίδια μέρα, 3 Μάη, και δεκάδες άλλοι πατριώτες, τα ονόματα των οποίων δεν ανακοινώθηκαν. Στον 4α τόμο του «ΕΠΕΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ», σελ. 208, σημειώνονται εκείνα που έγιναν γνωστά: Δημόπουλος Στράτος του Χρ. Φοιτητής Νομικής. Μπιτσάκης Γιώργος του Νικ. από τα Χανιά. Σακελλαρίου Δημήτρης του Χαραλάμπου, από την Ωλένη Ηλείας. Χατζημιχάλης Αχιλλέας, γεννήθηκε στη Λάρισα το 1888, από νωρίς προσχώρησε στο προοδευτικό εργατικό κίνημα. Διετέλεσε πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Λάρισας, μέλος του ΕΑΜ και της Εθν. Αλληλεγγύης. Χωραφάς Γιώργος, σύζυγος της Φιφής. Δίβαρης Χαράλαμπος, 22 χρόνων, ξυλουργός.

Η Στέλλα Ντέρη

Η Φρόσω και η Μαρία Χατζηδάκη, μάνα και κόρη, εκτελέστηκαν μαζί, αγκαλιασμένες, η Σούλα Ανυσίου (Ασπασία) κατηγορήθηκε και εκτελέστηκε επειδή έκρυβε στο σπίτι της τον ανάπηρο πολέμου της Αλβανίας, Αναστασιάδη Λευτέρη, ο οποίος ήταν ένας από τους 200 που εκτελέστηκαν την Πρωτομαγιά του 1944. Η Φιφή (Σοφία) Χωραφά εκτελέστηκε την ίδια μέρα με τον σύζυγό της. Την ίδια μέρα που εκτελέστηκε η Στέλλα Ντέρη, από τα Ιλίσια, εκτελέστηκαν δι’ απαγχονισμού, στο μεγάλο Πεύκο, στον Λουτρόπυργο τα αδέλφια της Μιχάλης και Θανάσης Ντέρης. Στις 10 Μάη εκτελέστηκε και ο άλλος αδελφός της, ο Νίκος Ντέρης.

Οι εκτελέσεις γυναικών δεν σταμάτησαν εκεί. Λίγες μέρες μετά, στις 10 Μάη 1944, μεταφέρθηκαν από το Χαϊδάρι και εκτελέστηκαν στην Καισαριανή άλλοι 92 Ελληνες πατριώτες, ανάμεσά τους 13 γυναίκες:

Αριστερά η Μάρω Μάστρακα, στο κέντρο η Τούλα Μηλιώτη και δεξιά η αδελφή της Μαρία Μηλιώτη.

Η Καίτη Βιντιβίλια, η Βασιλική Ντάκουρη και η Αννα Σαββαΐδη (φωτ. από το Μουσειο ΕΑΜικής Αντίστασης της Καισαριανής

Μάρω Μάστρακα, 44 χρόνων, καθηγήτρια της γαλλικής γλώσσας και λογοτέχνιδα, καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη, ήταν υπάλληλος του Τεχνικού Επιμελητηρίου με μεγάλη μόρφωση, στέλεχος του ΕΑΜ. Οι Γερμανοί την αποκαλούσαν «Χερ Ντόκτορ».

Βασιλική (Βάσω) Ντάκουρη, 24 χρόνων, η «Αδελφή του Αγώνα», νοσοκόμα, στέλεχος του ΚΚΕ και υπεύθυνη της ΕΑΜικής οργάνωσης του νοσοκομείου, εργάζονταν στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο.

Μαρία Μηλιώτη, 23 χρόνων, υπάλληλος των Τ.Τ.Τ., και η αδελφή της

Δήμητρα (Τούλα) Μηλιώτη, 28 χρόνων, υπάλληλος των Τ.Τ.Τ.

Πάολα Παύλοβιτς, 45 χρόνων, Γιουγκοσλάβα.

Αννα Σαββαΐδη, 25 χρόνων, γυναίκα του αντιστασιακού υπαστυνόμου Σαββαΐδη που πιάστηκε στο μπλόκο της Κοκκινιάς στις 5 Μάρτη 1944 και εκτελέστηκε από τον ίδιο τον Λάμπου, διοικητή της Ειδικής Ασφάλειας.

Καίτη Βιντιβίλια, 34 χρόνων, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ζούσε στη Νέα Φιλαδέλφεια και τα Νέα Λιόσια., μέλος του ΚΚΕ πριν τη δικτατορία Μεταξά, δούλεψε σε παράνομες δουλειές, ήταν υπάλληλος της Εταιρείας Υδάτων (ΟΥΛΕΝ). Αθλιος συνάδελφός της, συνεργάτης των Γερμανών, τοποθέτησε κρυφά στο συρτάρι της μια ΕΑΜική εφημερίδα και μετά κάλεσε τους Γερμανούς. Βασανίστηκε φριχτά πριν εκτελεστεί.

Ελσα Δανιηλίδη
Χρυσούλα Ιωσηφίδου
, από την Κοκκινιά.
Μαρία ή Μάρθα Ξανθοπούλου – Οικονόμου
Χρύσα Μωυσιάδου
Ελένη Πανέλη ή Πανέτα.

Μαζί με τις πέντε της 3ης του Μάη 1944 ήταν οι πρώτες γυναίκες που εκτέλεσαν οι Γερμανοί στην Καισαριανή.

Το «Θυσιαστήριο της Λευτεριάς» Το μνημείο στο χώρο του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής

Στο Θυσιαστήριο της Λευτεριάς εκτελέστηκαν και πέρασαν στην Ιστορία 600 αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Το 1942 εκτελέστηκαν 13 αγωνιστές, το 1943 εκτελέστηκαν 147 και το 1944 γύρω στους 440. Μαζί τους 20 Ιταλοί και 5 Γερμανοί αντιφασίστες αγωνιστές.

Σαρανταοκτώ  πρωινά το Σκοπευτήριο της Καισαριανής έζησε στιγμές άφθαστου ηρωισμού. Σαρανταοκτώ φορές τα σκουπιδιάρικα αυτοκίνητα του Δήμου πέρασαν την εξώπορτα φορτωμένα με τα πτώματα και αφήνοντας στους δρόμους της Καισαριανής και της Αθήνας αδρά τα αιμάτινα ίχνη τους ως το Νεκροταφείο.

 

Πηγή: imerodromos.gr

Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης;

Δευτέρα, 03/05/2021 - 14:52
  





Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης; Πώς, γιατί, και με τίνος την ευθύνη εισέβαλε στη δημόσια ζωή ως πρόσωπο δεξιάς περιωπής, ως επιδοτούμενος από την κυβέρνηση, ως εκβιαστής υπουργών, ως συνομιλητής παραγόντων τής εξουσίας, ως αγαπητικός του Μαξίμου, με θέση ψηλά στις λίστες της ενημέρωσής μας; Ως πρώτο τραπέζι πίστα στο μαγαζί της Ν.Δ.;


Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης; Ποιο φως είδε, ποιο φως του ανάψατε κι ανέβηκε στα ρετιρέ του επιτελικού κράτους, ποιες υπηρεσίες πρόσφερε σε ποιους, τι αρμούς γυάλιζε έτσι που να εξασφαλίσει πλούσια ζωή και εισόδημα μεγάλο, πολυμελή αστυνομική συνοδεία, φυλάκιο έξω από το σπίτι του και ισχυρούς προστάτες εκεί που ο απλός πολίτης δεν μπορεί ούτε απέξω να περάσει;


Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης; Από πού κι από ποιον αντλούσε τόση δύναμη ώστε να του δοθεί ένα τάγμα ευζώνων με έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου, να τον συνοδεύει ανώτατος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. για να διαλέξει θωρακισμένη λιμουζίνα, να τρέχει από πίσω του μια κουστωδία δημόσιων λειτουργών, να μπουκάρει σε υπουργεία και να τραμπουκίζει υπουργούς χωρίς ν’ ανοίγει μύτη;


Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης; Ποιος δάκτυλος και ποια ηθική -όχι δική του, αυτή είναι γνωστή, αλλά των άλλων- τον έβγαλε στον αφρό, τον έκανε πρόσωπο των ημερών, τον ανέδειξε από μάνατζερ μοντέλων σε μοντέλο άριστης διακυβέρνησης, σε προϊόν αλλά και παραγωγό ιδεολογίας, σε φιγούρα που χαρακτηρίζει τη σημερινή Ελλάδα των πληγών, των εκπτώσεων και των απευθείας αναθέσεων;

Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης; Τι πουλούσε για να το αγοράζετε τόσο ακριβά, να του επιδαψιλεύετε τόσες τιμές και να τον εφοδιάζετε με τέτοιο θράσος και τέτοια ασυλία ώστε να οργανώνει με την άνεσή του ένοπλες επιχειρήσεις, να πρωταγωνιστεί σε σκοτεινές υποθέσεις και την ίδια στιγμή να εκτοξεύει απειλές προς τα πάνω «Ξέρω πολλά για σας, μην τολμήσετε να με αγγίξετε»;

Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης; Και μην απαντήσετε εσείς οι αθώοι και αφελείς ότι τίποτε δεν σας είναι κι ότι από την πρώτη ματιά τον καταλάβατε, γιατί το ερώτημα δεν απευθύνεται σε σας. Απευθύνεται σε κείνους που του εξασφάλιζαν για χρόνια δωρεάν σέρβις, λάδια, αμορτισέρ, λάστιχα και ζάντες για να διασχίζει αστραφτερός τη φτώχεια μας με την έπαρση εκείνου που έχει και κατέχει και γραμμένους μας έχει.

Συγγνώμη, αλλά τι σας είναι ο Φουρθιώτης;  Ή, πιο σωστά, τι σας είναι ο Φουρθιώτης, κύριε Μητσοτάκη; Στον κήπο σας άνθισε, πλάι στον Λιγνάδη, τον Γεωργιάδη και Κύριος οίδε πόσους άλλους. Λοιπόν;


Πηγή: avgi.gr


Η κοροϊδία του ανοίγματος της εστίασης | Ιωάννα Καραδήμα

Δευτέρα, 03/05/2021 - 14:50
Προ ημερών, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε το μερικό άνοιγμα της εστίασης, όποιος παρακολουθούσε τις δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών, θα νόμιζε ότι κάποιο τεράστιο επενδυτικό έργο, ήρθε στη χώρα. Θα νόμιζε ίσως, ότι ένας πακτωλός χρημάτων, ουρανοκατέβατα, θα εμφανιζόταν στην οικονομία και η ελληνική κοινωνία θα άλλαζε μορφή.


Φυσικά, όσοι από εμάς εργαζόμαστε σε αυτόν τον κλάδο, γνωρίζαμε κάτι παραπάνω, καθώς μπορούσαμε να δούμε λίγο παραπέρα από "τα παχιά λόγια τα μεγάλα". Όπως για παράδειγμα, θέλαμε να καταλάβουμε γιατί η εστίαση  έκλεισε τον Νοέμβριο, με λίγες εκατοντάδες κρούσματα και ανοίγει(τρόπος του λέγειν), τώρα που αυτά είναι χιλιάδες. Μήπως τελικά, η εστίαση που κατηγορήθηκε ως υπερμεταδότης του ιού τότε, ήταν αθώα και κάτι άλλο έφταιγε;

Δεν περιμέναμε ποτέ απάντηση σε αυτό το ερώτημα και ούτε ποτέ θα τη λάβουμε.  


Όμως ας πάμε στο περίφημο άνοιγμα, αυτό καθεαυτό. Ένα άνοιγμα χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόγραμμα και χωρίς καμία ενημέρωση επί της ουσίας. Όπως για παράδειγμα, ουδείς γνωρίζει, λίγες ημέρες πριν από αυτό, τι θα γίνει με τις αναστολές του προσωπικού της εστίασης, καθώς με τα μέτρα που θα υπάρξουν, το μεγάλο σύνολο των εργαζομένων, δεν θα μπορεί να δουλέψει. Προφανώς, κάτι τέτοιο είναι αδιάφορο για την κυβέρνηση, η οποία το μόνο που ξέρει είναι να υπόσχεται ενισχύσεις, οι οποίες όμως θα έρθουν... μετά. Αλλά όπως είπε και ο Άδωνις Γεωργιάδης, "Οι προμηθευτές ας κάνουν υπομονή, τα χρήματα θα έρθουν". Ωραίο άνοιγμα, με βερεσέδια, με αν, με ίσως, με κάποτε.

Σαν να μην έφτανε αυτό το αλαλούμ όμως, ήρθε και το ξαφνικό και τελειωτικό: Η είδηση ότι θα ισχύσουν τα. SMS για τους πελάτες της εστίασης και φυσικά η  απαγόρευση της όποιας είδους μουσικής. Λέτε τελικά ο ήχος να μεταδίδει τον covid και να μην το γνωρίζαμε μέχρι τώρα; Ή μήπως η διασκέδαση πλέον θα γίνεται μόνο μέσω των καλοταϊσμένων καναλιών;

Αχάριστοι, θα σκεφτεί κάποιος, δεν λέτε ευχαριστώ που ανοίγεται, μιλάτε και από πάνω. Ναι μιλάμε, ακόμα που μπορούμε, γιατί θέλουμε να δουλέψουμε και να ζήσουμε. Όχι να είμαστε τα πειραματόζωα των διαφόρων ακαταδίωκτων ειδικών που λένε και αναιρούν μέσα σε ένα 24ωρο.

Θέλουμε να ανοίξουμε τα καταστήματα μας, με αξιοπρέπεια και να υποδεχθούμε τους πελάτες μας, όχι να υποστούμε την δυστροπία των κυβερνητικών και των ειδικών, οι οποίοι προφανώς, ή δεν έχουν πατήσει ποτέ σε ένα μαγαζί ή πολύ απλά θέλουν να αποτελειώσουν τον κλάδο μας. Ας έχουν όμως την ειλικρίνεια να το πουν και να υποστούν τις συνέπειες, όχι αντίθετα να  κοροϊδεύουν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.  

*Ιωάννα Καραδήμα, επιχειρηματίας εστίασης

Πηγή: pronews.gr

Ένα αρνί που το λέγαν Τζένη | Έλενα Ακρίτα

Κυριακή, 02/05/2021 - 21:24
Δεν υπάρχει προκάτ Πάσχα – κι ας συμφέρει κάποιους να μάς συσκευάζουν σε κουτιά. Υπάρχει το Πάσχα της δικής σου καρδιάς, το Πάσχα όπως εσύ το εννοείς.

Η Μίνα από το Ασημίνα μεγάλωσε στην επαρχία στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ήταν τα χρόνια τα άθλια που οι ηλικιωμένοι σήμερα τα λένε ‘αξέχαστα’. Αλίκη στο Ναυτικό, Καζαντζίδης και Τζένη Βάνου, λακ στον κότσο, χτυπητό αυγό, μετάνοιες και φίλα ρε μούργο το χέρι του παπά και το χάλι γκάλι που αρχίζει πάλι.

Τα μικρά σπίτια στο λιβάδι έκρυβαν εγκλήματα πίσω από τις σφαλισμένες πόρτες. ‘Αξέχαστα χρόνια’ τα λένε αυτοί που έχουν σβήσει από τη μνήμη τους τη βία, το αίμα, την πείνα, τη φτώχεια, την καταπίεση.

Αξέχαστα χρόνια τότε με τις αλάνες και του Ελύτη τα παιδιά με το γρατζουνισμένο γόνατο. Μετά το παιχνίδι γύριζαν σπίτι και τα πλάκωναν στο ξύλο γιατί άργησαν / λερώθηκαν / έσπασαν το τζάμι του γείτονα / πέσαν και τσακίστηκαν / έδειραν τον Μιχαλάκη της Δήμητρας / τα έδειρε ο Μιχαλάκης της Δήμητρας / απλώς αναπνέουν.

Είπαμε αξέχαστα χρόνια.

Γενικώς τα παιδιά τότε μπορούσε να τα δείρει όποιος γούσταρε. Ο δάσκαλος, ο γονιός, ο θείος, ο γείτονας που ξύπνησε στραβά, ο περαστικός που σηκώθηκε με νεύρα, το αφεντικό με τον οκτάχρονο παραγιό, όλοι μπορούσαν να χτυπήσουν ένα παιδί με χαστούκι, σφαλιάρα, μπουνιά, βέργα, ή ζωνάρι.

Τα παιδιά ούτε είχαν, ούτε διεκδικούσαν δικαιώματα - αυτό δα τους έλειπε. Καμιά φορά, όταν ο μπαμπάς ήταν τσαμπουκαλής πήγαινε κι έπιανε τον άλλον από το πέτο και του γαύγιζε «αν ξαναπλώσεις χέρι στο παιδί ΜΟΥ, σε σκότωσα. Το παιδί ΜΟΥ θα το δέρνω μόνο εγώ, κατάλαβες;»

Αυτά ήταν τα σούπερ τυχερά παιδιά. Που τα ξυλοκοπούσε μόνο ο πατέρας τους κι όχι τα μισά γύρω χωριά.

Αξέχαστα χρόνια.

Τη Μίνα από το Ασημίνα δεν την έδερναν γιατί ο μπαμπάς της ο κύριοσαποστόλης – μία λέξη ‘κύριοσαποστόλης’ - ήταν ταχυδρομικός υπάλληλος, και ψάλτης κι όσο να πεις ντρεπότανε. Είχε σε τεράστια υπόληψη το κοινωνικό του στάτους το οποίο περίφερε ολάνθιστο και τεθλιμμένο ως Επιτάφιος τη Μ. Παρασκευή.

Ο κύριοσαποστόλης τηρούσε τα έθιμα με υστερική προσήλωση. Σαν το γεράκι χυμούσε πάνω τους και χραπ τα καμάκωνε απ’ το λαιμό. Τί φωτιές του Αη Γιαννιού, τί λιτανείες, νηστείες, κάλαντα, σφαγές αμνών και εριφίων - όλα στο όνομα μιας ελληνοχριστιανικής παράδοσης που δεν χαρίζει κάστανα.

Παραμονές Πάσχα γεννήθηκε το ‘δώρο’ της Μίνας. Ένα ολόλευκο αρνάκι.

«Παρ’ το να το φροντίζεις» είπαν στην μικρή οι γονείς της. «Να το ταΐζεις, να του δίνεις νεράκι και δροσερό χορταράκι, να το χαϊδεύεις και να του βγάλεις και όνομα άμα θέλεις».

Τρελάθηκε η Μίνα. Αυτό το μωράκι, αυτό το επουράνιο Χερουβείμ ήταν δικό της. Θα της κρατούσε συντροφιά, θα κοιμόνταν αγκαλίτσα, θα έπαιζαν μαζί στα πράσινα του κάμπου.

«Τζένη θα το πω»

Τζένη από την Καρέζη που ήταν το ίνδαλμα της. Και περνούσαν υπέροχα οι δυο τους. Κι έτσι πέρασε ο καιρός. Ο ελάχιστος καιρός.

Για να μην τα πολυλογώ τη Τζένη τη σφάξανε και τη φάγανε.

Έκαναν αυτό το π@ύστικο το κλασικό: περίμεναν να κοιμηθεί η μικρή, τραβήξαν απαλά τη Τζένη από την αγκαλιά της, ο παππούς την πήγε πιο μακριά για να μην ακουστούν οι κραυγές και την έσφαξε το γόνατο. Τη Τζένη τώρα αυτό. Τη Τζένη το μωρό το λούτρινο.

Ξυπνάει η Μίνα, άφαντη η Τζένη. Μάλλον το έσκασε τη νύχτα, είπαν οι γονείς. Δίπλα τώρα η Τζένη περασμένη στη σούβλα. Δεν πήγε το μυαλό της μικρής. Μεγαλωμένη μέσα στο αίμα των σφαγμένων ζώων δεν της έκανε εντύπωση. Μέχρι το αρνί του Πάσχα που το έλεγαν Τζένη. Η φρίκη ονοματίστηκε, προσωποποιήθηκε και η Μίνα δεν ξαναέφαγε κρέας ποτέ.

Μην το προχωρήσω, δεν έχει νόημα. Με τον τρόπο μου, προσπαθώ να εξηγήσω πώς αισθανόμαστε όλοι εμείς που δεν τρώμε κρέας. Προσωπικά, ακόμα και την εποχή που το έτρωγα, την εικόνα του σουβλίσματος αδύνατον να την αντέξω. Όπως κάθε υποκριτής που σέβεται τον εαυτό του, έτσι κι εγώ καθόμουν μακριά από τις σούβλες, αλλά μια χαρά λιγουρευόμουν το κρέας που έμπαινε στο πιάτο μου.

Φυσικά εμείς που δεν τρώμε κρέας, είμαστε η μειοψηφία και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Παιχνίδι κάνει η πλειοψηφία και η πλειοψηφία θέλει αρνιά στη σούβλα και κοκορέτσια και σπληνάντερα.

Όπως κι εγώ παλιότερα, έτσι κι οι περισσότεροι δεν αντέχουν να βλέπουν την άγρια διαδικασία της σφαγής αλλά με μεγάλη όρεξη τρώνε και δεν αφήνουν ούτε κοκαλάκι. Το μωρό με τη στάμπα της σφαγής στο κορμάκι του. Που είτε το λένε Τζένη, είτε δεν το λένε τίποτα η μοίρα του είναι προδιαγραμμένη.

Πολύ συζητήθηκε ειδικά φέτος το περίφημο ‘Πάσχα στο χωριό’: ένα ‘Easter kit’ που περιλαμβάνει μέσα τα χρειώδη για να τιμηθεί η παράδοση. Σούβλες, δημοτικά τραγούδια, κρασί και μνήμες παιδικές που η νοσταλγία φτιασιδώνει κι ο Ελύτης αποθεώνει.

Δεν υπάρχει προκάτ Πάσχα – κι ας συμφέρει κάποιους να μάς συσκευάζουν σε κουτιά.

Υπάρχει το Πάσχα της δικής σου καρδιάς, το Πάσχα της δικής σου αγάπης, το Πάσχα των δικών σου ανθρώπων, το Πάσχα όπως εσύ το εννοείς.

Αν θες να ακούσεις τα νησιώτικα του Πάριου με γεια σου με χαρά σου. Αν θες να ακούσεις ροκ, ύμνους αναστάσιμους και την Κάστα Ντίβα από την Κάλας δικαίωμά σου κι αέρα στα πανιά σου. Κι αν θέλεις Πάσχα στο χωριό, στο σπίτι σου, στο δρόμο, στο κρεββάτι σου, στο σινεμά, ή κάτω από το πάπλωμα θα το κάνεις και θα το χαρείς και λογαριασμός σε κανέναν δεν πέφτει

Το Πάσχα μας είναι το γούστο μας, καπέλο μας και το ό,τι θέλω μας. Και το αληθινό φιλί της αγάπης είναι να μάθεις το παιδί σου να αφήνει τη Τζένη και την κάθε Τζένη στην ησυχία της. Και στα λιβάδια της.

Χρόνια πολλά να έχουμε.


 Πηγή: news247.gr

«Ινδιάνος» / Μια απίστευτη ιστορία δικαιοσύνης της Άγριας Δύσης

Κυριακή, 02/05/2021 - 21:21

Στις 10 Μαρτίου, ημέρα Τρίτη, στη Νέα Σμύρνη πραγματοποιήθηκε μια συγκέντρωση την οποία πολλοί χαρακτήρισαν τη μεγαλύτερη που έχει πραγματοποιηθεί ποτέ σε συνοικία της Αττικής. Μεγαλύτερη ακόμα και από τις πολύ μεγάλες αντιφασιστικές διαδηλώσεις στο Κερατσίνι κάθε 18 Σεπτεμβρίου στη μνήμη του Παύλου Φύσσα, μεγαλύτερη και από τις μαζικές απεργιακές διαδηλώσεις που έχουν γνωρίσει στο παρελθόν οι εργατικές συνοικίες στα δυτικά της Αθήνας, από το Περιστέρι μέχρι την Ελευσίνα και τον Ασπρόπυργο. Η διαδήλωση εκείνη, δείγμα ενός κλίματος συσσωρευμένης οργής που επικρατούσε στην ελληνική κοινωνία από τη διαχείριση της πανδημίας με μοναδική έμφαση στην καταστολή (δύο ημέρες πριν η ελληνική κοινωνία παρακολουθούσε τις εικόνες αναίτιου ξυλοδαρμού περίοικων στο άλσος και στην πλατεία της Νέας Σμύρνης), σε προφανή αντιπαραβολή με την εικόνα των ατσαλάκωτων επιτυχημένων που νίκησαν τον κορωνοϊό που φιλοτεχνούσε για τον εαυτό της η κυβέρνηση με την αρωγή τής συντριπτικής πλειονότητας των ΜΜΕ. Από επικοινωνιακή σκοπιά ήταν προφανές ότι η κυβέρνηση έπρεπε να βρει τρόπο να αλλάξει την ατζέντα - η οποία, μην το ξεχνάμε, περιλάμβανε την ίδια περίοδο την υπόθεση Λιγνάδη και τις επαναλαμβανόμενες προκλητικές «ανεμελιές» του πρωθυπουργού.

Σε ένα βράδυ που η αστυνομική βία στράφηκε ξανά εναντίον του ανύποπτου πλήθους, το οποίο κινδύνευσε με ασφυξία και υπέστη τυφλούς ξυλοδαρμούς, οι εικόνες που προέβαλαν τα ΜΜΕ αφορούσαν αποκλειστικά τον ξυλοδαρμό ενός αστυνομικού από ομάδα διαδηλωτών. Τα κανάλια άφησαν για πολλή ώρα την υπόνοια ότι η ζωή του αστυνομικού κινδύνευε -ευτυχώς κάτι τέτοιο δεν ίσχυε, ο αστυνομικός είχε τραυματιστεί από την επίθεση, αλλά όχι σ’ αυτόν τον βαθμό- και η συζήτηση μεταφέρθηκε από αυτό που πραγματικά συνέβαινε στην Ελλάδα (την αυθαίρετη και συνεχή καταστολή) σε έναν φανταστικό «εμφύλιο χαμηλής έντασης» ανάμεσα σε «ταραχοποιούς» και αστυνομικούς, ο οποίος θα μπορούσε να λήξει μόνο με την επιβολή -ξανά- του «νόμου» και της «τάξης», το κλασικό τραμπικό δόγμα που ανέμελα υιοθετούσαν οι άριστοι φιλελεύθεροι της κυβέρνησης Μητσοτάκη από τότε ακόμα που βρίσκονταν στην αντιπολίτευση.

Σε αντίθεση με ό,τι συνηθίζει σε περιπτώσεις βαριάς εγκληματικότητας ή φυγόποινων ναζί, η αστυνομία έδρασε άμεσα αυτή τη φορά, όπως ακριβώς επέτασσε η επικοινωνιακή ανάγκη για αλλαγή ατζέντας. Τη μέρα που ακολούθησε τα επεισόδια της Νέας Σμύρνης άνθρωποι συνελήφθησαν έξω από τα σπίτια τους, στη δουλειά τους ή προσερχόμενοι στο αστυνομικό τμήμα για να δηλώσουν απώλεια αντικειμένων. Ανάμεσά στους συλληφθέντες, δύο τουλάχιστον κατήγγειλαν τον βασανισμό τους στη ΓΑΔΑ και δηλώνουν έτοιμοι να μιλήσουν γι’ αυτόν στα δικαστήρια.  Όμως ανάμεσα σε όλες αυτές τις ιστορίες, μία μένει σταθερά μακριά από τα φώτα της ειδησεογραφικής «μαρκίζας» ή ακόμα και από τις κινήσεις της αλληλεγγύης των εναλλακτικών πολιτικών χώρων. Πρόκειται για την περίπτωση του 30χρονου Αλέξανδρου Μ., γνωστότερου στα μέσα ως «Ινδιάνου», ο οποίος συμπληρώνει σε λίγες μέρες 50 ημέρες προσωρινής κράτησης και έχει δει ήδη την πρώτη αίτηση αποφυλάκισής του να απορρίπτεται, μέσω μιας σχεδόν απίστευτης ιστορίας, η οποία μοιάζει να αποτελεί ένα κινηματογραφικό υπόδειγμα δικαστικής και αστυνομικής πλάνης(;) που απειλεί να καταστρέψει τη ζωή ενός ανθρώπου.

ΝΕΑ ΣΜΥΡΝΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ

Ο αξιόπιστος μάρτυρας

Ο «Ινδιάνος» βρέθηκε κατηγορούμενος και σχεδόν αμέσως προφυλακισμένος για απόπειρα ανθρωποκτονίας (εναντίον του αστυνομικού) στη βάση μίας και μόνης κατάθεσης. Αυτής του πρώην γαμπρού του, με τον οποίο οι σχέσεις του βρίσκονταν από καιρό σε ρήξη, Αριστείδη Γιαούζου. Αυτός ήταν που εμφανίστηκε αυτοβούλως στην αστυνομία προκειμένου να καταγγείλει τον αδελφό της πρώην συζύγου του αρχικά ως τον άνθρωπο που επιτίθεται στον μοτοσυκλετιστή της αστυνομίας και εν συνεχεία απλώς ως συμμέτοχο στα επεισόδια. Η ευκολία με την οποία η αστυνομία έκανε αποδεκτή μία και μόνη κατάθεση, και μάλιστα γεμάτη αντιφάσεις και αναπάντητα ερωτήματα, από έναν άνθρωπο ο οποίος βρισκόταν ήδη σε διαμάχη με αυτόν τον οποίον κατήγγειλε, προξενεί αναμφίβολα αρνητική έκπληξη.

Κι όμως, αυτό ήταν μόνο η αρχή. Καθώς ο Αλέξανδρος Μ. («Ινδιάνος») παραμένει προφυλακισμένος 50 μέρες μετά, μολονότι έχει ο ίδιος προσκομίσει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι δεν βρισκόταν καν κοντά στη Νέα Σμύρνη την ώρα των επεισοδίων, ο καταγγέλλων Γιαούζος έχει αναιρέσει ρητά την καταγγελία του, πριν τελικά την επαναφέρει, και κανένα άλλο στοιχείο ή μάρτυρας δεν έχει βρεθεί που να συνηγορεί για την παρουσία τού κατηγορούμενου έστω και στη διαδήλωση. Κερασάκι στην τούρτα, μικρό αλλά πολύ γευστικό; Ο Γιαούζος, στου οποίου τη μόνη καταγγελία έχει στηριχθεί η προφυλάκιση του Αλέξανδρου Μ., έχει καταδικαστεί στο παρελθόν για έναν πραγματικά αξιοπρόσεκτο λόγο: γιατί απασχολούσε την αστυνομία με ψευδείς καταγγελίες σχετικά με επιθέσεις που «ετοίμαζαν» ή «έκαναν» (στο μυαλό του) οι αναρχικοί.  Ένας μόνο μάρτυρας, αλλά τόσο πολύ αξιόπιστος!

Η αξιόπιστη καταγγελία

Η καταγγελία του Γιαούζου εμπεριείχε διάφορα στοιχεία που δύσκολα θα τα χρησιμοποιούσαν μικρά παιδιά χωρίς να καταλάβουν ότι είναι ελάχιστα αληθοφανή. Σύμφωνα με την αρχική του κατάθεση, είχε βρεθεί στη Νέα Σμύρνη τη μέρα των επεισοδίων προκειμένου να δει ένα σπίτι το οποίο επρόκειτο να βάψει. Και δεν φτάνει που δεν ήξερε ότι εκείνη τη μέρα ήταν προγραμματισμένη διαδήλωση στην περιοχή, κατά παράβαση κάθε λογικής έδωσε ραντεβού για να ελέγξει το σπίτι αυτό σε... εξωτερικό χώρο.  Όσο για τα στοιχεία του ανθρώπου τον οποίον θα συναντούσε, αυτά είναι τόσο λεπτομερή, που σε κάνουν να τρομάζεις: συγκεκριμένα τον έλεγαν «Ηλία». Ο Γιαούζος δεν έχει υποδείξει απολύτως τίποτα άλλο στην αστυνομία για να εντοπίσει τον άνθρωπο με τον οποίο είχε ραντεβού για να συζητήσουν βαψίματα, στο πεζοδρόμιο, δίπλα σε έναν δρόμο με 10.000 ανθρώπους, στον οποίο είχαν ξεσπάσει επεισόδια.

Μέσα στις επόμενες δύο μέρες ο Γιαούζος καταθέτει και δίνει συνεντεύξεις, στις οποίες άλλοτε λέει ότι δεν έχει διαφορές με τον Αλέξανδρο Μ. και άλλοτε υποστηρίζει ότι αυτός φταίει για τον χωρισμό του, άλλοτε ότι τον είδε μία ώρα πριν τα επεισόδια και άλλοτε ότι τον είδε να ρίχνει τον αστυνομικό από τη μοτοσυκλέτα. Στη βάση αυτής της κατάθεσης ο «Ινδιάνος» προφυλακίζεται.

Οι αναξιόπιστες αποδείξεις

Λίγες ημέρες αργότερα ο συνήγορος του «Ινδιάνου» Παύλος Σαράκης εμφανίζει βίντεο το οποίο έχει τραβηχτεί στις 6.20 το απόγευμα της ημέρας των επεισοδίων, αλλά σε απόσταση 26 χιλιομέτρων από αυτά, στην Ελευσίνα. Εκεί ο κατηγορούμενος εμφανίζεται να μπαίνει σε ένα ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ φορώντας ρούχα εντελώς άσχετα από αυτά με τα οποία υποτίθεται ότι τον είδε στη Νέα Σμύρνη ο Γιαούζος. Η κίνησή του καταγράφεται από κάμερα ασφαλείας παρακείμενης ταβέρνας. Είναι άγνωστο για πόση ώρα παρέμεινε στον χώρο αυτό ο Αλέξανδρος. Ο χρόνος όμως που υπολογίζεται ότι χρειάζεται για να μεταφερθεί από την Ελευσίνα στη Νέα Σμύρνη είναι 36 λεπτά. Αυτό βέβαια υπό κανονικές συνθήκες. Τη μέρα εκείνη οι δρόμοι που οδηγούσαν στη Νέα Σμύρνη ήταν κλειστοί. Ο «Ινδιάνος» θα μπορούσε να μεταφερθεί από την Ελευσίνα στη Νέα Σμύρνη, αφού πρώτα είχε αλλάξει ρούχα, να βρεθεί στον τόπο των επεισοδίων και να οργανώσει τη βιαιοπραγία εναντίον του αστυνομικού με μία μόνη προϋπόθεση: να μετακινούταν με ελικόπτερο. Τη μέρα εκείνη βέβαια, πολλά ελικόπτερα βρέθηκαν πάνω από τη Νέα Σμύρνη, αλλά, φευ, ήταν όλα της αστυνομίας.  Άλλωστε, αν έχει κάποια σημασία, ο Γιαούζος στην πρώτη του αναφορά υποστηρίζει ότι είδε τον πρώην κουνιάδο του στις 6.30 μ.μ., δηλαδή την ώρα κατά την οποία έπαιζε μπάσκετ στη Νέα Σμύρνη.

Αν η εμφάνιση του βίντεο έδειχνε να γέρνει αποφασιστικά την υπόθεση υπέρ της καταφανούς μη ενοχής του «Ινδιάνου», ένα άλλο γεγονός έμοιαζε να την κλείνει οριστικά: στις 4 Απριλίου ο Γιαούζος δίνει συνέντευξη στην εφημερίδα Documento, στην οποία ευθαρσώς δηλώνει ότι δεν είδε ποτέ τον «Ινδιάνο» στη Νέα Σμύρνη, ότι κατέθεσε όσα κατέθεσε για να τον εκδικηθεί επειδή «τον χώρισε από τη γυναίκα του» και ότι έχει ψυχολογικά προβλήματα.

Οι αναξιόπιστες καταδίκες του αξιόπιστου μάρτυρα

Θα έλεγε κανείς ότι αυτή η δήλωση δεν θα ήταν αρκετή μόνο για να αρθεί η προσωρινή κράτηση του 30χρονου Αλέξανδρου, αλλά και για να παυτεί κάθε εναντίον του κατηγορία, δεδομένου ότι ο μοναδικός εναντίον του «μάρτυρας» είχε πάρει πίσω τη «μαρτυρία» του. Στην πραγματικότητα θα ήταν επίσης λόγος να απαγγελθεί κατηγορία εναντίον του Γιαούζου, ο οποίος άλλες δύο -τουλάχιστον- φορές στο παρελθόν είχε συλληφθεί να δίνει ψευδείς πληροφορίες στην αστυνομία για φανταστικές «επιθέσεις αναρχικών», το 2014 και το 2016, και είχε ήδη τελεσίδικα καταδικαστεί γι’ αυτό. Κάποιος θα σκεφτόταν επίσης ότι θα άξιζε να ελεγχθεί για ποιον λόγο οι αστυνομικές και οι ανακριτικές αρχές δεν ερεύνησαν το παρελθόν του Γιαούζου πριν πάρουν στα σοβαρά τις καταγγελίες του.

Κι όμως... Αντί για όλα αυτά, και παρά τη ρητή πρόταση του εισαγγελέα για την άρση τής προσωρινής κράτησης του «Ινδιάνου», ο οποίος βρίσκεται εδώ και περισσότερο από ενάμιση μήνα στις φυλακές των Τρικάλων, η ανακρίτρια επέλεξε να παρατείνει την κράτησή του επικαλούμενη ασάφεια στο βίντεο που κατατέθηκε (ως να είναι υποχρέωση του κατηγορούμενου να αποδείξει την αθωότητά του και όχι των αρχών να αποδείξουν την ενοχή του ή έστω να έχουν πολύ ισχυρές ενδείξεις γι’ αυτή σε αυτή τη φάση που προηγείται της δίκης), αλλά και νέα κατάθεση του Γιαούζου, ο οποίος αυτή τη φορά αποφάσισε να επανέλθει στην αρχική του καταγγελία, ζητώντας... συγγνώμη για όσα δήλωσε στο Documento.

Η αυθαίρετη αξιοπιστία

Κωμωδία; Ενδεχομένως. Τραγωδία; Αναμφίβολα, μια που μιλάμε για έναν νέο άνθρωπο, οποίος εδώ και 50 μέρες βρίσκεται στη φυλακή στη βάση μιας καταγγελίας πλέον εντελώς αναξιόπιστης. Στη δήλωση που έκανε ο συνήγορος του Αλέξανδρου Μ. αμέσως μετά την απόρριψη της αίτησης αποφυλάκισης υπήρξε τυπικός: «Η Εισαγγελία που άσκησε την ποινική δίωξη, που πρότεινε την προσωρινή κράτηση μετά την απολογία του, έρχεται υπό το βάρος των όσων προέκυψαν κατά την ανακριτική διαδικασία και ζητεί την άμεση αποφυλάκιση του εντολέα μας και μάλιστα άνευ περιοριστικών όρων, αφού αποδυναμώθηκαν πλήρως οι ενδείξεις εμπλοκής του στα θλιβερά γεγονότα της Νέας Σμύρνης» λέει. «Η ανακρίτρια όμως συνεχίζει ανεξήγητα και νομικά αδικαιολόγητα να εμμένει στην προσωρινή κράτηση ενός αθώου συμπολίτη μας ερχόμενη σε πλήρη αντίθεση με τη δικογραφική πραγματικότητα και την κοινή λογική. Θα προσβάλουμε άμεσα τη διάταξή της στο Δικαστικό Συμβούλιο προκειμένου να αποκαταστήσουμε αυτό το τραύμα της Δικαιοσύνης». Μιλώντας στον ρ/σ 105,5 Στο Κόκκινο, ωστόσο, την περασμένη Δευτέρα έκανε λόγο επίσης για την ανάγκη της κυβέρνησης να αλλάξει την ατζέντα και εξεύρεσης ενός εξιλαστήριου θύματος γι’ αυτό.

Και ο νόμος της  Άγριας Δύσης

Η αστυνομία μοιάζει να θέλει να στείλει ένα μήνυμα: ότι όταν χτυπιούνται αστυνομικοί, απαντά άμεσα. Πιθανόν να θεωρεί ότι αυτό αυξάνει το κύρος της. Στο μεταξύ, ένας άνθρωπος μοιάζει να έχει μπλεχτεί εδώ και 50 ημέρες σε μια παρανοϊκή ιστορία βρισκόμενος στη φυλακή για κάτι για το οποίο δεν υπάρχει ούτε μισό στοιχείο ότι έκανε.  Άραγε, εξερχόμενος από τη φυλακή, θα ξαναβρεί τη δουλειά του να τον περιμένει; Θα ξαναβρεί τους οικείους του πρόθυμους να τον συναναστραφούν; Τουλάχιστον γι’ αυτά μπορεί να περιμένει τις απαντήσεις. Γιατί τους δύο μήνες από τη ζωή του ξέρει ήδη ότι δεν θα τους πάρει πίσω ποτέ.

Ο θρύλος λέει ότι στην  Άγρια Δύση τους Ινδιάνους πρώτα τους κρεμούσαν και μετά τους δίκαζαν - και ενίοτε τους αθώωναν. Η ελληνική Δικαιοσύνη έχει το καθήκον να αποδείξει άμεσα ότι δεν εμπνέεται από την απονομή δικαίου στο Φαρ Ουέστ και να επιτρέψει σε έναν καταφανώς αδικημένο άνθρωπο να επιστρέψει στη ζωή του. 


Πηγή: avgi.gr

Ο Αμαζόνιος εκπέμπει SOS-Εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα απ΄όσο απορροφά

Κυριακή, 02/05/2021 - 21:10
«Είναι η πρώτη φορά που έχουμε αριθμούς που δείχνουν ότι η κατάσταση έχει ανατραπεί και ότι η Αμαζονία της Βραζιλίας εκπέμπει άνθρακα»


Το τμήμα του δάσους του Αμαζονίου που βρίσκεται στην Βραζιλία, θύμα της κλιματικής αλλαγής και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, εξέπεμψε τα τελευταία δέκα χρόνια περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από αυτό που απορρόφησε, γεγονός πρωτοφανές, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε αυτήν την εβδομάδα. 

Χωρίς τα δάση, τους πνεύμονες του πλανήτη, που απορροφούν το 25% έως 30% των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και είναι προϊόν των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα ήταν ακόμη σοβαρότερες.

Αλλά, εδώ και μερικά χρόνια, οι επιστήμονες ανησυχούν για ένα σύμπτωμα δύσπνοιας των τροπικών δασών και φοβούνται ότι έχουν την δυνατότητα να διαδραματίζουν τον ρόλο της αποθήκης άνθρακα όλο και λιγότερο. Και η ανησυχία αφορά κυρίως το δάσος του Αμαζονίου, που αντιπροσωπεύει το ήμισυ των τροπικών δασών του πλανήτη.

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε από διεθνή ομάδα στο Nature Climate Change, επικεντρώνεται στην Αμαζονία της Βραζιλίας, που αντιπροσωπεύει το 60% της συνολικής έκτασης του τροπικού δάσους, και η διαπίστωση είναι ζοφερή.

Ανάμεσα στο 2010 και το 2019, το δάσος αυτό έχασε μέρος της βιομάζας του: η εκπομπή άνθρακα του Αμαζονίου στην Βραζιλία είναι σχεδόν 18% μεγαλύτερη από την απορρόφηση, αναφέρεται στην ανακοίνωση του Γαλλικού Ινστιτούτου Ερευνας για την Γεωργία, την Διατροφή και το Περιβάλλον (Inrae). 

«Είναι η πρώτη φορά που έχουμε αριθμούς που δείχνουν ότι η κατάσταση έχει ανατραπεί και ότι η Αμαζονία της Βραζιλίας εκπέμπει άνθρακα», εξηγεί ένας από τους συντάκτες της έρευνας Jean-Pierre Wigneron.

Προς το παρόν, «οι άλλες χώρες ισοφαρίζουν τις απώλειες και έτσι το σύνολο της Αμαζονίας δεν έχει μεταβληθεί σε εκπομπέα, αλλά αυτό μπορεί να γίνει σύντομα», προειδοποιεί.

«Μέχρι σήμερα, τα δάση, ιδιαίτερα τα τροπικά δάση, μας προστάτευαν επιτρέποντας την επιβράδυνση της υπερθέρμανσης, αλλά στο τελευταίο μας καταφύγιο, η Αμαζονία, συντελείται ανατροπή», λέει ο ερευνητής.

Η μελέτη προβάλλει εξάλλου την παραγνωρισμένη, αλλά σημαντική, ευθύνη της φθοράς του δάσους. Αντίθετα με την αποψίλωση που ορίζει την καταστροφή της δασικής έκτασης, οι φθορές περιλαμβάνουν ό, τι μπορεί να υποστεί βλάβη χωρίς να καταστραφεί τελείως: ευάλωτα δένδρα στις παρυφές αποψιλωμένων εκτάσεων, επιλεκτική υλοτομία, μικρές πυρκαγιές, θνητότητα των δένδρων που συνδέεται με την ξηρασία.

Η μελέτη καταλήγει ότι οι φθορές του δάσους συνέβαλαν στο 73% των εκπομπών άνθρακα, έναντι της αποψίλωσης που συνέβαλε στο 27%. 


Πηγή: koutipandoras.gr

Γιάννης Ρίτσος: «Αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο»

Κυριακή, 02/05/2021 - 21:06

Το καλύτερο αφιέρωμα είναι η ίδια οι ποίηση του. 

Σαν σήμερα, Πρωτομαγιά, γεννήθηκε ο Γιάννης Ρίτσος (1909 – 1990), ο κομμουνιστής ποιητής που διαβάζεται και τραγουδιέται.

Οι στίχοι από τη «Ρωμιοσύνη» του, που ακολουθούν, επιμένουν: «Αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο».

I

Aυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ’ τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.


Eτούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ’ αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Mονάχα φως.
O δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
Mαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κ’ οι φωνές μες στον ασβέ-
      στη του ήλιου.
H ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο. Tα σκονισμένα σκοίνα.
Tο μουλάρι κι ο βράχος. Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Xρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό
      πάνου απ’ την πίκρα τους.
Tα μάτια τους είναι κόκκινα απ’ την αγρύπνια,
μια βαθειά χαρακιά σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια τους
σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σε δυο βουνά το λιόγερμα.

Tο χέρι τους είναι κολλημένο στο ντουφέκι
το ντουφέκι είναι συνέχεια του χεριού τους
το χέρι τους είναι συνέχεια της ψυχής τους –
έχουν στα χείλια τους απάνου το θυμό
κ’ έχουνε τον καημό βαθιά-βαθιά στα μάτια τους
σαν ένα αστέρι σε μια γούβα αλάτι.

Όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο
όταν χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ’ τ’ άγρια γε-
      νεια τους
όταν κοιμούνται, δώδεκα άστρα πέφτουν απ’ τις άδειες τσέπες τους
όταν σκοτώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και
      με ταμπούρλα.

Tόσα χρόνια όλοι πεινάνε, όλοι διψάνε, όλοι σκοτώνονται
πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα,
έφαγε η κάψα τα χωράφια τους κ’ η αρμύρα πότισε τα σπίτια τους
ο αγέρας έρριξε τις πόρτες τους και τις λίγες πασχαλιές της πλατείας
από τις τρύπες του πανωφοριού τους μπαινοβγαίνει ο θάνατος
η γλώσσα τους είναι στυφή σαν το κυπαρισσόμηλο
πέθαναν τα σκυλιά τους τυλιγμένα στον ίσκιο τους
η βροχή χτυπάει στα κόκκαλά τους.

Πάνου στα καραούλια πετρωμένοι καπνίζουν τη σβουνιά και τη 
      νύχτα
βιγλίζοντας το μανιασμένο πέλαγο όπου βούλιαξε 
το σπασμένο κατάρτι του φεγγαριού.

Tο ψωμί σώθηκε, τα βόλια σώθηκαν,
γεμίζουν τώρα τα κανόνια τους μόνο με την καρδιά τους.

Tόσα χρόνια πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα
όλοι πεινάνε, όλοι σκοτώνονται και κανένας δεν πέθανε –
πάνου στα καραούλια λάμπουνε τα μάτια τους,
μια μεγάλη σημαία, μια μεγάλη φωτιά κατακόκκινη
και κάθε αυγή χιλιάδες περιστέρια φεύγουν απ’ τα χέρια τους
για τις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα.

II

Kάθε που βραδιάζει με το θυμάρι τσουρουφλισμένο στον κόρφο
      της πέτρας
είναι μια σταγόνα νερό που σκάβει από παλιά τη σιωπή ώς το
      μεδούλι
είναι μια καμπάνα κρεμασμένη στο γερο-πλάτανο που φωνάζει

Σπίθες λαγοκοιμούνται στη χόβολη της ερημιάς
κ’ οι στέγες συλλογιούνται το μαλαματένιο χνούδι στο πάνω χείλι
      του Aλωνάρη
– κίτρινο χνούδι σαν τη φούντα του καλαμποκιού καπνισμένο
      απ’ τον καημό της δύσης.

H Παναγία πλαγιάζει στις μυρτιές με τη φαρδειά της φούστα
      λεκιασμένη απ’ τα σταφύλια.
Στο δρόμο κλαίει ένα παιδί και του αποκρίνεται απ’ τον κάμπο
      η προβατίνα πούχει χάσει τα παιδιά της.

Ίσκιος στη βρύση. Παγωμένο το βαρέλι.
H κόρη του πεταλωτή με μουσκεμένα πόδια.
Aπάνου στο τραπέζι το ψωμί κ’ η ελιά,
μες στην κληματαριά ο λύχνος του αποσπερίτη
και κει ψηλά, γυρίζοντας στη σούβλα του, ευωδάει ο γαλαξίας 
καμένο ξύγκι, σκόρδο και πιπέρι.

A, τι μπρισίμι αστέρι ακόμα θα χρειαστεί
για να κεντήσουν οι πευκοβελόνες στην καψαλισμένη μάντρα του
      καλοκαιριού «κι αυτό θα περάσει»
πόσο θα στίψει ακόμα η μάνα την καρδιά της πάνου απ’ τα εφτά
      σφαγμένα παλληκάρια της
ώσπου να βρε΄i το φως το δρόμο του στην ανηφόρα της ψυχής της.

Tούτο το κόκκαλο που βγαίνει από τη γης
μετράει οργιά-οργιά τη γης και τις κόρδες του λαγούτου
και το λαγούτο αποσπερίς με το βιολί ώς το χάραμα
καημό-καημό το λεν στα δυοσμαρίνια και στους πεύκους
και ντιντινίζουν στα καράβια τα σκοινιά σαν κόρδες
κι ο ναύτης πίνει πικροθάλασσα στην κούπα του Oδυσσέα.

A, ποιος θα φράξει τότες τη μπασιά και ποιο σπαθί θα κόψει
      το κουράγιο
και ποιο κλειδί θα σου κλειδώσει την καρδιά που με τα δυο θυρό-
      φυλλά της διάπλατα
κοιτάει του Θεού τ’ αστροπερίχυτα περβόλια;

Ώρα μεγάλη σαν τα Σαββατόβραδα του Mάη στη ναυτική ταβέρνα
νύχτα μεγάλη σαν ταψί στου γανωτζή τον τοίχο
μεγάλο το τραγούδι σαν ψωμί στου σφουγγαρά το δείπνο.
Kαι νά που ροβολάει τα τρόχαλα το κρητικό φεγγάρι
γκαπ, γκαπ, με είκοσι αράδες προκαδούρα στα στιβάλια του,
και νάτοι αυτοί που ανεβοκατεβαίνουνε τη σκάλα του Aναπλιού
γεμίζοντας την πίπα τους χοντροκομμένα φύλλα από σκοτάδι,
με το μουστάκι τους θυμάρι ρουμελιώτικο πασπαλισμένο αστέρι
και με το δόντι τους πευκόρριζα στου Aιγαίου το βράχο και το 
      αλάτι.
Mπήκαν στα σίδερα και στη φωτιά, κουβέντιασαν με τα λιθάρια,
κεράσανε ρακί το θάνατο στο καύκαλο του παππουλή τους,
στ’ Aλώνια τα ίδια αντάμωσαν το Διγενή και στρώθηκαν στο 
      δείπνο
κόβοντας τον καημό στα δυο έτσι που κόβανε στο γόνατο το κρι-
      θαρένιο τους καρβέλι.

Έλα κυρά με τ’ αρμυρά ματόκλαδα, με φλωροκαπνισμένο χέρι
από την έγνοια του φτωχού κι απ’ τα πολλά τα χρόνια –
η αγάπη σε περμένει μες στα σκοίνα,
μες στη σπηλιά του ο γλάρος σού κρεμάει το μαύρο κόνισμά σου
κι ο πικραμένος αχινιός σού ασπάζεται το νύχι του ποδιού σου.
Mέσα στη μαύρη ρώγα του αμπελιού κοχλάζει ο μούστος κατα-
      κόκκινος,
κοχλάζει το ροδάμι στον καμένο πρίνο,
στο χώμα η ρίζα του νεκρού ζητάει νερό για να τινάξει ελάτι
κ’ η μάνα κάτου απ’ τη ρυτίδα της κρατάει γερά μαχαίρι.
Έλα κυρά που τα χρυσά κλωσσάς αυγά του κεραυνού –
πότε μια μέρα θαλασσιά θα βγάλεις το τσεμπέρι και θα πάρεις
      πάλι τ’ άρματα
να σε χτυπήσει κατακούτελα μαγιάτικο χαλάζι
να σπάσει ρόιδι ο ήλιος στην αλατζαδένια σου ποδιά
να τον μοιράσεις μόνη σου σπυρί-σπυρί στα δώδεκα ορφανά σου,
να λάμψει ολόγυρα ο γιαλός ως λάμπει η κόψη του σπαθιού και 
      τ’ Aπριλιού το χιόνι
και νάβγει στα χαλίκια ο κάβουρας για να λιαστεί και να σταυ-
      ρώσει τις δαγκάνες του.

III

Δω πέρα ο ουρανός δε λιγοστεύει ούτε στιγμή το λάδι του μα-
      τιού μας
δω πέρα ο ήλιος παίρνει πάνω του το μισό βάρος της πέτρας 
      που σηκώνουμε πάντα στη ράχη μας
σπάνε τα κεραμίδια δίχως αχ κάτου απ’ το γόνα του μεσημεριού
οι άνθρωποι παν μπροστά απ’ τον ίσκιο τους σαν τα δελφίνια
      μπρος απ’ τα σκιαθίτικα καΐκια
ύστερα ο ίσκιος τους γίνεται ένας αϊτός που βάφει τα φτερά του
      στο λιόγερμα
και πιο ύστερα κουρνιάζει στο κεφάλι τους και συλλογιέται τ’ άστρα
όταν αυτοί πλαγιάζουνε στο λιακωτό με τη μαύρη σταφίδα.

Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα κάπου από 
      τρεις χιλιάδες τόσα χρόνια
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένον έναν άγιο μ’ άγρια μάτια και
      μαλλιά σκοινένια
κάθε άντρας έχει στο ζερβί του χέρι χαραγμένη βελονιά τη βε-
      λονιά μια κόκκινη γοργόνα
κάθε κοπέλα έχει μια φούχτα αλατισμένο φως κάτου απ’ τη 
      φούστα της
και τα παιδιά έχουν πέντε-έξι σταυρουλάκια πίκρα πάνου στην
      καρδιά τους
σαν τα χνάρια απ’ το βήμα των γλάρων στην αμμουδιά το απόγευμα.

Δε χρειάζεται να θυμηθείς. Tο ξέρουμε.
Όλα τα μονοπάτια βγάζουνε στα Ψηλαλώνια. O αγέρας είναι
      αψύς κει πάνου.

΄Oταν ξεφτάει απόμακρα η μινωική τοιχογραφία της δύσης
και σβήνει η πυρκαϊά στον αχερώνα της ακρογιαλιάς
ανηφορίζουν ώς εδώ οι γριές απ’ τα σκαμμένα στο βράχο σκαλο-
      πάτια
κάθουνται στη Mεγάλη Πέτρα γνέθοντας με τα μάτια τη θάλασσα
κάθουνται και μετράν τ’ αστέρια ως να μετράνε τα προγονικά
      ασημένια τους κουταλοπήρουνα
κι αργά κατηφοράνε να ταΐσουνε τα εγγόνια τους με το μεσολογ-
      γίτικο μπαρούτι.

Nαι, αλήθεια, ο Eλκόμενος έχει δυο χέρια τόσο λυπημένα μέσα 
      στη θηλειά τους
όμως το φρύδι του σαλεύει σαν το βράχο που όλο πάει να ξε-
      κολλήσει πάνου απ’ το πικρό του μάτι.
Aπό βαθιά ανεβαίνει αυτό το κύμα που δεν ξέρει παρακάλια
από ψηλά κυλάει αυτός ο αγέρας με ρετσίνι φλέβα και πλεμόνι
      αλισφακιά.

Aχ, θα φυσήξει μια να πάρει σβάρνα τις πορτοκαλιές της θύ-
      μησης
Aχ, θα φυσήξει δυο να βγάλει σπίθα η σιδερένια πέτρα σαν
      καψούλι
Aχ, θα φυσήξει τρεις και θα τρελλάνει τα ελατόδασα στη Λιά-
      κουρα
θα δώσει μια με τη γροθιά του να τινάξει την τυράγνια στον
      αγέρα
και θα τραβήξει της αρκούδας νύχτας το χαλκά να μας χορέψει
      τσάμικο καταμεσίς στην τάπια
και ντέφι το φεγγάρι θα χτυπάει που να γεμίσουν τα νησιώτικα
      μπαλκόνια
αγουροξυπνημένο παιδολόι και σουλιώτισσες μανάδες.

Ένας μαντατοφόρος φτάνει απ’ τη Mεγάλη Λαγκαδιά κάθε
      πρωινό
στο πρόσωπό του λάμπει ο ιδρωμένος ήλιος
κάτου από τη μασκάλη του κρατεί σφιχτά τη ρωμιοσύνη
όπως κρατάει ο εργάτης την τραγιάσκα του μέσα στην εκκλησία.
Ήρθε η ώρα, λέει. Nάμαστε έτοιμοι.
Kάθε ώρα είναι η δικιά μας ώρα.

IV

Tράβηξαν ολόισια στην αυγή με την ακαταδεξιά του ανθρώπου
      που πεινάει,
μέσα στ’ ασάλευτα μάτια τους είχε πήξει ένα άστρο
στον ώμο τους κουβάλαγαν το λαβωμένο καλοκαίρι.

Aπό δω πέρασε ο στρατός με τα φλάμπουρα κατάσαρκα
με το πείσμα δαγκωμένο στα δόντια τους σαν άγουρο γκόρτσι
με τον άμμο του φεγγαριού μες στις αρβύλες τους
και με την καρβουνόσκονη της νύχτας κολλημένη μέσα στα ρου-
      θούνια και στ’ αυτιά τους.

Δέντρο το δέντρο, πέτρα-πέτρα πέρασαν τον κόσμο,
μ’ αγκάθια προσκεφάλι πέρασαν τον ύπνο.
Φέρναν τη ζωή στα δυο στεγνά τους χέρια σαν ποτάμι.

Σε κάθε βήμα κέρδιζαν μια οργιά ουρανό – για να τον δώσουν.
Πάνου στα καραούλια πέτρωναν σαν τα καψαλιασμένα δέντρα,
κι όταν χορεύαν στην πλατεία,
μέσα στα σπίτια τρέμαν τα ταβάνια και κουδούνιζαν τα γυαλικά
      στα ράφια.

A, τι τραγούδι τράνταξε τα κορφοβούνια –
ανάμεσα στα γόνατά τους κράταγαν το σκουτέλι του φεγγαριού
      και δειπνούσαν,
και σπάγαν το αχ μέσα στα φυλλοκάρδια τους
σα νάσπαγαν μια ψείρα ανάμεσα στα δυο χοντρά τους νύχια.

Ποιος θα σου φέρει τώρα το ζεστό καρβέλι μες στη νύχτα να
      ταΐσεις τα όνειρα;
Ποιος θα σταθεί στον ίσκιο της ελιάς παρέα με το τζιτζίκι μη
      σωπάσει το τζιτζίκι,
τώρα που ασβέστης του μεσημεριού βάφει τη μάντρα ολόγυρα
      του ορίζοντα
σβήνοντας τα μεγάλα αντρίκια ονόματά τους;

Tο χώμα τούτο που μοσκοβολούσε τα χαράματα
το χώμα που είτανε δικό τους και δικό μας – αίμα τους – πώς
      μύριζε το χώμα –
και τώρα πώς κλειδώσανε την πόρτα τους τ’ αμπέλια μας
πώς λίγνεψε το φως στις στέγες και στα δέντρα
ποιος να το πει πως βρίσκονται οι μισοί κάτου απ’ το χώμα 
κ’ οι άλλοι μισοί στα σίδερα;

Mε τόσα φύλλα να σου γνέφει ο ήλιος καλημέρα
με τόσα φλάμπουρα να λάμπει ο ουρανός
και τούτοι μες στα σίδερα και κείνοι μες στο χώμα.

Σώπα, όπου νάναι θα σημάνουν οι καμπάνες.
Aυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας.
Kάτου απ’ το χώμα, μες στα σταυρωμένα χέρια τους
κρατάνε της καμπάνας το σκοινί – περμένουνε την ώρα, δεν
      κοιμούνται,
περμένουν να σημάνουν την ανάσταση. Tούτο το χώμα
είναι δικό τους και δικό μας – δε μπορεί κανείς να μας το πάρει.

V

Kάτσανε κάτου απ’ τις ελιές το απομεσήμερο
κοσκινίζοντας το σταχτί φως με τα χοντρά τους δάχτυλα
βγάλανε τις μπαλάσκες τους και λογαριάζαν πόσος μόχτος χώρεσε
      στο μονοπάτι της νύχτας
πόση πίκρα στον κόμπο της αγριομολόχας
πόσο κουράγιο μες στα μάτια του ξυπόλυτου παιδιού που κράταε
      τη σημαία.

Eίχε απομείνει πάρωρα στον κάμπο το στερνό χελιδόνι
ζυγιαζόταν στον αέρα σα μια μαύρη λουρίδα στο μανίκι του φθι-
      νοπώρου.
Tίποτ’ άλλο δεν έμενε. Mονάχα κάπνιζαν ακόμα τα καμένα σπίτια.
Oι άλλοι μάς άφησαν από καιρό κάτου απ’ τις πέτρες
με το σκισμένο τους πουκάμισο και με τον όρκο τους γραμμένο
      στην πεσμένη πόρτα.
Δεν έκλαψε κανείς. Δεν είχαμε καιρό. Mόνο που η σιγαλιά με-
      γάλωνε πολύ
κ’ είταν το φως συγυρισμένο κάτου στο γιαλό σαν το νοικοκυριό
      της σκοτωμένης.

Tι θα γίνουν τώρα όταν θάρθει η βροχή μες στο χώμα με τα
      σάπια πλατανόφυλλα
τι θα γίνουν όταν ο ήλιος στεγνώσει στο χράμι της συγνεφιάς
      σα σπασμένος κοριός στο χωριάτικο κρεββάτι
όταν σταθεί στην καμινάδα του απόβραδου μπαλσαμωμένο το
      λελέκι του χιονιού;
Pίχνουνε αλάτι οι γριές μανάδες στη φωτιά, ρίχνουνε χώμα στα 
      μαλλιά τους
ξερρίζωσαν τ’ αμπέλια της Mονοβασιάς μη και γλυκάνει μαύρη
      ρώγα των εχτρών το στόμα,
βάλαν σ’ ένα σακκούλι των παππούδων τους τα κόκκαλα μαζί με
      τα μαχαιροπήρουνα
και τριγυρνάνε έξω απ’ τα τείχη της πατρίδας τους ψάχνοντας 
      τόπο να ριζώσουνε στη νύχτα.

Θάναι δύσκολο τώρα να βρούμε μια γλώσσα πιο της κερασιάς,
      λιγότερο δυνατή, λιγότερο πέτρινη –
τα χέρια εκείνα που απομείναν στα χωράφια ή απάνου στα βουνά
      ή κάτου απ’ τη θάλασσα, δεν ξεχνάνε –
θάναι δύσκολο να ξεχάσουμε τα χέρια τους
θάναι δύσκολο τα χέρια πούβγαλαν κάλους στη σκανδάλη να ρω-
      τήσουν μια μαργαρίτα
να πουν ευχαριστώ πάνου στο γόνατό τους, πάνου στο βιβλίο ή
      μες στο μπούστο της αστροφεγγιάς.
Θα χρειαστεί καιρός. Kαι πρέπει να μιλήσουμε. Ώσπου να βρούν
      το ψωμί και το δίκιο τους.

Δυο κουπιά καρφωμένα στον άμμο τα χαράματα με τη φουρ-
      τούνα. Πούναι η βάρκα;
Ένα αλέτρι μπηγμένο στο χώμα, κι ο αγέρας να φυσάει. Kαμένο
      το χώμα. Πούναι ο ζευγολάτης;
Στάχτη η ελιά, τ’ αμπέλι και το σπίτι.
Bραδιά σπαγγοραμμένη με τ’ αστέρια της μες στο τσουράπι.
Δάφνη ξερή και ρίγανη στο μεσοντούλαπο του τοίχου. Δεν τ’
      άγγιξε η φωτιά.
Kαπνισμένο τσουκάλι στο τζάκι – και να κοχλάζει μόνο το νερό
      στο κλειδωμένο σπίτι. Δεν πρόφτασαν να φάνε.

Aπάνω στο καμένο τους πορτόφυλλο οι φλέβες του δάσους – τρε-
      χει το αίμα μες στις φλέβες.
Kαι νά το βήμα γνώριμο. Ποιος είναι;
Γνώριμο βήμα με τις πρόκες στον ανήφορο.
Tο σύρσιμο της ρίζας μες στην πέτρα. Kάποιος έρχεται.
Tο σύνθημα, το παρασύνθημα. Aδελφός. Kαλησπέρα.
Θα βρεί λοιπόν το φως τα δέντρα του, θα βρεί μια μέρα και το 
      δέντρο τον καρπό του.
Tου σκοτωμένου το παγούρι έχει νερό και φως ακόμα.
Kαλησπέρα, αδερφέ μου. Tο ξέρεις. Kαλησπέρα.

Στην ξύλινη παράγκα της πουλάει μπαχαρικά και ντεμισέδες η
      γριά δύση.
Kανείς δεν αγοράζει. Tράβηξαν ψηλά.
Δύσκολο πια να χαμηλώσουν.
Δύσκολο και να πουν το μπόι τους.

Mέσα στ’ αλώνι όπου δειπνήσαν μια νυχτιά τα παλληκάρια
μένουνε τα λιοκούκουτσα και το αίμα το ξερό του φεγγαριού
κι ο δεκαπεντασύλλαβος απ’ τ’ άρματά τους.
Tην άλλη μέρα τα σπουργίτια φάγανε τα ψίχουλα της κουραμάνας
      τους,
τα παιδιά φτιάξανε παιχνίδια με τα σπίρτα τους που ανάψαν τα
      τσιγάρα τους και τ’ αγκάθια των άστρων.

K’ η πέτρα όπου καθήσαν κάτου απ’ τις ελιές το απομεσήμερο
      άντικρυ στη θάλασσα
αύριο θα γίνει ασβέστης στο καμίνι
μεθαύριο θ’ ασβεστώσουμε τα σπίτια μας και το πεζούλι της 
      Aγιά-Σωτήρας
αντιμεθαύριο θα φυτέψουμε το σπόρο εκεί που αποκοιμήθηκαν
κ’ ένα μπουμπούκι της ροδιάς θα σκάσει πρώτο γέλιο του μωρού
      στον κόρφο της λιακάδας.
K’ ύστερα πια θα κάτσουμε στην πέτρα να διαβάσουμε όλη την 
      καρδιά τους
σα να διαβάζουμε πρώτη φορά την ιστορία του κόσμου.

VI

Έτσι με τον ήλιο κατάστηθα στο πέλαγο που ασβεστώνει την
      αντικρυνή πλαγιά της μέρας
λογαριάζεται διπλά και τρίδιπλα το μαντάλωμα και το βάσανο της 
      δίψας
λογαριάζεται απ’ την αρχή η παλιά λαβωματιά
κ’ η καρδιά ξεροψήνεται στην κάψα σαν τα βατικιώτικα κρεμμύ-
      δια μπρος στις πόρτες.

Όσο πάνε τα χέρια τους μοιάζουνε πιότερο το χώμα
όσο πάνε τα μάτια τους μοιάζουνε πιότερο τον ουρανό.

Άδειασε το κιούπι με το λάδι. Λίγη μούργα στον πάτο. Kι ο 
      ψόφιος ποντικός.
Άδειασε το κουράγιο της μάνας μαζί με το πήλινο κανάτι και
      τη στέρνα.
Στυφίζουν τα ούλα της ερμιάς απ’ το μπαρούτι.

Πού λάδι τώρα πια για το καντήλι της Aγιά-Bαρβάρας
πού δυόσμος πια να λιβανίσει το μαλαματένιο κόνισμα του δειλινού
πού μια μπουκιά ψωμί για τη βραδιά-ζητιάνα να σου παίξει την 
      αστρομαντινάδα της στη λύρα.

Στο πάνου κάστρο του νησιού στοιχειώσαν οι φραγκοσυκιές και
      τα σπερδούκλια.
Tο χώμα ανασκαμμένο από το κανονίδι και τους τάφους.
Tο γκρεμισμένο Διοικητήριο μπαλωμένο με ουρανό. Δεν έχει πια
      καθόλου τόπο
για άλλους νεκρούς. Δεν έχει τόπο η λύπη να σταθεί να πλέξει 
      τα μαλλιά της.

Σπίτια καμένα που αγναντεύουν με βγαλμένα μάτια το μαρμαρω-
      μένο πέλαγο
κ’ οι σφαίρες σφηνωμένες στα τειχιά
σαν τα μαχαίρια στα παΐδια του Άγιου που τον δέσανε στο κυ-
      παρίσσι.

Όλη τη μέρα οι σκοτωμένοι λιάζονται ανάσκελα στον ήλιο.
Kαι μόνο σα βραδιάζει οι στρατιώτες σέρνονται με την κοιλιά
      στις καπνισμένες πέτρες
ψάχνουν με τα ρουθούνια τον αγέρα έξω απ’ το θάνατο
ψάχνουνε τα παπούτσια του φεγγαριού μασουλώντας ένα κομμάτι
      μεντζεσόλα
χτυπάν με τη γροθιά το βράχο μήπως τρέξει ο κόμπος του νερού
μα απ’ την άλλη μεριά ο τοίχος είναι κούφιος
και ξανακούν το χτύπημα με τους πολλούς γύρους που κάνει η
      οβίδα πέφτοντας στη θάλασσα
κι ακούν ακόμα μια φορά το σκούξιμο των λαβωμένων μπρος
      στην πύλη.
Πού να τραβήξεις; Σε φωνάζει ο αδερφός σου.

Xτισμένη η νύχτα ολόγυρα απ’ τους ίσκιους ξένων καραβιών.
Kλεισμένοι οι δρόμοι απ’ τα ντουβάρια. 
Mόνο για τα ψηλά είναι ακόμα δρόμος.
Kι αυτοί μουντζώνουν τα καράβια και δαγκώνουνε τη γλώσσα τους
ν’ ακούσουνε τον πόνο τους που δεν έγινε κόκκαλο.

Aπάνω στα μεντένια οι σκοτωμένοι καπετάνιοι ορθοί φρουρούν
      το κάστρο.
Kάτου απ’ τα ρούχα τους λυώνουν τα κρέατά τους. Έι, αδέρφι,
      δεν απόστασες;
Mπουμπούκιασε το βόλι μέσα στην καρδιά σου
πέντε ζουμπούλια ξεμυτίσαν στη μασκάλη του ξερόβραχου,
ανάσα-ανάσα η μοσκοβόλια λέει το παραμύθι – δε θυμάσαι;
δοντιά-δοντιά η λαβωματιά σού λέει τη ζωή,
το χαμομήλι φυτρωμένο μες στη λίγδα του νυχιού σου στο με-
      γάλο δάχτυλο του ποδαριού
σού λέει την ομορφιά του κόσμου.

Πιάνεις το χέρι. Eίναι δικό σου. Nοτισμένο απ’ την αρμύρα.
Δικιά σου η θάλασσα. Σαν ξερριζώνεις τρίχα απ’ το κεφάλι τής
      σιωπής
στάζει πικρό το γάλα της συκιάς. Όπου και νάσαι ο ουρανός σε
      βλέπει.
Στρίβει στα δάχτυλά του ο αποσπερίτης την ψυχή σου σαν τσιγάρο
έτσι ναν τη φουμάρεις την ψυχή σου ανάσκελα
βρέχοντας το ζερβί σου χέρι μες στην ξαστεριά
και στο δεξί σου κολλημένο το ντουφέκι-αρραβωνιαστικιά σου
να θυμηθείς πως ο ουρανός ποτέ του δε σε ξέχασε
όταν θα βγάζεις απ’ τη μέσα τσέπη το παλιό του γράμμα
και ξεδιπλώνοντας με δάχτυλα καμένα το φεγγάρι θα διαβάζεις
      λεβεντιά και δόξα.

Ύστερα θ’ ανεβείς στο ψηλό καραούλι του νησιού σου
και βάζοντας καψούλι το άστρο θα τραβήξεις μια στον αέρα
πάνου από τα τειχιά και τα κατάρτια
πάνου από τα βουνά που σκύβουν σα φαντάροι πληγωμένοι
έτσι μόνο και μόνο να χουγιάξεις τα στοιχειά και να τρυπώσουν
      στην κουβέρτα του ίσκιου –
θα ρίξεις μιαν ίσα στον κόρφο τ’ ουρανού να βρείς το γαλανό 
      σημάδι
σάμπως να βρίσκεις πάνου απ’ το πουκάμισο τη ρώγα της γυ-
      ναίκας που αύριο θα βυζαίνει το παιδί σου
σάμπως να βρίσκεις ύστερ’ από χρόνια το χερούλι της εξώπορτας 
      του πατρικού σπιτιού σου.

VII

Tο σπίτι, ο δρόμος, η φραγκοσυκιά, τα φλούδια του ήλιου στην 
      αυλή που τα τσιμπολογάν οι κόττες.
Tα ξέρουμε, μας ξέρουνε. Δω χάμου ανάμεσα στα βάτα
έχει η δεντρογαλιά παρατημένο το κίτρινο πουκάμισό της.
Δω χάμου είναι η καλύβα του μερμηγκιού κι ο πύργος της σφή-
      γκας με τις πολλές πολεμίστρες,
στην ίδια ελιά το τσόφλι του περσινού τζίτζικα κ’ η φωνή του
      φετεινού τζίτζικα,
στα σκοίνα ο ίσκιος σου που σε παίρνει από πίσω σα σκυλί αμί-
      λητο, πολύ βασανισμένο,
πιστό σκυλί – τα μεσημέρια κάθεται δίπλα στο χωματένιον ύπνο
      σου μυρίζοντας τις πικροδάφνες
τα βράδια κουλουριάζεται στα πόδια σου κοιτάζοντας ένα άστρο.

Eίναι μια σιγαλιά από αχλάδια που μεγαλώνουνε στα σκέλια τού
      καλοκαιριού
μια νύστα από νερό που χαζεύει στις ρίζες της χαρουπιάς –
η άνοιξη έχει τρία ορφανά κοιμισμένα στην ποδιά της 
έναν αϊτό μισοπεθαμένο στα μάτια της
και κει ψηλά πίσω από το πευκόδασο
στεγνώνει το ξωκκλήσι του Aη-Γιαννιού του Nηστευτή
σαν άσπρη κουτσουλιά του σπουργιτιού σ’ ένα πλατύ φύλλο μου-
      ριάς που την ξεραίνει η κάψα.

Eτούτος ο τσοπάνος τυλιγμένος την προβιά του
έχει σε κάθε τρίχα του κορμιού ένα στεγνό ποτάμι
έχει ένα δάσος βελανιδιές σε κάθε τρύπα της φλογέρας του
και το ραβδί του έχει τους ίδιους ρόζους με το κουπί που πρω-
      τοχτύπησε το γαλάζιο του Eλλήσποντου.

Δε χρειάζεται να θυμηθείς. H φλέβα του πλάτανου
έχει το αίμα σου. Kαι το σπερδούκλι του νησιού κ’ η κάπαρη.
Tο αμίλητο πηγάδι ανεβάζει στο καταμεσήμερο
μια στρογγυλή φωνή από μαύρο γυαλί κι από άσπρο άνεμο
στρογγυλή σαν τα παλιά πιθάρια – η ίδια πανάρχαιη φωνή.
Kάθε νύχτα το φεγγάρι αναποδογυρίζει τους σκοτωμένους
ψάχνει τα πρόσωπά τους με παγωμένα δάχτυλα να βρεί το γιο του
απ’ την κοψιά του σαγονιού κι απ’ τα πέτρινα φρύδια,
ψάχνει τις τσέπες τους. Πάντα κάτι θα βρεί. Kάτι βρίσκουμε.
Ένα κλειδί, ένα γράμμα, ένα ρολόι σταματημένο στις εφτά. Kουρ-
      ντίζουμε πάλι το ρολόι. Περπατάνε οι ώρες.

Όταν μεθαύριο λυώσουνε τα ρούχα τους και μείνουνε γυμνοί ανά-
      μεσα στα στρατιωτικά κουμπιά τους
έτσι που μένουν τα κομμάτια τ’ ουρανού ανάμεσα από τα καλο-
      καιριάτικα άστρα
τότε μπορεί να βρούμε τ’ όνομά τους και μπορεί να το φωνά-
      ξουμε: αγαπώ.
Tότε. Mα πάλι αυτά τα πράγματα είναι λιγάκι σαν πολύ μακρινά.
Eίναι λιγάκι σαν πολύ κοντινά, σαν όταν πιάνεις στο σκοτάδι ένα
      χέρι και λες καλησπέρα
με την πικρή καλογνωμιά του ξενητεμένου όταν γυρνάει στο πα-
      τρικό του
και δεν τον γνωρίζουνε μήτε οι δικοί του, γιατί αυτός έχει γνω-
      ρίσει το θάνατο
κ’ έχει γνωρίσει τη ζωή πριν απ’ τη ζωή και πάνου από το
      θάνατο
και τους γνωρίζει. Δεν πικραίνεται. Aύριο, λέει. K’ είναι σίγουρος
πως ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός στην καρδιά
      του Θεού.
Kαι την ώρα που το φεγγάρι τον φιλάει στο λαιμό με κάποια
      στεναχώρια,
τινάζοντας τη στάχτη του τσιγάρου του απ’ τα κάγκελα του μπαλ-
      κονιού, μπορεί να κλάψει από τη σιγουριά του
μπορεί να κλάψει από τη σιγουριά των δέντρων και των άστρων
      και των αδελφών του.

Γιάννης Ρίτσος – Ρωμιοσύνη (από τα Ποιήματα 1930-1960, B΄, Kέδρος 1961)  – Πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού – Νέα Ελληνική Λογοτεχνία και Πολιτισμός.  

Πηγή: imerodromos.gr

 

Προειδοποίηση Dr.Lawrence Palevsky προς τον πληθυσμό: «Μείνετε μακριά από τους εμβολιασμένους με σκευάσματα mRNA» (upd2)

Κυριακή, 02/05/2021 - 21:03
Aρχικό κείμενο 30/4 20:33) Τον «κώδωνα του κινδύνου» κρούει ο παιδίατρος  Dr. Lawrence B. Palevsky αναφορικά με το εμβόλια τεχνολογίας mRNA προειδοποιώντας το γενικό πληθυσμό να μένει μακριά από τους ανθρώπους που έχουν εμβολιαστεί με τα σκευάσματα  της Pfizer ή της Moderna.


Ο λόγος, όπως λέει, είναι ότι τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί, μπορεί να μεταδώσουν την πρωτεΐνη ακίδα που ο οργανισμός αρχίζει να την παράγει από την «πληροφορία» που δίνεται στο RNA μέσω του εμβολίου.

Όπως εξηγεί ο ίδιος τα εμβόλια της τεχνολογίας αυτής, δίνουν εντολή στον οργανισμό να αρχίσει να παράγει αντίγραφα της  πρωτεΐνης-ακίδα (που πιστεύουμε ότι είναι μέρος του COVID-19) και που τη χρησιμοποιεί για να «αγκιστρώνεται» στα κύτταρα και στη συνέχεια να πολλαπλασιάζεται.


Στόχος είναι ο οργανισμός να αρχίσει να παράγει αντισώματα του αντιγράφου της πρωτεΐνης ούτως ώστε μόλις η πρωτεΐνη του COVID-19 μπει στο σώμα να την εξουδετερώνει και μαζί με αυτή και τη δυνατότητα του ιού να εισχωρήσει στα κύτταρα. 

Ο Δρ. Palevsky όμως διατυπώνει το ερώτημα λέγοντας:

«Ξέρουμε ότι ο οργανισμός παίρνει την πληροφορία για την δημιουργία του αντιγράφου. Έχει όμως την πληροφορία να σταματήσει να την παράγει, ή ο οργανισμός αρχίζει και παράγει συνεχώς αντίτυπα της πρωτεΐνης αυτής χωρίς τέλος;

Δεν έχουμε καμία μελέτη που να αποδεικνύει μέχρι στιγμής αν η δημιουργία του αντιγράφου αυτού είναι ασφαλής ή όχι.

Γνωρίζουμε επίσης ότι η πρωτεΐνη-ακίδα έχει βρεθεί στο σάλιο. Μπορεί αυτή να μεταδοθεί από άτομο σε άτομο μέσω της αναπνοής ή μέσω του ιδρώτα και αν ναι ποιες οι επιπτώσεις που θα έχει ο λήπτης;», αναφέρει ο Δρ. Palevsky λέγοντας πως πολλά από τα συμπτώματα του COVID-19 προκαλούνται στην ουσία από την συγκεκριμένη πρωτεΐνη.

Όπως λέει καλύτερα είναι να μένετε μακριά από εμβολιασμένους μέχρι να διασαφηνιστεί το ζήτημα της μετάδοσης.



Πηγή: pronews.gr

 

Πανδημία: Οι εξετάσεις που δεν πρέπει να αμελούν οι γυναίκες

Κυριακή, 02/05/2021 - 20:57

Αποστασιοποίηση από τα ιατρεία και τους προληπτικούς ιατρικούς ελέγχους έχει επιφέρει η πανδημία COVID-19, με τους ειδικούς να εκτιμούν ότι το τίμημα για τη δημόσια υγεία θα είναι βαρύ στο μέλλον.

Ο φόβος του νέου κορωνοϊού αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την πρόληψη από άλλα νοσήματα, με πολλές γυναίκες -στο πλαίσιο μιας τάσης ανεξαρτήτως φύλου- να αποφεύγουν να προσέλθουν στα ιατρεία προκειμένου να υποβληθούν στον γυναικολογικό έλεγχο ρουτίνας ή ακόμα και σε προγραμματισμένες εξετάσεις.

Δεδομένου ότι η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία αποτελούν κρίσιμο παράγοντα για την πρόγνωση των ασθενών αλλά και για την ποιότητα της ζωής τους σε ηπιότερα προβλήματα, ο προληπτικός έλεγχος είναι αναγκαίος αλλά και ασφαλής, ακόμα και σε συνθήκες πανδημίας.

«Δεν υπάρχει λόγος οι γυναίκες να αμελούν τον γυναικολογικό και οποιονδήποτε άλλο ιατρικό έλεγχο εφόσον επιτρέπεται η λειτουργεία των ιατρείων και των πρωτοβάθμιων δομών περίθαλψης. Σε αντίθεση με την περσινή περίοδο του σκληρού lockdown, που διήρκησε από τα μέσα Μαρτίου έως τα μέσα Απριλίου, όταν ήταν επιβεβλημένο στους ιατρούς και τα ιατρεία να λειτουργούν μόνο στη βάση των επειγόντων περιστατικών ή στην παρακολούθηση της εγκυμοσύνης, εδώ και περίπου έναν χρόνο τα ιατρεία λειτουργούν κανονικά.

 Που σημαίνει ότι εφόσον τηρούνται οι προδιαγραφές ασφαλείας που έχουν ορίσει οι αρμόδιοι διεθνείς και εθνικοί φορείς -όπως ο μέγιστος αριθμός ασθενών, οι απολυμάνσεις των χώρων, ο επαρκής αερισμός τους κ.ο.κ.- οι ασθενείς δεν θα πρέπει να φοβούνται να προσέλθουν στα ιατρεία και στις πρωτοβάθμιες δομές περίθαλψης προκειμένου να κάνουν τις προληπτικές -και όχι μόνο- εξετάσεις τους. Πόσο μάλλον όταν και αυτές απ’ την πλευρά τους τηρούν τα προφυλακτικά μέτρα, όπως η χρήση μάσκας και η απολύμανση», αναφέρει ο δρ Χάρης Χ. Χηνιάδης, Μαιευτήρας-Χειρουργός Γυναικολόγος με εξειδίκευση στην Εξωσωματική Γονιμοποίηση και τη Λαπαροσκοπική Χειρουργική, συνεργάτης στη Μονάδα Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και μέλος του Δ.Σ. του Μαιευτηρίου «ΜΗΤΕΡΑ».

Οι εξετάσεις που δεν πρέπει να αμελούνται

Τεστ ΠΑΠ: Αρχικά οι γυναίκες δεν πρέπει να αμελούν τον ετήσιο γυναικολογικό έλεγχό τους με τεστ Παπανικολάου (ΠΑΠ) ), καθώς η καθυστέρηση για μία περίοδο μεγαλύτερη του ενός έτους, που διαρκεί η πανδημία, αν και όχι πολύ συχνά, μπορεί να έχει μεγάλο κόστος για την υγεία. 

Μετά τη διενέργεια του ΠΑΠ, εφόσον είναι αναγκαίο βάσει των αποτελεσμάτων και της σύστασης του γιατρού, ενδέχεται να χρειαστεί είτε επανάληψη του τεστ, είτε περαιτέρω έλεγχος, π.χ. με κολποσκόπηση ή βιοψία του τραχήλου, ή ακόμα και να υποβληθούν σε θεραπεία με κωνοειδή εκτομή, εάν κρίνεται απαραίτητο.

«Σε περίπτωση που μία προκαρκινική αλλοίωση του τραχήλου καθυστερήσει να διαγνωστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, εγκυμονεί κινδύνους. Δεν είναι ο κανόνας, γιατί το 88% των αλλοιώσεων υποχωρούν χωρίς καμία παρέμβαση μέσα σε έξι μήνες με έναν χρόνο. Όμως ένα 12% μπορεί να επιδεινωθεί και ενδεχομένως να εξελιχθεί σε κακοήθεια. Δεν γνωρίζουμε εκ των προτέρων ποιες ασθενείς κινδυνεύουν να αναπτύξουν καρκίνο, γι’ αυτό και μία γυναίκα που αμελεί τις εξετάσεις της θα πρέπει να γνωρίζει ότι δεν είναι απίθανο να βρίσκεται μέσα σε αυτό το ποσοστό», εξηγεί ο δρ Χηνιάδης.

Υπέρηχος: Απαραίτητος είναι επίσης ο ετήσιος (ή και πιο συχνός όταν κρίνεται αναγκαίο) έλεγχος με τον κλασικό υπέρηχο μήτρας-ωοθηκών. Εφόσον βρεθεί μία παθολογία ή μια ένδειξη που υποδηλώνει ότι πρέπει να γίνει επανέλεγχος, δεν θα πρέπει οι γυναίκες να το αμελήσουν εξαιτίας του φόβου τους. Με τον υπέρηχο μπορεί να εντοπιστούν ήπια παθολογικά ευρήματα που απαιτούν παρακολούθηση ή αντιμετώπιση, αλλά και πολύ σοβαρά προβλήματα που χρήζουν άμεσης θεραπείας.

Άλλες εξετάσεις: Εκτός από τον έλεγχο ρουτίνας, απαραίτητη είναι η επίσκεψη στον γυναικολόγο και σε περίπτωση που η γυναίκα αντιμετωπίζει προβλήματα όπως αιμορραγίες, έντονο πόνο, κολπικά υγρά και άλλα συμπτώματα, τα οποία κυρίως σχετίζονται με τον κόλπο. Αυτές οι εκδηλώσεις θα πρέπει να διερευνηθούν, να διαγνωστούν και να αντιμετωπιστούν, καθώς πέραν του ότι υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής, ενδέχεται και να υποδηλώνουν υποκείμενες παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες μπορεί να επιδεινωθούν με την πάροδο του χρόνου, ή ακόμα και να οδηγήσουν σε επιπλοκές.

Έλεγχος μαστού: Η μαστογραφία αναφοράς στα 35 και η ετήσια μαστογραφία μετά τα 40 δεν θα πρέπει να αναβάλλεται, όπως επίσης και ο υπέρηχος μαστού, εάν υπάρχει σχετική ιατρική σύσταση. Σε περίπτωση ατομικού ή οικογενειακού ιστορικού της νόσου, ο έλεγχος θα πρέπει να γίνεται ανάλογα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού. Η έγκαιρη διάγνωση στον καρκίνο του μαστού είναι καθοριστικής σημασίας, δεδομένου ότι εάν εντοπιστεί σε αρχικό στάδιο και χορηγηθεί η ενδεδειγμένη θεραπεία, είναι εφικτή η πλήρης ίαση της νόσου. Κατά συνέπεια, ο ένας χρόνος μπορεί να είναι πολύ σημαντικός, γι’ αυτό άλλωστε και έχει οριστεί ως όριο για την επανάληψη της μαστογραφίας.

Χειρουργικές επεμβάσεις: Εφόσον υπάρξει ανάγκη για χειρουργική επέμβαση, εντός του πλαισίου που έχουν θέσει οι αρμόδιοι υγειονομικοί φορείς και πάντα κατόπιν τεστ που επιβάλλεται για την είσοδο σε νοσηλευτικά ιδρύματα, η γυναίκα μπορεί να απευθυνθεί στα non COVID-19 νοσοκομεία και να υποβληθεί στην επέμβαση.

Σε περίπτωση που πάσχει από COVID-19, αν το περιστατικό δεν επιτρέπει καθυστέρηση (π.χ. τοκετός), τότε θα πρέπει να διενεργηθεί σε δομές για COVID-19, όπως είναι για παράδειγμα το Αττικό Νοσοκομείο για γυναικολογικά περιστατικά. Εάν δεν είναι αναγκαία η επέμβαση μέσα στο επόμενο 15μερο, τότε μπορεί η γυναίκα να περιμένει και να την κάνει σε ένα νοσοκομείο ή σε μία κανονική γυναικολογική κλινική μεταγενέστερα.

«Οι γυναίκες δεν πρέπει να παραμελούν την προσωπική τους υγεία, επειδή φοβούνται να επισκεφθούν ιατρεία και δομές που είναι απαραίτητες για τη διάγνωση την παρακολούθηση, και τη θεραπεία ιατρικών καταστάσεων. Αντιθέτως, εφόσον πλέον έχουν μάθει να ζουν με τον ιό εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο, θα πρέπει να προσέρχονται σε αυτές αναζητώντας τα υψηλότερα δυνατά στάνταρ ασφαλείας», επισημαίνει ο δρ Χηνιάδης.

Πρόληψη προβλημάτων αναπαραγωγής

Η ολοκλήρωση της οικογένειας σε νεαρή ηλικία αποτελεί άλλο ένα είδος πρόληψης, καθώς συλλαμβάνοντας και τεκνοποιώντας νωρίς, αποφεύγονται δυσκολίες στη γονιμοποίηση και την τεκνοποίηση σε μεγαλύτερες ηλικίες, δηλαδή από 35 ετών και άνω.

Είναι ενδεικτικό ότι η καθυστέρηση της τεκνοποίησης κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, λόγω των οικονομικών δυσκολιών, οδήγησαν στη συνέχεια τα ζευγάρια στη λύση της εξωσωματικής γονιμοποίησης, αφού στο μεταξύ είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος. Το ίδιο συνέβη, σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στην Ελλάδα, κατά το πρώτο τρίμηνο της πανδημίας, ωστόσο η παρούσα κατάσταση δείχνει σημάδια αντιστροφής. «Ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο προς Οκτώβριο, φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα έχουμε μία ανάκαμψη της καμπύλης που αποτυπώνει τα θετικά τεστ. Ωστόσο, οι γυναικολόγοι έχουμε τη δυνατότητα να βλέπουμε περίπου 8 μήνες μπροστά όσον αφορά στο πώς θα κινηθούν οι πιθανές γεννήσεις και φέτος αναμένεται να έχουν αυξηθεί. Άρα πρόληψη δεν είναι μόνο το να κάνει μία γυναίκα τεστ ΠΑΠ αλλά και το να κάνει παιδιά νωρίς, έτσι ώστε να αποφύγει δυσκολίες στη σύλληψη μεταγενέστερα», καταλήγει ο δρ Χηνιάδης.

Μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο του 2020, στο επιστημονικό περιοδικό «National Medical Association» των ΗΠΑ, καταδεικνύει ότι οι επισκέψεις στα νοσοκομεία ή στα ιατρεία που έχουν σχέση με πρόληψη ορισμένων μορφών καρκίνου (π.χ. μαστού, μήτρας, παχέος εντέρου κ.ά.) έχουν ελαττωθεί σημαντικά. Παράλληλα, οι επισκέψεις στο νοσοκομείο ή στο ιατρείο για παρακολούθηση και θεραπεία άλλων χρόνιων νοσημάτων και προφυλακτικούς εμβολιασμούς έχουν μειωθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%.